Ξημερώνει Δευτέρα. Δεν θα
πάω για δουλειά…
Την Παρασκευή, κατά τις 11 το πρωί, δέχθηκα το τηλεφώνημα
που περίμενα εδώ και καιρό από τον διευθυντή στην εφημερίδα. Με κάλεσε στο γραφείο
του, όπου μου είπε ότι «βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση». Δε μου είπε σε ποια
δυσάρεστη θέση βρίσκεται κι εγώ δεν μπήκα στον κόπο να τον βγάλω από αυτήν
επισημαίνοντάς του εγώ σε ποια δυσάρεστη θέση βρίσκεται. Επειτα μου είπε ότι
αυτός δεν ήθελε καθόλου να φύγω από την εφημερίδα και ότι λυπάται πολύ. Τον
παρηγόρησα άκεφα για το κακό που τον βρήκε και εκείνος μου σημείωσε ότι ποτέ
δεν ξέρουμε τι μπορεί να γίνει στο μέλλον. Συμφώνησα μαζί του ότι το μέλλον
είναι για όλους άδηλο, του είπα ότι δεν υπογράφω την απόλυση και έφυγα από το
γραφείο του με την ψευτοπερηφάνεια εκείνου που είπε την καλύτερη ατάκα σε μια
αμήχανη κουβέντα.