Ανδρέας Εμπειρίκος 2 Σεπτεμβρίου 1901, Βραΐλα, Ρουμανία - 3 Αυγούστου 1975, Κηφισιά Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 30.IV.2017 (Μολύβι, 29 χ 21 εκ.) |
ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ
1934 – ΠροϊστορΙα ή ΚαταγωγΗ
(Πέντε ποιήματα)
(Τώρα. / Τώρα ευθύς)
Τώρα
Τώρα ευθύς
Τώρα αμέσως
Τώρα πάντα
Τώρα κάθε ημέρα
Τώρα κάθε ώρα
Τώρα κάθε στιγμή
Δηλαδή τώρα αιωνίως −
Τώρα πιότερο παρά ποτέ
Τώρα ευθύς
Τώρα αμέσως
Τώρα σαν πεφταστέρι
Τώρα σαν μαχαιριά
Τώρα σαν εκπυρσοκρότησι
Τώρα σαν εκσπερμάτωσι
Τώρα σαν ξαφνικό ραγάνι
Τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων
Προλετάριοι όλου του κόσμου ενωθείτε!
Αθήνα 1933
(ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ 1933)
***
1934
1934
ΧΤΥΠΑ ΖΟΥΜΠΑ
Χτύπα ζουμπά και τρύπα την τη λαμαρίνα
Και κάρφωσε το μαντικάπι σου χίλιες φορές
Χτύπα ζουμπά και τρύπα την τη λαμαρίνα
Όχι γιατί το θέλει η διεύθυνσι
Χτύπα ζουμπά και τρύπα την τη λαμαρίνα
Να γίνη γρήγορα η δουλειά που κάποτε χάρη σε μας θα γίνη
Χτύπα ζουμπά και τρύπα την τη λαμαρίνα
Να γίνη γρηγορότερα για να την δούμε κι οι ίδιοι
Χτύπα ζουμπά και τρύπα την τη λαμαρίνα
Να γίνη το καράβι μας που κι έτσι κι αλλιώς θα γίνει
Χτύπα ζουμπά και τρύπα την τη λαμαρίνα
Χτύπα και χτύπα την στο πείσμα ολόκληρης της γης
Χτύπα και τρύπα την να γίνη πιο νωρίς
Το ωραίο καράβι μας η Διεθνής.
Αθήνα, 29/7/1934
[Ζουμπάς και ζουπάς: Εργαλείο (από χάλυβα κυρίως) που χρησιμοποιείται στα ναυπηγεία, για να τρυπάει τις λαμαρίνες ή για να σπρώχνει βαθύτερα τα καρφιά, ώστε να μην προεξέχουν οι κεφαλές τους].
*
[Ζουμπάς και ζουπάς: Εργαλείο (από χάλυβα κυρίως) που χρησιμοποιείται στα ναυπηγεία, για να τρυπάει τις λαμαρίνες ή για να σπρώχνει βαθύτερα τα καρφιά, ώστε να μην προεξέχουν οι κεφαλές τους].
*
ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΑ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Είμαστε τα εργοστάσια της ζωής αφού είμαστε τα εργοστάσια
των ερώτων
Κι είναι πολύ δική μας η φωτιά που μας κινεί αφού υπάρχει εντός μας
Η φωτιά που προσελκύει τα σμήνη, τις αγέλες και τους πόθους
Και γοητεύει αυτό το πλήθος.
Μέσα σ’ αυτό το πλήθος διακρίνουμε όμως
Κάποιους κυρίους με διαβήτες, ζυγαριές, πυξίδες και τεφτέρια
Που μας παρακολουθούν, μας βλέπουν και μας μετρούν κάπως αλλιώς
Όχι σαν θαυμαστές, σαν επιστήμονες, σαν απροκάλυπτοι εχθροί
ή σαν φίλοι
Μα καθώς θα ’λεγαν πολλοί φιλόλογοι
Ως σατανάδες ως ερμήδες.
Μας παρακολουθούν, λοιπόν, μας βλέπουν και μας μετρούν αυτοί
οι κύριοι
Τα χρόνια μας, τις αγάπες μας και την δουλειά μας
Και φαίνονται να θέλουν να κάμουν κάτι τι κι αυτοί
Με τους διαβήτες, τις ζυγαριές, τις πυξίδες και τα τεφτέρια
Όχι όπως εμείς ή όπως εκείνοι που θέλουν να γίνουν όμοιοι με μας
Ούτε σαν θαυμαστές σαν επιστήμονες σαν απροκάλυπτοι εχθροί
ή σαν φίλοι
Μ’ αλλιώτικα εντελώς – σαν γλυκοχαμογέλαστοι εχθροί.
Κάποια κερδοσκοπία έχουνε στο νου, κάποιο εμπόριον
αισχροκερδές βεβαίως
Κι όχι συναλλαγή γούστου ή ανάγκης.
Μα δεν τους φοβόμαστε αυτούς τους κυρίους
Με τους διαβήτες, τις ζυγαριές τις πυξίδες και τα τεφτέρια
Γιατί δεν είμαστε μουσεία ή μαγαζιά
Μα τα εργοστάσια της ζωής αφού είμαστε τα εργοστάσια
των ερώτων
Πηγές της εσαεί παραγωγής κι εγγυητές της εσαεί
καταναλώσεως
Κι όχι συρτάρια κι αποθήκες κλειδωμένες.
Είμαστε κόσμοι ανοιχτοί με πλάτη, μήκη, γαλαξίες και λιμάνια
Και δεν χωρούμε βέβαια στις αποθήκες των ιδιοτελών κυρίων.
Λοιπόν δεν τους φοβόμαστε καθόλου
Γιατί είμαστε τα εργοστάσια της ζωής αφού είμαστε
τα εργοστάσια των ερώτων
Και στην αδιάκοπή μας λειτουργία
Αυτό που κάνουμε είναι τόσον άμεσο και συνεχές τόσο κατάλληλο
κι αστείρευτο
Που υπεραρκεί για τους απανταχού της γης γυμνούς και
πεινασμένους
Όλους της γης γυμνούς και πεινασμένους
Που δυστυχώς αυξάνονται κάθε φορά που από τρομάρα ή άγνοια
Καταφεύγουν, αφήνονται ή παραδίνονται
Καταφεύγουν, αφήνονται ή παραδίνονται
Αντί σε μας, σε αυτούς τους ελεεινούς κυρίους.
Αθήνα, Αύγ. 1933
***
Προϊστορία ή Καταγωγή
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟY 1933
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟY 1933
ΦΩΝΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ
Τώρα που σβήσαν τα φώτα των κινηματογράφων
Και κατεβάσαν τα ρολά των προθηκών
Οι φάροι των ταξιών εντείνουνε το σκότος
Καθώς μετά μια λάμψη απομακρύνονται και φεύγουν
Γίναμε εμείς βαθιοί σαν τα πηγάδια
Όταν πέφτει μια πέτρα μέσα τους σαν πεφταστέρι
Είμαι βαθύ πηγάδι.
Μέσα του πέφτει μια πέτρα σαν πεφταστέρι
Τίποτε γύρω μπορεί να μη σαλεύει
Κι όμως
Είμαι βαθύ πηγάδι
Κι ευαίσθητος σαν την απανωσιά του
Μια πέτρα αρκεί
Μια κάθετη πνοή
Τους κύκλους να γέννηση
Τον πόνο
Την χαρά
Την ηδονή.
Είμαι βαθύ πηγάδι
Πραγματικός σαν τα νερά του
Σαν αγαπώ
Πράγμα συχνό
Και σαν μισώ
Το μίσος μάλλον σπάνιο
Γιατί κατανοώ
Και πρέπει
Έχω μέσα μου πολύ στενά συνυφασμένο
Τον πόθο του Χριστού
Και την σάρκα του Πανός
Πράγμα που με βγάζει
Στον δρόμο του διαλεχτικού μας υλισμού
Στην σκέψη την βαθύτερη του Μαρξισμού
*
ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΕΙΣ
Διπλοί σκοποί και τιναγμένα μπράτσα
Προς την ανατολή των γαύρων ερυθημάτων
Της νίκης τα σαλπίσματα σαν κόκκινα λουλούδια
Καθώς περνούν τα τανκς
Στους δρόμους των οδοφραγμάτων.
Θεέ μου, τί μεγάλο πανηγύρι!
Μες στην σφαγή των σάπιων ινδαλμάτων
Κορίτσια του λαού με την χαρά τους
Γυμνή στα γυμνά στήθη τους
Και με αίματα στις γάμπες
Πατούν επί πτωμάτων
Κι αράδα-άράδα στύλοι τηλεγράφου
Σαν στρατιές προλεταρίων λυτρωμένων
Προς τους απανταχού της γης συντρόφους πάνε
Το ξαφνικό τραγούδι των συρμάτων.
Ω της παγκόσμιας επανάστασης το βήμα
Προς την κατάχτηση της γης και τ’ ουρανού!
Μες στα σκιρτήματα της βιολογίας των ανθρώπων
Ο θρίαμβος του διαλεχτικού μας υλισμού.
Δόξα, χαρά κι απάνω δρόμος,
Πού ξετυλίγεται και πάει προς τούς αιώνες
Απάνω στα γκρεμίσματα του δίκαιου υλισμού.
Προς τους αιώνες της ζωής μιας άνευ τάξεων κοινωνίας
Σαν ύμνος της δημιουργίας,
Η πίστη του Κομμουνισμού.
Αθήνα, Αύγ. 1933
________________________________
Από το βιβλίο: «1934 – Προϊστορία ή Καταγωγή του ΑΝΔΡΕΑ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΥ»
Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2014
Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2014
Εισαγωγή – Φιλολογική επιμέλεια: Γιώργης Γιατρομανωλάκης
(σελ. 160, 106, 120-121, 156-157, 164-165)
___________________________________
Είμαι κομμουνιστής και επαναστάτης
Πιστεύω στον κομμουνισμό και την επανάσταση. Πιστεύω στον Μαρξισμό και Λενινισμό
Από την εισαγωγή του Γ. Γ. διαβάζουμε:
Την ίδια χρονιά [1933] δείχνει «ανυπακοή» στον ψυχαναλυτή του, ενώ στη συνέχεια έρχεται σε μερική σύγκρουση με τον πατέρα του […]. Αυτή η διπλή σύγκρουση φαίνεται να ωθεί τον Εμπειρίκο να εγκαταλείψει τον μέχρι τότε τρόπο της ζωής του και να στραφεί άλλου: στήν πολιτική και στήν ποίηση, στήν κοινωνική επανάσταση και στον υπερρεαλισμό. Αυτό φαίνεται καθαρά στο πρώτο πολιτικό μανιφέστο που συντάσσει τον Σεπτέμβριο του 1933 και απευθύνει στον εξάδελφο του Νίξικ Δεμαθά, που ήταν και υπεύθυνος των λιγνιτωρυχείων Αλιβερίου.
Αγαπητοί φίλοι, Rien ne va plus! Η πολύχρονη και σκληρή εσωτερική πάλη ετελείωσε. Έσπασα πλέον όλα τα υποκειμενικά μου δεσμά. Είμαι πια ελεύθερος ψυχικώς. Και τώρα σαν τίμιος άνθρωπος και άντρας ρίχνω κάτω όλες μου τις μάσκες που άθελά μου φορούσα παρουσιαζόμενος ως αστός, ενώ ήμουν κομμουνιστής και επαναστάτης. [... ] Είμαι από χρόνια πολλά κομμουνιστής και επαναστάτης. Πιστεύω στον κομμουνισμό και την επανάσταση. Πιστεύω στον Μαρξισμό και Λενινισμό που δεν είναι μόνο οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά και φιλοσοφικά συστήματα, υποκειμενικά και αντικειμενικά έχουν για με αξίαν και θέση θρησκείας [...].
Στη συνέχεια δηλώνει, εκτός των άλλων, ότι παραιτείται από τη θέση του γενικού διευθυντή του Μηχανοποιείου και Ναυπηγείου Βασιλιάδη. Επιφυλάσσεται πως κάποια στιγμή θα προσχωρήσει στο ΚΚΕ και στην ΚΟΜΛΕΑ, δηλώνει ότι δεν παραιτείται από τα κληρονομικά του δικαιώματα, πως διατηρεί τους δεσμούς του με τους οικείους του και, τέλος, πως θέτει στη διάθεση των συντρόφων του όποιες ικανότητες έχει.
Βλέπε επίσης από Μποτίλια:
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.