Μαρίνα
Μια ακόμα φλαμανδική ταινία από το ιδιαίτερα ενδιαφέρον κινηματογραφικά Βέλγιο, με θέμα τη μουσική. Τη γέννεση ενός μουσικού, του Ρόκο Γκρανάτα και της επιτυχίας που τον καθιέρωσε διεθνώς - η «Μαρίνα» του έγινε παγκόσμιο σουξέ στα τέλη του '50.
Ας μην ξεγελά η αναπαραστατική απεικόνιση μιας περασμένης εποχής. Η φύση και ο χαρακτήρας της μετανάστευσης, όπως των οικονομικών σχέσεων, των καταστάσεων και των συγκρούσεων που κρύβονται πίσω της βρίσκονται και σήμερα, πιο κοντά από ποτέ, στην ουσία της ξεκάθαρης προσέγγισης που αποτυπώνεται στο σελιλόιντ.
Ενδεικτική θα μπορούσε να θεωρηθεί η «εμπλοκή» στην παραγωγή των αδελφών Νταρντέν, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κοινωνικού ευρωπαϊκού σινεμά τόσο σε επίπεδο αισθητικής όσο και αφηγηματικών τεχνικών...
Ενδεικτική θα μπορούσε να θεωρηθεί η «εμπλοκή» στην παραγωγή των αδελφών Νταρντέν, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του κοινωνικού ευρωπαϊκού σινεμά τόσο σε επίπεδο αισθητικής όσο και αφηγηματικών τεχνικών...
Το χαρούμενο τραγουδάκι «Μαρίνα» από τα τέλη της δεκαετίας του '50 το γνωρίζουν οι πάντες. Ο Κόνινξ αποκαλύπτει την ιστορία του τραγουδιού μαζί με την πίσω πλευρά του, όπου συναντάμε μια από τις μυριάδες περιπτώσεις μεταναστών από την ηλιόλουστη, πάμφτωχη Καλαβρία που στις αρχές του '50 αναζήτησαν την τύχη τους στον ομιχλώδη ορίζοντα των ανθρακωρυχείων του Βελγίου, στοιβάζοντας παιδιά και όνειρα στις τσίγκινες, υγρές παράγκες που προορίζονταν για τα τέκνα ενός κατώτερου θεού.
«Ιταλέ Τσιγγάνε!», φωνάζει στον Ρόκο ένας Βέλγος συνομήλικος του. Οποιος έχει κάνει μετανάστης, γνωρίζει πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι να υπομένεις τέτοιου είδους προσβολές που μεγαλόφωνα και ανοιχτά εκφράζει η πλειοψηφία των πολιτισμένων «εταίρων» και «αδελφών». Οι πιο ευέξαπτοι χειροδικούν. Οι άλλοι σφίγγουν τις γροθιές και κατεβάζουν το βλέμμα. Και μετράνε σαν τους φυλακισμένους το χρόνο που τους απόμεινε ώσπου να φύγουν από τους αφιλόξενους τόπους... Αλλά τουλάχιστον τους πληρώνουν για την εργατική τους δύναμη, φτηνά, εξευτελιστικά, ένα ξεροκόμματο να τους κρατήσει όρθιους για την επόμενη μέρα... αλλά τους πληρώνουν...
Η ταινία κλασική, ακαδημαϊκή, αντιμετωπίζει με τρόπο ψυχαγωγικό το θέμα της μετανάστευσης μέσα από το ρητορικό σύστημα του μελοδράματος, σε σημεία δακρύβρεχτο, αλλού με θέαμα υπερβολής, με συγκινήσεις γιγαντωμένες και συγκρούσεις ασυμφιλίωτες. Η έμφαση που δίνεται σε ένα τραγούδι, που μετουσιώνεται σε στρόφιγγα, που ρέει ανακούφιση, νικά τη δυσπιστία και στο τέλος βρίσκει τη θέση του στον κόσμο.
Ο Στιν Κόνινξ δείχνει προδιάθεση γι' αυτό το είδος κινηματογράφου με τον τρόπο που παρουσιάζει τον Ρόκο Γκρανάτα, αναγκαίο και εκτός σινεμά, για τη ζωή, που μετά την προβολή του φιλμ κάνει τους λογαριασμούς του με την «εξορία», που ανακαλύπτει ότι η Γη της Επαγγελίας είναι πολύ διαφορετική απ' ό,τι τη φαντάστηκε.
Ο Στιν Κόνινξ δείχνει προδιάθεση γι' αυτό το είδος κινηματογράφου με τον τρόπο που παρουσιάζει τον Ρόκο Γκρανάτα, αναγκαίο και εκτός σινεμά, για τη ζωή, που μετά την προβολή του φιλμ κάνει τους λογαριασμούς του με την «εξορία», που ανακαλύπτει ότι η Γη της Επαγγελίας είναι πολύ διαφορετική απ' ό,τι τη φαντάστηκε.
Ο Ρόκο είναι ένα ταπεινό αγόρι που κατάφερε να κατακτήσει το όνειρό του, παλεύοντας με ένα συντηρητικό πατέρα, με μια ταξική, ρατσιστική, αποικιοκρατικών αντιλήψεων κοινωνία, με ένα εχθρικό αστικό κράτος που του απαγορεύει να ζει από τη μουσική του και την κουταμάρα. Ρεαλιστική η απεικόνιση των αξιών εκείνων των οικογενειών και των χαρακτήρων που υποφέρουν συνθλιμμένοι από τον πόνο, την αδικία και το βάρος μιας προκαθορισμένης μοίρας.
Η ιστορία του Ρόκο και της οικογένειάς του εστιάζει σε αλήθειες της καθημερινότητας, σε αλήθειες της πραγματικότητας της ύπαρξής τους. Ο Λουίτζι Λο Κάσιο, στο ρόλο του πατέρα, καταθέτει μια νατουραλιστική ερμηνεία, αλλά είναι η ερμηνεία της μητέρας που «προσβάλλει» το μελόδραμα με μια ερμηνευτική άποψη σύγχρονη και λακωνική. Ο σκηνοθέτης πάντως ξέρει να δίνει στο κοινό αυτό που θέλει να δει στο σινεμά, μια ευτυχή κατάληξη, αλλά και ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο.
Η ιστορία του Ρόκο και της οικογένειάς του εστιάζει σε αλήθειες της καθημερινότητας, σε αλήθειες της πραγματικότητας της ύπαρξής τους. Ο Λουίτζι Λο Κάσιο, στο ρόλο του πατέρα, καταθέτει μια νατουραλιστική ερμηνεία, αλλά είναι η ερμηνεία της μητέρας που «προσβάλλει» το μελόδραμα με μια ερμηνευτική άποψη σύγχρονη και λακωνική. Ο σκηνοθέτης πάντως ξέρει να δίνει στο κοινό αυτό που θέλει να δει στο σινεμά, μια ευτυχή κατάληξη, αλλά και ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο.
Με τους: Λουίτζι Λο Κάσιο, Ματέο Σιμόνι, Ντονατέλα Φινοκιάρο, κ.ά.
Παραγωγή: ΒΕΛΓΙΟ, ΙΤΑΛΙΑ (2013)
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ - Τζία Γιοβάνη
***
Λευκή ρετροσπεκτίβα σε φόντο κόκκινο
Με αφορμή την επαναλειτουργία της Αλκυονίδας και του Studio
Μικρό οδοιπορικό μνήμης μέσα από σινεμά και γεγονότα που σημάδεψαν τα χρόνια μας
Με αφορμή την επαναλειτουργία της Αλκυονίδας και του Studio
Μικρό οδοιπορικό μνήμης μέσα από σινεμά και γεγονότα που σημάδεψαν τα χρόνια μας
*
Παρουσιάσεις ταινιών από τον Μπ. Ζ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.