Μια «δεύτερη ανάγνωση» της στρατιωτικής σύγκρουσης στην Ουκρανία
Ο ρόλος της ευρωατλαντικής προπαγάνδας απέναντι σε πληροφορίες και αναλύσεις για τον επιχειρησιακό σχεδιασμό της Ρωσίας
Δεν ήταν λίγες οι φορές αυτές τις 90 μέρες του πολέμου στην Ουκρανία, που «έλαμψε» η ευρωατλαντική προπαγάνδα, επιχειρώντας να φέρει στα μέτρα της την πραγματικότητα και να στοιχίσει τους λαούς με τους στόχους της, στην ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση ΝΑΤΟ - Ρωσίας.
Ο «Ριζοσπάστης» έχει δημοσιεύσει αποκαλυπτικά θέματα για τον τρόπο που κρατικοί μηχανισμοί και ισχυρά επιτελεία, μονοπωλιακοί όμιλοι στον τομέα της επικοινωνίας και ΜΜΕ παγκόσμιας εμβέλειας, από τα ισχυρότερα κράτη - μέλη του ΝΑΤΟ, έχουν συγκροτήσει ένα πολυδαίδαλο επικοινωνιακό επιτελείο στο πλευρό της κυβέρνησης Ζελένσκι.
Το επιτελείο αυτό ελέγχει τη ροή της πληροφορίας προς τα παγκόσμια δίκτυα, ρίχνει «μαύρο» με κυβερνητικές και ευρωπαϊκές αποφάσεις στη μετάδοση οποιασδήποτε άλλης εκδοχής γύρω από την εξέλιξη και τα γεγονότα του πολέμου, προβάλλει την ιμπεριαλιστική σύγκρουση με τον τρόπο που ευνοεί τα γενικότερα ΝΑΤΟικά συμφέροντα.
Η λειτουργία αυτού του μηχανισμού κάνει δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και προπαγάνδας, όπως παραδέχονται ακόμα και ΝΑΤΟικοί αξιωματούχοι1.
Ξεχωριστή θέση στο δίκτυο της ΝΑΤΟικής προπαγάνδας έχουν διάφοροι «ειδικοί», στρατιωτικοί και αναλυτές, που στηρίζουν πλευρές του ευρωατλαντικού αφηγήματος, κυρίως σε ό,τι αφορά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις «επί του πεδίου».
Στόχος είναι να «περάσει» η εικόνα ενός «ηρωικού πατριωτικού στρατού», που πολεμάει για λογαριασμό «όλης της Δύσης», για να υπερασπιστεί τις «αξίες» της «απέναντι στον αναθεωρητισμό και τον ολοκληρωτισμό της Ρωσίας». Για να νικήσει επομένως σ' αυτόν τον πόλεμο, χρειάζεται να στηριχτεί με ΝΑΤΟικό πολεμικό υλικό και άλλα μέσα.
Στον αντίποδα, ο εισβολέας εμφανίζεται να καταγράφει τη μια αποτυχία μετά την άλλη στο πεδίο των μαχών, να αναπροσαρμόζει τους επιχειρησιακούς στόχους του απέναντι στην «ισχυρή αντίσταση», να έχει μεγάλες απώλειες σε έμψυχο και άλλο στρατιωτικό υλικό.
Φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό. Το 2008, δημοσιογραφική έρευνα που δημοσιεύτηκε στη «NY Times», με τίτλο «Πίσω από τους αναλυτές, το κρυφό χέρι του Πενταγώνου», αποκάλυψε ότι πολλοί απόστρατοι αξιωματικοί των ΗΠΑ είχαν επιστρατευτεί από την αμερικανική κυβέρνηση για να εμφανίζονται σε τηλεοπτικά πάνελ και, συζητώντας για τον πόλεμο στο Ιράκ, να αναπαράγουν την κυβερνητική προπαγάνδα και να δικαιολογούν τη συνέχιση του πολέμου.
Αυτοί οι «αναλυτές», που στα έγγραφα του Πενταγώνου χαρακτηρίζονται «πολλαπλασιαστική δύναμη των μηνυμάτων» που μετέφεραν με «τη μορφή των δικών τους απόψεων», λάμβαναν καθημερινές ενημερώσεις από αξιωματούχους του Λευκού Οίκου, του Πενταγώνου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ2.
Αντίστοιχα παραδείγματα θα μπορούσε να αντλήσει κανείς και από τη ρωσική προπαγάνδα, που παρουσιάζει την ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση ως «αποναζιστικοποίηση της Ανατ. Ουκρανίας» και με διθυραμβικούς τόνους περιγράφει την απαράδεκτη εισβολή.
Επικεντρώνουμε όμως στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο, γιατί σ' αυτό προσδένει τα συμφέροντά της η ελληνική αστική τάξη και η δική του προπαγάνδα είναι αυτή που κυριαρχεί στη χώρα μας, για να δικαιολογηθεί η επικίνδυνη ελληνική εμπλοκή στον πόλεμο.
Ας δούμε λοιπόν ορισμένα παραδείγματα για το πώς παρουσίασε η αμερικανοΝΑΤΟική προπαγάνδα κάποια από τα σημαντικότερα γεγονότα του πολέμου στην Ουκρανία και πώς αυτά καταγράφονται σε επίσημα έγγραφα, αλλά και στην ειδησεογραφία των ΜΜΕ που δεν ελέγχονται από τους «δυτικούς».
Η κατάληψη του Κιέβου ήταν στόχος του ρωσικού στρατού;
Σύμφωνα με τα ευρωατλαντικά Μέσα, επιχειρησιακός στόχος της απαράδεκτης ρωσικής εισβολής ήταν εξαρχής η κατάληψη του Κιέβου και η κατοχή της Ουκρανίας. Με βάση αυτήν την ανάλυση, η επικέντρωση των ρωσικών επιχειρήσεων στην ανατολική Ουκρανία κατά τη δεύτερη φάση της εισβολής, παρουσιάστηκε ως «αναδίπλωση των ρωσικών δυνάμεων» εξαιτίας της «ισχυρής αντίστασης» και ως «αποτυχία να καταλάβουν το Κίεβο και ολόκληρη την Ουκρανία», γεγονός που τους ανάγκασε να περιοριστούν στα ανατολικά.
Από την άλλη, όμως, μια σειρά αναλυτών και πρώην στρατιωτικών, κρίνοντας από την ανάπτυξη των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων και την εξέλιξη των μαχών, επισήμαναν από την πρώτη στιγμή ότι στρατηγικός τους στόχος δεν υπήρξε ποτέ η κατάληψη ολόκληρης της Ουκρανίας αλλά η εξουδετέρωση του μεγαλύτερου μέρους των ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων, που βρίσκονταν συγκεντρωμένες στο νότιο-νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας και κυρίως στο Ντονμπάς.
Ακόμη ότι οι επιχειρήσεις περιμετρικά του Κιέβου και στα δυτικά της χώρας είχαν στόχο να καταστρέψουν κρίσιμες στρατιωτικές υποδομές και ταυτόχρονα να αποκόψουν, διασπείρουν και διασπάσουν τον κύριο όγκο των ουκρανικών δυνάμεων, που είχε ήδη αναπτυχθεί ανατολικά.
Οταν έληξε η πρώτη φάση των ρωσικών επιχειρήσεων, στα τέλη Μάρτη, ακόμα και η ουκρανική πλευρά παραδέχθηκε πως οι ρωσικοί στόχοι ήταν διαφορετικοί απ' αυτούς που παρουσίασε αρχικά η ευρωατλαντική προπαγάνδα.
Για παράδειγμα, ο επικεφαλής των στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών της Ουκρανίας, Κιρίλο Μπουντάνοφ, δήλωσε ότι στόχος της εισβολής της Ρωσίας ήταν να καταλάβει το ανατολικό τμήμα της Ουκρανίας, προσθέτοντας μάλιστα ότι σύντομα θα ξεκινήσει ανταρτοπόλεμος «στο κατεχόμενο από τη Ρωσία έδαφος»3.
Θυμίζουμε ότι πριν από τη ρωσική εισβολή, ο ουκρανικός στρατός είχε ήδη ενισχυθεί στα ανατολικά της χώρας (από το 2021) και επιχειρούσε ενάντια στις αυτοαποκαλούμενες από το 2014 «Λαϊκές Δημοκρατίες» του ρωσόφωνου πληθυσμού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ειδικής Αποστολής Παρατηρητών του ΟΑΣΕ στην Ουκρανία, από τις 16 Φλεβάρη του 2022 οι εκρήξεις στο Ντονμπάς αυξάνονται ραγδαία, ξεπερνώντας τις 1.200 στις 18 Φλεβάρη, από 100 στις 14 του ίδιου μήνα. Στις 21 Φλεβάρη, το ημερήσιο δελτίο αναφέρει πως στην περιοχή του Ντονέτσκ, 18 και 20 του ίδιου μήνα, καταγράφηκαν 2.158 παραβιάσεις κατάπαυσης του πυρός, συμπεριλαμβανομένων 1.100 εκρήξεων, ενώ αντίστοιχοι αριθμοί καταγράφηκαν στο Λουγκάνσκ4.
Μάλιστα, στις 24 Μάρτη 2021, δημοσιεύθηκε απόφαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας και Αμυνας της Ουκρανίας της 11ης Μάρτη 2021«Σχετικά με τη στρατηγική ανακατάληψης και επανένταξης του προσωρινά κατεχόμενου εδάφους της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Κριμαίας και της πόλης της Σεβαστούπολης», την οποία ενέκρινε ο Πρόεδρος Ζελένσκι την ίδια μέρα5.
Ως εκ τούτου, ο ουκρανικός στρατός δεν αναπτύχθηκε ανατολικά τις παραμονές της ρωσικής εισβολής αλλά βρισκόταν ήδη εκεί και βομβάρδιζε τις αυτοαποκαλούμενες «Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, με την ενθάρρυνση των Ευρωατλαντικών, που «έσπρωχναν» την Ουκρανία να γίνει «σάκος του μποξ» στην αντιπαράθεσή τους με τη Ρωσία.
Ο ίδιος ο Ζελένσκι, σε συνέντευξή του στις 20 Μάρτη στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN, ομολόγησε ότι βρισκόταν σε σταθερή επαφή με το ΝΑΤΟ. Οπως είπε, «τους ζήτησα προσωπικά να πουν ευθέως ότι θα σας δεχθούμε στο ΝΑΤΟ σε ένα, δύο ή πέντε χρόνια, απλά πείτε το άμεσα και καθαρά, ή απλά πείτε όχι». Και πρόσθεσε πως η απάντηση που έλαβε ήταν πολύ σαφής: «Δεν πρόκειται να γίνεις μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά δημοσίως οι πόρτες θα παραμείνουν ανοιχτές»6.
Με άλλα λόγια, η Ουκρανία και η κυβέρνηση Ζελένσκι έπαιζαν ρόλο «μπροστινού» του ΝΑΤΟ στην ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Το ΝΑΤΟ διατηρούσε με αυτόν τον τρόπο ανοιχτή την απειλή απέναντι στη Ρωσία, ότι κάποια στιγμή θα δεχόταν την Ουκρανία στους κόλπους του, σφίγγοντας ακόμα περισσότερο τον κλοιό στα δυτικά της σύνορα.
Το επιχειρησιακό σχέδιο της ρωσικής εισβολής
Η στρατιωτική επίθεση που ξεκίνησε στις 24 Φλεβάρη, εξελίχθηκε ως εξής: Ο κύριος όγκος των ρωσικών στρατευμάτων διαπέρασε το νότιο τμήμα της Ουκρανίας, στο Ντονμπάς και κατά μήκος της ακτής της Αζοφικής Θάλασσας.
Στόχος αυτής της επίθεσης ήταν να στηθεί μια «λαβίδα», μαζί με δυνάμεις που εισέβαλαν από την Κριμαία και το Χάρκοβο, έχοντας στο κέντρο την πολιτοφυλακή των αυτοαποκαλούμενων «Λαϊκών Δημοκρατιών» και την Εθνοφρουρά της Τσετσενίας.
Η δευτερεύουσα δύναμη κινήθηκε προς το Κίεβο από τον Βορρά, μέσω Ρωσίας και Λευκορωσίας, με στόχο την καθήλωση του υπόλοιπου τμήματος των ουκρανικών δυνάμεων και την αποτροπή ενίσχυσης των στρατευμάτων στα ανατολικά. Αυτά δηλαδή που η κύρια επέλαση στόχευε να περικυκλώσει στον θύλακα του Κραματόρσκ, το διοικητικό κέντρο της ομώνυμης επαρχίας στο βόρειο τμήμα του Ντονέτσκ (στο κέντρο του τριγώνου Χάρκοβο - Ντονέτσκ - Λουγκάνσκ).
Αξίζει να σημειωθεί πως στο πρώτο αυτό μέρος της εισβολής, οι ρωσικές δυνάμεις παρέκαμπταν μεγάλα αστικά κέντρα και έφτασαν να ελέγχουν ουκρανικά εδάφη που η έκτασή τους προσεγγίζει το μέγεθος της Βρετανίας.
Κι ενώ οι ρωσικές δυνάμεις παρουσιάζονταν με λεπτομέρεια στις αναλύσεις «επί του πεδίου» των δυτικών Μέσων Ενημέρωσης, από τους χάρτες των επιχειρήσεων απουσίαζαν εντελώς οι θέσεις των ουκρανικών δυνάμεων. Αυτό γινόταν για να μην αποκαλυφθεί ότι βρίσκονταν ήδη αναπτυγμένες στην ανατολική Ουκρανία, πριν από τη ρωσική εισβολή. Μετά την περικύκλωσή τους στον θύλακα του Κραματόρσκ, οι δυνάμεις αυτές κατακερματίστηκαν, καθώς αντί να αποσυρθούν σε γραμμή άμυνας κατά μήκος του Δνείπερου και να ανασυνταχθούν, ο Ζελένσκι απαγόρευσε κάτι τέτοιο.
Η ασάφεια που διατηρείται σχετικά με την κατάσταση των ουκρανικών δυνάμεων, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά πρώην ανώτατος αξιωματικός του ΝΑΤΟ, έχει διάφορες επιπτώσεις: «Πρώτον, διατηρεί την ψευδαίσθηση μιας πιθανής ουκρανικής νίκης. Ετσι, αντί να ενθαρρύνει μια διαδικασία διαπραγματεύσεων, η Δύση επιδιώκει να παρατείνει τον πόλεμο».
Στις 25 Μάρτη, το ρωσικό υπουργείο Αμυνας ανακοίνωσε πως «σε γενικές γραμμές οι βασικοί στόχοι του πρώτου σταδίου της επιχείρησης ολοκληρώθηκαν» και ότι ο ρωσικός στρατός θα επικέντρωνε στη συνέχεια «το μεγαλύτερο μέρος των προσπαθειών στον κύριο σκοπό: Την απελευθέρωση του Ντονμπάς», στην ανατολική Ουκρανία, έχοντας ολοκληρώσει την επιχείρηση στον θύλακα του Κραματόρσκ και την περικύκλωση της Μαριούπολης.
Η έναρξη της δεύτερης φάσης της εισβολής συνοδεύτηκε από ένταση του εξοπλισμού της Ουκρανίας με ΝΑΤΟικό πολεμικό υλικό και κλιμάκωση της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης, που συνεχίζεται ακάθεκτη, με τις ρωσικές δυνάμεις να σταθεροποιούνται πλέον στα εδάφη της ανατολικής και νότιας Ουκρανίας και τους δυτικούς να μιλάνε για έναν μακροχρόνιο «πόλεμο φθοράς».
Βομβαρδισμός... προπαγάνδας για το «ξέπλυμα» του ΝΑΤΟ
Πηγή: Associated Press
Μια άλλη πτυχή της προπαγάνδας αφορά τη σφοδρότητα των ρωσικών βομβαρδισμών και τα πλήγματα σε μη στρατιωτικούς στόχους. Ενδεικτικά, ο επίσημος λογαριασμός της Εθνοφρουράς της Ουκρανίας ισχυριζόταν πως ενώ στη Συρία έπεσαν μόλις 100 βόμβες σε 5 χρόνια (!) στην Ουκρανία μέσα σε 22 μέρες έπεσαν 1.100. «Αντιληφθείτε το μέγεθος της καταστροφής», ήταν το σχόλιο της Εθνοφρουράς, στην οποία θυμίζουμε ότι περιλαμβάνονται και οι ναζιστικές πολιτοφυλακές του Αζόφ.
Μιλώντας στις 22 Μάρτη στο «Newsweek», αναλυτής της Υπηρεσίας Αμυντικών Πληροφοριών (DIA) των ΗΠΑ σημείωσε στο ίδιο πνεύμα ότι «σε 24 ημέρες συγκρούσεων, η Ρωσία πραγματοποίησε περίπου 1.400 επιθέσεις και εκτόξευσε σχεδόν 1.000 πυραύλους», υποστηρίζοντας πως «η καταστροφή είναι τεράστια, ειδικά σε σύγκριση με αυτό που οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί έχουν συνηθίσει να βλέπουν»7.
Δεν υπάρχει πιο αισχρή προσπάθεια να «ξεπλυθούν» τα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα των ΑμερικανοΝΑΤΟικών στην κολυμβήθρα της απαράδεκτης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία! Για τη σύγκριση μόνο, μέσα σε 41 μέρες που διήρκεσε η εισβολή στο Ιράκ το 2003, οι ΗΠΑ και η Βρετανία έριξαν 29.199 βόμβες, από τις οποίες σχεδόν τα δύο τρίτα ήταν πύραυλοι ακριβείας.
Σύμφωνα με αναλύσεις, στους πολέμους των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ, μια από τις βασικές προτεραιότητες των επιχειρήσεων ήταν η ελαχιστοποίηση των απωλειών στο συμμαχικό στρατόπεδο, που οδήγησε με τη σειρά της σε πολύ θανατηφόρες αεροπορικές επιθέσεις, με τα χερσαία στρατεύματα να επεμβαίνουν μόνο όταν όλα έχουν ισοπεδωθεί. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο στο Αφγανιστάν ή στο Σαχέλ, οι ΑμερικανοΝΑΤΟικοί σκότωσαν περισσότερους αμάχους από ό,τι οι Ταλιμπάν ή άλλες ένοπλες οργανώσεις8.
Ο αναλυτής της DIA σημείωσε επίσης ότι «η συντριπτική πλειονότητα των αεροπορικών επιδρομών βρίσκονται πάνω από το πεδίο της μάχης, με τα ρωσικά αεροσκάφη να παρέχουν "στενή αεροπορική υποστήριξη" στις επίγειες δυνάμεις. Το υπόλοιπο - λιγότερο από 20 τοις εκατό, σύμφωνα με ειδικούς των ΗΠΑ - έχει στόχο στρατιωτικά αεροδρόμια, στρατώνες και υποστηρικτικές αποθήκες».
Στο ίδιο δημοσίευμα, όμως, φιλοξενείται και η άποψη ενός απόστρατου αξιωματικού της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας, υπεύθυνου για την έγκριση στόχων στους βομβαρδισμούς σε Ιράκ και Αφγανιστάν. Οπως δηλώνει, «εάν απλώς πείσουμε τους εαυτούς μας ότι η Ρωσία βομβαρδίζει αδιακρίτως, ή ότι αποτυγχάνει να προκαλέσει μεγαλύτερη ζημιά επειδή το προσωπικό της δεν είναι επαρκές ή επειδή είναι τεχνικά ανίκανη, τότε δεν βλέπουμε την πραγματική σύγκρουση».
Εμμέσως το ομολογεί στη συνέχεια και ο αναλυτής της DIA, λέγοντας ότι «το επίπεδο θανάτου και καταστροφής (στην Ουκρανία) είναι χαμηλό σε σύγκριση με την ικανότητα της Ρωσίας (...) Ξέρω ότι είναι δύσκολο να αποδεχθούμε ότι το μακελειό και η καταστροφή θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότερα από ό,τι είναι (...) Στην πραγματικότητα, θα έλεγα ότι οι Ρώσοι θα μπορούσαν να σκοτώσουν χιλιάδες περισσότερους πολίτες εάν το ήθελαν».
Ο ρόλος των εθελοντών
Τέλος, πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τον ρόλο των «εθελοντών» που συρρέουν από την αρχή του πολέμου για να στηρίξουν την ουκρανική κυβέρνηση στον πόλεμο με τη Ρωσία. Η έκκληση του Ζελένσκι σε πολίτες άλλων κρατών να καταταχθούν στη «Διεθνή Λεγεώνα», που δημιούργησε πρόσφατα, έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από ευρωπαϊκές χώρες.
Αρκετοί, μάλιστα, ενθαρρυμένοι από τα Μέσα Ενημέρωσης που παρουσιάζουν έναν διαλυμένο ρωσικό στρατό, εντάσσονται χωρίς καν να έχουν εμπειρία, ενώ άλλοι σπρώχνονται να γίνουν «κρέας για τα κανόνια», όπως μαρτυρά εθελοντής γιατρός στη βρετανική «Telegraph», που μετά από 5 μέρες στην Ουκρανία επέστρεψε, καθώς έμαθε πως οι Ουκρανοί σκόπευαν να τον στείλουν στην πρώτη γραμμή στο Κίεβο, χωρίς καν εκπαίδευση9.
Οπως αναφέρουν διάφοροι αναλυτές στην «Jerusalem Post» και το «Politico», η εμπειρία των πρόσφατων πολεμικών συγκρούσεων δείχνει ότι η συμμετοχή ξένων, εθελοντών μαχητών δεν συνεισφέρει σε τίποτα άλλο σε μια σύγκρουση, παρά από την παράτασή της και την αύξηση των θανάτων10.
Παράλληλα, όπως σημειώνει ο πρώην υπεύθυνος του ΝΑΤΟ για την επιχείρηση ενάντια στη διάδοση των φορητών όπλων, Ζακ Μποντ, η αδιάκριτη διανομή των όπλων που παρέχουν «με το τσουβάλι» τα κράτη - μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, «θα μπορούσε κάλλιστα να καταστήσει την ΕΕ υποστηρικτή του εξτρεμισμού, ακόμα και της διεθνούς τρομοκρατίας. Το αποτέλεσμα είναι πως προσθέτουμε περισσότερο στη δυστυχία, προκειμένου να ικανοποιήσουμε τις ευρωπαϊκές ελίτ περισσότερο από την ίδια την Ουκρανία».
Ο ίδιος σημειώνει σε ανάλυσή του πως τα όπλα που προμηθεύουν οι Ευρωατλαντικοί στην Ουκρανία βρίσκονται εν μέρει στα χέρια εγκληματικών ατόμων και οργανώσεων και έχουν ήδη αρχίσει να προκαλούν πρόβλημα ασφάλειας στη χώρα.
Δ. Μ.
Παραπομπές
1. «Ριζοσπάστης», Σαββατοκύριακο 2 - 3 Απρίλη 2022: Ευρωατλαντική προπαγάνδα για τον πόλεμο: Πίσω από την κουρτίνα...
2. https://www.nytimes.com/2008/04/20/us/20generals.html
4. https://www.osce.org/special-monitoring-mission-to-ukraine/512683
5. https://www.president.gov.ua/documents/1172021-37533
7. https://www.newsweek.com/putins-bombers-could-devastate-ukraine-hes-holding-back-heres-why-1690494
8. https://edition.cnn.com/2019/07/30/asia/afghanistan-nato-taliban-intl-scli/index.html
10. https://www.jpost.com/middle-east/article-701412 και https://www.politico.com/news/magazine/2022/03/10/foreign-fighters-are-heading-to-ukraine-thats-a-moment-for-worry-00016084
Ριζοσπάστης, 28-29 Μάη 2022 και 902
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.