Πηγή φωτό: Κόκκινος Φάκελος |
1946 Πραγματοποιούνται οι πρώτες εκλογές μετά την απελευθέρωση μέσα σε πρωτοφανείς συνθήκες βίας και νοθείας.
Επισήμως, σε σύνολο εγγεγραμμένων 2.211.791, ψήφισαν 1.106.510. Η αποχή, στην οποία καλούσαν το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, παρά τις αφόρητες πιέσεις, ξεπέρασε το 50%.
Ήταν, δε, πολύ μεγαλύτερη, αφού μεγάλος αριθμός πολιτών δεν είχε εγγραφεί στους εκλογικούς καταλόγους, ενώ πολλοί βασιλόφρονες διπλοψήφισαν.
Εντούτοις, η Επιτροπή του ΟΗΕ διακήρυξε κυνικά ότι «το ποσοστό της αποχής της Αριστεράς δεν υπερέβαινε το 9,3%»..!
Στις εκλογές επικράτησε το Λαϊκό Κόμμα.
Ανήμερα των εκλογών, ομάδα ενόπλων καταδιωκόμενων αγωνιστών επιτέθηκε κατά του Σταθμού Χωροφυλακής του Λιτόχωρου.
Η ένοπλη διαμαρτυρία ενάντια στο αντιδραστικό καθεστώς της τρομοκρατίας και της βίας και της εκλογικής νοθείας ήταν προειδοποίηση προς την αντίδραση ότι δεν είναι δυνατό να δολοφονεί ατιμώρητα άοπλους πολίτες, γυναίκες και παιδιά.
Η απόφαση τότε του ΚΚΕ και του ΕΑΜ για αποχή αποτέλεσε έκτοτε διαχρονικό ζήτημα διαπάλης μέσα στο Κόμμα και πολεμικής απ’ έξω.
Οι επικριτές του ΚΚΕ, παραβλέποντας το πραγματικό πρόβλημα στην πολιτική του, δηλαδή τη μη τοποθέτηση του ζητήματος της εξουσίας ως άμεσου πολιτικού καθήκοντος και άρα τη μη σύνδεση της αποχής με τη γενίκευση της ένοπλης πάλης, θεωρούν ως μέγα πολιτικό λάθος την αποχή από τις εκλογές του 1946.
Οι εκλογές αυτές χαρακτηρίστηκαν από αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις ως η «μεγάλη ευκαιρία» ώστε το ΚΚΕ να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο -όπως λένε- στο μεταπολεμικό αστικό πολιτικό σκηνικό.
Για να στηρίξουν το σκεπτικό τους επικαλούνται τη συμμετοχή των κομμουνιστικών κομμάτων στις κυβερνήσεις Εθνικής Ενότητας, που σχηματίστηκαν σε σειρά από χώρες της Δυτικής Ευρώπης, που ουσιαστικά βοήθησαν στην αποκατάσταση της σταθερότητας της εξουσίας του κεφαλαίου, όπως και στον ισχυρισμό ότι μια πιθανή συνεργασία με το λεγόμενο «Κέντρο» θα μπορούσε να αποκόψει τη λεγόμενη «Δεξιά» από το μονοπώλιο της εξουσίας.
Ωστόσο, μια τέτοια προσέγγιση «ξεχνά» την κοινή ταξική ταυτότητα «Δεξιάς» - «Κέντρου», που αποδείχθηκε τόσο από τη δραστηριότητα του Γεωργίου Παπανδρέου που στο όνομα της λαοκρατίας ξεκίνησε τα Δεκεμβριανά, όσο και από το ρόλο των μετεμφυλιακών κυβερνήσεων του «Κέντρου».
Οι οπορτουνιστικές δυνάμεις που δρούσαν και στο εσωτερικό του Κόμματος δεν άσκησαν κριτική στην αποχή με τη λογική της ανάγκης διάδοσης των θέσεων του ΚΚΕ για πάλη με όλα τα μέσα, όπως έκανε αργότερα η 3η Συνδιάσκεψη του Κόμματος (1950).
Αντίθετα, η κριτική τους συνιστούσε την προϋπόθεση της διατύπωσης του «ειρηνικού, δημοκρατικού δρόμου προς το σοσιαλισμό».
Επρόκειτο στην ουσία για την προώθηση μιας ρεφορμιστικής στρατηγικής στο κομμουνιστικό κίνημα, η οποία δε στηριζόταν στις ειδικές συνθήκες της μεταπολεμικής Ελλάδας (όπως υποστηρίζουν πολλοί από τους εισηγητές της), αλλά θεωρούσε ότι η ταξική πάλη στις σύγχρονες συνθήκες θα πρέπει να διεξάγεται μέσα στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτισμού, απαλλαγμένη από τη χρήση της επαναστατικής βίας.
Αυτό αποδεικνύεται και από την πολιτική θεωρία και πρακτική όσων πρωταγωνίστησαν στην κριτική για την αποχή από τις εκλογές του 1946 και αργότερα (1968) πρωτοστάτησαν στην ίδρυση του λεγόμενου «ΚΚΕ Εσωτερικού».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.