Κωνσταντίνος Καβάφης
Αλεξάνδρεια, Αίγυπτος, 29 Απριλίου 1863 - 29 Απριλίου 1933 Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 10.V.1983 (Μολύβι και κερομπογιά, 41,5χ32 εκ. / Με κορνίζα 58χ44 εκ.)
Αφορμή το Έτος Καβάφη (1983): 120 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή, 50 χρόνια από το θάνατο του Ποιητή
Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ
ΕΝ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΙΚΙΑ, 200 π.Χ.
Ότι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’ ευχήν στην Αποικία
δεν μέν’ η ελαχίστη αμφιβολία,
και μ’ όλο που οπωσούν τραβούμ’ εμπρός,
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Αναμορφωτή.
Όμως το πρόσκομμα κ’ η δυσκολία
είναι που κάμνουνε μια ιστορία
μεγάλη κάθε πράγμα οι Αναμορφωταί
αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ
δεν τους χρειάζονταν κανείς). Για κάθε τι,
για το παραμικρό ρωτούνε κ’ εξετάζουν,
κ’ ευθύς στον νου τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
με την απαίτησι να εκτελεσθούν άνευ αναβολής.
Έχουνε και μια κλίσι στες θυσίες.
Παραιτηθείτε από την κτήσιν σας εκείνη·
η κατοχή σας είν’ επισφαλής:
η τέτοιες κτήσεις ακριβώς βλάπτουν τες Αποικίες.
Παραιτηθείτε από την πρόσοδον αυτή,
κι από την άλληνα την συναφή,
κι από την τρίτη τούτην: ως συνέπεια φυσική·
είναι μεν ουσιώδεις, αλλά τι να γίνει;
σας δημιουργούν μια επιβλαβή ευθύνη.
Κι όσο στον έλεγχό τους προχωρούνε,
βρίσκουν και βρίσκουν περιττά, και να παυθούν ζητούνε·
πράγματα που όμως δύσκολα τα καταργεί κανείς.
Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τί απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική. ‒
Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Αποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.
Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Β΄ (1919-1933), ΙΚΑΡΟΣ, 1982 (σελ. 66-67)
Γιάννης Ρίτσος
1 Μαΐου 1909, Μονεμβασιά - 11 Νοεμβρίου 1990, Αθήνα
Σχέδιο (2ο από 4 του Ρίτσου), Μπάμπης Ζαφειράτος, 10.V.2015 (Μελάνι, 29χ21 εκ.)
Γιάννης Ρίτσος
ΠΕΡΙ ΜΟΡΦΗΣ
Είπε: «Η μορφή δεν εφευρίσκεται μήτε επιβάλλεται·
εμπεριέχεται στην ύλη της κι αποκαλύπτεται κάποτε
στην κίνησή της προς την έξοδο». Κοινοτοπίες, είπαμε,
αοριστολογίες – τί αποκαλύψεις τώρα; Αυτός δε μίλησε άλλο·
έκλεισε το σαγόνι του μέσα στα δυο του χέρια σα μια λέξη
εντός εισαγωγικών. Το τσιγάρο του αμφίθυμο απόμεινε
στα κλεισμένα του χείλη – μια λευκή φλεγόμενη κεραία
αντί αποσιωπητικών, που πάντα τα παρέλειπε εκ συστήματος
(ή μήπως ασυναίσθητα;) αποσιωπώντας τη σιωπή του.
Στη στάση αυτή, μας φάνηκε, έτσι αόριστα, πως αγρυπνούσε
σ’ ένα μικρό, σιδηροδρομικό σταθμό, κάτω απ’ το υπόστεγο,
εκεί που συναντιούνται στιγμιαία, μια νύχτα του χειμώνα,
μοναχικοί ταξιδιώτες, μ’ εκείνη τη γεύση του κάρβουνου
απ’ το ακατόρθωτο του ταξιδιού, κι απ’ το αμοιβαίο απέραντο
της μυστικής τους προαιώνιας φιλίας. Ο καπνός του τραίνου
στεκόταν ήσυχος πάνω απ’ τους δυο οριζόντιους κώνους
των προβολέων, συμπαγής και γλυπτικός, ανάμεσα
σε δυο χωρισμούς. Αυτός έσβησε το τσιγάρο του κι έφυγε.
Τα 12 ποιήματα για τον Καβάφη γράφτηκαν στην Αθήνα το Φθινόπωρο του 1963 (ΚΕΔΡΟΣ, 1987)
(Τα άλλα 11 εδώ)
Μαρία Πολυδούρη
Καλαμάτα, 1 Απριλίου 1902 - Αθήνα, 29 Απριλίου 1930
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 29.IV.2015 (Μολύβι, 29χ21 εκ.)
Μαρία Πολυδούρη
Θυσία
Στον κ. Γιάννη Ρίτσο
Καρδιά μου, τούτη η ώρα εδώ που εστάθη
με μια δεσποτικιά γαλήνη, κάτι
έχει βαρύ, μ’ αγγίζει σαν το μάτι
του άγριου μοιραίου που λάθεψα πως χάθη.
Ο λογισμός μου τώρα αδυνατίζει
και σκύβει σαν ο ένοχος μπροστά σου.
Καμμιά φωνή να μου φωνάζη, στάσου.
Ούτε μια ελπίδα, εντός μου να φωτίζη.
Και δεν αντέχω, θα τ’ ακούσης όλα,
τίποτα δεν εσκέπασεν η λήθη.
Θα σου τα πω σαν ένα παραμύθι
καρδιά μου ερημική κι ονειροπόλα.
Κύτταξε το βραδάκι αυτό που κλείνει
τόση γαλήνη κι όταν αντικρύζη
τον κάμπο είναι σα χάδι, δε δροσίζει
όμως, μια νοσταλγία μέσα μας χύνει...
Μαντεύω απ’ τη γαλήνη σου τη θλίψη
πικρή σε τρώει φτωχή καρδιά μου κ’ έρμη.
Της ύπαρξής σου σου ’κλεψαν τη θέρμη
κ’ η δρόσο του καημού σου ’χει απολείψει.
Λουλούδι που το φως σ’ είχε αγαπήσει
έμεινες μοναχά με τη λαχτάρα,
που αργά γίνηκε φλόγα και κατάρα
τίποτε πια ’πο σε να μην αφήση.
Είδα το φως αυτό να λιγοστεύη
τότε και σένα αγάλια να χλωμαίνης.
Σου είπα, θυμάσαι; Πρέπει να υπομένης
και σου ’δειξα τη σκέψη που πιστεύει.
Ήταν ωραία κάποτε, θυμάσαι;
την εκαμάρωσες και συ καρδιά μου.
Αχ, η αρμονία πώς ώρμησε βαθιά μου
τότε. Μα σε είδα πάλι να λυπάσαι...
Τώρα, για σένα είναι όλα τελειωμένα.
Και τη στερνή πνοούλα έχεις αφήσει.
Η σκέψη μου που μάταια έχει ανθίσει
Μαδάει σε νεκράνθια σπαραγμένα.
Εκδόσεις Γ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ (χ.χ.), σελ. 78
Γιάννης Κορδάτος
Ήδη είνε έκδηλα τα φαινόμενα της οικονομικής κρίσεως. Η προσπάθεια δε της κεφαλαιοκρατίας να επιρρίψη επί του λαού γενικώς τα βάρη της καταστροφής (φόρους, πρόσφυγας, κλπ) και ακόμη η αδυναμία της συναγωνισθή το ξένον κεφάλαιον την αναγκάζει να καταφύγη εις μέτρα βίαια δια μέσου του Κράτους και δια της δημιουργίας φασιστικών οργανώσεων κατά της οργανωμένης εργατικής τάξεως, ώστε αύτη (η εργατική τάξις) δια του υποβιβασμού των ημερομισθίων, αυξήσεως ωρών εργασίας κλπ. να πληρώση μέρος ή και το όλον των διαφυγόντων κερδών εκ του ανταγωνισμού του εντοπίου κεφαλαίου με το ξένον και ν' αναλάβη την συντήρησιν των προσφύγων και την εγκατάστασίν των.
Κομμουνιστική Επιθεώρησις, αρ. 11, Νοέμβριος 1924
Αρθρογραφίες στην Κομμουνιστική επιθεώρηση, 1921-1924
Εκδόσεις Συλλογή
Ντιουκ Έλινγκτον (Edward Kennedy -Duke- Ellington)
ΗΠΑ. 29 Απριλίου 1899, Ουάσινγκτον - 24 Μαΐου 1974, Νέα Υόρκη
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 30.ΙV.2015 (Μολύβι, 29χ21 εκ.)
Duke Ellington - Montreal 1964
0:00 Boo-Dah
4:18 Take The "A" Train
5:56 Afro-Bossa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.