*
και
***
Γ Ι Α Ν Ν Η Σ Ρ Ι Τ Σ Ο Σ
Ο Μ Α Υ Ρ Ο Σ Α Γ Ι Ο Σ
1 9 6 1
Άρπαξαν το χρυσάφι σου και σου ’δωσαν
χάντρες και καθρεφτάκια…
Μες στη φωτιά και στο συναγερμό και
Μες στη φωτιά και στο συναγερμό και
σ’ όνειρα θολά και μπερδεμένα
Ξεσπούσες σε τραγούδια πόνου απλά και
δίχως λόγια…
Μουσική, εσύ μας βοήθησες.
Μουσική, εσύ μας βοήθησες.
ΠΑΤΡΙΣ ΛΟΥΜΟΥΜΠΑ
I
ΠΑΤΡΙΣ ΛΟΥΜΟΥΜΠΑ – ένα μεγάλο κάτασπρο γέλιο μες στη νύχτα
του προσώπου σου,
στη νύχτα του λαού σου, στη νύχτα της χώρας σου –
ένα άσπρο γέλιο – λάμπιζε στα τζάμια των φτωχόσπιτων,
στα χείλη των μαύρων μανάδων, των μαύρων παιδιών,
όπως η αυγή πίσω απ’ τα δάση ή πίσω απ’ τα βουνά του κάρβουνου,
άσπρο σαν το χεροσφίξιμο δυο μαύρων χεριών
άσπρο σαν την απόφαση της ελευθερίας
άσπρο σαν τη δύναμη της αδελφοσύνης.
Πάτρις Λουμούμπα, είχες δει τα κομμένα χέρια των αδελφών σου
διατηρημένα στ’ αλάτι μέσα στα κοφίνια των αφεντάδων,
διατηρημένα στ’ αλάτι μέσα στα κοφίνια των αφεντάδων,
είχες δει τη λάμψη απ’ τα διαμάντια σας να φωτίζει ξένα συμπόσια,
είχες δει το χρυσάφι της χώρας σου να γεμίζει τα όπλα των δολοφόνων
της χώρας σου.