Μονεμβασιά, Πρωτομαγιά 1909 - Αθήνα, 11 Νοεμβρίου 1990 Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 10.V.2015 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.) |
***
Μετά τα ποιήματα ακολουθεί το κριτικό κείμενο του Μπάμπη
Ζαφειράτου:
Γιάννης Ρίτσος: Στο Υπερώον της ποίησης, ανέγγιχτος από την κόψη του
θανάτου
*
Η συγκεκριμένη ανάρτηση περιλαμβάνεται στην επίσημη
ιστοσελίδα του Γιάννη Ρίτσου:
Γιάννης
Ρίτσος: Στο Υπερώον της ποίησης, ανέγγιχτος από την κόψη του θανάτου – 25
ποιήματα. Και ένα κριτικό κείμενο του Μπάμπη Ζαφειράτου
*
ΥΠΕΡΩΟΝ
(25 ΠΟΙΗΜΑΤΑ)
ΣΥΧΝΑ
Στ’ αλήθεια
δεν είχα τίποτα να πω.
Έτσι
άφησα το παράθυρό μου
ολάνοιχτο.
Οι δυο κουρτίνες
έχουν αναλάβει τις κινήσεις
των ξενιτεμένων,
ενώ εγώ προσπαθώ
να φέξω τη νύχτα
μ’ ένα μοναδικό
πορτοκάλι.
Αθήνα, 2.ΙΙΙ.85
ΜΥΣΤΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ
Ιδιοκτήτες της νύχτας –
άστεγα άστρα,
δυο δίφραγκα στην τσέπη μας,
το σφύριγμα του τραίνου
κάτω απ’ το πουκάμισό μας
κατάσαρκα.
Μοναχική ευτυχία,
κι ένα ποτήρι νερό
λάμποντας
μέσα στο κλειδωμένο σπίτι.
Αθήνα, 2.ΙΙΙ.85
ΔΕΙΛΙ
Λιπόσαρκο δείλι. Ωστόσο
καλά χρωματισμένο.
Ωχρές και ρόδινες ανταύγειες
στις προσόψεις των σπιτιών.
Όταν θα φύγεις
μη μου πάρεις στη βαλίτσα σου
αυτά τα χρώματα τουλάχιστον.
Αλλιώς
πώς θα περιμένω;
Αθήνα, 2.ΙΙΙ.85
ΜΙΑ ΠΟΡΤΑ
Τo ξυλουργείο,
τo σιδηρουργείο,
το παντοπωλείο,
οι γαλότσες του γεωργού
στο χαγιάτι,
χαμηλή συννεφιά,
σαπουνόνερα,
κι η απροσδόκητη
γαλάζια πόρτα πεσμένη
στα χαλάσματα
με το κλειδί της
στη θέση του.
Αθήνα, 3.ΙΙΙ.85
Ο ΑΥΛΗΤΗΣ
Ξυλοκόποι –
σκοτωμένα δέντρα.
Κυνηγοί –
σκοτωμένα πουλιά.
Ο αυλητής φυσάει στο καλάμι
όλη του την ανάσα.
Και, να, το δάσος,
να, τα πουλιά.
Ένα πουλί καστανόχρυσο
κάθισε στο τραπέζι μου,
με κοιτάει,
δεν ξέρω τι να του πω.
Αθήνα, 4.ΙΙΙ.85