Μεταξύ 1947 και 1966, το Ford Foundation έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο δίκτυο της παρέμβασης των ΗΠΑ στην Ευρώπη, μέσω της επιδότησης περιοδικών, επιστημονικών προγραμμάτων και μη-κομμουνιστικών αριστερών οργανώσεων.
Η μεγαλύτερη φιλανθρωπική οργάνωση στον κόσμο ήταν στην πραγματικότητα το αξιοπρεπές προσωπείο της CIA για τις οικονομικές και επιχειρηματικές της δραστηριότητες. Αυτός ο ρόλος επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι τα ίδια πρόσωπα σχεδίασαν και κατηύθυναν τους δύο οργανισμούς.
Πηγή: Voltaire Network
***
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Η μεγαλύτερη φιλανθρωπική οργάνωση στον κόσμο ήταν στην πραγματικότητα το αξιοπρεπές προσωπείο της CIA για τις οικονομικές και επιχειρηματικές της δραστηριότητες. Αυτός ο ρόλος επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι τα ίδια πρόσωπα σχεδίασαν και κατηύθυναν τους δύο οργανισμούς.
Πηγή: Voltaire Network
***
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
3. Οι χορηγίες του Ιδρύματος Ford στην Ελλάδα, 1958-1974 (ΙΙ): Η ανοιχτή επιστολή της Λιλής Ζωγράφου (Περιοδικό Panderma, Δεκέμβριος 1972)
4. Οι χορηγίες του Ιδρύματος Ford στην Ελλάδα, 1958-1974 (ΙΙΙ): Γ. Χατζόπουλος, Το σχοινί της διανόησης και η θηλειά της Φορντ (Περ. Ανοιχτό Θέατρο, Νοέμβριος 1972)
7. Κασσάνδρα
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Lenin Reloaded: Τα παρακάτω αποτελούν συνέχεια της έρευνας για την διείσδυση της CIA στον χώρο της δυτικής διανόησης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Δείτε, για παράδειγμα, τις αναρτήσεις "Ο Ψυχρός Πόλεμος και το Congress for Cultural Freedom" I και II, "Επιχείρηση Κογκρέσο" και "Απ' τον συνωμοτισμό στην ιδεολογία".
Περισσότερα στην ενότητα
(και από την αντίστοιχη σελίδα της Μποτίλιας):
Lenin Reloaded: Ψυχρός πόλεμος & Αντικομμουνιστική Προπαγάνδα
***
(και από την αντίστοιχη σελίδα της Μποτίλιας):
Lenin Reloaded: Ψυχρός πόλεμος & Αντικομμουνιστική Προπαγάνδα
***
James Petras 2001
Μτφρ.: Lenin Reloaded
Εισαγωγή
Η CIA χρησιμοποιεί φιλανθρωπικά ιδρύματα ως το πιο αποτελεσματικό μέσο για να διοχετεύσει μεγάλα ποσά σε επιχειρήσεις της χωρίς να γνωρίζουν οι παραλήπτες των ποσών αυτών την πηγή τους. Από την αρχή της δεκαετίας του 1950 ως σήμερα, η διείσδυση της CIA στο πεδίο των ιδρυμάτων ήταν και παραμένει τεράστια. Μια έρευνα στο Κογκρέσο των ΗΠΑ το 1976 αποκάλυψε ότι σχεδόν το 50% των 700 υποτροφιών στο πεδίο των διεθνών δραστηριοτήτων από τα σημαντικότερα ιδρύματα χρηματοδοτούνταν από τη CIA (Who Paid the Piper? The CIA and the Cultural Cold War, Frances Stonor Saunders, Granta Books, 1999, σ. 134-135). Η CIA θεωρεί ιδρύματα όπως το Ford "τις καλύτερες και πιο αξιόπιστες βιτρίνες" (ό.π., σ. 135). Η συνεργασία αξιοσέβαστων και έγκυρων ιδρυμάτων, σύμφωνα με έναν πρώην πράκτορα της CIA, επέτρεψε στην Υπηρεσία να χρηματοδοτεί "μια κατά τα φαινόμενα ατελείωτη σειρά από προγράμματα μυστικής δράσης [covert action], τα οποία επηρεάζουν τη νεολαία, τα συνδικάτα, τα πανεπιστήμια, τους εκδοτικούς οίκους, και άλλους ιδιωτικούς οργανισμούς" (ό.π., σ. 135). Οι τελευταίοι περιλαμβάνουν ομάδες για τα "ανθρώπινα δικαιώματα" από τη δεκαετία του 1950 ως σήμερα. Ένα από τα σημαντικότερα ιδρύματα που συνεργάστηκε με τη CIA για σημαντικό χρονικό διάστημα σε μεγάλες επιχειρήσεις του πολιτιστικού Ψυχρού Πολέμου είναι το Ίδρυμα Ford.
Το δοκίμιο αυτό θα δείξει πως η συνεργασία Ιδρύματος Ford-CIA ήταν μια σκόπιμη, ενσυνείδητη κοινή προσπάθεια ενίσχυσης της αμερικανικής ιμπεριαλιστικής πολιτιστικής ηγεμονίας και υπόσκαψης της πολιτικής και πολιτιστικής επιρροής της αριστεράς. Θα προχωρήσουμε με την εξέταση των ιστορικών δεσμών ανάμεσα στο Ίδρυμα Ford και την CIA κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, εξετάζοντας τους Προέδρους του Ιδρύματος, τα κοινά εγχειρήματα των δύο και τους στόχους τους, καθώς και τις κοινές τους προσπάθειες σε διάφορες πολιτισμικές περιοχές.
Υπόβαθρο: Το Ίδρυμα Ford και η CIA
Ως τα τέλη της δεκαετίας του 1950, το Ίδρυμα Ford είχε 3 δισεκατομμύρια δολάρια περιουσιακών στοιχείων. Οι ηγέτες του ιδρύματος συμφωνούσαν απόλυτα με τα σχέδια για παγκόσμια εξουσία της Ουάσινγκτον. Μια σημαντική μελετήτρια της περιόδου γράφει: "Ορισμένες φορές έμοιαζε το Ίδρυμα Ford να είναι απλώς προέκταση της κυβέρνησης στο πεδίο της διεθνούς πολιτιστικής προπαγάνδας. Το Ίδρυμα έχει ιστορικό στενής εμπλοκής σε μυστικές δράσεις στην Ευρώπη, συνεργαζόμενο στενά με αξιωματούχους του Σχεδίου Μάρσαλ και της CIA για συγκεκριμένα εγχειρήματα" (ό.π., σ. 139). Αυτό φαίνεται χαρακτηριστικά από το γεγονός ότι πρόεδρος του Ινστιτούτου το 1952 διορίστηκε ο Richard Bissell. Στα δυο του χρόνια στο πόστο αυτό, ο Bissell συναντήθηκε συχνά με τον διευθυντή της CIA, Allen Dulles, καθώς και με άλλους αξιωματούχους της CIA, για να προβούν σε "αμοιβαία έρευνα" για νέες ιδέες. Τον Ιανουάριο του 1954, ο Bissell έφυγε από το Ίδρυμα Ford για να γίνει ειδικός σύμβουλος του Allen Dulles (ό.π., σ. 139). Υπό τη διεύθυνση του Bissell, το Ίδρυμα Ford (FF) ήταν "η πρώτη γραμμή στην Ψυχροπολεμική σκέψη".
Ένα από τα πρώτα εγχειρήματα του Ιδρύματος Ford ήταν η δημιουργία εκδοτικού οίκου, του Inter-cultural Publications, και η δημοσίευση του περιοδικού Perspectives σε τέσσερις γλώσσες στην Ευρώπη. Ο σκοπός του FF, σύμφωνα με τον Bissell, δεν ήταν "τόσο η συντριβή των αριστερών διανοουμένων σε διαλεκτική μάχη, όσο το να δελεαστούν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους" (ό.π.,σ. 140). Το διευθυντικό συμβούλιο του εκδοτικού οίκου κυριαρχούνταν απόλυτα από μαχητές του Ψυχρού Πολέμου [Cold Warriors]. Δεδομένης όμως της ισχυρής αριστερής κουλτούρας στην μεταπολεμική Ευρώπη, το Perspectives απέτυχε να προσελκύσει αναγνώστες και χρεοκόπησε.
Ένα δεύτερο περιοδικό, το Der Monat, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από το Εμπιστευτικό Κονδύλι, και του οποίου διευθυντής ανέλαβε ο Melvin Lasky, μπήκε κάτω από την αιγίδα του Ιδρύματος Ford ώστε να αποκτήσει την εικόνα της ανεξαρτησίας (ό.π., σ. 140).
Το 1954, ο John McCloy διορίστηκε νέος πρόεδρος του Ιδρύματος Ford. Ο McCloy ήταν η πεμπτουσία της ιμπεριαλιστικής ισχύος. Πριν γίνει πρόεδρος του Ιδρύματος, είχε χρηματίσει Υφυπουργός Πολέμου, Πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, Επίτροπος [High Commissioner] της κατεχόμενης Γερμανίας, πρόεδρος της Chase Manhattan Bank του Ροκφέλερ, δικηγόρος στη Wall Street των εφτά μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών, και διευθυντής πλειάδας επιχειρήσεων. Ως Επίτροπος στη Γερμανία, ο McCloy είχε προσφέρει κάλυψη σε δεκάδες πρακτόρων της CIA (ό.π., σ. 141).
Ο McCloy ενσωμάτωσε το Ίδρυμα Ford με τις επιχειρήσεις της CIA. Δημιούργησε μια διοικητική μονάδα μέσα στο Ίδρυμα ειδικά για να συνεννοείται με τη CIA. O McCloy προήδρευσε τριμελούς συμβουλευτικής επιτροπής με την CIA, ώστε να διευκολύνει την χρήση του Ιδρύματος ως βιτρίνας και αγωγέα κονδυλίων. Με αυτά τα δομικά δεσμά, το Ίδρυμα έγινε ένα από τα μορφώματα εκείνα που η CIA μπορούσε να θέσει σε λειτουργία στην υπηρεσία του πολιτικού πολέμου ενάντια στην αντι-ιμπεριαλιστική και φιλοκομμουνιστική αριστερά. Πολλές βιτρίνες της CIA έλαβαν μεγάλες υποτροφίες από το Ίδρυμα Ford. Πολλές τάχα "ανεξάρτητες", αλλά χρηματοδοτημένες από τη CIA, πολιτιστικές οργανώσεις, οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, καλλιτέχνες και διανοούμενοι έλαβαν υποτροφίες από τη CIA/FF. Μια από τις μεγαλύτερες δωρεές του Ιδρύματος ήταν στο οργανωμένο από τη CIA Κογκρέσο για την Πολιτισμική Ελευθερία, το οποίο έλαβε 7 εκατομμύρια δολάρια ως τις αρχές του 1960. Πολλοί πράκτορες της CIA εξασφάλισαν απασχόληση μέσα στο Ίδρυμα Ford και συνέχισαν τη στενή συνεργασία με την Υπηρεσία (ό.π., σ. 143).
Από την αρχή, υπήρχε στενή δομική σχέση και ανταλλαγή στα υψηλότερα κλιμάκια ανάμεσα στη CIA και το FF. Αυτός ο δομικός δεσμός βασιζόταν στα κοινά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα που μοιράζονταν. Το αποτέλεσμα της συνεργασίας τους ήταν η διάχυση ενός αριθμού περιοδικών και η πρόσβαση σε ΜΜΕ, που χρησιμοποιούνταν από φιλοαμερικανούς διανοούμενους για να εξαπολυθούν φαρμακερές επιθέσεις ενάντια στους Μαρξιστές και άλλους αντι-ιμπεριαλιστές. Η χρηματοδότηση των αντιμαρξιστών αυτών από το Ίδρυμα Ford προσέφερε νομική κάλυψη για τους ισχυρισμούς τους πως ήταν δήθεν "ανεξάρτητοι" από την κυβερνητική χρηματοδότηση της CIA.
Η χρηματοδότηση από το FF πολιτιστικών βιτρινών της CIA ήταν σημαντική στην προσέλκυση μη κομμουνιστών διανοουμένων, που ενθαρρύνθηκαν να επιτεθούν στην μαρξιστική και κομμουνιστική αριστερά. Πολλοί από αυτούς τους μη κομμουνιστές αριστερούς ισχυρίστηκαν αργότερα πως "εξαπατήθηκαν", πως αν γνώριζαν ότι το Ίδρυμα Ford ήταν βιτρίνα της CIA, δεν θα του πρόσφεραν το όνομα και το κύρος τους. Όμως αυτή η στάση απογοήτευσης εκ μέρους της αντικομμουνιστικής αριστεράς εμφανίστηκε μετά από τις αποκαλύψεις για τη συνεργασία FF και CIA που έγιναν στον Τύπο. Ήταν τόσο αφελείς αυτοί οι αντικομμουνιστές σοσιαλδημοκράτες ώστε να θεωρούν ότι όλα τους τα συνέδρια σε πολυτελείς επαύλεις και πεντάστερα ξενοδοχεία στη λίμνη Κόμο, στο Παρίσι και στη Ρώμη, όλες οι ακριβές εκθέσεις τέχνης και τα ιλουστρασιόν περιοδικά ήταν απλές πράξεις φιλανθρωπίας; Μπορεί. Ακόμα όμως και οι αφελέστεροι θα πρέπει να γνώριζαν ότι σε όλα τα συνέδρια και όλα τα περιοδικά ο στόχος της κριτικής ήταν ο "Σοβιετικός ιμπεριαλισμός", η "κομμουνιστική τυραννία", και οι "αριστεροί απολογητές της δικτατορίας" -- παρά το γεγονός πως ήταν ανοιχτό μυστικό ότι οι ΗΠΑ είχαν παρέμβει για να ανατρέψουν τη δημοκρατική κυβέρνηση Arbenz στη Γουατεμάλα και το καθεστώς Mossadegh στο Ιράν, και παρά το γεγονός ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονταν μαζικά από δικτάτορες με την στήριξη των ΗΠΑ στην Κούβα, στη Δομινικανή Δημοκρατία, στη Νικαράγουα και αλλού.
Η "αγανάκτηση" και οι ισχυρισμοί "αθωότητας" πολλών αντικομμουνιστών αριστερών διανοουμένων αφού αποκαλύφθηκε πως ήταν μέλη πολιτιστικών βιτρινών της CIA πρέπει να εκληφθεί με μεγάλη δόση κυνικού σκεπτικισμού. Ένας επιφανής δημοσιογράφος, ο Andrew Kopkind, έγραψε για μια βαθιά αίσθηση ηθικής απογοήτευσης με τις πολιτιστικές βιτρίνες ιδιιωτικών Ιδρυμάτων που χρηματοδοτούνταν από τη CIA. Γράφει ο Kopkind:
"Η απόσταση ανάμεσα στη ρητορική της ανοιχτής κοινωνίας και στην πραγματικότητα του ελέγχου ήταν μεγαλύτερη από ό,τι φανταζόταν οποιοσδήποτε. Όλοι όσοι πήγαιναν στο εξωτερικό για λογαριασμό κάποιας αμερικανικής οργάνωσης ήταν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μάρτυρες της θεωρίας ότι ο κόσμος ήταν διχασμένος ανάμεσα στον κομμουνισμό και τη δημοκρατία και ότι όλα όσα βρισκόντουσαν ανάμεσα ήταν προδοσία. Η ψευδαίσθηση της διαφορετικής άποψης συντηρήθηκε: η CIA υποστήριζε δήθεν σοσιαλιστές μαχητές του Ψυχρού Πολέμου, φασίστες μαχητές του Ψυχρού Πολέμου, μαύρους και άσπρους μαχητές του Ψυχρού Πολέμου. Η καθολικότητα και η ευλυγισία των επιχειρήσεων της CIA ήταν μεγάλα πλεονεκτήματα. Αλλά ο πλουραλισμός ήταν απάτη και ήταν η απόλυτη πηγή διαφθοράς." (Ibid, pp. 408-409)."
Όταν ο αμερικανός δημοσιογράφος Dwight Macdonald, που ήταν συνεργάτης του Encounter (ενός σημαντικού πολιτισμικού περιοδικού με χρηματοδότηση FF-CIA), έστειλε ένα άρθρο που ασκούσε κριτική στην αμερικανική κουλτούρα και πολιτική, το άρθρο απορρίφθηκε από την εκδοτική επιτροπή σε στενή συνεργασία με τη CIA (ό.π., σ. 314-321). Στα πεδία της ζωγραφικής και του θεάτρου, η CIA συνεργαζόταν με το FF για να προωθήσει τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό ενάντια σε κάθε καλλιτεχνική έκφραση με κοινωνικό περιεχόμενο, προσφέροντας κονδύλια και συνδέσμους για εκθέσεις με μεγάλη δημοσιότητα στην Ευρώπη και θετικές κριτικές από "επιδοτούμενους" δημοσιογράφους. Οι αλληλένδετες ηγεσίες της CIA, του Ιδρύματος Ford και του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη Νέα Υόρκη οδήγησαν σε μια πολυτελή προώθηση της "ατομικιστικής" τέχνης που ήταν απόμακρη απ' το λαό -- και σε μια φαρμακερή επίθεση στους ευρωπαίους ζωγράφους, συγγραφείς και θεατρικούς συγγραφείς που έγραφαν από κριτική ρεαλιστική οπτική. Ο "αφηρημένος εξπρεσιονισμός", όποια κι αν ήταν η καλλιτεχνική πρόθεση, έγινε όπλο του Ψυχρού Πολέμου (ό.π., σ. 263).
Η ιστορία συνέργειας του Ιδρύματος Ford και της CIA σε αναζήτηση παγκόσμιας ηγεμονίας των ΗΠΑ είναι πλέον καλά πιστοποιημένο γεγονός. Το ζήτημα που εκκρεμεί είναι τι είδους σχέση συνεχίζει να υπάρχει στη νέα χιλιετία μετά τις αποκαλύψεις της δεκαετίας του 1960; Το FF έκανε κάποιες επιφανειακές αλλαγές. Είναι πιο ευέλικτο στην παροχή μικρών ποσών υποτροφιών για ομάδες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για ερευνητές που διαφωνούν κάποιες φορές με την αμερικανική πολιτική. Δεν είναι πιθανό να προσλάβει πράκτορες της CIA για να διευθύνουν τον οργανισμό. Πιο σημαντικό είναι πως είναι πιθανότερο να συνεργάζεται ανοιχτά με την αμερικανική κυβέρνηση σε ό,τι αφορά τα πολιτιστικά και εκπαιδευτικά της προγράμματα, κυρίως με την Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης.
Από κάποιες απόψεις, το FF έχει εκλεπτύνει το στυλ συνεργασίας του με την προσπάθεια της Ουάσινγκτον να εξασφαλίσει την παγκόσμια κυριαρχία, αλλά έχει κρατήσει την ουσία αυτής της πολιτικής. Για παράδειγμα, το FF είναι πολύ επιλεκτικό σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση εκπαιδευτικών οργανισμών. Όπως το ΔΝΤ, το FF επιβάλλει προϋποθέσεις, όπως είναι η "επαγγελματοποίηση" του ακαδημαϊκού προσωπικού και η "ανύψωση των κριτηρίων." Στην πράξη, αυτό μεταφράζεται στην προαγωγή της κοινωνικής επιστημονικής εργασίας που βασίζεται στις προδιαθέσεις, αξίες και προσανατολισμούς της αμερικανικής αυτοκρατορίας: την αποσύνδεση των εκπαιδευτικών από την ταξική πάλη και τη σύνδεσή τους με φιλοιμπεριαλιστές αμερικανούς ακαδημαϊκούς και λειτουργούς του Ιδρύματος που υποστηρίζουν το νεοφιλελεύθερο μοντέλο.
Όπως και στις δεκαετίες του 1950 και 60, το Ίδρυμα Ford χρηματοδοτεί σήμερα επιλεκτικά αντι-αριστερές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίες επικεντρώνονται στις επιθέσεις κατά των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε αντίπαλες των ΗΠΑ χώρες, και στην αποστασιοποίηση από αντι-ιμπεριαλιστικές οργανώσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τους αντι-ιμπεριαλιστές ηγέτες. Το FF έχει αναπτύξει μια εκλεπτυσμένη στρατηγική χρηματοδότησης Οργανώσεων Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRG) που απευθύνονται στην Ουάσινγκτον, ενώ αποκηρρύσουν τις "συστηματικές" παραβιάσεις των αντιπάλων των ΗΠΑ. Το FF υποστηρίζει HRG οι οποίες εξισώνουν τη μαζική κρατική τρομοκρατία των ΗΠΑ με τις περιπτωσιακές ακρότητες αντι-ιμπεριαλιστών αντιπάλων τους. Το FF χρηματοδοτεί HRG που δεν συμμετέχουν σε μαζικές δράσεις ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και τον νεοφιλελευθερισμό, και οι οποίες υπερασπίζονται το Ίδρυμα Ford ως νόμιμο και γενναιόδωρο "ΜΚΟ."
Η ιστορία και η σύγχρονη εμπειρία αφηγούνται μια διαφορετική ιστορία. Σε μια περίοδο που η υπερβολική χρηματοδότηση πολιτιστικών δραστηριοτήτων από την Ουάσινγκτον φαίνεται ύποπτη, το FF εκπληρώνει έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην προβολή της αμερικανικής πολιτιστικής πολιτικής ως προφανώς "ιδιωτικής" και μη πολιτικής φιλανθρωπικής υπόθεσης. Οι σύνδεσμοι ανάμεσα στους κορυφαίους αξιωματούχους του FF και την αμερικανική κυβέρνηση είναι προφανείς και διαρκείς. Μια ανασκόπηση των πρόσφατα χρηματοδοτημένων εγχειρημάτων αποκαλύπτει ότι το FF δεν έχει ποτέ χρηματοδοτήσει κανένα μείζονος σημασίας εγχείρημα που να αντιτίθεται στην αμερικανική πολιτική.
Στην παρούσα φάση μείζονος στρατιωτικής και πολιτικής επίθεσης των ΗΠΑ, η Ουάσινγκτον έχει θέσει το ζήτημα ως ζήτημα "τρομοκρατίας ή δημοκρατίας", όπως και στον Ψυχρό Πόλεμο το έθετε ως ζήτημα "Κομμουνισμού ή Δημοκρατίας." Και στις δύο περιπτώσεις, η αυτοκρατορία στρατολόγησε και χρηματοδότησε οργανώσεις-βιτρίνες, διανοούμενους και δημοσιογράφους για να επιτεθεί στους αντι-ιμπεριαλιστές αντιπάλους της και να εξουδετερώσει τους δημοκρατικούς επικριτές της. Το Ίδρυμα Ford έχει την κατάλληλη θέση ώστε να ξαναπαίξει τον ρόλο του ως συνεργού για την απόκρυψη του Νέου Πολιτισμικού Ψυχρού Πολέμου.
***
Άρδην τ. 56
Το Ίδρυμα παρουσιάζει έναν πλήρη κατάλογο των χορηγιών, που δόθηκαν σε οργανισμούς και σε άτομα στην Ελλάδα, από το 1958 ως και το 1974. Όπως είναι γνωστό, χορηγίες δίνονται κατόπιν υποβολής αιτήσεως από τους ενδιαφερομένους και για την εκπόνηση μιας συγκεκριμένης εργασίας ή ενός προγράμματος. Το Ίδρυμα δεν έχει καμιά ανάμιξη στην εκτέλεση του έργου, η πραγματοποίηση του οποίου αποτελεί τη μόνη υποχρέωση του παραλήπτη της χορηγίας προς το Ίδρυμα. Οι χορηγίες που έχουν δοθή από τα 1958 ως και το 1974, ανέρχονται, για μεν τους οργανισμούς, σε δρχ. 215.178.360, για δε τα άτομα, σε δρχ. 22.415.430.
Α΄ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ
ΕΡΕΥΝΑ και Προγραμματισμός Ελληνικής Οικονομικής Αναπτύξεως. 1958. Αθηναϊκός Τεχνολογικός Όμιλος. Πρόεδρος: Κ. Δοξιάδης, Γενικός Διευθυντής: Ευάγγελος Παπανούτσος. Διάρκεια προγράμματος δυόμισυ χρόνια (Δρχ. 750.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για το Διδακτικό Προσωπικό και για Υποτροφίες Μαθητών. 1959, Κολλέγιο Αθηνών. Διάρκεια προγράμματος έξη χρόνια (Δρχ. 7.500.000).
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Ερευνών – Φυσικές και Οικονομικές Επιστήμες. Πρώην Βασιλικό Ίδρυμα Ερευνών. 1959. Πρόεδρος Καθηγητής Λεων. Ζέρβας. Διάρκεια προγράμματος πέντε χρόνια (Δρχ. 7.500.000).
ΕΡΕΥΝΑ και Μελέτη σε Προγράμματα Πολεοδομίας. Αθηναϊκός Τεχνολογικός Όμιλος. 1960. Πρόεδρος: Κ. Δοξιάδης. Γενικός Διευθυντής: Ευ. Παπανούτσος. Διάρκεια προγράμματος δύο χρόνια (Δρχ. 4.200.000).
ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ Ειδικής Σειράς Κινηματογραφικών Ταινιών για τη Διδασκαλία της Φυσικής.1960. Υπουργείο Εθνικής Παιδείας. Διάρκεια προγράμματος ένας χρόνος. (Δρχ. 225.000).
Α) ΓΕΝΙΚΗ Ενίσχυση για την Ανάπτυξη του Προγράμματος του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών. 1961. Διευθυντής: Καθηγητής Ανδρέας Παπανδρέου. Διάρκεια προγράμματος πέντε χρόνια (Δρχ. 4.800.000).
Β) ΓΕΝΙΚΗ Ενίσχυση για την Ανάπτυξη του Προγράμματος του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών. Διευθυντής: Καθηγητής Ανδρέας Παπανδρέου (μέσω του Πανεπιστημίου Καλιφόρνιας). Διάρκεια προγράμματος πέντε χρόνια (Δρχ. 4.200.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ Διδακτικού Προσωπικού στην Μεταπτυχιακή Σχολή Οικιστικής. 1963. Αθηναϊκός Τεχνολογικός Όμιλος. Πρόεδρος: Κ. Δοξιάδης, Γενικός Διευθυντής: Ευ. Παπανούτσος. Διάρκεια προγράμματος ένας χρόνος (Δρχ. 300.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ Διδακτικού Προσωπικού, Υποτροφίες Σπουδαστών και Προγράμματα Ερευνών του Κέντρου Οικιστικής. 1965. Αθηναϊκός Τεχνολογικός Όμιλος, Πρόεδρος: Κ. Δοξιάδης. Διάρκεια προγράμματος πέντε χρόνια (Δρχ. 30.000.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για τις Ανασκαφές στην Αρχαία Αγορά Αθηνών (Στοά Αττάλου). 1965. Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών. Διευθυντής: Καθηγητής Όμηρος Τόμπσον. Διάρκεια προγράμματος έντεκα χρόνια (30.000.000).
ΓΕΝΙΚΗ Ενίσχυση Προγράμματος του Κέντρου Προγραμματισμού Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). 1966. Διευθυντής: Καθηγητής Γ. Κουτσουμάρης (μέσω του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ – Δρχ. 6.233.430).
Το αρχικό ποσόν της χορηγίας αυτής ανήρχετο σε 15.900.000 δρχ. Το 1968, το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ανεκάλεσε το πρόγραμμα αυτό, επειδή, κάτω από τις τότε επικρατούσες κυβερνητικές συνθήκες στην Ελλάδα, οι στόχοι του προγράμματος ερευνών δεν μπορούσαν να διατηρήσουν την απαιτουμένη επιστημονική τους στάθμη. Το Ίδρυμα Φορντ επίσης ανεκάλεσε το υπολειπόμενο ποσόν των 9.666.570 Δρχ. της χορηγίας.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ Οικονομικών Ερευνών 1968. Επιστημονική Διεύθυνση: Καθηγητής Ι. Πεσμαζόγλου, Πρώην Βασιλικό Ίδρυμα Ερευνών. Πρόεδρος: Καθηγητής Λ. Ζέρβας. Στα προγράμματα αυτά μετείχαν οι οικονομολόγοι, Δ. Καράγιωργας, Λ. Αθανασίου, Ε. Βολουδάκης και Δ. Χαλικιάς. Διάρκεια προγράμματος ένας χρόνος. (Δρχ. 300.000).
Το αρχικό ποσόν της χορηγίας αυτής ανήρχετο σε 1.500.000 δρχ. Μετά την αλλαγή του Διοικητικού Συμβουλίου του Β.Ι.Ε., οι οικονομολόγοι απεχώρησαν. Το υπόλοιπον του ποσού της χορηγίας εξ 1.200.000 δρχ., μεταφέρθηκε σε άλλο φορέα, το Αμερικανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ελλάδος (Φουλμπράϊτ) για τη συνέχιση του προγράμματος μελετών.
ΣΥΝΕΧΙΣΗ Ενισχύσεως του Κέντρου Οικιστικής. 1968. Αθηναϊκός Τεχνολογικός Όμιλος. Πρόεδρος: Κ. Δοξιάδης. Διάρκεια προγράμματος δεκατέσσερις μήνες (Δρχ. 9.000.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για την Οργάνωση Βιβλιοθήκης του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου. 1968. Για αγορά βιβλίων, περιοδικών, μικροφίλμ, μηχανημάτων και ειδικών συμβούλων. Πρόεδρος: Κ. Δοξιάδης. Διάρκεια προγράμματος ένας χρόνος (Δρχ. 1.500.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ Κοινωνιολογικών και Ανθρωπολογικών Ερευνών (μέσω του Αμερικανικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος Ελλάδος -Φουλμπράΐτ). 1968. Επιστήμονες ερευνητές: Καθηγ. Ι. Περιστιάνης, Τίνα Γκιώκα και Ιωάννα Λαμπίρη. Διάρκεια προγράμματος ένας χρόνος (Δρχ. 300.000).
ΓΕΝΙΚΗ Ενίσχυση του Θεάτρου Τέχνης και της Δραματικής Σχολής Καρόλου Κουν (τρεις χορηγίες 1968, 1970 και 1972). 1968. Διάρκεια προγράμματος επτά χρόνια (Δρχ. 12.310.260).
ΑΡΧΑΙΟΙ Ελληνικοί Οικισμοί (μέσω του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου) 1968. Στις έρευνες – μελέτες του προγράμματος συνεργάσθηκαν επιστήμονες: Δ. Λαζαρίδης, Μ. Σακελλαρίου, Σ. Δάκαρης, Ι. Κοντής, Α. Ζώης, Δ. Θεοχάρης, Ν. Γιαλούρης, Ε. Πεντάζος, Μ. Πετροπουλάκου, Α. Πετρονότης, Δ. Μαρωνίτης, Ι. Τραυλός, Ν. Φαράκλας, Τ. Σπέρλινγκ και Ε. Σβωλοπούλου. Οι επιστήμονες αυτοί εργάσθηκαν σε διάφορους τομείς κατά διαφορετικά διαστήματα ανάλογα με τις ανάγκες του προγράμματος. (Τέσσερις χορηγίες 1968, 1970, 1972 και 1973). Διάρκεια προγράμματος οκτώ χρόνια (Δρχ. 18.150.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για επιστημονικούς συνεργάτες στο πρόγραμμα «Τέχνης του Αγίου Όρους», 1968, του Καθηγητή Παύλου Μυλωνά (μέσω της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών και μετέπειτα μέσω της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών). (Δύο χορηγίες 1968 και 1970). Διάρκεια προγράμματος πέντε χρόνια (Δρχ. 1.200.000)
ΓΕΝΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ του Ελληνικού Συνδέσμου Σύγχρονης Μουσικής. 1968. Διοικητικό Συμβούλιο: Γ. Α. Παπαϊωάννου, Πρόεδρος, Γ. Παπαϊωάννου, Δ. Τερζάκης, Μαρίκα Χουρμουζίου – Παπαϊωάννου, Στ. Βασιλειάδης και Γρ. Σεμιτέκολο. Χρηματοδότηση για την οργάνωση της 3ης και 4ης Ελληνικής Εβδομάδας Σύγχρονης Μουσικής, ανάθεση για τη σύνθεση έργων σε Έλληνες συνθέτες, έκδοση δέκα δίσκων (σε δύο σειρές) με έργα συγχρόνων Ελλήνων συνθετών, έκδοση δίσκου με έργα του Γιάννη Χρήστου, πραγματοποίηση οκτώ συναυλιών και αγορά μηχανημάτων και οργάνων για τον εξοπλισμό ηλεκτρονικού εργαστηρίου μουσικής στη διάθεση Ελλήνων συνθετών. (Τρεις χορηγίες, 1968, 1970 και 1974). Διάρκεια προγράμματος επτά χρόνια (Δρχ. 4.284.000).
ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ για την Συγκέντρωση του Έργου του Συνθέτη Νίκου Σκαλκώτα. 1968. Εταιρεία Φίλων Νίκου Σκαλκώτα. Πρόεδρος: Νέλλη Ευελπίδη. Μελέτη χειρογράφων, αντιγραφή και εκτύπωση. Ένας αριθμός έργων έχει ήδη εκδοθεί και αλλά έτοιμα για έκδοση. (Δυο χορηγίες 1968 και 1970). Διάρκεια προγράμματος πέντε χρόνια (Δρχ. 615.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ Γενική και Αγορά Οργάνων και Λαϊκών Φορεσιών. 1968. Συγκρότημα Λαϊκών Χορών Δώρας Στράτου (Δύο επιχορηγήσεις 1968 και 1970). Διάρκεια προγράμματος τέσσερα χρόνια (Δρχ. 9.021.900).
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ Ερευνών για Οικονομική Ανάπτυξη της Ελλάδας. 1969. (Μέσω του Αμερικανικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της Ελλάδος – Φουλμπράϊτ). Η επιχορήγηση αυτή περιλάμβανε και το ποσό του 1.200.000 Δρχ. που μετεφέρθη από το πρώην Βασιλικό Ίδρυμα Ερευνών. Επιστημονικός Δ)ντής Ομάδος: Καθηγ. Ι. Πεσμαζόγλου. Συμμετέχοντες ερευνητές: Ε. Βολουδάκης, Δ. Καράγιωργας, Π. Παυλόπουλος, Ι. Πεσμαζόγλου, Π. Φακιολάς, Δ. Χαλικιάς και Γ. Χαλκιόπουλος. Η ομάδα περιλάμβανε επίσης συνεργάτες και βοηθητικό προσωπικό. Ορισμένες από τις εργασίες των προαναφερθέντων οικονομολόγων και συγκεκριμένα των Καθηγητών Ι. Πεσμαζόγλου και Δ. Καράγιωργα έχουν ήδη δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά. Οι υπόλοιπες εργασίες βρίσκονται στο τελικό στάδιο επεξεργασίας για δημοσίευση (Δρχ. 3.300.000).
Το 1973, το Αμερικανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ελλάδος – Φουλμπράϊτ, διαχειριστικός διεκπεραιωτής της χορηγίας, κατόπιν παραστάσεων του Αμερικανού Πρεσβευτού στην Αθήνα, πληροφόρησε το Ίδρυμα Φορντ ότι δεν ήταν πλέον διατεθειμένο να διαχειρίζεται τα κονδύλια αυτού του προγράμματος. Το υπόλοιπο του ποσού (άνω του ενός τρίτου του συνολικού ποσού) μετεφέρθη τότε, στο Ινστιτούτο Διεθνούς Εκπαιδεύσεως για την συνέχιση των ερευνών.
ΕΝΙΣΧΥΣΗ Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του Κέντρου Οικιστικής. 1969. Αθηναϊκός Τεχνολογικός Όμιλος, Πρόεδρος: Κ. Δοξιάδης, Διάρκεια προγράμματος τρία χρόνια (Δρχ. 29.250.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για Επιστημονικούς συνεργάτες στο Μυκηναϊκό Ίδρυμα. 1970. Διευθυντής: Γ. Μυλωνάς, ακαδημαϊκός. (Δύο επιχορηγήσεις. 1970 και 1972). Διάρκεια προγράμματος τέσσερα χρόνια (Δρχ. 900.000).
ΓΕΝΙΚΗ Ενίσχυση για την Ανάπτυξη Μορφωτικών και Καλλιτεχνικών Προγραμμάτων «Τέχνη» Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία – Θεσσαλονίκη 1971. Διοικητικό Συμβούλιο Καθηγ. Λ. Πολίτης, Πρόεδρος, Μ. Σαλτιέλ. Χρ. Χρήστου. Δ. Δημητριάδης, Β. Τοκατλίδου, Α. Βιδάλη, Α. Κυριακίδου – Νέστορος, Π. Νίκογλου και Δ. Ιωάννου. (Αρχικά η διάρκεια της χορηγίας ήταν δύο χρόνια. Αργότερα δόθηκε παράταση για άλλα δύο) (Δρχ. 2.052.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ Εταιρείας Σύγχρονος Κινηματογράφος. 1971. Διοικητικό Συμβούλιο: Σ. Δημητρίου. Πρόεδρος Β. Ραφαηλίδης, Α. Αργυρίου, Κ. Σκαλιώρας και Θ. Κρητικός. Για την παραγωγή ταινιών μικρού και μεγάλου μήκους, αγορά μηχανημάτων για τον εξοπλισμό ενός κινηματογραφικού στούντιο και για την έκδοση ενός μηνιαίου περιοδικού. Διάρκεια προγράμματος δύο χρόνια (Δρχ. 3.135.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για την αποπεράτωση και έκδοση στην Ελληνική και Αγγλική του τόμου Στοιχεία Αυτογνωσίας του Αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη.1972. (Μέσω της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών). Μία παρουσίαση με φωτογραφίες, σχέδια και σημειώσεις για την Ελληνική Λαϊκή Αρχιτεκτονική. Διάρκεια προγράμματος τρία χρόνια (Δρχ. 780.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για την έκδοση σειράς οκτώ βιβλίων της «Βυζαντινής και Νεοελληνικής Βιβλιοθήκης» (μέσω της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών). 1972. Το πρόγραμμα διευθύνουν οι Καθηγητές, Ι. Θ. Κακριδής. Λ. Πολίτης, Μ. Παπαθωμόπουλος και Ν. Μ. Παναγιωτάκης. (Ιδρυτικό μέλος της Επιτροπής αυτής των καθηγητών ήταν και ο Γιώργος Σεφέρης). Διάρκεια προγράμματος τέσσερα χρόνια (Δρχ. 1.305.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για την επιτόπια συγκέντρωση και την εγγραφή σε δίσκους «Δημοτικής και Εκκλησιαστικής Μουσικής». 1972. Σύλλογος προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής. Πρόεδρος: Σίμων Καράς. Ήδη έχουν κυκλοφορήσει δέκα δίσκοι. Διάρκεια προγράμματος τρία χρόνια (Δρχ. 3.416.670).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ Ειδικών Προγραμμάτων του Κέντρου Οικιστικής. 1972. Αθηναϊκός Τεχνολογικός Όμιλος, Πρόεδρος: Κ. Δοξιάδης. Διάρκεια προγράμματος δύο χρόνια (Δρχ. 7.500.000).
ΓΕΝΙΚΗ Ενίσχυση του Κέντρου Φιλοσοφικών Ερευνών. 1973. Διεύθυνση του Κέντρου: Θαν. Κιτσόπουλος, Διεύθυνση Ερευνών, Χρ. Γιανναράς, Διοικητικό Συμβούλιο: Ακαδημαϊκός Τ. Κ. Παπατσώνης, Πρόεδρος, Μανόλης Χατζηδάκις, Κ. Χριστοδουλίδης, Τ. Ιωάννου και Στέφανος Μάνος. Χρηματοδότηση για σειρές διαλέξεων, σεμινάρια, ομάδες εργασίας, έκδοση του περιοδικού «Δευκαλίων», ειδικές εκδόσεις, ανάθεση ερευνών, συνεργασίες με Έλληνες επιστήμονες στο εξωτερικό και συγκρότηση βιβλιοθήκης. Διάρκεια προγράμματος πέντε χρόνια (Δρχ. 9.971.700)
ΕΝΙΣΧΥΣΗ για επιστημονικούς συνεργάτες στην αποπεράτωση του Γ’ Τόμου του «Λεξικού Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας». 1973. Διεύθυνση προγράμματος: καθ. Εμμαν. Κριαράς (μέσω της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών). Διάρκεια προγράμματος δύο χρόνια. (Δρχ. 777.000).
ΕΝΙΣΧΥΣΗ του Τμήματος Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακ Γκιλλ του Καναδά, για ένα «Πειραματικό Πρόγραμμα Διδασκαλίας της Ελληνικής Γλώσσας». 1973. Το πρόγραμμα διευθύνει η καθηγήτρια Άννα Φαρμακίδη. Διάρκεια προγράμματος δύο χρόνια (Δρχ. 401.400).
Β΄ ΙΔΙΩΤΕΣ
1. Επιστήμες
Παναγ. Βοκοτόπουλος (Αρχαιολογία), Χρήστος Γιανναράς (Φιλοσοφία), Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος (Ιστορία), Θεοφάνης Κακριδής (Φιλολογία), Διονύσιος Καράγιωργας [ο Δ. Καράγιωργας επέστρεψε την χορηγία του Φορντ, Σημ. του «Άρδην»] (Οικονομικές Επιστήμες), Γεωργία Κουλικούρδη (Ιστορία), Βασίλειος Κρεμμυδάς (Ιστορία), Άλκη Κυριακίδου – Νέστορος (Κοινωνική Ανθρωπολογία), Δημήτρης Μαρωνίτης (Φιλολογία), Στυλιανός Ράμφος (Φιλοσοφία), Αθηνά Ρικάκη (Παιδαγωγικά), Κωνσταντίνος Σοφούλης (Οικονομικές επιστήμες), Μιλτιάδης Σπύρου (Φιλοσοφία), Μανόλης Χατζηγιακουμής (Φιλολογία), Μανόλης Χατζιδάκις (Βυζαντινολογία).
2. Καλές Τέχνες
Αχιλλέας Δρούγκας (Ζωγραφική – Χαρακτική), Λουκάς Βενετούλιας (Ζωγραφική). Αριστόδημος Θεοφυλακτόπουλος (Ζωγραφική), Θόδωρος (Γλυπτική), Χρίστος Καράς (Ζωγραφική). Βασίλης Κελαϊδής (Ζωγραφική), Δημοσθένης Κοκκινίδης (Ζωγραφική), Δημήτρης Κοντός (Ζωγραφική), Κώστας Λαχάς (Ζωγραφική), Άννα Βαφία-Λεοντίδου (Ζωγραφική), Θεόδωρος Μήνας (Ζωγραφική), Παντελής Ξαγοράρης (Ζωγραφική-Μαθηματικά), Κοσμάς Ξενάκης (Γλυπτική – Ζωγραφική – Αρχιτεκτονική), Μανώλης Πιλαδάκης (Ζωγραφική), Κάρολος Τσίζεκ (Ζωγραφική – Χαρακτική), Σωτήρης Σόρογκας (Ζωγραφική), Παναγιώτης Τέτσης (Ζωγραφική), Γιώργος Τούγιας (Ζωγραφική -Γλυπτική), Σοφία Ζαραμπούκα -Σαρρή (Γραφικές Τέχνες), Γιάννης Φαϊτάκης (Ζωγραφική – Ταπισερί).
3. Κινηματογράφος
Θόδωρος Αγγελόπουλος, Κώστας Αριστόπουλος, Παντελής Βούλγαρης, Μίμης Κουγιουμτζής, Θόδωρος Κρητικός, Κώστας Μανουσάκης, Θεόδωρος Μαραγκός, Βασίλης Μάρος, Κώστας Σφήκας.
4. Λογοτεχνία
Πέτρος Αμπατζόγλου (Πεζογραφία), Μαντώ Αραβαντινού (Ποίηση), Θανάσης Βαλτινός (Πεζογραφία), Οδυσσέας Ελύτης (Ποίηση), Δημήτρης Ευθυμιάδης (Θέατρο), Βασίλης Ζιώγας (Θέατρο), Γιώργος Ιωάννου (Πεζογραφία), Νίκος Κάσδαγλης (Πεζογραφία), Λευτέρης Κανέλλης (Ποίηση – Πεζογραφία), Νίκος Καρούζος (Ποίηση), Δημήτρης Κεχαΐδης (Θέατρο), Γιάννης Κοντός (Ποίηση), Αλέξανδρος Κοτζιάς (Πεζογραφία), Μένης Κουμανταρέας (Πεζογραφία), Ζέφη Λεοντάρη – Δαράκη (Ποίηση), Γιώργος Μανιάτης (Πεζογραφία), Πρόδρομος Μάρκογλου (Ποίηση), Γιώργος Παυλόπουλος (Ποίηση), Λεφτέρης Πούλιος (Ποίηση), Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ (Ποίηση), Μίλτος Σαχτούρης (Ποίηση), Γιώργος Σκούρτης (Θέατρο), Κώστας Ταχτσής (Πεζογραφία), Στρατής Τσίρκας (Πεζογραφία), Καίτη Τσιτσέλη (Πεζογραφία), Κίμων Φράϊερ (Ποίηση), Γιώργος Χριστοφιλάκης (Θέατρο), Γιώργος Ψυχουνδάκης (Πεζογραφία – Ποίηση), [Ο Μανώλης Αναγνωστάκης δεν απεδέχθη τελικώς τη χορηγία, Σημ. του «Άρδην»)].
5. Μουσική – Χορός
Φοίβος Ανωγειανάκης (Μουσική), Μάρκος Δραγούμης (Μουσική), Κάρεν Κάννερ (Χορός), Σωτήρης Νομικός (Χορός), Γιώργος Σισιλιάνος (Μουσική), Αλέκα Συμεωνίδη (Μουσική).
*Τα ονόματα των επιχορηγούμενων οργανισμών και ατόμων, καθώς και το εισαγωγικό σημείωμα, αναδημοσιεύονται αυτούσια από την εφημερίδα Καθημερινή της 04/06/75, σύμφωνα με ανακοίνωση του Ιδρύματος Φορντ.
**Σημείωση Άρδην σε άλλη, σχετική με το ζήτημα δημοσίευση:
Κατά τον ίδιο τον Παντελή Βούλγαρη, ο ίδιος δεν δέχτηκε ποτέ τα χρήματα που θα του κάλυπταν τα έξοδά του για να σπουδάσει δύο χρόνια στο Λος Άντζελες και έτσι προτίμησε να μείνει στην Ελλάδα.
**Σημείωση Άρδην σε άλλη, σχετική με το ζήτημα δημοσίευση:
Κατά τον ίδιο τον Παντελή Βούλγαρη, ο ίδιος δεν δέχτηκε ποτέ τα χρήματα που θα του κάλυπταν τα έξοδά του για να σπουδάσει δύο χρόνια στο Λος Άντζελες και έτσι προτίμησε να μείνει στην Ελλάδα.
***
Ανοιχτή επιστολή προς τους επιχορηγούμενους*
Συγγραφέας: Λιλή Ζωγράφου
Άρδην τ. 56
Προς τους επιχορηγημένους από το ίδρυμα Φορντ
Γέροι και Νιοί
Όλοι παίξαμε «κρυφτό» σαν είμαστε παιδιά. Όλοι «φυλάξαμε», με τα μούτρα κολλημένα σε κάποιο τοίχο, μετρώντας ως τα σαράντα για να κρυφτούνε οι άλλοι σε κρυψώνες που τους ξέραμε καλά, είτε στην αυλή μας παίζαμε είτε στη γειτονιά.
Μα, σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού, έπρεπε να κάνουμε πως τάχα δεν ξέρομε. Αλλιώς πώς θα γινόταν «παιχνίδι»; Πώς θα τρέχαμε να πιάσουμε τον αφελή και δυσκίνητο, να τον στήσουμε στον τοίχο με τη σειρά του; Να κρυφτούμε τώρα και μεις στους ίδιους πασίγνωστους κρυψώνες. Έτσι, για να παρατείνεται η ηδονή του παιχνιδιού, για να ξεπροβοδίσουμε τη μέρα, σκίζοντας τ’ απομεινάρια της με τους αλαλαγμούς της ακούραστης ζωντάνιας που μας κυβερνούσε.
Μα τώρα τι γίνεται; Τι σόι κρυφτό είναι αυτό που παίζεται στις μέρες μας; Κι αφού δεν παίζομε –ελάχιστοι έστω– γιατί υπολογίζετε πως εμείς θα κρατήσουμε τους κανόνες του παιχνιδιού κάνοντας τάχα πως δεν ξέρομε;
Τελευταία δημοσιεύτηκαν σαφείς κατηγορίες κατά του θεσμού των επιχορηγήσεων Φορντ, κατά του πράκτορα της Φορντ στην Ελλάδα, καθώς και κατά των επιχορηγουμένων.
Κι όμως κανείς από τους θιγόμενους δεν απάντησε. Το κρυφτό λοιπόν συνεχίζεται: Ξέρομε πως ξέρετε. Ξέρετε πως ξέρομε. Άλλα τώρα δε μιλάμε. Είμαστε κρυμμένοι.
- Πού;
Και να μην ξέραμε τους κρυψώνες της γειτονιάς!
Κρυψώνα Αη: Περιφρόνηση των κατηγοριών.
Κρυψώνα Βη: Οι κατηγορούντες αγνοούνται.
Κρυψώνα Γη και καλύτερη: Ελπίδα παρέμβασης της λογοκρισίας. Τι κάνει η ευλογημένη και δεν κλείνει το στόμα μερικών αναιδών που τα βάζουν με τη μεγαλοψυχία των Φορντ; Αντί να τους ευγνωμονούμε για την ανιδιοτελή τους πρόθεση να βοηθήσουν τη χώρα μας να αναπτυχθεί; Πώς είναι δυνατό να προστατεύεται το πρώτο άταχτο ναυτάκι από την ετεροδικία και να επιτρέπουν να σπιλώνεται κοτζάμ Φορντ;
Σπιλώνεται όμως; Ή ισχύει στην περίπτωση το ανέκδοτο του ψύλλου που κέρδισε σε στοίχημα το δικαίωμα να βιάσει τον ελέφαντα; Τη στιγμή, λοιπόν, που τον βίαζε, έπεσε στο κεφάλι του ελέφαντα ένας χοντρός κλάδος δέντρου και του ’ξυσε την αυτάρα. Ο ελέφαντας μούγκρισε με την αυθάδεια του κλάδου. Κι ο ψύλλος «βιάζων» τον ρώτησε: «Σέ πόνεσα ψυχή μου;»
Αν κάποιος λοιπόν σπιλώνεται, είμαστε μεις. Ας μείνουν κρυμμένα τα παιδιά της παρέας και σιωπηλά. Έτσι θ’ ακούσουν καλύτερα, αυτό που υποτίθεται πως δεν ξέρουν, πως ξέρομε πως ξέρουν.
Εμείς, πάντως, δεν παίζομε άλλο. [ ]
- Τι είναι η επιχορήγηση Φορντ;
Το ’πα πριν δυο χρόνια στο βιβλίο μου «Ελύτης ο Ηλιοπότης». [ ]
Εκεί, στη σελίδα 69, έγραφα πως ανακάλυψα στο αμερικάνικο περιοδικό Ράμπαρτς –Οκτώβρης ’70– το κείμενο του Δρ. Ντάβιντ Ράνσον, διαπρεπούς μέλους του Κέντρου Σπουδών του Ειρηνικού. Τριάντα δύο σελίδες αποκαλύψεων, με το γενικό τίτλο: «Ο Νέος Δούρειος Ίππος – Αλλοτρίωση». Ο Ράνσον κατάγγελνε τη δράση μιας διεθνούς συνωμοσίας με στόχο τη διανόηση. Με το πρόσχημα των ευγενέστερων ιδανικών, τη βοήθεια για την ανύψωση των υπανάπτυκτων λαών, η Οργάνωση εξουδετερώνει τους μόνους που μπορούν να της κλείσουν το δρόμο: τους διανοούμενους. Πώς; Κόβοντάς τους ένα επίδομα. Έτσι εξασφαλίζει τη σιωπηλή ανοχή τους. Από κει κι έπειτα είναι πια πολύ εύκολο να προσφέρει στην αποικιοκρατική μηχανή της Αμερικής τους λαούς που εποφθαλμιά στο πιάτο.
Μεγάλα εκπαιδευτικά ιδρύματα σαν το Κάρνεγκυ, το Ροκφέλλερ και το Φορντ συνεργάζονται γι’ αυτά τα «υψηλά ιδανικά» και τη διάβρωση εκείνων που θεωρείται φυσιολογικό ν’ αντιδράσουν.
Για την πρώτη χειροπιαστή επιτυχία της επιχείρησης «Βοήθεια σε υπανάπτυκτους» σεμνύνεται, έγραφα, το ίδρυμα Φορντ με τα λαμπρά αποτελέσματα της δράσης του στην Ινδονησία.
- Ποια ειν’ αυτά;
Οι υποτροφίες σε καλλιτέχνες, συγγραφείς κ.λπ., οι επιχορηγήσεις σε οργανισμούς, οι δωρεάν σπουδές νέων στα αμερικάνικα πανεπιστήμια, η μετεκπαίδευση νέων επιστημόνων, και γενικά η παρέμβαση παντού όπου ήταν δυνατόν, προκειμένου να αλλοιωθεί η εσωτερική δομή, ετοίμασαν σε μια δεκαπενταετία (1950-’65) το κλίμα, την ανοχή, τη μισαλλοδοξία και κατά συνέπεια τους ντόπιους σφαγιαστές των 600.000 Ινδονήσιων συμπατριωτών τους, που κατηγορήθηκαν σαν κομμουνιστές ή και συμπαθούντες.
Έτσι το ίδρυμα Φορντ ξόδεψε βέβαια γενναιόδωρα (ποσά εξάλλου που εκπίπτονται στη φορολογία), αλλά πρόσφερε στην αμερικάνικη κυβέρνηση μια ξενυχιασμένη και αποκεφαλισμένη Ινδονησία. Κι επειδή, φυσικά, οι καλοί λογαριασμοί κάνουν και τους καλούς φίλους, οι Φορντ βγάζουν τα λεφτά τους στο εκατονταπλάσιο, από τον ινδονησιακό λαό πού δουλεύει στις επιχειρήσεις τους με μεροκάματα πείνας.
Αυτά μας πληροφορούσε ο καλός κύριος Ράνσον.
Όταν κυκλοφόρησα το βιβλίο μου, πίστευα, πως δε θα βρισκόταν πια Έλληνας, συγγραφέας, καλλιτέχνης ή ποιητής που θα δεχόταν την επιχορήγηση Φορντ. Ως τότε κανείς μας δεν ήξερε τι σήμαιναν και που απόβλεπαν αυτές οι μεγαλόψυχες προσφορές. Ακόμα, υποτίθεται, ούτε και εκείνοι που είχαν «τιμηθεί» μ’ αυτή τη διάκριση. Για τις εκπλήξεις-σοκ που με περίμεναν, δεν αξίζει τον κόπο να μιλήσουμε τώρα. [ ]
Έκτοτε κι αλλά έντυπα ασχολήθηκαν με τις επιχορηγήσεις Φορντ. Οι απανωτές αποκαλύψεις όχι μόνο δεν εμείωσαν τον ζήλο των διανοουμένων μας, αλλά είδαμε τη ζητιανιά τους να φτάνει σε παροξυσμό. Αλληλοφαγωμοί και μίση αδελφοκτόνα χωρίζουν κείνους που επιχορηγούνται με τα επιδόματα αλλοτρίωσης, από όσους δεν επιχορηγήθηκαν ακόμη. Αυτοί μάλιστα, οι τελευταίοι, είναι που κατηγορούν τον εδώ πράκτορα της Φορντ, σαν αναρμόδιο πρόσωπο εξ αιτίας της αμορφωσιάς του.
- Θεέ και Κύριε. Το πρόβλημά μας, λοιπόν, είναι κει; Αν αυτή η καημένη κυρία ήταν μορφωμένη, δεν θα υπήρχε πρόβλημα; Δεν αφήνομε στους Αμερικανούς το περιθώριο, ούτε καν να μας τιμήσουν με κάποια αμφιβολία; Θέλω να πω, πως δεν αποκλείεται να πίστευαν οι Αμερικανοί, πως δε θα βρισκόταν κανείς Έλληνας, μορφωμένος και μάλιστα διανοούμενος, πρόθυμος να παίξει το ρόλο του πράκτορα. Να όμως που γελάστηκαν κι αυτοί και μεις.
Όσο για σας, που είστε μορφωμένοι, δε θίγεστε για τίποτ’ άλλο παρά για την αμορφωσιά της Μυριβήλη; [Σ. Άρδην, Η κα Μυριβήλη ήταν η εκπροσωπος του ιδρύματος στην Ελλάδα].
- Μα ποιοι είμαστε, λοιπόν; Είμαστε έθνος εμείς; Μην είμαστε καμιά φυλή της κεντρώας Αφρικής από τις ελάχιστες που ξεχάστηκαν στις βαθιές ζούγκλες; Έτσι ασύστολα που διαμαρτυρόμαστε, έτσι ξεδιάντροπα και ξετσίπωτα που επαιτούμε; Ούτε ένα ντύμα ντροπής δεν κρατήσαμε. Ούτε τις αναστολές των κοινών γυναικών δεν έχομε. Αυτές, τουλάχιστον, κρατήθηκαν μακριά από το επάγγελμα, επί ένα μήνα, όταν πρωτομπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα. Δεν είναι το ίδιο, θα μου πείτε,
- Φτάνει πια το κρυφτούλι. Το ίδιο είναι.
Αλλά, ας υποθέσουμε πως κάνω λάθος. Ας παραδεχτούμε πως δεν μας αντιμετωπίζουν ούτε και μας χρησιμοποιούν οι Αμερικανοί σαν αποικία.
- Τότε πώς να εξηγήσουμε το ενδιαφέρον του ιδρύματος Φορντ για την ελληνική διανόηση; Ποιο είναι το κίνητρο τους; Γιατί δε βγήκαν, όπως και τ’ άλλα ξενόγλωσσα ινστιτούτα, να προκηρύξουν διαγωνισμούς, υποτροφίες ή και απονομή βραβείων; Γιατί όλα γίνονται στα μουλωχτά, με κρυφές συνεννοήσεις, ψιθυρίσματα και παζαρέματα; Γιατί στέλνονται σαν εμπροσθοφυλακή τα «κοπέλια» της Μυριβήλη (οι ήδη επιδοτούμενοι και ελπίζοντες να ξαναεπιδοτηθούν) και ανιχνεύουν το έδαφος –που σημαίνει την φιλική ή μη διάθεση των υποψηφίων– προτείνοντας να τους βοηθήσουν, δίνοντάς τους το Φορντ; Και γιατί στους πιο σκληρούς και αλύγιστους προσεγγίζει προσωπικά η ίδια η κ. Μυριβήλη; [ ]
- Κι ακόμα, γιατί όσοι παίρνουν Φορντ, το κρύβουν; Πέρυσι βραβεύτηκε ο Τσίρκας μ’ ένα γαλλικό βραβείο. Δεν έμεινε «δημοκρατική» εφημερίδα να μην αναφέρει το τιμητικό για τον συγγραφέα και την Ελλάδα γεγονός, με πηχιαίους τίτλους, καλλιτεχνικές φωτογραφίες του συγγραφέα και συνεντεύξεις. Θαυμάσια!
- Γιατί όμως, όταν δυο χρόνια πριν, εισέπραξε την επιχορήγηση Φορντ, το πέρασε στα μουγκά;
- Γιατί αλήθεια; Μήπως ντρεπότανε; Τόση συνωμοσία σιωπής πώς να εξηγηθεί, παρά πως είχε την πεποίθηση πως δεχότανε βρώμικα αργύρια;
Αλλά και οι Αμερικανοί που είναι τόσο αθώοι, αγαθοί και γενναιόδωροι, γιατί μας κρύψανε το στοργικό ενδιαφέρον τους και δεν το δημοσίεψαν; Να πληροφορηθούν κι οι μάζες πόσο ανοιχτοχέρηδες είναι. Ή μήπως αυτό ακριβώς δεν θέλουν; [ ]
Και γιατί να μην πληροφορηθούμε την ακόμα ευγενέστερη χειρονομία των Αμερικανών, που εκδώσανε με δικά τους έξοδα τα 18 και 38 «Αντιστασιακά Κείμενα» όλων των οργισμένων συγγραφέων του τόπου, όπως θα εκδώσουν μελλοντικά και τα 108;
- Ή μήπως δεν ήταν αντιστασιακά; [ ]
Αυτό μου θύμισε κάποιον άλλον, αγαθιάρη όμως, που μου ανακοίνωσε στο Παρίσι, πως όσο ήταν στην Ελλάδα μάζευε δυναμίτιδα γιατί είχε καταστρώσει ένα μεγαλεπίβολο σχέδιο που θ’ ανέτρεπε το καθεστώς, μόλις θα επέστρεφε.
- Τι λες βρε παιδί μου! Και πως θα γίνει αυτό;
- Να, μου λέει. Άμα θα ’χω μαζέψει εκατό κιλά δυναμίτιδα, θ’ ανοίξω λάκκους γύρω-γύρω στην Ακρόπολη και θα τους γεμίσω. Ύστερα θα μαζευτούμε εκατό ψυχωμένοι διανοούμενοι και…
- Κατάλαβα, τον διέκοψα. Το καθεστώς μπορεί να κοιμάται ήσυχο.
- Γιατί; με ρωτά θιγμένος.
- Ε, ώσπου να γεννηθούν παιδί μου, εκατό διανοούμενοι ψυχωμένοι!
Και δεν περιμένει κανείς από τους καλλιτέχνες να παραστήσουν τα αιμοβόρα πρωτοπαλλήκαρα. Το ρόλο αυτό μπορούν να τον παίζουν οι πολλοί. Ενώ, αντίθετα, μόνο ο πνευματικός άνθρωπος είναι ικανός να εκφράζει, με την παρουσία του, συμπυκνωμένη την εθνική συνείδηση. Αλλά και να την αφυπνίζει. Ακόμη και να την προσανατολίζει.
Ένας τέτοιος προορισμός προϋποθέτει διαφορετικές αρετές και διαφορετικές ευθύνες από κείνες που διακρίνουν τον επιδέξιο πολεμιστή στο πεδίο της μάχης.
Γιατί ο πνευματικός άνθρωπος είναι ένας πολεμιστής πού δεν τον καλεί κανείς να πολεμήσει. Έχει όμως το προνόμιο πως διαλέγει τον αντίπαλό του. Τον πιο επικίνδυνο, τον πιο αμείλιχτο δυνάστη του στη ζωή: Τη συνείδησή του. Γίνεται ο θύτης του εαυτού του μα και το θύμα του. Μόνος του στρατεύεται και μόνος του σταυρώνεται απάνω στις απαιτήσεις του από τον εαυτό του, αλλά και στις παραιτήσεις του.
Η αυτοσταύρωση είναι η υψίστη θυσία. [ ] «Αυτό που είναι τρομερό, όταν αναζητάς την αλήθεια, είναι ότι την βρίσκεις», λέει ο Βίκτωρ Σερζ. Το φορτίο είναι αλήθεια βαρύ. Αλλά είναι κι αυτό πού διαφοροποιεί τον πνευματικό άνθρωπο από τις μάζες. Η ευθύνη του να ερευνήσει για λογαριασμό τους, να τις πληροφορήσει και ν’ αγωνιστεί γι’ αυτές, του δίνει αυτόματα το δικαίωμα να διεκδικήσει μια θέση στο παιχνίδι της Ιστορίας. Όχι για τον εαυτό του, φυσικά, αλλά για το λαό που αντιπροσωπεύει, συνεχίζοντας την ιστορική κληρονομιά του, αν υπάρχει, ή δημιουργώντας ένα παρελθόν για τους επερχόμενους. [ ]
- Και μεις τι κάνουμε; Τι κάναμε χθες, τι πριν πέντε χρόνια, τι πριν δέκα;
Όσο για σήμερα, οι δικοί μας ποιητές γράφουν τραγουδάκια για τις νυχτερινές μπουάτ.
Θα ’πρεπε ίσως να μελετήσουμε κάποτε με ιδιαίτερη προσοχή και ν’ αναζητήσουμε τις αιτίες που δρουν ανασταλτικά στην πνευματική μας πρόοδο. Το γεγονός π.χ. πως μερικοί δημιουργοί δώσανε κάποτε ένα έργο αληθινά αξιόλογο και πως έκτοτε, αν και ζήσανε χρόνια πολλά και μακάρια, δεν έφτασαν ποτέ πια στο ίδιο επίτευγμα αν και το φυσικό θα ’ταν να το ξεπεράσουν, πρέπει να ’χει κάποια εξήγηση. Η «Ζωή εν τάφω» του Μυριβήλη (πριν ακρωτηριαστεί), το «Νούμερο» του Βενέζη, το «Άξιον εστί» του Ελύτη, έδωσαν ανάλογες συνέχειές τους; Μήπως έφτασαν σ’ αυτή την κορύφωση, γιατί οι δημιουργοί τους ταυτίστηκαν, έστω και υποχρεωτικά, με το σύνολο κι εκφράσανε καθολικά προβλήματα;
- Τι γίνηκε από κει κι έπειτα; Πού και πότε αγγίξανε τα προβλήματά μας; Ποιος μας εκφράζει; Πού βρίσκεται η λογοτεχνική και ποιητική μας παραγωγή σε σχέση με τα δράματα που μας συγκλονίζουν και σε σύγκριση με τα παγκόσμια επίπεδα, συμπεριλαμβανομένων και των νέγρικων; Σ’ ένα μηδέν τόσο μεγάλο ώστε να χωράει μέσα όλος ο ναρκισσισμός του κόσμου.
Από τη στιγμή που θ’ αξιωθεί ο ρωμιός να πιάσει την πένα στο χέρι του και να συντάξει μια φράση υποφερτή ή ένα στίχο, θεωρεί πλέον τον εαυτό του ξεχωριστή περίπτωση. Αμόρφωτοι, αδιάβαστοι, ακατατόπιστοι για το τι συμβαίνει γύρω τους και κυρίως αδιάφοροι, μα πόσο αδιάφοροι, περιφέρουν την ύπαρξή τους σαν παράσημο στο στήθος της ανθρωπότητας.
Ούτε εφημερίδα δε διαβάζουν, ξένη ή ελληνική. Αποκομμένοι από τους συνανθρώπους τους, άλλη φιλοδοξία δεν έχουν, παρά πώς να εγκριθούν από τους παλιούς. Ψάχνουν αγωνιωδώς να βρουν μια χαραμάδα, να εισχωρήσουν στα τείχη του κατεστημένου. Μα μπορεί κανείς να πάει μπροστά, όταν φιλοδοξεί να αρέσει στις πίσω γενιές; Κι αυτοί –το ισχυρόν κι αμετακίνητο κατεστημένο– άλλο που δε θέλουν, παρά τούτα τα ανώδυνα ναρκισσάκια που δε δημιουργούν προβλήματα, ούτε κι έργο που θ’ απειλούσε την ύπαρξή τους. [ ]
Ύστερα απ’ αυτό καταλαβαίνετε πόσο απλό είναι να σε πάρει υπό την προστασία του το κατεστημένο: Ό,τι κι αν γράφεις, οικονομολογικά άρθρα, κοινωνικά, κριτική θεάτρου ή κινηματογράφου, πρέπει πάντα ν’ αναφέρεις, τουλάχιστον μια φορά, τ’ όνομα του Σεφέρη. Αν βέβαια κάμεις καμιά βαθυστόχαστη έρευνα για το πόσα «ε» και πόσα «αι» έχει μέσα στους στίχους του ο Καβάφης ή για το νούμερο τα παπούτσια που φορούσε ο Σεφέρης, τότε, αν δε σε προτείνουν για νόμπελ, σε καθησυχάζουν πως είσαι οπωσδήποτε μεγάλος ποιητής ή συγγραφέας, πως έχεις μεγάλο μέλλον στα ελληνικά γράμματα και πως γι’ αυτό πρέπει να υπάρξεις. Και περιμένοντας το νόμπελ, μπορείς για την ώρα να πάρεις το Φορντ.
Σ’ άλλους αιώνες υπήρχαν οι μαικήνες, οι αυλές, οι φεουδάρχες. Σήμερα είναι τα μεγάλα βιομηχανικά, πολεμικά, δημοσιογραφικά μπλοκ που επιβλέπουν και ελέγχουν την πνευματική πορεία της ανθρωπότητας, μην πάθουν κι αυτά (τα μπλοκ) τη λαχτάρα που πάθανε οι βασιλιάδες, οι ευγενείς κι οι φεουδάρχες με τις παροχές τους. Και τώρα οι κίνδυνοι είναι μεγαλύτεροι γιατί η κουλτούρα κατεβαίνει και στο λαό. Εισδύεις λοιπόν παντού, εξαρθρώνεις το εσωτερικό σύστημα σε βάθος, διαφθείρεις κι εξαγοράζεις συνειδήσεις και τα πάντα διαφοροποιούνται προς όφελός σου.
Σ’ όλη την πορεία του ανθρώπου πάνω στη γη, δυνάστες στάθηκαν οι προνομιούχοι οικονομικά εύρωστοι λαοί. Αλλά τους αρέσει δεν τους αρέσει, επαναλαβαίνω, η Ιστορία είναι ισοπεδωτική. Γιατί η Ιστορία της ανθρωπότητας είναι η ιστορία των Νέων Ιδεών και όχι των κατεχόντων. Ο πολιτισμός είναι Πνεύμα.
Και το πνεύμα δεν τράφηκε ποτέ από τους συμβιβασμούς και την επαιτεία, υπηρετήθηκε όμως συχνά από πεινασμένους. Στο πείσμα των λογιών λογιών ιδεολογικών κατευναστικών που χρησιμοποίησαν οι κατά καιρούς προνομιούχοι ισχυροί του κόσμου, για να το εξουδετερώσουν.[ ]
- Μα τα χειροκροτήματα, αγαπητοί μου, σας δημιουργούν υποχρεώσεις. Το κοινό σάς εξαργύρωσε επιταγές πίστης.
- Τι θα κάνετε χωρίς αντίκρυσμα;
Θα μου πείτε, βέβαια, πως τα αργύρια της εξουδετέρωσης και της αλλοτρίωσης τα δέχτηκαν πριν από σας, πρώτοι οι ήδη αναγνωρισμένοι, που στάθηκαν σύμβολα για όλους μας. Και ποιος ισχυρίστηκε πώς απαλλάσσονται; Όταν μάλιστα έχουν επί χρόνια προεισπράξει την πίστη και τη δόξα, η χρεωκοπία τους είναι δόλια. Έτσι κι αλλιώς ανήκουν στην παρακμή. Δεν είχαμε πια τίποτα να περιμένουμε απ’ αυτούς.
- Σεις όμως; Ποιο ήθος και ποια υγεία αντιπαραθέσατε στην παρακμή και τη δόλια χρεωκοπία τους;
Η Μάργκαρετ Μηντ, γνωστή Αμερικανίδα κοινωνιολόγος επισημαίνει στο τελευταίο της βιβλίο πως οι σχέσεις των γενεών αντιστράφηκαν: «Είναι οι νέες γενιές που γίνονται δάσκαλοι των παλαιότερων».
Σε μας, νέοι, μεσήλικες και γέροι, διαπληκτίζονταν στις πόρτες της Φορντ, σαν τους ζητιάνους στα σκαλιά της εκκλησιάς. Μα ποτέ δε βγήκε έργο από χέρια απλωμένα σε ζητιανιά. Μόνο μέσα σε γροθιές σφιγμένες από αγανάχτηση, απόγνωση και μοναξιά γεννήθηκαν ποιήματα.
Όλοι από τις ίδιες δυσκολίες φθειρόμαστε. Κι όλοι στο ίδιο καζάνι ανασφάλειας ζούμε. Ο πειρασμός για τη σιγουριά και την άνοδο είναι τόσο δυνατός.
Αλλά πιστέψτε με, δεν υπάρχει αντίτιμο της λευτεριάς. Αν οι μεγάλοι της γης αποφάσιζαν να βγάλουν σε πλειστηριασμό τη Σελήνη, σίγουρα οι Αμερικανοί θα την αγόραζαν. Αλλά δε θα μπορέσουν ποτέ ν’ αγοράσουν έναν ελεύθερο άνθρωπο.
«Και ο καλύτερος εαυτός μας είναι κείνος που ανταλλάξαμε με την ασφάλειά μας».
Δεν ισχυρίζομαι πως η φτώχεια είναι δημιουργική. Η λευτεριά όμως είναι.
Σκεφτείτε, πόσο μεγάλη είναι μια λευτεριά που δε μπορεί να την αγοράσει η Αμερική!
Αφού, λοιπόν, η λευτεριά δεν έχει αντίτιμο, είναι υποχρεωτικά, πάντα, φτωχότερη από το μέγεθός της.
Κι όμως ο αληθινός δημιουργός είναι πραγματικά άπληστος. Όχι για να χορτάσει, μα για να σημαδέψει το χρόνο και το χώρο με το πέρασμά του. Κοιτάξτε γύρω σας. Όλα τα μνημειώδη έργα έχουν τη σφραγίδα της απληστίας. Οι δημιουργοί τους εκσπερμάτωσαν στη γη και τη γονιμοποίησαν. Τι να τους κάνει ο κόλπος μιας γυναίκας; Με τα νύχια και τη μεγαλοφυΐα τους σκαλίσανε τη γη και της φυτέψανε τ’ αριστουργήματά της. Σκίσανε τα μάρμαρα με την αρρενωπότητά τους και προκαλέσανε γη και ουρανούς στολίζοντάς τους με αγάλματα, παρθενώνες, πυραμίδες, γοτθικούς ναούς.
- Και σεις παιδιά; Ούτε στην άλλη γειτονιά δεν τινάξατε το σπέρμα σας.
- Γιατί; Για ένα επίδομα δέκα χιλιάδων δραχμών το μήνα!
- Γιατί; Για να παχύνει η αδιαφορία σας επί 365 μέρες;
Και την 366η μέρα, τι θα μας πείτε; Ποιο τραγούδι θα μας τραγουδήσετε; Να σας πω εγώ: Κανένα.
Σας γέλασαν. Και οι άλλοι, μπορεί και μεις, και ο εαυτός σας. Ο άνθρωπος γεννιέται λεύτερος και περήφανος, έρημος σαν τους Θεούς. Ακατάδεχτος σαν κι αυτούς. Τότε είναι και Ποιητής.
Αθήνα 12 Δεκ. ’72
*Δημοσιεύτηκε στο περιοδικά Panderma, που εξέδιδε ο Λεωνίδας Χρηστάκης, τον Δεκέμβριο του 1972
***
Το σχοινί της διανόησης και η θηλειά της Φορντ*
Συγγραφέας: Γιώργος Χατζόπουλος
Άρδην τ. 56
Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ανοιχτό Θέατρο που εξέδιδε ο Γιώργος Μιχαηλίδης στο τεύχος του Νοεμβρίου του 1972, είχε αποσταλεί ως επιστολή, για ευνόητους λόγους υπό το ψευδώνυμο Δ.Φ. Ελευθερίου. Σήμερα μπορούμε, τουλάχιστον, να δημοσιεύσουμε το όνομα του συγγραφέα, του Γιώργου Χατζόπουλου των εκδόσεων «Κάλβος» (Άρδην).
Της θαλάσσης καλύτερα φουσκωμένα τα κύματα
να πνίξουν την πατρίδα μου ωσάν απελπισμένην
έρημον βάρκαν. […]. Παρά προστάτας νάχωμεν.
Ανδρέας Κάλβος
Αγαπητό Α.Θ.
Παρακαλώ να δημοσιεύσεις τις ακόλουθες απόψεις μου, που αναφέρονται στο γνωστό πια πανελλήνια γεγονός της «μαζικής» επιχορήγησης των συγκαιρινών μας Ελλήνων διανοουμένων από το «ίδρυμα Φορντ».
1) Έχω τη γνώμη ότι επιβάλλεται η, σύντομη έστω, διαπραγμάτευση των ηθικών, ιδεολογικών και ψυχολογικών προβλημάτων, τα οποία έφερε στην επιφάνεια –και απασχολούν μεγάλη μερίδα την κοινής γνώμης– τόσο η πρωτοβουλία των ιθυνόντων του ιδρύματος Φορντ να περιλάβουν γενναιόψυχα και τους Έλληνες δημιουργούς υπό «τας χρυσάς πτέρυγας» της προστασίας τους, όσο και η σπουδή των διανοουμένων μας (πρεσβυτών και νεοσσών, καλλιτεχνών κι επιστημόνων, ατόμων και ομάδων) να ζητήσουν και να δεχτούν τη δωρεά. Πράγματι, θα ήτανε σωστή στραβωμάρα αν δεν βλέπαμε ότι τ’ αποτελέσματα των πράξεων τούτων βαραίνουν ιδιαίτερα στην πνευματική και κοινωνική ζωή του τόπου κι ότι τέτοιες πράξεις ενσαρκώνουν μια νέα αντίληψη για το ήθος και την ευθύνη του διανοούμενου. Είναι, δηλαδή, φανερό ότι δεν πρόκειται για ιδιωτικό ζήτημα, που αφορά τα «συμβαλλόμενα» μέρη, κι ότι τούτο συμβαίνει ανεξάρτητα από τις όποιες προθέσεις κι εξηγήσεις τους. Για τη σαφή κι ολοκληρωμένη αντίληψη του προβλήματος δεν αρκεί (παρά τη χρησιμότητά της) η άντληση πληροφοριών από ξενόγλωσσα έντυπα και η υιοθέτηση γενικών απόψεων για τις προθέσεις και τη διεθνή δραστηριότητα του Ιδρύματος Φορντ, άλλα πρωταρχικά χρειάζεται ή συγκεκριμένη κι ανεξάρτητη ανάλυση των δεδομένων που έχουμε στη διάθεσή μας. Κατά συνέπεια, ούτε οι ιερές προκαταλήψεις των επικριτών, ούτε οι «ειλικρινείς» εξομολογήσεις των πρωταγωνιστών έχουν ουσιαστική αξία — και αλλίμονο αν μετεωριστούμε ανάμεσά τους.
2) Ανάμεσα στις απρόβλεπτες συνέπειες από την ανατροπή ενός συγκεκριμένου συστήματος πολιτικών σχέσεων είναι, κατά κανόνα, και η συνήθως ανεπιθύμητη αποδέσμευση ατόμων και ομάδων διανοουμένων από συμφέροντα και σχέσεις, με τα οποία είχαν συμβιβαστεί και, το σημαντικώτερο, είχαν παγιδέψει τη σκέψη, την πρωτοβουλία και τη συνείδησή τους στο στενό ορίζοντα αυτού του συμβιβασμού. Η ανατροπή των πολιτικών σχέσεων, που ίσχυαν μέχρι το 1967, διετάραξε και την εξάρτηση των περισσότερων διανοουμένων από τους μέχρι τότε νομείς της εξουσίας και κατεστημένους φορείς του κομματικού ανταγωνισμού. Η σοβαρότερη μερίδα της βολεμένης διανόησης βρέθηκε ακούσια στην σκληρή και ηθικά πλεονεκτική θέση της σχετικής ανεξαρτησίας, γιατί χάνοντας υλικά προνόμια απαλλάχτηκε και από την στενή πολιτική ποδηγέτηση. Η εξάτμιση των παλινορθωτικών ονείρων της, με την πάροδο του χρόνου, από τη μια, και από την άλλη η απόλυτη ψυχολογική δυσκολία να ενταχθεί στις σχέσεις που διαμόρφωσε η «μεταπολίτευση», έτειναν να μονιμοποιήσουν την αδεσμευσία της διανόησης. Συνεπώς υπήρχε η πιθανότητα ώστε η νέα υλική θέση των διανοουμένων, μαζί με την βαθμιαία αποβολή των αυταπατών, να τους φέρει κοντά στην κατάσταση και τα προβλήματα των μονίμως αδικούμενων και ταπεινωμένων. Κατά ιστορική συγκυρία, ήτανε πράγματι δυνατό να μεταμορφωθούν σε συνειδητούς φορείς αληθινά λαϊκών προοπτικών ή τουλάχιστον, σε σοβαρούς εκφραστές βαθύτερων και κρισιμότερων προβλημάτων. Η προσέγγιση της διανόησης στην αληθινή ζωή του τόπου, και μάλιστα χωρίς τους παραμορφωτικούς φακούς της μικροπολιτικής, απόκτησε τη σημασία της μοναδικής διεξόδου και αποτέλεσε μέρος εντελώς αντικειμενικών διαδικασιών. Η προοπτική για την προσέγγιση αυτή έγινε πραγματικός εφιάλτης όχι τόσο των κορδωμένων χατζηαβάτηδων της επιφάνειας, όσο των έμπειρων και άγρυπνων κηδεμόνων της «ελευθερίας» και της «ησυχίας» μας. Έτσι έγινε αναπόδραστη η ανάγκη για το σβήσιμο αυτής της προοπτικής, πράγμα που μόνο με λεπτή και μελετημένη παρέμβαση μπορούσε να γίνει. Το ευφυές εγχείρημα της Φορντ, η ψυχολογημένη τεχνική του κι η γαλαντόμα διάθεση των διαχειριστών της, έφεραν αποτελέσματα και η συγκομιδή υπήρξε πλούσια.
3) Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία ψυχικού ρήγματος ανάμεσα στο λαό και στις ομάδες εκείνες της διανόησης, που, παρά το σχετικά πρόσφατο παρελθόν τους, φάνηκε πως συμμερίζονταν τη θέση και τις αγωνίες του. Η μεταμόρφωση των διανοουμένων σε προικοδοτούμενους και τροφίμους αλλοδαπών ιδρυμάτων εξουδετέρωσε τις δυνατότητες επικοινωνίας και διέλυσε το κλίμα εμπιστοσύνης ανάμεσά τους. Γιατί είναι απλή αλήθεια, βεβαιωμένη από την ιστορική πείρα και μεταπλασμένη σε κοινή συνείδηση, ότι οι οικονομικές παροχές σε άτομα και ομάδες από τα διάφορα ιδρύματα, ανεξάρτητα από την υποκειμενική προαίρεση του κάθε αποδέχτη της παροχής, αποβλέπουν σε σκοπούς πέρα από κείνους που αναφέρουν οι επίσημες ανακοινώσεις και ότι οι ελέω μικροπρονομιούχοι που παρουσιάζονται έτσι δεν αξίζουν την τιμή να τους εμπιστευθείς. Η αίτηση και η αποδοχή των χορηγήσεων από γνωστά και μη πρόσωπα του πνευματικού κόσμου, εκτός των άλλων, φανέρωσε την πανικόβλητη μέριμνα για το προσωπικό προνόμιο και την ανικανότητα να καταλάβουν την παγίδα στην οποία τους οδήγησαν, δηλαδή την απομόνωση από το ανθρώπινο περιβάλλον τους και την συνακόλουθη ιδεολογική και συνειδησιακή συρρίκνωσή τους. Η σύμπραξη στην πρωτοβουλία της Φορντ από τη μια και από την άλλη η κραυγαλέα καταγγελία των δραστών για τις «δεσμεύσεις», που αναλάβανε τάχα προσωπικά για να εξασφαλίσουν την εύνοια, αποτέλεσαν την θετική και την αρνητική προϋπόθεση για την ευόδωση των σχεδίων της Φορντ, δηλαδή την έκθεση, την απομόνωση και την πολιτική αχρήστευση της διανόησης. Με τον τρόπο αυτό δύο διαμετρικά αντίθετες στάσεις έγιναν την κρίσιμη ώρα, η μία εκούσια, η άλλη ακούσια, προωθητικοί παράγοντες του στόχου της Φορντ.
4) Οι χορηγοί του ιδρύματος Φορντ επιλέγουν τους «τυχερούς» μέσα από τις διάφορες αντιστασιακές λεγόμενες ομάδες. Τόσο προκλητική κι επίμονη είναι αυτή η εύνοια προς τους προοδευτικούς διανοούμενους, ώστε έγινε λαϊκό σκωπτικό αξίωμα η φράση: «Κάνεις αντίσταση—παίρνεις Φορντ». Αλλά εκτός από το λόγο που αναφέραμε παραπάνω (ότι η κατηγορία αυτή των διανοουμένων έμεινε χωρίς πολιτικούς κηδεμόνες και, συνεπώς, είναι επικίνδυνη) υπάρχει και η ανάγκη να οροθετηθεί η αντίθεση στις καταστάσεις που εν τω μεταξύ προέκυψαν. Και την ανάγκη αυτή μόνο οι «αντιστασιαζόμενοι» διανοούμενοι είναι σε θέση να την καλύψουν. Γιατί μόνο αυτοί μπορούν να πλάσουν τα υποκατάστατα εκείνα που κάνουν να ξεχνιέται το πραγματικό πρόβλημα και μας ανακουφίζουν από τις διάφορες πιέσεις. Άλλωστε, η απαγόρευση της ανοιχτής πολιτικής δραστηριότητας προκάλεσε την πολιτική φόρτιση της πνευματικής κι εκπολιτιστικής ζωής. Κάθε πρωτοβουλία κι εκδήλωση στον χώρο αυτό απόκτησε πολιτικό ενδιαφέρον, βρέθηκε σε στράτευση, γιατί αντικειμενικά δεν υπήρχε θέση για την ουδετερότητα. Κι αυτό το αποτέλεσμα υπήρξε απόρροια αντικειμενικών συγκυριών και δεν αναχαιτίστηκε ούτε από τη «γραμμή» για «αποχή» και «σιωπή». Έτσι, όμως, άνοιγαν οι ασκοί του Αιόλου και όλοι οι θεσμοί, όλες οι κοινωνικές σχέσεις, όλες οι στάσεις απέναντι στα μικρά και μεγάλα προβλήματα ήταν δυνατό να μπουν κάτω από την ανελέητη κριτική, πράγμα που θα συνεπέφερε νέες συνειδητοποιήσεις και πιθανά αποκρυσταλλώματα άλλου είδους. Αλλά, αντί να επιταχυνθεί και να βαθύνει η διαδικασία αυτή, επιχειρήθηκε το καναλιζάρισμα της αυθόρμητης ριζοσπαστικής τάσης και η διοχέτευση του ενδιαφέροντος στα κραυγαλέα μικροζητήματα και στους άγονους χώρους των «αντιστασιακών» απωθήσεων. Νοσταλγικοί εξωραϊσμοί του παρελθόντος, μεγαλόσχημα επαναστατικά αναμασήματα και άλλα γνωστά τέτοια κάλυψαν τον ορίζοντα, εμπόδισαν τη διαδικασία του προσανατολισμού και συγκρότησαν το αλλοπρόσαλλο σύμπαν των «αντιστασιαζομένων». Και είναι βέβαιο ότι όποιος βρίσκεται μέσα στη στεγανή σφαίρα αυτού του σύμπαντος, όσο κι αν έχει βολεμένη τη συνείδησή του, είναι ένας αχρηστευμένος πολίτης. Γιατί ο υποκατάστατος αυτός κόσμος που κατασκεύασαν οι διανοούμενοι (με δική τους ευθύνη κι έξοδα άλλων) δεν είναι τίποτα άλλο από πνευματικό γηροκομείο, από το οποίο τίποτα καινούργιο δεν πρόκειται να προκύψει. Και κάθε δολάριο που ξοδεύεται για την άνετη οικοδόμηση ενός τέτοιου έργου είναι απόλυτα δικαιωμένο.
5) Η καταφυγή σε ορισμένες αξίες στις ώρες των κρίσεων αποκτά μεγάλη σημασία. Ακριβώς τις ώρες αυτές κρίνεται η συνέπεια των πράξεων στις άνετες διακηρύξεις άλλων εποχών. Αλλά η εύκολη ένταξη στο εκτρεφόμενο από το ίδρυμα Φορντ κοπάδι, η απεγνωσμένη αναζήτηση μαικηνών και η αυθάδης τακτοποίηση των ιδίων αναγκών δείχνουν ότι «εμωράνθη το άλας της γης», ότι η κιβωτός των δημιουργημένων με βάσανα και αίμα αξιών της εθνικής και λαϊκής μας ζωής προσβλήθηκε από τα τρωκτικά, τους ταγούς της πνευματικής ζωής. Η χαμηλή συνείδηση της κοινωνικής ευθύνης, ο παρασιτικός χαρακτήρας και η προπέτικη ιδιοτέλεια τονίζουν τη φυσιογνωμία ευάριθμης κατηγορίας διανοουμένων (και πιστοποιούν την ηθική τους χρεοκοπία). Η υποβολή, για αναγνώριση από τους διαχειριστές της Φορντ, της όποιας δημιουργίας τους, και όχι η αυτοδύναμη λειτουργία του έργου τους μέσα στο κοινό. η εξασφάλιση από τα αμερικανικά χρήματα, και όχι η απήχηση του έργου, η μετατροπή του διανοούμενου σε ικέτη αιτησιογράφο, και όχι η αξιοπρεπής άρνηση της «προστασίας» _ ιδού οι τρόποι των καιρών μας. Με δεδομένη τούτη την «ευαισθησία» οδηγεί σε «πολυτελή σχολαστικισμό» η εξέταση για την προέλευση των χρημάτων με τα οποία συντηρούνται και χάρη στα οποία μπορούν και «συνεχίζουν» την δημιουργική τους ανάπτυξη οι διανοούμενοί μας.
6) Στο επίπεδο της ατομικής ψυχολογίας παρατηρούμε την εκδήλωση συμπλέγματος ενοχής στον τρόφιμο της Φορντ. Όταν φτάνει, ταπεινός αυτός ικέτης, στα απρόσιτα άδυτα των εκπροσώπων της Φορντ, από τη μια έχει παραμερίσει πολλούς ενοχλητικούς ενδοιασμούς και είναι πρόθυμος να διαβεβαιώσει για τις προθέσεις του (δηλ. είναι «ώριμος», που πάει να πει ότι έχουν συντελεστεί οι σχετικές συνειδησιακές αλλοιώσεις, χωρίς τις οποίες η αίτηση και η αποδοχή της δωρεάς είναι μια επονείδιστη πράξη) κι από την άλλη η μυωπία του τον εμποδίζει να αντιληφτεί τη μεγάλη παγίδα στην οποία πέφτει (με καλές ή κακές προθέσεις). Κι όταν φεύγει με τη βεβαιότητα της προσεχούς ικανοποίησής του, λευκός από «συμφωνίες» και «όρους», αλλά ολοκληρωτικά τυφλός ως προς την σημασία και το πολυσήμαντο της σύμπραξής του με την Φορντ, έχει ανοίξει λογαριασμούς με τον ίδιο του τον εαυτό. Μέσα στην επικοινωνία με το περιβάλλον του, στις κοινωνικές του σχέσεις, παρουσιάζονται τα συμπτώματα του «προβλήματός» του με φορτικότητα (που έχει χάσει το μέτρο της) και εμπιστευτικά (σα να μιλάει στον ίδιο τον εαυτό του) σας διαβεβαιώνει ότι «τους ξεγέλασε» (αυτός!), ότι «θα τους την φέρει» (εννοεί τους Αμερικανούς ιμπεριαλιστές), ότι είναι «καθαρότατος» (δεν έκανε παραχωρήσεις) και δεν ξεχνά να σας παροτρύνει ν’ ακολουθήσετε και σεις το παράδειγμά του, το μαγικό του τρόπο που συμβιβάζει τα ασυμβίβαστα. Η καταιγιστική ρητορεία του πραγματικά απευθύνεται στον χτεσινό εαυτό του, στη χτεσινή ανοιχτή συνείδησή του που την κολόβωσε η ιδιοτελής σωφροσύνη του και πάει να την παρηγορήσει με «λογικές» παραδοξότητες και με την άγρευση συνενόχων. Χαρακτηριστική αυτού του τελευταίου είναι η προτίμηση του να εμφανίζεται δημόσια, όταν είναι απαραίτητο, πάντοτε μαζί με άλλους «δωρεοδόχους». Έτσι διαμορφώνεται ο διχασμένος και αυτάρκης «τύπος», ο φουκαράς κράχτης στο κοπάδι της Φορντ, ο κατά κανόνα ανίκανος να δει κριτικά την πράξη του, ο «αντιστασιαζόμενος».
7) Παρά τα εγωιστικά πάθη και τις αμέτρητες μικρότητες, είναι πραγματική η τάση για συσπείρωση ανάμεσα στους «αναγνωρισμένους» από (ή και από) τη Φορντ. Ήδη σημειώσαμε την προτίμηση τους για κοινή εμφάνιση. Το πνεύμα αυτό της καστοποίησης (δυστυχώς δεν μπορεί να ονομαστεί διαφορετικά, γιατί δεν υπάρχει καμμιά αναφορά σε κοινές αρχές) έχει ήδη ορισμένες θετικές και αρνητικές εκδηλώσεις. Χορηγοί και επιχορηγούμενοι, κι ο καθένας για διαφορετικούς λόγους, έχουν χρέος να αποδείξουν ότι τα δολλάρια που διατεθήκανε δεν πήγαν στο βρόντο, αλλά απέδωσαν δημιουργικά. Για να δικαιωθούν ή για να διασκεδάσουν την απορία των τρίτων (και επειδή η κάθε ατομική υπόθεση κρίνεται ως ένα βαθμό από τη γενικώτερη απόδοση της πρωτοβουλίας), έχουν εξασφαλίσει μονοπωλιακούς όρους προβολής και αλληλολιβανίσματος. Πολύς θόρυβος και σπατάλη μελανιού γίνεται για δημόσιες υποκλίσεις και φιλοφρονήσεις ανάμεσά τους. Η αποδοχή της επιχορήγησης φέρνει σε δεύτερη θέση κάθε προηγούμενη σχέση, αμβλύνει άλλες αντιθέσεις και γίνεται ο κοινός παρονομαστής της νέας συνοχής και της αναγνώρισης. Η επιλογή και η πρόταση για κάποιο νέο υποψήφιο για τη χορηγία γίνεται με τη «γνωμάτευση και τη σύσταση» κάποιων παλαιμάχων του κύκλου, σύσταση που δημιουργεί ιδιαίτερους ψυχικούς δεσμούς — όλους σε αναφορά προς τον απρόσωπο προστάτη. Οι παρόμοιες διαδικασίες (φθοράς), η κοινή πηγή της ατομικής άνεσης και τα ίδια ψυχολογικά προβλήματα αποτελούν την πραγματική βάση της «αλληλεγγύης» και της αλληλοανοχής τους. Αλλά η παροχή σχέσεων, διευκολύνσεων και προνομίων μετατρέπεται σε περιφρόνηση κι εμπαθή άρνηση για όποιον αποτολμήσει να διαχωρίσει την ευθύνη του από το κοπάδι (υπήρξε μια τέτοια περίπτωση στην πόλη μας, εδώ στη Θεσσαλονίκη).
8) Μέχρι που μπορεί να φτάσει η εξαχρείωση των δολλαριοβόρων τροφίμων της Φορντ, το δείχνει το κείμενο της συνέντευξης του παρεπιδημούντος ομογενούς σκηνοθέτου του θεάτρου κ. Ν. Ψαχαρόπουλου, που πήρε και δημοσίευσε—με τον προφανή σκοπό να καμφθούν οι επιφυλάξεις («ορισμένοι αρνούνται να την δεχτούν», την υποτροφία) απέναντι στο ίδρυμα Φορντ και να εξοπλιστούν με επιχειρήματα οι εδώ απολογητές του—στην εφημερίδα «Τα Νέα» 22/5/72) ο κ. Γ. Κ. Πηλιχός. Αυτό το ασυνήθους θρασύτητας κείμενο δεν αρκείται στις δουλόφρονες ευχαριστίες προς την τροφό Φορντ, αλλά δικαιολογεί ακόμη και την πολεμική (στο Βιετνάμ) δραστηριότητά της. Ιδού τι αποφαίνεται ο κ. Ν. Ψ.: «Κατ’ αρχήν δεν είναι η Φορντ μονάχα που κερδίζει από τον πόλεμο. Όλες οι μεγάλες βιομηχανίες στην Αμερική κερδίζουν χρήματα από τον πόλεμο, αφού είναι υποχρεωμένες (δηλ. είναι υποχρεωμένες να κερδίζουν!) να παραστέκονται στο κράτος σε κατάσταση πολέμου. Συνεπώς, δεν είναι που η Φορντ επιζητά να κερδίσει σήμερα από τον πόλεμο του Βιετνάμ, αλλά ότι είναι υποχρεωμένη όπως και οι άλλες αμερικανικές βιομηχανίες να συμπαρασταθεί στο αμερικανικό κράτος που έχει εμπλακεί στον πόλεμο του Βιετνάμ (για χάρη των Αμερικανών εργατών προφανώς, αφού οι βιομηχανίες εξαναγκάζονται!). Τώρα αν (sic) είναι δίκαιος ή άδικος τούτος ο πόλεμος, αυτό είναι ένα άλλο ερώτημα κι άσχετο εντελώς (sic) με την Φορντ και την “υποτροφία” της». Με αυτές τις ασυνάρτητες σκέψεις οι ταλαίπωροι προστατευόμενοι της Φορντ προσπαθούν να δικαιολογήσουν την πράξη τους αλλά το μόνο που πετυχαίνουν είναι να φιλοτεχνούν την κακόγουστη ρεκλάμα των πολεμικών επιδόσεων του αμερικάνικου κατεστημένου. Μπλεγμένοι, με δική τους ευθύνη, στη διαλεκτική της ηθικής χρεωκοπίας φτάνουν στο τελευταίο σκαλί – στου κακού τη σκάλα. Άραγε τι να μας επιφυλάσσει ακόμα το μέλλον…
9) Μια άλλη όψη της θλιβερής αυτής ιστορίας είναι ότι εγκαθιστά τον εγχώριο μηχανισμό του ιδρύματος Φορντ –δηλ. την «Αμερικανική Υπηρεσία Πληροφοριών, δίδα Μυριβήλη» («Το Βήμα» 3-8-72, στήλη «Ρεπορτάζ αμέσου δράσεως»)– κριτή των πνευματικών αξιών του τόπου μας. Έτσι παρέχεται η «διευκόλυνση» σ’ ένα ξένο ίδρυμα (το οποίο, με την ευκαιρία, όχι μόνο τρέφεται με το αίμα που ρουφάει η Φορντ από κει που ξέρουν οι Πηλιχοί και Ψαχαρόπουλοι, άλλα έχει μετοχές σε πολλές άλλες ομογάλακτες επιχειρήσεις) να παρεμβαίνει στην πνευματική μας ζωή. Το τι αξίζει ή όχι, το τι πρέπει να ενισχυθεί ή όχι αποφασίζεται με βάση τις σκοπιμότητες της Φορντ, από τους ανθρώπους της Φορντ και με την ηθική κάλυψη των μικρονόων ιδιοτελών τροφίμων της. Δεν χρειάζεται φαντασία για να προβλεφτούν οι παραμορφώσεις των μεγεθών και οι εκφυλισμοί των αξιών. Από τα τώρα βλέπουμε να ανακηρύσσονται προικισμένοι και άξιοι λογοτέχνες, ζωγράφοι, σκηνοθέτες κ.λπ. άτομα, που επί σειρά ετών δεν παρουσίασαν τίποτε και είναι άγνωστοι έξω από τους τοίχους των σαλονιών όπου συχνάζουν, ενώ άλλοι (που δε δέχονται την προστατευτική θωπεία της Φορντ, και ακριβώς γι’ αυτό) αμφισβητούνται, συκοφαντούνται, περιλαμβάνονται στη «συνωμοσία σιωπής».
10) Τέλος, ένας γενικότερος συσχετισμός είναι απαραίτητος. Βρισκόμαστε μπροστά στο εξής παράδοξο φαινόμενο: εκείνοι που διακηρύσσουν (ειλικρινώς ή υποκριτικά) την ανάγκη για την πολιτική κ.λπ. αποδέσμευση της χώρας από τις κηδεμονίες των ξένων και φιλολογούν «περί διευκολύνσεων κι ελλιμενισμών», εμπεδώνουν την κηδεμονία, την εξάρτηση και την επέμβαση των ξένων στους πιο νευραλγικούς τομείς της εθνικής μας ζωής, στην εθνική ψυχή, εκεί απ’ όπου δεν φτάνει να την βγάλει μια απόφαση. «Αν άλλοι χτίζουν φυλακές, τούτοι χαλκεύουν αλυσίδες, θολώνουν τα μυαλά και νοθεύουν τις συνειδήσεις». Αυτά, και σας ευχαριστώ.
Δ. Φ. Ελευθερίου
40 Εκκλησίες,
Θεσσαλονίκη, 16 Αυγούστου 1972
***
Η δύσκολη ζωή ενός Έλληνα
Συγγραφέας: Βασίλης Ραφαηλίδης
Άρδην τ. 56
Η συνεργασία με το Ίδρυμα Φορντ*
Να ζει κανείς ή να μη ζει; Το δίλημμα του Άμλετ έγινε διάσημο, γιατί επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Μια απ’ αυτές θα μπορούσε να είναι: Εμείς οι άνθρωποι, τα τελειότερα έμβια όντα, που βρεθήκαμε, πεταγμένοι ανάμεσα στα άλλα έμβια όντα αυτού του πλανήτη, μήπως θα ’πρεπε να επιβεβαιώσουμε την τελειότητά μας αυτοκαταργούμενοι ως έμβια όντα;
Ο καλός χριστιανός Σαίξπηρ δεν είναι υπέρ της αυτοκτονίας. Εντούτοις, ο ευγενέστερος των σαιξπηρικών ηρώων, ο πρίγκιπας Άμλετ, έχει σαφώς αυτοκτονικές τάσεις. Παραείναι ευαίσθητος και τίμιος για να μπορεί να ζήσει στα βρόμικα ανάκτορα του Ελσινόρ, τα γεμάτα αίμα και προδοσία. Ωστόσο, δεν αυτοκτονεί. Σκοτώνεται σ’ εκείνη τη φοβερή μονομαχία με τον Λαέρτη, τον αδερφό της Οφηλίας. Όμως, θα μπορούσε και να μη σκοτωθεί αν ήταν περισσότερο συμβιβαστικός. Άρα, στο θάνατο τον οδήγησε η ηθική του απολυτότητα και η αδυναμία προσαρμογής στο βρόμικο περιβάλλον. Βέβαια, ο Άμλετ πριν πεθάνει σκοτώνει το δολοφόνο του, αλλά η κατά λάθος ανταλλαγή των ξιφών, αμέσως μετά το χτύπημα που του δίνει ο Λαέρτης με το δηλητηριασμένο ξίφος, δεν είναι παρά ένα δραματουργικό τέχνασμα αυτομάτου αποδόσεως δικαιοσύνης. Ο δολοφόνος δολοφονείται από το δικό του δηλητήριο, που ωστόσο πρόλαβε και έκανε τη δουλειά για την οποία προοριζόταν. Ο Άμλετ χτυπάει τον Λαέρτη με το δηλητηριασμένο ξίφος του Λαέρτη, λίγα δευτερόλεπτα πριν τον σκοτώσει το δηλητήριο του Λαέρτη, που ήδη τον σκοτώνει τη στιγμή που σκοτώνει τον Λαέρτη. Αυτή η σκηνή του ταυτόχρονου θανάτου δύο ανθρώπων, που ήταν φίλοι πριν τους μπλέξουν και τους δυο οι δολοπλόκοι, είναι το πιο μεγαλοφυές σχόλιο που θα μπορούσε να βρει κανείς σε ολόκληρη την παγκόσμια φιλοσοφία πάνω στην τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Λοιπόν, να ζει κανείς ή να μη ζει; Να ζει αλλά να είναι πάντα έτοιμος να πεθάνει ακόμα κι από τα χτυπήματα των φίλων. Κανείς δεν μπορεί να επισημάνει τα τεχνάσματα του Χάρου. Μπορεί να σου δώσει ραντεβού εδώ και να σε συναντήσει στη Σαμαρκάνδη από δικό σου λάθος, όπως σ’ εκείνο το τρομερό διήγημα του Χόρχε Λουίς Μπόρχες.
Όταν το τραγικό, που συνίσταται στην επενέργεια πάνω σου δυνάμεων που σε ξεπερνούν, εκπίπτει σε ευτελές, αντικαθίσταται αυτόματα από το κωμικό. Αυτό περίπου έπαθα κι εγώ κατά την εμπλοκή μου με το Ίδρυμα Φορντ.
Σχεδόν όλοι αντιμετώπισαν τη συνεργασία με τους Αμερικάνους ενός κομμουνιστή, που πριν από λίγο βρισκόταν στη φυλακή για τις ιδέες του, σαν τραγωδία στην ευγενέστερη περίπτωση και σαν κυνισμό στη χειρότερη. Όμως, δεν ήταν ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Ήταν μια συνεπής εφαρμογή της μαρξιστικής αρχής, σύμφωνα με την οποία το χρήμα από μόνο του, νοούμενο ως αντικείμενο, τοποθετείται πέραν του καλού και του κακού. Γίνεται καλό ή κακό ανάλογα με το ήθος αυτού που το κρατάει στα χέρια του κι όχι αυτού που το δίνει. Η χρήση του χρήματος, που στην κυριολεξία σημαίνει «χρήσιμο πράγμα», είναι αυτή που μεταθέτει στο χώρο της ηθικής τούτο το πέραν της ηθικής τοποθετούμενο αντικείμενο.
Άρα, δεν υπάρχει βρόμικο χρήμα καθαυτό. Υπάρχουν μόνο βρόμικοι άνθρωποι που έχουν βρόμικες σχέσεις με το χρήμα.
Τα χρήματα του Ιδρύματος Φορντ βρίσκονταν στα δικά μου χέρια. Συνεπώς τα δικά μου χέρια έπρεπε να κοιτάξουν για να δούνε αν το «βρόμικο αμερικάνικο χρήμα» συνέχιζε να παραμένει βρόμικο.
Αλλά, αυτά είναι ψιλά γράμματα για τους κατ’ ουσίαν πέραν της ηθικής ηθικολογούντες ανοήτως, που δεν τολμούν να πιάσουν στα χέρια τους «βρόμικο χρήμα», αφενός γιατί δεν ξέρουν πως κάθε χρήμα, απ’ οπουδήποτε κι αν προέρχεται, είναι εξ ορισμού βρόμικο, αφού συγκεκριμενοποιεί την παρακρατημένη υπεραξία της δουλειάς, και αφετέρου γιατί δεν είναι καθόλου σίγουροι για το ηθικό τους ποιόν. Είναι έτοιμοι να καταρρεύσουν κάτω από τον πειρασμό του χρήματος.
Αυτά περίπου έλεγα σ’ ένα κείμενό μου με τον τίτλο «Αστική ηθικολογία και Ίδρυμα Φορντ», δημοσιευμένο στο πολύ καλό περιοδικό του Γιάννη Τζαννετάκου Προσανατολισμοί το 1973, λίγο μετά την αποχώρησή μου τόσο από το περιοδικό Σύγχρονος Κινηματογράφος, όσο και από την αστική εταιρεία «Σύγχρονος Κινηματογράφος», που και τα δυο ήταν δικά μου δημιουργήματα.
Το εν λόγω κείμενο έκανε πάταγο σε μια εποχή που όλοι ούρλιαζαν ανοήτως για το Ίδρυμα Φορντ, που στην διάρκεια της χούντας είχε γίνει το κόκκινο πανί που τραβούσε πάνω του όλους τους αριστερούς ταύρους. Που, εδώ που τα λέμε, ήταν περισσότερο ταύροι και λιγότερο αριστεροί.
Έπεσαν απ’ τα σύννεφα όταν είδαν έναν άνθρωπο να ομολογεί καθαρά πως συνεργάστηκε με τους Αμερικανούς εν πλήρει επιγνώσει των κινδύνων και εν πλήρει γνώσει τού τι ακριβώς είναι το Ίδρυμα Φορντ, ο ρόλος του οποίου σε μερικές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στην Ινδοκίνα, όπου λιάνισαν τους κομουνιστές με χρήματα αυτού του Ιδρύματος, ήταν πέρα για πέρα βρόμικος.
Όμως, εκεί ο ρόλος της Φορντ ήταν βρόμικος όχι γιατί ήταν βρόμικο εξ ορισμού το Ίδρυμα Φορντ, αλλά διότι ήταν βρόμικα τα χέρια που έπιασαν τα χρήματα του ιδρύματος Φορντ.
Που όταν θέλει να κάνει βρόμικες δουλειές, διαλέγει βρόμικα χέρια. Αυτό είναι όλο και είναι πολύ απλό.
Ο καλός δημοσιογράφος Κώστας Χατζηαργύρης, πολύ γνωστός από την εμπλοκή του στην υπόθεση Πολκ και γνώστης ως εκ τούτου της αμερικανικής δολιότητας, ζήτησε να με γνωρίσει όταν διάβασε το κείμενό μου στο περιοδικό του δικηγόρου Τζαννετάκου, που αργότερα θα γίνει πολύ γνωστός σαν ραδιοσχολιαστής και διευθυντής ραδιοφωνικών σταθμών.
Μου ζήτησε συγνώμη για τους πολλούς λιβέλους που είχε ήδη γράψει και εναντίον μου και εναντίον όλων όσοι δέχθηκαν τα «γκραντ», όπως έλεγαν τις χορηγίες του Ιδρύματος Φορντ. Δεν ήξερε, λέει, πως εγώ προσωπικά διαχειριζόμουν τα χρήματα της επιχορήγησης του «Σύγχρονου Κινηματογράφου» από το ίδρυμα Φορντ.
Το ποσό ήταν σημαντικό. Τρία εκατομμύρια δραχμές της εποχής. Τόσο σημαντικό, που μ’ αυτά τα χρήματα γυρίσαμε δέκα μικρού μήκους ταινίες, συμμετείχαμε στην παραγωγή δύο μεγάλου μήκους ταινιών, μιας της Τώνιας Μαρκετάκη και μιας του Κώστα Σφήκα και, το σημαντικότερο, αγοράσαμε μια πλήρη σειρά ακριβών μηχανημάτων που χρειάζονται για το γύρισμα της ταινίας.
Μ’ άλλα λόγια, η αστική (μη κερδοσκοπική) εταιρεία «Σύγχρονος Κινηματογράφος», δημιούργημα του περιοδικού Σύγχρονος Κινηματογράφος, ήταν μια απόπειρα συγκρότησης ενός Κέντρου Κινηματογράφου με ιδιωτική πρωτοβουλία, σε μια εποχή που το κράτος ούτε καν διανοούνταν πως θα ήταν δυνατόν να φτιάξει κάτι τέτοιο.
Το Κρατικό Κέντρο Κινηματογράφου, που υπάρχει σήμερα, έχει τέτοια χάλια, που δεν τα είχε ούτε το στοιχειώδες δικό μας Κέντρο, ας το πούμε έτσι. Που όμως δεν πρόλαβε να αναπτυχθεί με τα λεφτά που υποτίθεται πως θα παίρναμε από τη Φορντ συνεχώς, και θεωρητικά επ’ άπειρον.
Εγώ σχεδίασα και εγώ οργάνωσα αυτή τη δουλειά. Εγώ και μόνο εγώ έχω την ευθύνη της συνεργασίας με του Αμερικανούς. Τα άλλα 33 μέλη της εταιρείας δεν έβαλαν την υπογραφή τους στα συμβόλαια με τη Φορντ.
Τα πράγματα έγιναν ως εξής. Το περιοδικό Σύγχρονος Κινηματογράφος φυτοζωούσε και ο Γιώργος Χατζόπουλος, διευθυντής των εκδόσεων Κάλβος που το πατρονάριζε, είχε αρχίσει να μας κάνει τη ζωή πολύ δύσκολη.
Πάνω εκεί, έρχεται ο φίλος Παντελής Βούλγαρης που ήδη είχε πάρει προσωπικό «γκραντ», όπως και ο Αγγελόπουλος, όπως και ο Σφήκας και ένα σωρό άλλοι, τόσο από το χώρο του κινηματογράφου όσο και από άλλους χώρους, και μου λέει πως θέλει να με δει ο Κωστής Σκαλιώρας, κινηματογραφικός κριτικός στην εφημερίδα «Το Βήμα», όπου θα τον αντικαταστήσω αργότερα.
Πάω στο σπίτι του Κωστή και μου λέει αν θέλω να μεσολαβήσει στην Καίτη Μυριβήλη, εκπρόσωπο στην Ελλάδα του Ιδρύματος Φορντ, που έμενε σ’ ένα διαμέρισμα του Σκαλιώρα.
Με ξάφνιασε η πρόταση. Του είπα πως πριν απαντήσω έπρεπε πρώτα να κουβεντιάσω με τους άλλους. Είχα στο νου μου καταρχήν τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, αλλά και τους κομματικούς συντρόφους, τη σύμφωνη γνώμη των οποίων ήθελα να έχω.
Ο Αγγελόπουλος ήταν κατηγορηματικά υπέρ, ενώ οι σύντροφοί μου είπαν να σταθμίσω εγώ τα πράγματα και να πάρω εγώ προσωπικά την ευθύνη για μια τόσο επικίνδυνη, όπως τη χαρακτήρισαν, συνεργασία.
Πήρα, λοιπόν, την ευθύνη και πήγα στο σπίτι της Καίτης Μυριβήλη για μια πρώτη γνωριμία. Με εντυπωσίασε πολύ τόσο το πάθος της όσο και η γοητεία της, αλλά δυσκολευόμουν να καταλάβω το φανατικό φιλοαμερικανισμό της, σε μια εποχή μάλιστα που όλοι ξέραμε το ρόλο των Αμερικανών στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας.
Βλέποντάς με διστακτικό, ξεχνάει το σκοπό της επίσκεψής μου, που ήταν η χρηματοδότηση του περιοδικού Σύγχρονος Κινηματογράφος, και αντιπροτείνει ένα προσωπικό γκραντ, είτε για να γράψω την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, είτε για να πάω για τρία χρόνια στην Αμερική για να μελετήσω τον αμερικάνικο κινηματογράφο στο Χόλιγουντ.
Με διέλυσε τούτη η άκρως δελεαστική πρόταση. Ήμουν έτοιμος να πω ναι, και την άλλη κιόλας μέρα να πάρω δρόμο για το Χόλιγουντ ως υπότροφος του ιδρύματος Φορντ. Ωστόσο, διατήρησα την ψυχραιμία μου και, ύστερα από τρία λεπτά αμηχανίας και συνειδησιακών διλημμάτων, απορρίπτω την πρόταση για προσωπικό γκραντ και επανέρχομαι στο σκοπό της επισκέψεώς μου, το συλλογικό γκραντ για την ομάδα του Σύγχρονου Κινηματογράφου.
Περιττό να πω πως ύστερα από δυο χρόνια, όταν όλα πήγαν κατά διαβόλου, χτυπούσα το κεφάλι μου στον τοίχο που έχασα την εντελώς μοναδική ευκαιρία να πάω στο Χόλιγουντ και να ζήσω εκεί τρία χρόνια. Πίστευα πολύ στη συλλογική δουλειά, ο βλαξ.
Δεν είχα συνείδηση τότε πως πρέπει και οι άλλοι να πιστεύουν στη συλλογική δουλειά για να υπάρξει συλλογική δουλειά. Και από τότε που καταστράφηκε αυτό το μεγαλόπνοο σχέδιο, δεν ασχολήθηκα ποτέ πια στα σοβαρά με συλλογικές δραστηριότητες. Η απογοήτευση ήταν πλήρης, ολική, ριζική, απόλυτη. Είχε αποτύχει το πιο δύσκολο εγχείρημά μου, η πιο φιλόδοξη προσπάθειά μου. Θα σας πω πώς.
Το ίδρυμα Φορντ δεν μπορούσε να δώσει λεφτά σε ομάδα, αν αυτή δεν είχε ένα συγκεκριμένο έργο πίσω της.
Ο υποδιευθυντής του Ιδρύματος Φορντ, Μακ Νιλ Λόουρι, που συνάντησα, ήταν κατηγορηματικός επ’ αυτού. Εμείς είχαμε, βέβαια, το περιοδικό, όμως το περιοδικό ήταν ΕΠΕ, δηλαδή κερδοσκοπική επιχείρηση κι ας μην έβγαζε φράγκο.
Αλλά η Φορντ δεν έδινε λεφτά σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Άρα έπρεπε να φτιάξουμε μια μη κερδοσκοπική. Όμως, αν την ιδρύαμε τώρα, έπρεπε να περιμένουμε τρία χρόνια για να μπορέσουμε να ζητήσουμε λεφτά από τη Φορντ. Πάω στην εφορία και τους λέω το και το. Δώστε μας μια βεβαίωση που να λέει πως δεν είμαστε κερδοσκοπική επιχείρηση διότι έτσι κι έτσι.
Άλλωστε, έτσι κι αλλιώς ξέρετε πως κατ’ ουσίαν δεν είμαστε κερδοσκοπική επιχείρηση. Εντάξει, μου λέει ο έφορος, θα ’ρθει κάποιος να κάνει έλεγχο. Έρχεται ο κύριος και στρώνεται στο μίζερο γραφείο μας, στην οδό Αναξαγόρα, τέσσερις μέρες.
Μπα, λέω, τι διάολο παιδεύεται τόσες μέρες με τρία μπακαλοτέφτερα. Την τέταρτη μέρα καταλαβαίνω επιτέλους. Και την πέμπτη ημέρα του ευσυνείδητου ελέγχου, του βάζω με τρόπο στο βιβλίο δούναι και λαβείν είκοσι χιλιάδες δραχμές της εποχής.
Σε δέκα λεπτά είχα το πιστοποιητικό που περίμενε η Φορντ. Ήταν μια καθαρή, σιωπηρή συναλλαγή. Η δουλειά έγινε χέρι με χέρι. Εν τη παλάμη και ούτω βοήσομεν. Και βροντήξομεν το ελληνικότατο πιστοποιητικό στους Αμερικανούς, που ήξεραν τη βρωμιά που έκανα και δεν έφεραν καμία αντίρρηση.
Όλοι στο «Σύγχρονο Κινηματογράφο» ήξεραν με ποιον καθαρά ελληνικό τρόπο πήρα το πιστοποιητικό. Λέω ελληνικό, όχι γιατί ήμουν κι εγώ Έλληνας αλλά διότι ο εφοριακός παραήταν Έλληνας ο άτιμος, από τους πιο γνήσιους Έλληνες που θα μπορούσαν να υπάρξουν. Και όταν ήρθαν τα λεφτά, ζήτησα να μου δώσουν τις είκοσι χιλιάδες της δωροδοκίας.
Πώς θα τα δικαιολογήσουμε, λέει ο τυπικότατος Παύλος Ζάννας. Θα μας κάψεις, συμπληρώνει ο καλός μου φίλος Κωστής Σκαλιώρας. Δεν είναι δυνατόν, λέει ο πάντα ήπιος Σωτήρης Δημητρίου, πρόεδρος της εταιρείας.
Ο άλλος καλός μου φίλος, ο Κώστας Σταματίου, έκανε την πάπια. Ενώ ο Αγγελόπουλος είχε σοβαρότερα πράματα να κάνει, γύριζε την «Αναπαράσταση», και δεν ασχολούνταν με την εταιρεία.
Ναι, αλλά εγώ ήμουν ο διευθύνων σύμβουλος. Εγώ κρατούσα το καρνέ με τις επιταγές, εγώ έκανα τις πληρωμές. Βλέποντας τον αστικό καθωσπρεπισμό εν πλήρει δράσει, υπογράφω κι εγώ μια επιταγή στο όνομά μου, βάζω τον πρόεδρο να συνυπογράψει πριν γράψω το όνομά μου και πάω και την εισπράττω.
Μου τα χρωστούσαν και έπρεπε να τα πάρω. Τράβηξα όλη την μπόρα, φορτώθηκα ολομόναχος όλη τη μομφή της συνεργασίας με τους Αμερικάνους και τώρα σκόνταφτα στον αστικό καθωσπρεπισμό, για να μην πω τίποτα άλλο και θίξω σοβαρούς κυρίους.
Καλά έκανα που υπέγραψα το συμβόλαιο με τη Φορντ, καλά έκανα που δωροδόκησα τον εφοριακό – κακά έκανα που ζήτησα τα χρήματα της δωροδοκίας! Αϊ, σιχτίρ κύριοι..
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής» στις 20/10/1991
***
Σημαντική απουσία στην έκθεση «Τα χρόνια της αμφισβήτησης»
Σαν να ξεχάστηκε το Ιδρυμα Φορντ...
Της ΦΑΝΗΣ ΠΕΤΡΑΛΙΑ*
Αναμφίβολα, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η έκθεση «Τα χρόνια της αμφισβήτησης - Η Τέχνη του 1970 στην Ελλάδα», η οποία, οργανωμένη από το ΕΜΣΤ, παρουσιάστηκε στη νέα πτέρυγα του Μεγάρου Μουσικής.
Δεν θα αναφερθώ ούτε στα θετικά ούτε στα αρνητικά που τη χαρακτήρισαν. Θα περιοριστώ στην επισήμανση της απουσίας μιας, έστω και ελάχιστης, αναφοράς στο ρόλο που το Ιδρυμα Φορντ έπαιξε στα πολιτιστικά -και όχι μόνον- πράγματα του τυραννισμένου τότε τόπου μας.
Ούτε λέξη, τόσο στον κατάλογο όπου γίνεται λόγος για «Τέχνη και Πολιτική», για «Τέχνη και Κοινωνία», όσο και στο Χρονολόγιο, το οποίο αναρτημένο στην είσοδο μας πληροφόρησε για τα όσα σημαντικά συνέβησαν στο χώρο της Τέχνης εκείνα τα χρόνια. Σ' αυτή την έκθεση, όπως σημείωσε στη στήλη του εικαστικής κριτικής ο Χάρης Καμπουρίδης, «ο χρηματοδοτούμενος εκμοντερνισμός από το Ιδρυμα Φορντ αποσιωπάται».
Ούσα από εκείνους οι οποίοι εξακολουθούν να επιμένουν στην πολυσήμαντη σημασία του φαινομένου «χορηγίες του Φορντ στην επταετία» και πιστεύοντας ότι η Ιστορία, όταν γράφεται, πρέπει να γράφεται χωρίς κενά, επισημαίνω -με αρκετά μάλιστα ερωτηματικά- την παράλειψη. Αλλωστε, από τις στήλες τής «Ε» είχα και παλαιότερα ασχοληθεί με το θέμα. Και τώρα, με αφορμή αυτή την οπωσδήποτε σημαντική έκθεση, επανέρχομαι. Ξαναθυμάμαι και ξαναγράφω:
Φλας μπακ στις αρχές της δεκαετίας του '70. Οι συνταγματάρχες κυρίαρχοι, φυλακές, βασανιστήρια, λογοκρισία, διεθνής απομόνωση, ασφυξία. Απροκάλυπτος ο αντιαμερικανισμός του ελληνικού λαού. Και το Ιδρυμα Φορντ, «φιλότεχνο» και «φιλελεύθερο» -«το άλλο πρόσωπο της Αμερικής», όπως χαρακτηριζόταν από έγκριτους δημοσιογράφους- να εφορμά χωρίς ενδοιασμούς.
Με ορμητήριο την αμερικανική πρεσβεία, είχε ενσκήψει παράλληλα με τη χούντα και είχε κατορθώσει το ακατόρθωτο: Με κόστος ελάχιστο να δημιουργήσει άλλοθι και να προπαγανδίσει επιτυχώς υπέρ των ΗΠΑ. Μοιράζοντας χρήματα σε καλλιτέχνες και πνευματικούς ανθρώπους που εμφανώς αποστρέφονταν το καθεστώς: συγγραφείς, ζωγράφους, γλύπτες, ποιητές, σκηνοθέτες, μουσικούς, ακαδημαϊκούς, δασκάλους, εκδότες, κάθε λογής δημιουργούς και διανοούμενους. Οι οποίοι, για να εκπληρούν τους όρους, έπρεπε να είναι διακεκριμένοι, προοδευτικοί και, ει δυνατόν, αντιφρονούντες. Μέχρι και τα αντιστασιακά «Δεκαοχτώ Κείμενα» ψιθυριζόταν ότι είχε βρει τρόπο να «υποστηρίξει».
Γιατί όλοι αυτοί ενέδιδαν; Αλλοι γιατί ίσως είχαν ελαφριά τη συνείδηση, άλλοι από άγνοια, άλλοι από πραγματική ένδεια. Το σίγουρο είναι ότι όλοι το έκρυβαν.
Η διαδικασία ήταν η εξής: Κάποιος απότην ηγεσία του Ιδρύματος ή ένας ήδη «μυημένος» έκανε διακριτικά την προσέγγιση, ακολουθούσε η αίτηση, η απάντηση και τέλος η επιταγή (300.000 δραχμές) ή κάποιες φορές μια υποτροφία στο εξωτερικό. Υποτίθεται ότι όλα γίνονταν με μεγάλη μυστικότητα ενώ τεχνηέντως τα ονόματα διέρρεαν, σμπαραλιάζοντας νεύρα, προκαλώντας ντροπή, ενοχές. Και το κυριότερο, απομυθοποιώντας μύθους, ανθρώπους, πρότυπα, αξίες. Ο κατάλογος από στόμα σε στόμα, μέρα με τη μέρα, μάκραινε.
Ενώ παράλληλα ξεσπούσε ένας καταστροφικός πόλεμος στην κοινωνία των ανθρώπων της Τέχνης και της διανόησης. Ενας σκληρός, διχαστικός πόλεμος, μεταξύ εκείνων που έλεγαν το «ναι» και των άλλων που υποστήριζαν το «όχι».
Ανάμεσα σε εκείνους που ύψωσαν θαρραλέα φωνή καταγγελίας, ο σκηνοθέτης Γιώργος Μιχαηλίδης, η Μαριέττα Ριάλδη, ο Στέφανος Ληναίος, οι εκδότες Γιώργος Χατζόπουλος και Λεωνίδας Χρηστάκης, ο Κώστας Χατζηαργύρης. Από μακριά ο Κώστας Γαβράς, που από το Παρίσι μάς έστελνε το στρατευμένο αμερικανικό περιοδικό «Ramparts», μας αποκάλυπτε τη δράση μιας τρομακτικής διεθνούς συνωμοσίας τής CIA, η οποία στοχεύοντας σε καλλιτέχνες και διανοούμενους, με όχημα το Ιδρυμα Φορντ και πρόσχημα τα ευγενέστερα των ιδανικών, σκόρπιζε χρήματα ανά την υφήλιο, εξασφάλιζε ανοχή και έφτανε να προετοιμάζει μέχρι και πραξικοπήματα τύπου Ινδονησίας, με 600.000 σφαγιασθέντες ανθρώπους. Είχαμε συγκλονιστεί.
Η Λιλή Ζωγράφου, τον Γενάρη του '73, απηύθυνε προς το δραστήριο αντιπρόεδρο του Ιδρύματος Μάικλ Λάστρι (ο οποίος είχε δημόσια επιτεθεί στον Αλέξη Μινωτή) την ακόλουθη ανοιχτή επιστολή:
«Εξι χρόνια τώρα κυκλοφορείτε αόρατος ανάμεσά μας. Προσεγγίσατε, παρασύρατε, υποσχεθήκατε, βάλατε σε πειρασμό, κλονίσατε συνειδήσεις, γκρεμίσατε υπολήψεις. Πώς; Μοιράζοντας λεφτά, ταξίδια και υποσχέσεις για ένα απώτερο μέλλον. Και όλο και μεγάλωνε η λίστα. Χρειαζόσασταν ονόματα. Ηχηρά. Και έντιμα. Και συμβολικά για το πλήθος. Πολύτιμα και αναγκαία για τη μαζική συνείδηση. Ολους που είχαν ή που θα μπορούσαν να αναπτύξουν ένα σύστημα, τους περάσατε από την προκρούστεια φορντιανή οικονομική χορηγία. Ολα κάτω. Να μη βρούμε τίποτα όρθιο την ώρα της Κρίσης. Γιατί το ξέρετε ότι η κρίση θα έρθει...».
Ποτέ δεν τους μάθαμε όλους όσοι αρνήθηκαν τα αργύρια από τα φανερά «μυστικά κονδύλια» της αμερικανικής πρεσβείας εκείνης της εποχής. Το σίγουρο είναι ότι ανάμεσά τους ήταν ο Ανδρέας Φραγκιάς, ο Σάκης Καράγιωργας (ο οποίος τα επέστρεψε) και ο Μανόλης Αναγνωστάκης.
* Δημοσιογράφος, μέλος του Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ
***
7. Κασσάνδρα
Εξι χρόνια τώρα κυκλοφορείτε αόρατος ανάμεσά μας. Προσεγγίσατε, παρασύρατε, υποσχεθήκατε, βάλατε σε πειρασμό, κλονίσατε συνειδήσεις, γκρεμίσατε υπολήψεις. Πώς; Μοιράζοντας λεφτά, ταξίδια και υποσχέσεις για ένα απώτερο μέλλον. Και όλο και μεγάλωνε η λίστα. Χρειαζόσασταν ονόματα. Ηχηρά. Και έντιμα. Και συμβολικά για το πλήθος. Πολύτιμα και αναγκαία για τη μαζική συνείδηση. Ολους που είχαν ή που θα μπορούσαν να αναπτύξουν ένα σύστημα, τους περάσατε από την προκρούστεια φορντιανή οικονομική χορηγία. Ολα κάτω. Να μη βρούμε τίποτα όρθιο την ώρα της Κρίσης. Γιατί το ξέρετε ότι η κρίση θα έρθει....
Λιλή Ζωγράφου, Ανοιχτή Επιστολή στον McNeil Lowry, αντιπρόεδρο, Ίδρυμα Ford στην Ελλάδα, Ιανουάριος 1973.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.