Η κουζίνα της Θεανώς σε αναμονή |
Βλέπε και
12/7/2008: Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (Ε.Κ.Ε.): Φιλανθρωπία Αντί Ανθρωπιάς
Το φαινόμενο εμφανίζεται το 1992, με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, σχηματοποιείται το 1993, με την Οδηγία Ντελόρ προς τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις για την κοινωνική τους υπευθυνότητα −σε συνέχεια της Λευκής Βίβλου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την «Ανάπτυξη, Ανταγωνιστικότητα και Απασχόληση»−, και καθιερώνεται το 2001, με την Πράσινη Βίβλο, ταυτόχρονα με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας.
*
Με αφορμή το «Κίνημα: Προϊόντα σε αναμονή»
Της
Χριστίνας ΜΑΤΣΙΑΚΑ
Χριστίνας ΜΑΤΣΙΑΚΑ
(Mέλος του Τμήματος Υγείας - Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ)
Εδώ και λίγο καιρό βρίσκεται σε εξέλιξη η δράση με την ονομασία «Προϊόντα σε αναμονή». Σε αυτή συμμετέχουν μια σειρά επαγγελματιών, από καταστηματάρχες εστίασης μέχρι και γιατρούς. Το περιεχόμενό της έχει ως εξής: κάποιος προπληρώνει ένα προϊόν ή μία υπηρεσία προκειμένου να διατεθεί σε κάποιον άνθρωπο που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να τα αγοράσει.
Ξεκίνησε με την προσφορά καφέ κι έχει επεκταθεί και σε άλλα προϊόντα (φαγητά, ποτά κ.ά.) ή υπηρεσίες, μέχρι και επισκέψεις σε γιατρούς π.χ. στην Κομοτηνή, όπου ένας ασθενής σε επίσκεψή του σε γιατρό, πλήρωσε και μία επιπλέον επίσκεψη για κάποιον άλλο ασθενή.
Πρόκειται για μία καθαρά φιλανθρωπική δραστηριότητα, στη λογική «ό,τι ποιεί η δεξιά να μη γνωρίζει η αριστερά» - ανάμεσα σε πολλές άλλες - που έχουν αναπτυχθεί, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια της βαθιάς καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης (π.χ. από τα λεγόμενα «καλάθια αλληλεγγύης» των super markets που τα γεμίζουν οι καταναλωτές, μέχρι συναυλίες ή πολιτιστικές εκδηλώσεις που διοργανώνονται από δήμους, επιχειρήσεις, ΜΜΕ και ο κόσμος αντί για εισιτήρια δίνει τρόφιμα κ.λπ.).
Ημερίδα του Τμ. Οικονομικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία |
Πρόκειται για δράσεις που εντάσσονται στη λεγόμενη «Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία (ΚΑΟ)», που αποτελεί στρατηγικό στόχο της ΕΕ και της κυβέρνησης1, έτσι όπως αποτυπώνεται άλλωστε και σε μία σειρά σχετικά κείμενα, ευρωενωσιακά και κυβερνητικά.
Σε αυτά διατυπώνονται - μεταξύ άλλων - οι εξής στόχοι και κατευθύνσεις για τη διαχείριση των πιο οξυμένων λαϊκών προβλημάτων:
«Η ενθάρρυνση πρωτοβουλιών αλληλεγγύης για την καταπολέμηση της φτώχειας από οργανώσεις και φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών, του εθελοντικού κινήματος (...) έτσι ώστε όλοι οι πολίτες να συμβάλλουν (...) η στήριξη εθελοντικών ενεργειών με έμφαση στη συμμετοχή και εμπλοκή των ανθρώπων που έχουν ήδη βιώσει ή βιώνουν τη φτώχεια σε δραστηριότητες που τους αφορούν, η διασφάλιση της Κοινωνικής Συνοχής και προαγωγή του αισθήματος κοινής ευθύνης και συμμετοχής».2
Με την ανάπτυξη τέτοιου είδους δράσεων, αποσιωπάται ή διαστρεβλώνεται η αιτία που γεννά τη φτώχεια και την εξαθλίωση, δηλαδή ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, και η πολιτική στήριξής του. Η φτώχεια, η ανέχεια, η ανεργία δεν αποτελούν φυσικά φαινόμενα, είναι αποτέλεσμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που βασίζεται στην ταξική εκμετάλλευση, στο φτήνεμα της εργατικής δύναμης, στο τσάκισμα των λαϊκών δικαιωμάτων και από αυτή τη σκοπιά αναπαράγονται διαρκώς οι όροι που γεννούν αυτά τα κοινωνικά φαινόμενα.
Δηλαδή, αυτοί που με τις πολιτικές τους οδηγούν ένα όλο και μεγαλύτερο τμήμα των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων στη φτώχεια, τόσο τη σχετική όσο και την απόλυτη, καλούν τον ίδιο το λαό να «βγάλει το φίδι από την τρύπα».
Συμβάλλουν και με αυτό τον τρόπο στη διαμόρφωση συνείδησης μειωμένων απαιτήσεων, στη συμφιλίωση των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων με τη μιζέρια, στη λογική «το μη χείρον βέλτιστον», προκειμένου να εφαρμόζουν απρόσκοπτα τις πολιτικές τσακίσματος των λαϊκών και κοινωνικών δικαιωμάτων, φτωχοποίησης του συνόλου των εργαζομένων.
Καλλιεργείται, επίσης, στο λαό η αντίληψη ότι για τη φτώχεια έχει ευθύνη και ο ίδιος κι επομένως είναι και δική του ευθύνη να την αντιμετωπίσει, κάτι που οδηγεί τελικά στην αθώωση του ίδιου του καπιταλισμού. Ετσι: Αυτός που έχει ένα πιάτο φαΐ, να είναι ευχαριστημένος αφού δεν πεινάει. Αυτός που πληρώνει όλο και περισσότερο για την υγεία του, να είναι ευχαριστημένος που μπορεί να το κάνει ακόμα. Ο εργαζόμενος των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και του μισθού πείνας να είναι ευχαριστημένος αφού δεν είναι άνεργος. Και ταυτόχρονα, να πληρώνουν όλοι αυτοί για να έχουν φαΐ ή γιατρό και κάποιοι άλλοι.
Ετσι, εκτός των άλλων, επιτυγχάνεται και η διασφάλιση της επονομαζόμενης «κοινωνικής συνοχής», δηλαδή η απορρόφηση των λαϊκών αντιδράσεων, έτσι ώστε να μην οδηγήσουν αυτές στην αμφισβήτηση του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος που γεννά και αναπαράγει φτωχούς και πεινασμένους.
Ταυτόχρονα, μέσω τέτοιων δράσεων το κράτος απαλλάσσεται σε μεγάλο βαθμό από την ευθύνη του να χρηματοδοτεί και να αναπτύσσει δωρεάν προνοιακές και κοινωνικές υπηρεσίες για όλους όσους τις έχουν ανάγκη, κάτι που ανατίθεται όλο και περισσότερο σε διάφορους φορείς, από τις ΜΚΟ μέχρι το εθελοντικό κίνημα. Το κράτος περιορίζεται στη διοργάνωση εκστρατειών ενημέρωσης για «την ευαισθητοποίηση του κόσμου απέναντι στη φτώχεια», στη θεσμοθέτηση και στην εποπτεία της λειτουργίας και του συντονισμού τέτοιου είδους δραστηριοτήτων.
Στη βάση αυτής της πολιτικής, προωθούνται και στηρίζονται τέτοιες δραστηριότητες, προβάλλονται ως παράδειγμα σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβερνητική εφημερίδα «Αυγή» πολλές φορές φιλοξενεί εκτενή άρθρα προβολής τέτοιων δράσεων. Επίσης, πριν λίγες μέρες, το τμήμα Οικονομικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ διοργάνωσε ημερίδα με θέμα
«Κοινωνική Οικονομία: Απάντηση στην κρίση», όπου ανάμεσα σε άλλα έγινε αναφορά στις «δυνατότητες που δίνονται για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της κοινωνίας να συμβάλλει με την ανάληψη πρωτοβουλιών με συλλογικά εγχειρήματα».3
Δηλαδή, η κυβέρνηση, την ώρα που με την πολιτική της τσακίζει το σύνολο των λαϊκών δικαιωμάτων, επιδεινώνει τους όρους ζωής, οδηγεί σε σχετική και απόλυτη φτωχοποίηση ένα όλο και μεγαλύτερο κομμάτι των εργαζομένων, την ίδια ώρα καλεί το «φτωχό» να πληρώσει για τον «πάμφτωχο».
Είναι το μοντέλο του «κοινωνικού κράτους» που υπηρετεί τις σύγχρονες ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας, που στηρίζεται στο λεγόμενο «τρίτο τομέα της οικονομίας», δηλαδή στη δράση ΜΚΟ, κοινωνικών επιχειρήσεων, συνεταιρισμών, στη φιλανθρωπία και στον εθελοντισμό και δεν αφορά μόνο την περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης, αλλά κυρίως μετά απ' αυτήν.
Είναι αποκαλυπτικά ως προς αυτό αποσπάσματα από παλιότερη ομιλία του σημερινού πρωθυπουργού:
«Η ανάπτυξη του κοινωνικού τομέα της οικονομίας έχει για μας στρατηγική σημασία (...) Εχουμε ένα νέου τύπου εργατικό δυναμικό (...) Ο ρόλος του δεν είναι να ζητάει από το κράτος, αλλά να ενεργοποιηθεί το ίδιο...». Επίσης: «Η επιλογή για ενίσχυση της Υγείας, της κοινωνικής φροντίδας με αξιοποίηση (...) του εθελοντισμού, των δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης, δεν αποσκοπεί μόνο στην ανακούφιση των πολιτών, αλλά σηματοδοτεί και την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για καινούργιες μορφές κοινωνικής δράσης (..)».4
Από όλα τα παραπάνω αναδεικνύεται η σαπίλα και η βαρβαρότητα του καπιταλισμού, που πια δεν μπορεί να δώσει τίποτα παραπάνω, πέρα από φτώχεια, ανεργία και ορισμένες παροχές πτωχοκομείου. Κι αυτές ακόμα με το μικρότερο δυνατό κρατικό κόστος, αφού βασικός πυλώνας της σύγχρονης «κοινωνικής πολιτικής» είναι ο εθελοντισμός, τα ληξιπρόθεσμα προγράμματα κουτσουρεμένων παροχών των ΜΚΟ ή οι «φιλάνθρωποι» επιχειρηματίες. Που κι αυτά, ακόμα, πολλές φορές γίνονται «με το αζημίωτο». Για παράδειγμα, πολλές ΜΚΟ χρηματοδοτούνται από το κράτος και την ΕΕ προκειμένου να αναπτύσσουν τέτοιες δραστηριότητες ή οι επιχειρηματικοί όμιλοι φοροαπαλλάσσονται για «τη φιλανθρωπική» τους- κατά τ' άλλα - δράση.
Πίσω από τις βαρύγδουπες εκφράσεις περί «της αξίας της αλληλεγγύης», δεν μπορεί να κρυφτεί η δυσωδία και σαπίλα του καπιταλισμού, που ως μόνη αξία αναγνωρίζει το κέρδος του καπιταλιστή. Δεν μπορεί να κρυφτεί το ότι μέσα σε συνθήκες τεράστιου κοινωνικού πλούτου, χιλιάδες άνθρωποι στερούνται φαγητό, ρεύμα, θέρμανση, φάρμακα, υγεία.
Σήμερα υπάρχουν όλες εκείνες οι υλικές προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν πραγματικά τη λαϊκή ευημερία, να ικανοποιήσουν πλήρως τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες. Οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα έχουν κάθε δικαίωμα να απολαμβάνουν τον πλούτο που οι ίδιοι παράγουν και που σήμερα τον καρπώνονται οι καπιταλιστές.
Σε μία τέτοια κοινωνία, ο πλούτος που δημιουργούν οι εργαζόμενοι θα επιστρέφεται σε αυτούς, απαλλάσσοντάς τους από ένα μεγάλο μέρος των σημερινών οξυμένων προβλημάτων.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, κόντρα στη μοιρολατρία, το συμβιβασμό και τη μιζέρια, οι εργαζόμενοι να οργανώσουν τον αγώνα τους με πυξίδα τις δικές τους σύγχρονες ανάγκες.
Να μη δεχτούν να ζουν αυτοί και τα παιδιά τους με τα ψίχουλα που «πέφτουν» από το τραπέζι των καπιταλιστών.
Κόντρα στην αστική φιλανθρωπία, στις σάπιες αξίες, να οργανώσουν τη δική τους αλληλεγγύη, μέσα από τα σωματεία, τους συλλόγους, τους μαζικούς φορείς, δίνοντας το χέρι για να σηκωθούν οι πεινασμένοι και όχι ένα πιάτο φαΐ για να συνηθίζουν στην πείνα.
2 Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού/Εθνική Στρατηγική για την Κοινωνική Προστασία και Ενταξη
3 «Αυγή», 24/02/20164 Ομιλία Τσίπρα στη ΔΕΘ (2014)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.