Στην
αγκαλιά μου θα σε σφίξω, συγκινημένος πιο πολύ,
Μέσα σ’ αυτόν τον άνεμο που εσύ μας έμαθες να τον ονοματίζουμε
Με ονόματα βγαλμένα από τις τσέπες σου,
Κι ας ήσουν κιόλας πεθαμένος.
Μετάφραση
Μπάμπης
Ζαφειράτος / Μποτίλια Στον Άνεμο
Πρώτη
δημοσίευση, Κατιούσα, 9/6/2023
Ροβέρτο
Φερνάντες Ρεταμάρ
(Roberto Fernández Retamar)
Αβάνα, 9 Ιουν. 1930 – 20 Ιουλ. 2019).
Ποιητής,
δοκιμιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, με περί τις τριάντα ποιητικές συλλογές και
πλήθος δοκιμίων. Μια από τις σημαντικότερες φωνές της εποχής μας. Από
τους πρώτους στενούς συνεργάτες του Τσε και του Φιντέλ, κεντρική
φιγούρα στην πολιτιστική και πολιτική ζωή της Κούβας, υπογράφει,
μεταξύ άλλων, και την Εισαγωγή στο βιβλίο του Τσε, Ανταρτοπόλεμος. Το
1965 άρχισε να διευθύνει την Επιθεώρηση Casa, του σημαντικότερου
για ολόκληρη τη Λατινική Αμερική ιδρύματος της Κούβας, Casa de Las Américas,
όπου από το 1986 μέχρι το θάνατό του κατείχε τη θέση του Προέδρου. Σπούδασε φιλοσοφία και λογοτεχνία στην Αβάνα, στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Δίδαξε για κάποια χρόνια στο Πανεπιστήμιο Yale των ΗΠΑ. Κατείχε την έδρα Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Alma Mater της Αβάνας. Μετά την Επανάσταση υπηρέτησε στο Διπλωματικό Σώμα. Έχει μεταφραστεί στα Αγγλικά, Γαλλικά, Ρωσικά, Ιταλικά κ.λπ.
Ροβέρτο Φερνάντες Ρεταμάρ. © Archivo Fotográfico de la Casa de las Américas
/ Abel Carmenate. (Πηγή: https://www.unesco.org).
Federico
García Lorca – Φεδερίκο Γαρθία Λόρκα
(Federico
del Sagrado Corazón de Jesús García Lorca)
Γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου 1898, στην πόλη Φουέντε Βακέρος της επαρχίας Γρανάδας.
Δολοφονήθηκε από τους φασίστες της Ισπανικής Χωροφυλακής του Φράνκο, στις 19
Αυγούστου 1936, μεταξύ Βιθνάρ και Αλφακάρ, λίγο έξω από τη Γρανάδα.
Φεδερίκο
Γαρθία Λόρκα, 5.6.1898 – 19.8.1936. (Πηγή φωτό: https://thegreyparade.wordpress.com).
Ροβέρτο Φερνάντες Ρεταμάρ
Επανορθώνοντας Για Τον
Φεδερίκο
Σε ένα ποίημα (μάλλον
κακό εδώ που τα λέμε) διάβασα μόλις
και με
εντυπωσίασε,
Πως δεν ηχογραφήθηκε η φωνή σου, που τόσα λέγονται γι’ αυτήν
απ’ όσους
σε γνωρίσανε⸱
Πως δεν ηχογραφήθηκε η φωνή σου και πως εκείνοι οι παλαιοί,
Οι πάνω απ’ τα εξήντα που αρχίζουνε να φεύγουνε ένας ένας,
Οι μαγεμένοι συνομήλικοί σου,
Μαζί τους παίρνουνε πεθαίνοντας και σβήνουνε απ’ αυτήν τη γη
την
τελευταία της φωνής σου ανάμνηση.
Σε λίγον καιρό (άλλα τριάντα χρόνια ας πούμε),
Δεν θ’ απομείνει ούτε ψυχή απάνω στον πλανήτη
Που να θυμάται πώς εμίλαγες,
Πώς ετραγούδαγες
Πώς εγέλαγες
Μπορεί ακόμα και πώς έκλαιγες.
Θα ’χει για πάντα η φωνή σου ξεχαστεί.