Η ποίηση πρέπει να ’ναι
ένας οδηγός μάχης κι ευτυχίας
ένα όπλο στα χέρια του λαϊκού αγωνιστή
μια σημαία στα χέρια της Ελευθερίας
Γιάννης Ρίτσος
(Δημοσίευση, 18 Νοεμβρίου 2015, 11:55 μμ
Ανανέωση, 19 Νοεμβρίου 2015, 10:30 πμ)
Ανανέωση, 19 Νοεμβρίου 2015, 10:30 πμ)
ΓιΑννης ΡΙτσος
ΠΩΛ ΕΛΥΑΡ
Έτσι που σμίξαν τα σπαθιά και τα χαρτιά, δυό στίχοι στο ίδιο το τραγούδι,
μετράει κι ο στίχος του λαού το μπόι, όπως μετράει το μπόι της ομορφιάς κι η σπάθα
μετράει κι ο στίχος του λαού το μπόι, όπως μετράει το μπόι της ομορφιάς κι η σπάθα
μέσα στο φως ομοιοκαταληκτεί ουρανός και χώμα
σπαθί και πένα παίρνουν βόλια απ’ την ποδιά της λευτεριάς
παίρνουν απ’ την ποδιά της άνοιξης το πράσινο
και γράφουν με ήλιο στο ντουβάρι της νυχτιάς: είμαι άνθρωπος.
Μια λέξη ανάβοντας το λύχνο πάνου απ’ τον καημό μας
λέξη προσάναμμα καρδιάς καρδιά προσάναμμα της θάλασσας
μια λέξη ξεκλειδώνοντας το μόχτο μας με το κλειδί του αποσπερίτη
μια λέξη που μαζεύει γύρω της πλατάνια και λιακάδες κι άρματα
όπως μαζεύει η μάνα τα παιδιά της γύρω απ’ το σκαμνί της ‒
δεν είναι πια μακριά το πρωί που δοξάζει τα δέντρα μας
κι είναι σιμά το στόμα σου που λέει την ίδια ελπίδα σε μιαν άλλη γλώσσα
στον ίδιο δρόμο το ίδιο σήμα του ήλιου που γεννάει φωτιά και χρώμα
το ίδιο σημάδι ανάμεσα στα φρύδια μας σα χαραμάδα φως σ’ ένα κλεισμένο σπίτι
σα μια σπαθιά ουρανός πάνου στο θάνατο
Σ’ ανταμώσαμε από πριν στο ίδιο σφίξιμο των δοντιών
στην ίδια φωτιά στην ίδια σκανδάλη στον ίδιο στόχo
στην ίδια σιδερογραμμή Παρίσι - Αθήνα ανάμεσα στα χαμομήλια και στους σκοτωμένους
στο ίδιο θαλασσινό φανάρι που δε συχωρνούσε τη φουρτούνα
στο ίδιο κομμένο χέρι που ποτές δε φώναξε: έλεος.
Όταν ανέβαινες απ’ την πρωτεύουσα της θλίψης στ’ αετοράχια της δόξας
μ’ ένα φεγγάρι σαν ξερό παξιμάδι στην τσέπη σου
με το μολύβι σου καρφωμένο στην καρδιά του χάρου
με το φιλί του λαού σου στ’ αψηλό σου κούτελο
ξάγρυπνος πάντα ανάβοντας στου γαλαξία τη φλόγα το τσιγάρο σου
σαν το βιγλάτορα πάνω απ’ τους άφωνους στρατιώτες που κρεμάν στον ώμο τις αρβύλες τους
και παν’ ξυστά στον τοίχο μ’ ανοιχτά του ντουφεκιού τους τα ρουθούνια να μυρίζουν τον αγέρα
οι λαοί σε ξέραν και σε φώναζαν με τ’ όνομά τους
οι λαοί σε ξέραν και σε φώναζαν με τ’ όνομά τους
όπως η αυγή φωνάζει: σ’ αγαπώ, κι όπως το βράδυ λέει: θυμήσου.
Σε ξέραμε από πριν δίπλα στη λέξη ζεστασιά δίπλα στη λέξη εμπιστοσύνη
μαζί με τους διακόσους μας μαζί με την Ηλέκτρα
ένα καινούργιο αστέρι κρεμασμένο ανάμεσα στα κυπαρίσσια μας
σαν του ήρωα το χαμόγελο μεσ’ απ’ τις λόγχες του εκτελεστικού αποσπάσματος
ένα ψωμί σταρένιο στο τραπέζι του φτωχού
ένα σπαθί στης λεβεντιάς το χέρι.
ΑΘΗΝΑ, 22.5.46
«Ελεύθερα Γράμματα», αρ. 44, 1 Ιουν. 1946, σελ. 161
Γιάννης Ρίτσος: 1 Μαΐου 1909, Μονεμβασιά - 11 Νοεμβρίου 1990, Αθήνα Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 10.XI.2015 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.) |
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
* * *
Alphaville, une étrange aventure de Lemmy Caution
(1965)
ή Alphaville σκέτο
Μια ταινία του
Ζαν Λυκ Γκοντάρ
Όταν ανέβαινες απ’ την πρωτεύουσα της θλίψης στ’ αετοράχια της δόξας
(Γιάννης Ρίτσος, Πωλ Ελυάρ)
(Ελλ. τίτλος: Λέμμυ Κώσιον εναντίον Α-60)
Χρυσή Άρκτος Φεστιβάλ βερολίνου
ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Αφιέρωμα στα 40 χρόνια του ΕΑΜ
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 1988 (σελ. 57-58)
Μεταγραφή Μπ.Ζ.* * *
Alphaville, une étrange aventure de Lemmy Caution
(1965)
ή Alphaville σκέτο
Μια ταινία του
Ζαν Λυκ Γκοντάρ
Όταν ανέβαινες απ’ την πρωτεύουσα της θλίψης στ’ αετοράχια της δόξας
(Γιάννης Ρίτσος, Πωλ Ελυάρ)
(Ελλ. τίτλος: Λέμμυ Κώσιον εναντίον Α-60)
Χρυσή Άρκτος Φεστιβάλ βερολίνου
Πρώτη δημοσίευση σε:
Λευκή ρετροσπεκτίβα σε φόντο κόκκινο
(Από την αφήγηση ενός παλιού Αμπελοκηπιώτη)
Γ' Μέρος: Σκοτάδι και φως
(Αλάσκα - Αλφαβίλ)
(Από την αφήγηση ενός παλιού Αμπελοκηπιώτη)
Γ' Μέρος: Σκοτάδι και φως
(Αλάσκα - Αλφαβίλ)
Με δυο λόγια:
Το έτος 1984 η φανταστική Αλφαβίλ και οι κάτοικοί της ελέγχονται από έναν ψυχρό υπολογιστή, τον Alpha-60, που θα νικηθεί από την ερωτευμένη με τον Λέμμυ κόρη τού κομπιουτερά Φρανκενστάιν, χαρη στην αγαπημένη της ποιητική συλλογή Πρωτεύουσα της θλίψης (1926) του Πωλ Ελυάρ (1895-1952).
Ο έρωτας νικάει το δικτάτορα.
Το έτος 1984 η φανταστική Αλφαβίλ και οι κάτοικοί της ελέγχονται από έναν ψυχρό υπολογιστή, τον Alpha-60, που θα νικηθεί από την ερωτευμένη με τον Λέμμυ κόρη τού κομπιουτερά Φρανκενστάιν, χαρη στην αγαπημένη της ποιητική συλλογή Πρωτεύουσα της θλίψης (1926) του Πωλ Ελυάρ (1895-1952).
Η πανέμορφη, μελαχρινή, ασπρόμαυρη, αισθαντική Άννα Καρίνα |
Κι η ποίηση. Η μόνη δύναμη που μπορεί και «μεταμορφώνει το σκοτάδι σε φως», όπως θα πει κάποια στιγμή ο Λέμμυ.
Κι όπως το "ξανακούσαμε" λίγο αργότερα, το 1971, στα ποιήματα του Ελυάρ, απ' τη μετάφραση του φίλου μας –του νικημένου απ’ τον καρκίνο– Γιώργου Καραβασίλη, 1949-2004 (στα 56 του έφυγε ο Ελυάρ και στα 55 του ο Γιώργης):
Ο θάμνος όπου το Θηρίο επαληθεύεται
Η μάχη όπου το κτήνος διαψεύδεται
[...]
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος υποδουλώνεται
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος λυτρώνεται
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος φτιάχνει τη μέρα.
Τοιχογραφία, ΙΙ (βλέπε πιο κάτω)
Ο θάμνος όπου το Θηρίο επαληθεύεται
Η μάχη όπου το κτήνος διαψεύδεται
[...]
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος υποδουλώνεται
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος λυτρώνεται
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος φτιάχνει τη μέρα.
Τοιχογραφία, ΙΙ (βλέπε πιο κάτω)
Η ποίηση του "δικού μας" Ελυάρ.
Ο Γράμμος είν’ λίγο τραχύς
οι άνθρωποι τον γλυκαίνουν
Τους βάρβαρους σκοτώνουμε
μικραίνουμε τη νύχτα
Ο Γράμμος (βλέπε πιο κάτω)
οι άνθρωποι τον γλυκαίνουν
Τους βάρβαρους σκοτώνουμε
μικραίνουμε τη νύχτα
Ο Γράμμος (βλέπε πιο κάτω)
Ο Ελυάρ στο Γράμμο. Οι άνθρωποι τον γλυκαίνουν, χορεύοντας, μικραίνοντας τη νύχτα |
σα μια σπαθιά ουρανός πάνου στο θάνατο.
Κι η Ποίηση.
Όπως την όρισε ο Ρίτσος στις Γειτονιές του Κόσμου, 1949-1951:
Η ποίηση πρέπει να ’ναι
ένας οδηγός μάχης κι ευτυχίας
ένα όπλο στα χέρια του λαϊκού αγωνιστή
μια σημαία στα χέρια της Ελευθερίας
(Μότο από τη συλλογή Οι Γειτονιές Του κόσμου, 1949-1951,
Τα Επικαιρικά, Κέδρος 1987).
Μπ. Ζ.
Ιανουάριος 2015
Άννα Καρίνα
Αποσπάσματα από την
Πρωτεύουσα της Θλίψης (1926) του Πωλ Ελυάρ
Αποσπάσματα από την
Πρωτεύουσα της Θλίψης (1926) του Πωλ Ελυάρ
***
Πωλ Ελυάρ
Ποιήματα
Πωλ Ελυάρ: 14 Δεκεμβρίου 1895, Σαιν Ντενί - 18 Νοεμβρίου 1952, Σαραντόν-λε-Πον Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 18.XI.2015 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.) |
Γιώργος Καραβασίλης
τέσσερα ποιήματα
του
Πωλ Ελυάρ
Με σένα
Κρατώ το δρόμο σαν ποτήρι
Γεμάτο εξαίσιο φως Λόγια αλαφρωμένα
Κι αναίτια γέλια
Ο πιο όμορφος καρπός της γης.
Αχυρένιοι οι διαβάτες
Τα πουλιά απουσία γαλάζια
Ένα κορίτσι στενάχωρο κι ωχρό
Πάντα γεμάτο φροντίδες
Δεν λείπει απ’ το τοπίο
Μικρό παλιό κορίτσι
Δικαιώνει τα όνειρά μου
Ενδίδει στους πόθους μου
Ξυπνάει ανταύγειες παιδικές
Στο χρυσό κύμα του δρόμου.
Χωρίς εσένα
Χωρίς εσένα
Ο ήλιος των χωραφιών λιμνάζει
Ο ήλιος τον δάσους κοιμάται
Χάνεται ο ζωντανός ουρανός
Και το βράδυ βαραίνει παντού.
Τα πουλιά δεν έχουν παρά ένα δρόμο
Και το βράδυ βαραίνει παντού.
Τα πουλιά δεν έχουν παρά ένα δρόμο
Γεμάτον ακινησία
Μέσα σε λίγα γυμνά κλαδιά
Όπου προς το τέλος της νύχτας
Θα ’ρθεί η νύχτα του τέλους
Η απάνθρωπη νύχτα ανάμεσα στις νύχτες
Το κρύο θα γίνει κρύο στη γη
Μια νύχτα δίχως αγρύπνια
Δίχως μια ανάμνηση της μέρας
Ένας θαυμάσιος εχθρός
Έτοιμος για όλα και για όλους
Έτοιμος για όλα και για όλους
Ο θάνατος μήτε απλός μήτε διπλός
Στο τέλος της νύχτας ετούτης
Γιατί καμιά ελπίδα δεν μου επέτρεψαν
Γιατί τίποτα πια δεν κινδυνεύω.
Τοιχογραφία
Τοιχογραφία
I
Ήμουν εκείνος που περπατούσε
Με τη μύτη ψηλά
Και το σκύλο του να ψάχνει το χώμα
Ήμουν εκείνος που μάζευε βιολέτες
Κι έκοβε βίτσες
Για να θερίζει τα θρασιά χορτάρια
Έπαιζα φώναζα
Έπαιζα φώναζα
Ριχνόμουν στα κοριτσάκια
Τα χέρια μου μικρά και παραλαφρωμένα
Δεν γνώριζαν άλλο απ’ το μυστήριό τους
Ο χάρος τότε δεν είχε κόψει
Κανέναν τον αγνοούσα
Ακόμη δεν είχε περάσει από τ’ αυτιά μου
Η ζωή μου ήταν τέλεια.
II
II
Ο θάμνος όπου το Θηρίο επαληθεύεται
Η μάχη όπου το κτήνος διαψεύδεται
H έξοχη όπου η γη είναι ωραία
Η μάχη όπου το κτήνος διαψεύδεται
H έξοχη όπου η γη είναι ωραία
Η σπηλιά όπου η γη είναι φρικαλέα
Η χώρα όπου η ευτυχία κερδίζει
Η χώρα όπου η ευτυχία κερδίζει
Η έρημος όπου ο Θάνατος φοβίζει.
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος υποδουλώνεται
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος λυτρώνεται
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος φτιάχνει τη μέρα.
Κριτική της ποιήσεως
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος υποδουλώνεται
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος λυτρώνεται
Η νύχτα όπου ο άνθρωπος φτιάχνει τη μέρα.
Κριτική της ποιήσεως
Η φωτιά αφυπνίζει το δάσος
Τους κορμούς τις καρδιές τα χέρια τα φύλλα
Η ευτυχία σε μια μόνη ανθοδέσμη
Συγκεχυμένη αίθρια μειλίχια ζαχαρωμένη
Είναι ολόκληρο δάσος φίλων
Πού αθροίζεται στις πράσινες πηγές
Ήλιου λαμπρού του φλεγόμενου ξύλου.
Ο Γκαρθία Λόρκα οδηγήθηκε στο θάνατο
Σπίτι ενός μόνο λόγου
Και χειλιών ενωμένων για να ζήσουν
Ένας μικρούλης δίχως δάκρυα
Στις κόρες των ματιών του από νερό χαμένο
Το φώς του μέλλοντος
Σταγόνα τη σταγόνα γεμίζει τον άνθρωπο
Ως τα διάφανα βλέφαρα.
Ο Σαιντ - Πωλ - Ρου εκτελέστηκε
Ο Σαιντ - Πωλ - Ρου εκτελέστηκε
Η κόρη του βασανίστηκε.
Πολιτεία παγωμένη σ’ απαράλλαχτες γωνιές
Πολιτεία παγωμένη σ’ απαράλλαχτες γωνιές
Όπου ονειρεύομαι ώριμα φρούτα
Της γης και τ ουρανού ολάκαιρου
Σαν αποκαλυμμένες παρθένες
Σ’ ένα ατέλειωτο παιχνίδι
Πέτρες ξερές τοίχοι χωρίς ηχώ
Σας ξεγλιστρώ μ’ ένα χαμόγελο
Ο Ντεκούρ θανατώθηκε.
ποιήματα του πωλ ελυαρ
Ο Ντεκούρ θανατώθηκε.
ποιήματα του πωλ ελυαρ
απόδοση γ. καραβασίλη
κουλτουρα, 1971 (σελ. 74-79)
Ο Ελυάρ από τον Ζαν Κοκτώ, 1942 (Πηγή: https://myriamthibault.wordpress.com) |
Σημ. Μποτίλιας:
Σαιντ - Πωλ Ρου (Saint-Pol-Roux – 15 Γενάρη 1861, Μασσαλία - 18 Οκτώβρη1940, Βρέστη). Συμβολιστής ποιητής και συγγραφέας. Τη νύχτα της 22 - 23 Ιούνη του 1940 (το Παρίσι είναι κατεχόμενο) ένας μεθυσμένος Γερμανός στρατιώτης εισβάλλει στο αρχοντικό της οικογένειας, σκοτώνει την οικονόμο και συγγενή του, βιάζει την κόρη του, και με μια σφαίρα από το περίστροφο του τραυματίζει σοβαρά τον ποιητή. Ο Saint-Pol-Roux διαφεύγει ως εκ θαύματος το θάνατο, μεταφέρεται στο νοσοκομείο της Βρέστης, όπου και πεθαίνει στις 14 Οκτώβρη, όταν ακούει ότι το αρχοντικό τους έχει καεί μαζί με ανέκδοτα χειρόγραφα του.
Τον επόμενο μήνα, ο κομμουνιστής Λουί Αραγκόν δημοσιεύει στο περιοδικό Poesie ένα άρθρο για τη «δολοφονία» του ομοτέχνου του με τίτλο: «Saint-Pol Roux, ou L'Espoir» (Σαιντ - Πωλ Ρου ή η Ελπίδα). Είναι το πρώτο άρθρο που δημοσιεύει ο Aragon μετά την πτώση της Γαλλίας, το οποίο και λογοκρίνεται από τις αρχές του Βισύ.
Σαιντ - Πωλ Ρου (Saint-Pol-Roux – 15 Γενάρη 1861, Μασσαλία - 18 Οκτώβρη1940, Βρέστη). Συμβολιστής ποιητής και συγγραφέας. Τη νύχτα της 22 - 23 Ιούνη του 1940 (το Παρίσι είναι κατεχόμενο) ένας μεθυσμένος Γερμανός στρατιώτης εισβάλλει στο αρχοντικό της οικογένειας, σκοτώνει την οικονόμο και συγγενή του, βιάζει την κόρη του, και με μια σφαίρα από το περίστροφο του τραυματίζει σοβαρά τον ποιητή. Ο Saint-Pol-Roux διαφεύγει ως εκ θαύματος το θάνατο, μεταφέρεται στο νοσοκομείο της Βρέστης, όπου και πεθαίνει στις 14 Οκτώβρη, όταν ακούει ότι το αρχοντικό τους έχει καεί μαζί με ανέκδοτα χειρόγραφα του.
Τον επόμενο μήνα, ο κομμουνιστής Λουί Αραγκόν δημοσιεύει στο περιοδικό Poesie ένα άρθρο για τη «δολοφονία» του ομοτέχνου του με τίτλο: «Saint-Pol Roux, ou L'Espoir» (Σαιντ - Πωλ Ρου ή η Ελπίδα). Είναι το πρώτο άρθρο που δημοσιεύει ο Aragon μετά την πτώση της Γαλλίας, το οποίο και λογοκρίνεται από τις αρχές του Βισύ.
Ντεκούρ (Jacques Decour ‒ 21 Φλεβάρη 1910, Παρίσι - 30 Μάη 1942, Fort Mont-Valérien). Γάλλος κομμουνιστής συγγραφέας με αντιστασιακή δράση. Συλλαμβάνεται από τους Ναζί στις 17 Φλεβάρη 1942 και εκτελείται στις 30 του Μάη, μια βδομάδα μετά τον φριχτό βασανισμό και την εκτέλεση του επίσης κομμουνιστή μαρξιστή φιλόσοφου Τζωρτζ Πόλιτζερ (3 Μαΐου 1903 - 23, Μαΐου, 1942), με τον οποίον είχαν συλληφθεί και τον ίδιο μήνα. Ο Ντεκούρ, στο τελευταίο συγκινητικό γράμμα προς την οικογένειά του υπομένει καρτερικά το θάνατό του, εκφράζοντας την εμπιστοσύνη του στη νεολαία και την ελπίδα πως η θυσία του δεν θα είναι μάταιη.
Ας σημειωθεί ότι ο Πόλιτζερ συλλαμβάνεται μαζί με τη σύζυγό του ‒η οποία βασανίζεται επίσης και στη συνέχεια μεταφέρεται στο Άουσβιτς, όπου και πεθαίνει τον Μάρτη του 1943‒ για παράβαση του νόμου Περί Απαγόρευσης του Κομμουνιστικού Κόμματος.
*
Γιώργος Κεντρωτής
τρία ποιήματα
του
τρία ποιήματα
του
Πωλ Ελυάρ
ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΦΤΙΑΧΝΟΥΝ ΤΑ ΜΟΛΥΒΙΑ
Το τελευταίο χελιδόνι
Να πλέξει ένα πανέρι
Το φως για να κρατήσει
Το τελευταίο να σχεδιάσει
Αυτό το ερειπωμένο μάτι
Απ’ την παλάμη του χωριού
Έρχεται το βράδυ να φάει τα σπόρια
Του ύπνου που κοιμούνται τα ζώα
Καληνύχτα στη σκέψη και τον στοχασμό
Εγώ προσωπικώς καλώ τη σιωπή
Φωνάζοντάς τηνε με το μικρό της όνομα.
ΘΛΙΨΗ ΣΤΙΣ ΛΙΘΙΝΕΣ ΦΟΥΣΚΟΝΕΡΙΕΣ
Το τελευταίο χελιδόνι
Να πλέξει ένα πανέρι
Το φως για να κρατήσει
Το τελευταίο να σχεδιάσει
Αυτό το ερειπωμένο μάτι
Απ’ την παλάμη του χωριού
Έρχεται το βράδυ να φάει τα σπόρια
Του ύπνου που κοιμούνται τα ζώα
Καληνύχτα στη σκέψη και τον στοχασμό
Εγώ προσωπικώς καλώ τη σιωπή
Φωνάζοντάς τηνε με το μικρό της όνομα.
ΘΛΙΨΗ ΣΤΙΣ ΛΙΘΙΝΕΣ ΦΟΥΣΚΟΝΕΡΙΕΣ
Θλίψη στις λίθινες φουσκονεριές.
Λάμες μαχαιρώνουν λάμες
Τζάμια σπάζουνε τζάμια
Λαμπτήρες σβήνουν λαμπτήρες.
Πόσοι δεσμοί λυμένοι.
Η σάρκα και η πληγή
Το μάτι και το φως
Η ανάβαση και το κεφάλι.
Αόρατοι άπαντες και όλα μέσα στη σιωπή.
Η ΕΚΣΤΑΣΗ
Είμαι μπροστά στο γυναικείο αυτό τοπίο
Σαν το παιδί μπρος στη φωτιά
Χαμογελώντας μόλις κι έχοντας στα μάτια δάκρυ
Μπροστά σε τούτο το τοπίο που όλα σκιρτούνε μέσα μου
Όπως θολώνουνε καθρέφτες και καθρέφτες λάμπουνε
Δυο γυμνά αντανακλώντας σώματα εποχή την εποχή
Χίλιες έχω να χαθώ δικαιολογίες
Στη γης αυτήν επάνω τη δίχως δρόμους
Στον ουρανό αυτό από κάτω τον χωρίς ορίζοντα
Δικαιολογίες καλές που χτες τις αγνοούσα
Και που δεν πρόκειται ποτέ να τις ξεχάσω
Καλά κλειδιά βλεμμάτων κλειδιά κορίτσια των αυτών κλειδιών
Μπροστά σε τούτο το τοπίο όπου δική μου είναι η φύση
Εμπρός στη φωτιά η πρώτη φωτιά
Δικαιολογία καλή λόγος κυρίαρχος
Αστέρι γνωστό και αναντίλεκτο
Και στη γης επάνω και στον ουρανό από κάτω
Έξω απ’ την καρδιά μου και στην καρδιά μου εντός
Μπουμπούκι δεύτερο πρώτο φύλλο πράσινο
Που με τα φτερά της το σκεπάζει η θάλασσα
Κι ο ήλιος στο τετέλεσται που βγαίνει από μέσα μας
Είμαι μπροστά στο γυναικείο αυτό τοπίο
Σαν το κλαδί μες στη φωτιά.
Σαν το παιδί μπρος στη φωτιά
Χαμογελώντας μόλις κι έχοντας στα μάτια δάκρυ
Μπροστά σε τούτο το τοπίο που όλα σκιρτούνε μέσα μου
Όπως θολώνουνε καθρέφτες και καθρέφτες λάμπουνε
Δυο γυμνά αντανακλώντας σώματα εποχή την εποχή
Χίλιες έχω να χαθώ δικαιολογίες
Στη γης αυτήν επάνω τη δίχως δρόμους
Στον ουρανό αυτό από κάτω τον χωρίς ορίζοντα
Δικαιολογίες καλές που χτες τις αγνοούσα
Και που δεν πρόκειται ποτέ να τις ξεχάσω
Καλά κλειδιά βλεμμάτων κλειδιά κορίτσια των αυτών κλειδιών
Μπροστά σε τούτο το τοπίο όπου δική μου είναι η φύση
Εμπρός στη φωτιά η πρώτη φωτιά
Δικαιολογία καλή λόγος κυρίαρχος
Αστέρι γνωστό και αναντίλεκτο
Και στη γης επάνω και στον ουρανό από κάτω
Έξω απ’ την καρδιά μου και στην καρδιά μου εντός
Μπουμπούκι δεύτερο πρώτο φύλλο πράσινο
Που με τα φτερά της το σκεπάζει η θάλασσα
Κι ο ήλιος στο τετέλεσται που βγαίνει από μέσα μας
Είμαι μπροστά στο γυναικείο αυτό τοπίο
Σαν το κλαδί μες στη φωτιά.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Ενα ποίημα του Ελυάρ
και
Τρεις ποιητές παλεύουνε στο τόξο των ματιών της
Picasso, Portrait de Paul Éluard, 1956, Lithographie (24,5 x 16 cm) |
LA COURBE DE TES YEUX
La courbe de tes yeux fait le tour de mon coeur,
Un rond de danse et de douceur,
Aureole du temps, berceau nocturne et sur,
Et si je ne sais plus tout ce que j'ai vecu
C'est que tes yeux ne m'ont pas toujours vu.
Feuilles de jour et mousse de rosee,
Feuilles de jour et mousse de rosee,
Roseaux du vent, sourires parfumes,
Ailes couvrant le monde de lumiere,
Bateaux charges et sources des couleurs
Chasseurs des bruits et sources de couleurs
Parfums eclos d'une couvee d'aurores
Parfums eclos d'une couvee d'aurores
Qui git toujours sur la paille des astres,
Comme le jour depend de l'innocence
Le monde entier depend de tes yeux purs
Et tout mon sang coule dans leurs regards.
ΤΟ ΤΟΞΟ ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ΣΟΥ
Ο Ελυάρ από τον Πικάσο το 1936. Θα μπεί προμετωπίδα στη συλλογή του Les yeux fertiles (Εύφορα Μάτια) (Πηγή: https://pierresel.typepad.fr) |
ΤΟ ΤΟΞΟ ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ΣΟΥ
Χριστόφορος Λιοντάκης
Το τόξο των ματιών σου κύκλους κάνει γύρω απ’ την καρδιά μου
Το τόξο των ματιών σου κύκλους κάνει γύρω απ’ την καρδιά μου
Απαλές και ρυθμικές στροφές
Φωτοστέφανο του χρόνου, λίκνο νυχτερινό και σίγουρο
Δε γνωρίζω πια όσα έχω ζήσει
Δε γνωρίζω πια όσα έχω ζήσει
Γιατί τα μάτια σου δε με κοιτούσαν πάντα.
Φύλλα της μέρας και βρύα της δροσιάς
Φύλλα της μέρας και βρύα της δροσιάς
Καλαμιές ανέμου, ευωδιαστά χαμόγελα
Φτερούγες που σκέπουν τον κόσμο με φως
Καράβια φορτωμένα ουρανό και θάλασσα
Κυνηγοί των ήχων και πηγές των χρωμάτων
Οι αυγές κυοφορούν αρώματα
Οι αυγές κυοφορούν αρώματα
Πάνω στην αχυροστρωμνή των άστρων
Όπως η μέρα κρέμεται από την αθωότητα
Το σύμπαν κρέμεται από τα αγνά σου μάτια
Το αίμα μου όλο κυλάει μέσα στο βλέμμα τους.
ΕΝΤΕΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Γαβριηλίδη, 2001 (σελ. 34-35)
ΕΝΤΕΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Γαβριηλίδη, 2001 (σελ. 34-35)
Les yeux fertiles (Πηγή: http://lyc-george-sand-la-chatre.tice.ac) |
Η ΚΑΜΠΥΛΗ ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ΣΟΥ
Οδυσσέας Ελύτης
Η ΚΑΜΠΥΛΗ ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ΣΟΥ γύρο φέρνει την καρδιά μου
Η ΚΑΜΠΥΛΗ ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ΣΟΥ γύρο φέρνει την καρδιά μου
Γύρος χορού και γλύκας
Του χρόνου φωτοστέφανος νυχτερινό λίκνο και σίγουρο
Κι αν όλα τα όσα έζησα δεv τα κατέχω πια
Είναι γιατί τα μάτια σου δεν με θωρούσαν πάντα.
Φύλλα ημέρας και δροσιας αφρός
Φύλλα ημέρας και δροσιας αφρός
Του ανέμου καλαμιές ευωδιαστά χαμογέλα
Φτερά σκεπάζοντας τον κόσμο φως
Πλοία κατάφορτα ουρανούς και θάλασσες
Κυνηγοί θορύβων και πηγές χρωμάτων
Μύρα που ξεπετάχτηκαν από της χαραυγής
Μύρα που ξεπετάχτηκαν από της χαραυγής
Το κλώσισμα το αδιάκοπο μες στ’ άχερα των άστρων
Όπως η μέρα κρέμεται απ’ την αθωότητα
Έτσι κι ο κόσμος κρέμεται απ’ τ’ αγνά σου μάτια
Και ρέει στα βλέμματά τους όλο το αίμα μου.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΓΡΑΦΗ
Ίκαρος, 1980 (σελ.79)
ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ΣΟΥ ΤΟ ΤΟΞΟ
ΔΕΥΤΕΡΗ ΓΡΑΦΗ
Ίκαρος, 1980 (σελ.79)
Ο Ελυάρ από τον Πικάσο (La voix de paul eluard, Le Chand Du Monde, 1954 (Πηγή: https://www.cdandlp.com/en/paul-eluard) |
ΤΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ΣΟΥ ΤΟ ΤΟΞΟ
Γιώργος Κεντρωτής
Των ματιών σου το τόξο την καρδιά μου κυκλώνει
Των ματιών σου το τόξο την καρδιά μου κυκλώνει
Σα χορός κυκλικός απ’ όξω και σα βέρα ηδονής από μέσα,
Των χρόνων φωτοστέφανο και λίκνο νυχτερινό και βέβαιο·
Κι αν ίσως δεν ξέρω πια να ξαναπώ όλα όσα έχω ζήσει,
Τα μάτια σου φταίνε πού δεν είτανε από πάντα δικά μου.
Της ημέρας ήμερα φύλλα και αφρός ροδαυγής αλαφρύς,
Της ημέρας ήμερα φύλλα και αφρός ροδαυγής αλαφρύς,
Καλάμια καβάλα στον άνεμο, χαμόγελα ευδίας ευώδη,
Φτερά πού σκϊάζουν τον πάμφωτο κόσμο,
Πλοιάρια φορτωμένα μ’ ουρανό και με θάλασσα,
Των ήχων απηνείς κυνηγοί και πηγές υγιείς των χρωμάτων,
Αρώματα ξέσκεπα και νεοσσοί χαραμάτων βαθέων
Αρώματα ξέσκεπα και νεοσσοί χαραμάτων βαθέων
Που διαιτώνται μονίμως στην ψάθα απάνω των άστρων
Και όπως από την αθωότητα εξαρτάται η ημέρα,
Έτσι κι ο κόσμος εξαρτάται όλος απ’ τα ξάστερα μάτια σου
Κι όλο μου εμένα το αίμα στο ρέμα των βλεμμάτων τους ρέει.
ΤΩΝ ΑΛΓΗΔΟΝΩΝ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ
ύψιλον / βιβλία, 2007 (σελ.143)
* * *
ΤΩΝ ΑΛΓΗΔΟΝΩΝ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ
ύψιλον / βιβλία, 2007 (σελ.143)
* * *
Ο Γράμμος
Ο Γράμμος είν’ λίγο τραχύς
Ο Γράμμος είν’ λίγο τραχύς
οι άνθρωποι τον γλυκαίνουν
Τους βάρβαρους σκοτώνουμε
μικραίνουμε τη νύχτα
Κι απ’ το μπαρούτι πιο κουτοί
μας αγνοούν οι εχθροί μας
Δεν ξέρουν τίποτα απ’ τον άνθρωπο
ούτε απ’ την έξοχη τη δύναμή του
Η καρδιά μας στιλβένει την πέτρα.
Παρθένο βουνό
Τα χορτάρια και τα λουλούδια
δε με εγκαταλείπουν
Η μυρουδιά τους ακολουθάει τον άνεμο
Τα κατσίκια παίζουν με τη νιότη τους
Ενας αητός ζυγιάζεται
στον ουρανό τον δίχως μυστικά
Ο ήλιος είναι ζωντανός
τα πόδια του πατάνε στη γη
Τα χρώματά του φτιάχνουν τα μάγουλα
που κοκκινίζουν απ’ τον έρωτα.
Και το ανθρώπινο φως διαστέλλεται από άνεση
Και το ανθρώπινο φως διαστέλλεται από άνεση
Ο άνθρωπος μεγεθυμένος
στην καρδιά ενός άφθαρτου κόσμου
εγγράφει τον ίσκιο του στον ουρανό
και πάνω στη γη τη φλόγα του.
Αρχαία νεότητα
[Για τους νέους μαχητές του ΔΣΕ]
Μπρος στην πηγή
Αρχαία νεότητα
[Για τους νέους μαχητές του ΔΣΕ]
Μπρος στην πηγή
τη φίλησε στο στόμα
Κάτω απ’ τον άδειον ουρανό τής έδωσε
τα δέκα δάχτυλά του και τα μάτια του
Στο κύλισμα του χρόνου τής έδωσε
την ίδια τη ζωή του και τα παιδιά του
Πιστή η ηχώ
ατέλειωτα ξανάλεε το τραγούδι
Του ανθρώπινου κορμιού καθάριος
ο καθρέφτης μιαν ανθοδέσμη έφτιασε
Τρόπος ζωής, ύπαρξης τρόπος
κι ο λόγος ο μοναδικός
ν’ αμύνεται κανείς
χωρίς να αμφιβάλλει για την αιωνιότητά του.
Προσεύχονται οι χήρες και οι μανάδες
Είχαμε δώσει τα χέρια μας
Προσεύχονται οι χήρες και οι μανάδες
Είχαμε δώσει τα χέρια μας
και τα μάτια μας γελούσαν δίχως λόγο
Με τα όπλα και με το αίμα
λυτρώστε μας από το φασισμό
Νανουρίζαμε ολάκερο το φως
και τα στήθη μας φούσκωναν γάλα
Αφήστε μας να πάρουμε ντουφέκι
να βάλουμε σημάδι τους φασίστες
Ήμασταν η πηγή και ο ποταμός
κι ωκεανός να γίνουμε όνειρό μας
Τον τρόπο μόνο δώστε μας
μην πάρουν χάρην οι φασίστες
Από τους νεκρούς μας είν’ λιγότεροι
κανένα δεν είχαν σκοτώσει οι νεκροί μας.
Αγαπιόμαστε δίχως να το σκεφτούμε
Τίποτα δεν καταλαβαίνουμε έξω από τη ζωή
Αφήστε μας να πάρουμε ντουφέκι
κι ενάντια θα πεθάνουμε στο θάνατο.
Μάτια που υποφέρουν πολύ στ’ αλήθεια να κοιτάζουν
[Στη μάνα, την αδελφή, τη γυναίκας, την αγαπημένη που πενθεί για τον όλεθρο και το θάνατο που σπέρνει ο πόλεμος]
Ομορφότερο πρόσωπο δεν μπορεί να θρηνεί
Μάτια που υποφέρουν πολύ στ’ αλήθεια να κοιτάζουν
[Στη μάνα, την αδελφή, τη γυναίκας, την αγαπημένη που πενθεί για τον όλεθρο και το θάνατο που σπέρνει ο πόλεμος]
Ομορφότερο πρόσωπο δεν μπορεί να θρηνεί
πιο δυνατά για του πολέμου τις αγριάδες
Ομορφότερα μάτια μαύρα δεν μπορεί να καλύψει
πιο απαλά νεκρώσιμο πέπλο
κι ακόμα ζωντανά τα ενταφιάζει η λύπη.
Μετάφραση
Ελένης Μπιμπίκου - Αντωνιάδου
Μετάφραση
Ελένης Μπιμπίκου - Αντωνιάδου
*
Λεύκωμα με ποιήματα του κορυφαίου Γάλλου ποιητή για το ΔΣΕ
Τα χέρια των ηρώων και των θυμάτων
έχουνε σφίξει τα δικά μου χέρια.
Η φωνή τους έχει πλάσει τη φωνή μου.
Μέσα σ' έναν αδελφικό καθρέφτη
και τα χέρια μου σφίγγουν τα χέρια
των ανθρώπων που αύριο θα γεννηθούνε.
Και πού τους μοιάζουν τόσο
που πιστεύω τον εαυτό μου αιώνιο.
Αυτό έγραφε ένας από τους κορυφαίους Γάλλους ποιητές του 20ού αιώνα, ο κομμουνιστής Πωλ Ελυάρ, σε ένα ποίημά του, το οποίο σε μετάφραση Γιάννη Ρίτσου περιλαμβάνεται στο βιβλίο «Μελετήματα» («Κέδρος»).
Τα χέρια των ηρώων - μαρτύρων για λευτεριά, ανεξαρτησία, ειρήνη, σοσιαλιστική προκοπή των λαών «έσφιξαν», παντοτινά τα χέρια του Πωλ Ελυάρ. Με τη φωνή τους πλάστηκε η ποιητική φωνή του. Απόδειξη τα ποιήματά του και για την Εθνική Αντίσταση του λαού μας και για τον αγώνα του ενάντια στην ιμπεριαλιστική αγγλοαμερικανική επέμβαση.
Λαέ βασιλιά, λαέ απελπισμένε,
δεν έχεις πια να χάσεις/ παρά τη λευτεριά σου (...),
δεν έχεις πια να χάσεις/ παρά τη λευτεριά σου (...),
έλεγε στο τραγούδι του «Η Μάχη της Αθήνας», για τον αγώνα του λαού το Δεκέμβρη του '44. Ποίημα που έμαθε ο λαός μας, όταν το Μάη του 1946, με πρόσκληση του ΕΑΜ, ο Ελυάρ ήρθε στην Ελλάδα και συμμετείχε σε ΕΑΜικές εκδηλώσεις στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Ο Πωλ Ελυάρ με τη στολή του ΔΣΕ |
Η πρώτη από τις έξι ξυλογραφίες της Ζιζής Μακρή (1924-2014), που εικονογραφεί το πρώτο ποίημα του Ελυάρ «Γράμμος» (γαλλικός τίτλος «Le mont Grammos»), από το λεύκωμα: «Ελλάδα, ρόδο του λόγου μου» (Α΄έκδοση, «Grece, ma rose de raison», 1949) |
Δυο ακόμη ξυλογραφίες της Ζιζής Μακρή από την έκδοση
Το λεύκωμα με τα έξι ποιήματα του Ελυάρ και τα χαρακτικά της Ζιζής Μακρή, διέσωσε από τη λήθη η πρόσφατη ανατύπωσή του στα ελληνικά, με τίτλο «Ελλάδα, ρόδο του λογικού μου», σε μετάφραση της καθηγήτριας της Ιστορίας στο Παρίσι, Ελένης Μπιμπίκου -Αντωνιάδου. Η ελληνική έκδοση του λευκώματος, σε 1.000 αριθμημένα αντίτυπα («Ελληνικά Γράμματα»), σε καλλιτεχνική επιμέλεια του Διονύση Βαλάση, περιλαμβάνει τα ποιήματα και στα γαλλικά, ενώ τα γράμματα στην ελληνική γλώσσα σχεδίασε η Μάνια Βασιλάκη, ακολουθώντας τον αισθητικό τρόπο χάραξης των γαλλικών γραμμάτων.
Ύμνος στη λευτεριά και τη ζωή
ΖΗΤΩ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΓΑΛΛΙΑ (! τότε). Ο Πωλ Ελυάρ με κλιμάκιο του ΔΣΕ |
«FILS DE GRÈCE»: Ο Ελυάρ με το χωνί κατά την έκκλησή του στα Παιδιά της Ελλάδας, τα παιδιά της άλλης πλευράς. |
***
Ο Ελυάρ από τον Μαν Ραίη, το 1936 (Πηγή: https://collecties.kb.nl/) |
Το καλοκαίρι του 1949, απευθυνόμενος στους μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, θα γράψει:
«Το Βίτσι και ο Γράμμος, οι δυο αυτές κορφές του λεύτερου κόσμου, δεν είναι καθόλου πιο κάτω από κει που τις είχε βάλει η φαντασία μου. Αντίθετα, γιατί είδα εκεί τους μαχητές που τις στολίζουν με τον απίστευτο ηρωισμό τους, τους μαχητές πούναι η φωτιά των βουνών και ολόκληρης της Ελλάδας, τιμή για τον πολιτισμένο κόσμο που δε θέλει να πεθάνει κάτω απ' την ασφυκτική πίεση μιας μειοψηφίας εκμεταλλευτών, εμπρηστών του πολέμου. Ο ήλιος και η γης είναι ολότελα δικοί τους.
Αδελφοί μου, αδελφές μου με το καλοσυνάτο και ωραίο χαμόγελο, πόσες φορές δε δάκρυσα ακούγοντάς σας να τραγουδάτε, βλέποντας όλους έτσι ενωμένους στην αγάπη για την πατρίδα σας, στην εμπιστοσύνη σας για το μέλλον. Μισούμε τον πόλεμο, αλλά δυστυχία σε κείνους που θα μας τον επιβάλουν.
Φεύγω και φυλάω στην καρδιά μου σαν διαμάντι την αξέχαστη θύμηση της σωματικής και ψυχικής σας υγείας, τον ενθουσιασμό σας, την αδελφοσύνη σας, την πίστη σας για τη νίκη. Το μέλλον είναι δικό σας. Επειδή είσαστε ενωμένοι τα καταπιεσμένα αδέλφια σας αύριο θάρθουνε μαζί σας. Η λευτεριά και η αδελφοσύνη είναι μεταδοτικές. Δεν μπορούν να κάνουν τίποτα ενάντια σ' ένα λαό πούναι ενωμένος. Κι η θάλασσα καρτερικά θα δεχτεί τους σκλάβωνές σας.
Ζήτω η Ελλάδα ενωμένη και λεύτερη!
Ζήτω η αδελφοσύνη των λαών!Ζήτω η ειρήνη που χτίζεται!Με σεβασμό σας χαιρετώ
Πωλ Ελυάρ».
*
Επιλογή ποιημάτων, σημειώσεις, επιπλέον κείμενα και φωτό, Video, επιμέλεια:
* * *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.