Δεκέμβρης 1944 (17)

Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά. Ο Φιντέλ είναι αθάνατος

Έφοδος στις Μονκάδες τ’ Ουρανού!: Fidel vivirá para siempre! Fidel es inmortal! - Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά! Ο Φιντέλ είναι αθάνατος!
Φιντέλ: Ένα σύγγραμμα περί ηθικής και δυο μεγάλα αρχίδια στην υπηρεσία της ανθρωπότητας (Ντανιέλ Τσαβαρία)
* Φιντέλ: Αυτός που τους σκλάβους ανύψωσε στην κορφή της μυρτιάς και της δάφνης
* Πάμπλο Νερούδα: Φιντέλ, Φιντέλ, οι λαοί σ’ ευγνωμονούνε * Νικολάς Γκιγιέν: Φιντέλ, καλημέρα! (3 ποιήματα)
* Ντανιέλ Τσαβαρία: Η Μεγάλη Κουβανική Επανάσταση και τα Ουτοπικά Αρχίδια του Φιντέλ * Ντανιέλ Τσαβαρία: Ο ενεργειακός βαμπιρισμός του Φιντέλ * Ραούλ Τόρες: Καλπάζοντας με τον Φιντέλ − Τραγούδι μεταφρασμένο - Video * Χουάν Χέλμαν: Φιντέλ, το άλογο (video)


Κάρλος Πουέμπλα - Τρία τραγούδια μεταφρασμένα που συνάδουν με τη μελωδία:
* Και τους πρόφτασε ο Φιντέλ (Y en eso llego Fidel) − 4 Video − Aπαγγελία Νερούδα * Δεν έχεις πεθάνει Καμίλο (Canto A Camilo) * Ως τη νίκη Κομαντάντε (Hasta siempre Comandante)
* Τα φρούρια του ιμπεριαλισμού δεν είναι απόρθητα: Μικρή ιστορική αναδρομή στη νικηφόρα Κουβανική Επανάσταση και μέχρι τις μέρες μας ‒ Με αφορμή τα 88α γενέθλια του Φιντέλ ‒ Εκλογικό σύστημα & Εκλογές - Ασφάλεια - Εκπαίδευση - Υγεία (88 ΦΩΤΟ) * Φιντέλ

Σάββατο 16 Αυγούστου 2014

Μέγας Μπρεχτ: Νανουρίσματα κάτω απ' τους όλμους

Άουγκσμπουργκ, Γερμανία, 10 Φεβρουαρίου 1898 - Ανατολικό Βερολίνο, 14 Αυγούστου 1956


ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ

Τ Ε Σ Σ Ε Ρ Α  Ν Α Ν Ο Υ Ρ Ι Σ Μ Α Τ Α
 Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής


Ι

Τη μέρα που σε γέννησα, τ’ αδέρφια σου πεινάγαν
δεν είχα σούπα να τους δώσω, κι έκλαιγαν συνέχεια.
Τη μέρα που σε γέννησα, μας έκοψαν το γκάζι·
Με φως σβηστό σ’ εδέχτη ο κόσμος μέσα στην ανέχεια.

Εννιά μες στην κοιλιά μου εγώ σε κουβαλούσα μήνες.
Με τον πατέρα σου μιλούσα – λέγαμε πώς νά ’σαι;
Για τους γιατρούς δεν είχαμε ούτε τσακιστή δεκάρα.
Ψωμί σού φέρνω (μού ’λεγε), ξανά πατάτες βράσε.

Τις μέρες που γκαστρώθηκα, είχαμε (θυμάμαι) θάψει
τη ζωή μας, κι είταν οι ελπίδες για δουλειά φευγάτες.
Ο Μαρξ κι ο Λένιν μοναχά μας έλεγαν με γνώση
πως είν’ για μας το μέλλον κρατημένο: τους εργάτες.


ΙΙ

Μες στην κοιλιά μου, τότε που σε κουβαλούσα,
καλό δεν είταν τίποτα παντού τριγύρω·
και το μωρό μου το κακόμοιρο που θά ’ρθει
σε κόσμον άσκημο να βγει τράβηξε κλήρο.

Απόφαση πως μόνη θα νοιαστώ επήρα,
προτού το φως να ιδεί, αυτός νά ’ναι σαΐνι.
Αυτός, που μέσα μου κουβάλαγα, ας φροντίσει
Καλύτερος ο κόσμος πια για μας να γίνει.

Τα κάρβουνα βουνά έβλεπα μεγάλα νά ’ναι
στις μάντρες κι έλεγα: «Τα δάκρυα μη σε πιάνουν!»
Αυτός, που μέσα μου κουβάλαγα, ας φροντίσει
και κάρβουνα να βγει να βρει να τον ζεστάνουν.

Τα μάτια μου καρβέλια τρώγαν στη βιτρίνα,
Μα ψίχουλο δεν έβρισκαν οι πεινασμένοι.
Αυτός, που μέσα μου κουβάλαγα, ας φροντίσει
και αυτός νά ’χει ψωμί και γι’ αλλουνούς να μένει.

Και τον πατέρα του στον πόλεμο τού πήραν·
και πήγε εκεί, μα δίχως να γυρίσει πίσω.
Αυτός, που μέσα μου κουβάλαγα, ας φροντίσει
μην του συμβεί κι αυτόνε να νεκροφιλήσω.

Μες στην κοιλιά μου τότε που σε κουβαλούσα,
σιγόλεγα από μέσα μου και πώς να μοιάζεις;
Εσύ, που εντός μου σε κουβάλησα, δεν πρέπει...
εσύ... ποτέ δεν πρέπει φρένο εσύ να βάζεις!


III

Σε κουβαλούσα στην κοιλιά και γύρω μου όλμοι
επέφταν, κι είταν πόλεμος, μάχη μεγάλη.
Να σε συλλάβω μού ’παν άλογη είναι τόλμη.
Το θάρρος όμως μού ’λεγε πού θα με βγάλει.

Ο Μόλτκε και ο Μπλύχερ, στρατηγοί βαρβάτοι,
στη νίκη δεν εφτάσανε ποτέ, παιδί μου,
εκεί, όπου κάτι πάνες πρόχειρες και κάτι
φασκιές, είν’ νίκη θριαμβευτική δική μου.

Με γάλα και ψωμί καλύτερα μας βλέπει
η νίκη· το ζεστό δωμάτιο είναι μάχη
που εκερδήθη· κι ίσαμ’ να μεγαλώσεις πρέπει
νυχτοήμερα να μάχομαι για το στομάχι.

Το νά ’βρω εγώ ένα ψίχουλο ψωμί για σένα
θα πει να κάνω απεργίες κάθε τόσο·
θα πει να βγω μπροστά στα τεθωρακισμένα·
θα πει τους στρατηγούς τους να κατατροπώσω.

Μικρούλι μου μωρό, μ’ εσέ και τη ζωή σου
εκέρδισα μια μάχη που καμμιά της ίση
δεν έχει· κι έπειτα ενίκησα μαζί σου
κι εκείνον που μας έχει τελικά νικήσει.


IV

Αχ, γιέ μου, αχ! Ό,τι κι αν γενείς, το ρόπαλό τους
απάνω απ’ το κεφάλι σου θά ’ναι σηκωμένο·
για σένα η γης είναι τάφος, που για το καλό τους
εκείνοι απέναντι σ’ τον έχουνε ανοιγμένο.

Γιε μου, άκουσε τη μάνα σου – άκου τη μιλιά μου:
φριχτή πανούκλα αντίς ζωή σε περιμένει.
Μα εγώ δεν σε κουβάλαγα μες στην κοιλιά μου,
τροφή για νά ’χει το κακό εξασφαλισμένη.

Υπάρχει ό,τι δεν έχεις – δεν έχάθηκε, όχι!
Αν δεν σ’ τα δίνουνε, ναν τους τα πάρεις μύρια!
Εγώ δεν σ’ έφερα στου κόσμου αυτή την κόχη
τις νύχτες να κοιμάσαι κάτω από γεφύρια.

Ξεχωριστή μπορεί και να μην είσαι πάστα.
Λεφτά δεν έχω, μήτε προσευχές. Μα βίδες
οι ελπίδες μου όλες γίνανε, αν ποτέ πιεις: «Άσ’ τα!»,
για να γενείς γραφιάς με κόλλες και σφραγίδες.

Τις νύχτες ξαγρυπνώ σιμά σου ώρα την ώρα·
Σε νιώθω: σφίγγεις τη μικρή γροθιά σου. Φά’ τους!
Για πόλεμο σε λογαριάζω απ’ τα τώρα –
ποτέ μην καταπιείς τα σκατοψέματά τους!

Η μάνα σου ποτέ δεν σ’ έχει κοροϊδέψει·
ξεχωριστός δεν σού ’πε κάτι να περνιέσαι·
αλλά ούτε και με καμμιάν έγνοια σ’ έχει θρέψει,
σε σύρματα –νερό ζητώντας– να κρεμιέσαι.

Με τους συντρόφους σου (αχ, να γλυκαθούν μου οι πόνοι!)
τη δύναμη εκεινών να τήνε κάν’τε σκόνη!
Εσύ, γιέ μου, κι εγώ και όλοι οι όμοιοί μας
αντάμα νά ’μαστε για πάντα στη γραμμή μας,
για νά ’ν’ όλοι οι άνθρωποι ίσοι που η γης σηκώνει!


Τη μέρα που σε γέννησα
(Μπερτολτ Μπρεχτ - Νανουρίσματα μιας προλετάριας μάνας. Τραγούδι: Κάτε Κουλ)
Hanns Eisler - Historic Recordings 1931-1933

_____________________
Τα συγκλονιστικά Νανουρίσματα, στην ιδιαίτερη μουσικότητας (όπως πάντα) μετάφραση του Γ.Κ., πρωτοσυναντήσαμε στην Τρίμηνη Επιθεώρηση Εκπαιδευτικής Πολιτικής και Έρευνας, Θέματα ΠΑΙΔΕΙΑΣ (Αριθμός τεύχους 49-50, Άνοιξη-Καλοκαίρι 2012, κυκλοφορία 2013 αναζητήστε το περιοδικό στη Σύγχρονη Εποχή), σε ένα πληρέστατο Αφιέρωμά στον ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ. 
Το ακάματο ΑΛΩΝΑΚΙ μάς τα "έδωσε" μετά μουσικής.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.