*
Ολημέρα
ολημέρα σε αέναη κίνηση
απελευθερώνει πουλιά που φτερουγίζουνε γύρω της
και ζωγραφίζουνε στον αέρα χαιρετίζοντας τη μεγάλη πόλη
πριν επιστρέψουνε τρυφερά να φωλιάσουνε πάλι στη σάρκα της.
*
Juan Gelman – Χουάν Χέλμαν
(3 Μαΐου 1930, Αργεντινή, Μπουένος Άιρες – 14 Ιανουαρίου 2014, Πόλη του Μεξικού, Μεξικό)
Γκοτάν (Τάνγκο)
(4 ποιήματα)
*
Μετάφραση
Μπάμπης Ζαφειράτος – Μποτίλια Στον
Άνεμο
Πρώτη δημοσίευση, Κατιούσα, 3/5/2022
Χουάν Χέλμαν
Αρχειοθέτηση
Άρπαξα τον έρωτά μου που άφηνε τ’ αστέρια κατάπληκτα
και του είπα: κύριε έρωτα
μεγαλώνετε το βράδυ, νύχτα και μέρα,
πλαγίως, καθέτως, με χτυπάτε κατακούτελα,
η ταραχή σας δε μ’ αφήνει να κοιμηθώ, είμαι τελείως ανόρεχτος
κι εκείνη ούτε γεια δε μας λέει, είστε άχρηστος, άχρηστος.
Άρπαξα τον έρωτά μου λοιπόν
ένα χέρι τού έκοψα, ένα πόδι, τον έκανα στα εξ ων συνετέθη,
μια τράπουλα έφτιαξα
και μπρος στη χλομάδα των άστρων
τα έπαιξα στα χαρτιά μια νύχτα μακρόσυρτη
ενώ η καρδιά μου εσφύριζε, η απρόσεχτη.
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 15 Απριλίου 2022
Χουάν Χέλμαν
Στη ζωγραφική
Η Ντενίς δουλεύει στο Μουσείο του Λούβρου στον μπουφέ του
1ου πατώματος,
ανάμεσα σε τραπέζια και Εγγλέζους οδηγεί το σώμα της αποφασιστικά,
ο κώλος της είναι πιο όμορφος απ’ τους κόσμους του Ρούμπενς
τόσο όμορφος σαν τη γωνιά των περιστεριών στη l’Avenue des Champs Elysées.
Ολημέρα ολημέρα σε αέναη κίνηση
απελευθερώνει πουλιά που φτερουγίζουνε γύρω της
και ζωγραφίζουνε στον αέρα χαιρετίζοντας τη μεγάλη πόλη
πριν επιστρέψουνε τρυφερά να φωλιάσουνε πάλι στη σάρκα της.
Η Ντενίς δούλευε και ποτέ της δεν είχε δει την Τζιοκόντα
αλλά η κάμαρά της στο Poissonnière
ήτανε μια χώρα πρόθυμη πάντα για τον έρωτα,
τις νύχτες η φουσκοθαλασσιά της έσκαγε στα παράθυρα.
Όταν αγκάλιαζε τον άντρα κοίταζε ίσια κατά την πόρτα
λες κι από κει η τρυφεράδα θα ’μπαινε άξαφνα,
κάποιες φορές πετάγανε μαύρα πουλιά
σαν εκείνη τη θλίψη που έρχεται αφού έχεις αγαπηθεί.
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 15 Απριλίου 2022
Χουάν Χέλμαν
31 του Μάρτη
Ο μήνας φεύγει
κι ο γιος μου δε φάνηκε
κι ο αδερφός μου δε γύρισε.
Ο μήνας φεύγει και δεν έχω λατρέψει τα πόδια σου
και δεν έγραψα εκείνο το φθινοπωριάτικο ποίημα στο Οντάριο
και σκέφτομαι σκέφτομαι σκέφτομαι
ένας μήνας ακόμα που έφυγε
και δεν έχουμε κάνει ακόμα την επανάσταση.
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 17 Απριλίου 2022
Χουάν Χέλμαν
Μια γυναίκα κι ένας άντρας
Μια γυναίκα κι ένας άντρας παρασυρμένοι απ’ τη ζωή
μια γυναίκα κι ένας άντρας πρόσωπο με πρόσωπο
κατοικούνε στη νύχτα, ξεχειλίζουνε απ’ τα χέρια τους,
ακούγονται να ανεβαίνουν ελεύθεροι μες στο σκοτάδι,
τα κεφάλια τους ξεκουράζονται σε μιαν όμορφη παιδική ηλικία
που την πλάσανε μαζί, γεμάτη από ήλιο, από φως,
μια γυναίκα κι ένας άντρας δεμένοι απ’ τα χείλη τους
γεμίζουνε τη μακρόσυρτη νύχτα με όλη τους τη μνήμη,
μια γυναίκα κι ένας άντρας πιο όμορφοι απ’ όλους
τη θέση τους παίρνουνε πάνω στη γη.
Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 17 Απριλίου 2022
[Ισπανικό κείμενο κάτω]
Από τη συλλογή Γκοτάν (Gotán, 1962). Τα δυο πρώτα από την ομώνυμη ενότητα και τα άλλα δύο από την ενότητα Como esperanza (Σαν ελπίδα).
Gotán (Γκοτάν): Ανασυλλαβισμός της λέξης Tango (Τάνγκο) από την αργκό των περιοχών, κυρίως, της Λεκάνης του Ρίο δε λα Πλάτα (Αργεντινής – Ουρουγουάης).
L’Avenue des Champs Elysées – Poissonnière (γαλλικά στο κείμενο): Η Λεωφόρος των Ηλυσίων Πεδίων, η πιο όμορφη λεωφόρος του κόσμου, που καταλήγει στην Αψίδα του Θριάμβου. – Τα Ψαράδικα, περιοχή του Παρισιού με σταθμό του μετρό.
Φωτό: Ο Χουάν Χέλμαν το 2005, στη Φοιτητική Εστία της Μαδρίτης. Foto: LUIS MAGÁN. (Πηγή: elpais.com).
Ο Χουάν Χέλμαν, με 21 ακόμη ποιήματα, στην Μποτίλια
*
Μπάμπης Ζαφειράτος: Χουάν Χέλμαν (3.5.1930 – 14.1.2014), Γκοτάν (7 ποιήματα)
*
*
Χουάν Χέλμαν: Ο Φιντέλ το άλογο και η γλυκιά παλίρροια της Επανάστασης — 4 ποιήματα
*
Χουάν Χέλμαν: Αφού έλεγε ότι πρέπει ν' αγωνιστούμε μέχρι την τελική νίκη τότε δεν πέθανε
*
Χουάν Χέλμαν: Καμίλο, οι Εκατό Φωτιές − Κάρλος Πουέμπλα: Τραγούδι για τον Καμίλο
*
GOTÁN Juan Gelman Γκοτάν Μπάμπης Ζαφειράτος Ποίηση Τάνγκο Χουάν Χέλμαν
* * *
EN LA CARPETA
Tomé mi amor que asombraba a los astros
y le dije: señor amor,
usted crece de tarde, noche y día,
de costado, hacia abajo, entre las cejas,
sus ruidos no me dejan dormir, perdí todo apetito
y ella ni nos saluda, es inútil, inútil.
De modo que tomé a mi amor,
le corté un brazo, un pie, sus adminículos,
hice un mazo de naipes
y ante la palidez de los planetas
me lo jugué una noche lentamente
mientras mi corazón silbaba, el distraído.
A LA PINTURA
Dénise trabaja en el Musée du Louvre buffet del 1er. piso,
entre mesas o ingleses ella conduce su cuerpo con toda decisión,
su culo es más sonoro que los mundos de Rubens
y se parece a la esquina de las palomas de l’Avenue des Champs
Elysées.
Todo el día todo el día moviéndose moviéndose
suelta especie de pájaros que revolotean a su alrededor
y la describen en el aire saludando al gran pueblo
antes de regresar dulcemente a su carne.
Dénise trabajaba y nunca había visto a la Gioconda
pero su cuarto en Poissonniéres
era un país siempre dispuesto para el amor,
cada noche su oleaje golpeaba las ventanas.
Cuando abrazaba al hombre miraba hacia la puerta
como si la ternura fuese a entrar de repente,
a veces se le volaban pájaros oscuros
como una tristeza después de haber amado.
31 DE MARZO
Ha terminado el mes
y el hijo sin venir
y mi hermano sin volver.
Ha terminado el mes y no te amé las piernas
y no escribí ese poema del otoño en Ontario
y pienso pienso pienso
se fue otro mes
y no hicimos la revolución todavía.
UNA MUJER Y UN HOMBRE
Una mujer y un hombre llevados por la vida,
una mujer y un hombre cara a cara
habitan en la noche, desbordan por sus manos,
se oyen subir libres en la sombra,
sus cabezas descansan en una bella infancia
que ellos crearon juntos, plena de sol, de luz,
una mujer y un hombre atados por sus labios
llenan la noche lenta con toda su memoria,
una mujer y un hombre más bellos en el otro
ocupan su lugar en la tierra.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.