Αγαπητοί Φίλοι
Μετά το κλείσιμο του STUDIO με τα νέα μέτρα έως 4/10 οι ταινίες μας θα προβάλλοντα σε 2 θερινούς κινηματόγραφους
Και είναι ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ
(Βελισάριος Κοσσυβάκης)
*
Ο Ανίκητος
(1956)
(1956)
του Σατιαζίτ Ράι
*
Το να μην έχει παρακολουθήσει κάποιος τον κινηματογράφο του Ράι είναι ως σαν να μην έχει δει τον Ήλιο ή τη Σελήνη
Ακίρα Κουροσάβα
*
Ηρώων Πολυτεχνείου 27 (Μετρό Χολαργός), Κάτω Χαλάνδρι
2106777708
Πέμ., Παρ., Κυρ.: 20.00, Σάβ. 21.00
*
Όασις
Πρατίνου 7, Παγκράτι
2107244015
Πέμ.-Τετ.: 21.00/ 23.00
*
Γραφείο Τύπου NEW STAR
Phone: 2108640054 - 2108220008 - 2108640017
E-mail: newstarcine@gmail.com
*
Ο ΑΝΙΚΗΤΟΣ το ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ του ΣΑΤΙΑΖΙΤ ΡΑΙ από 24/9 στο ΟΑΣΙΣ (Θερινός Παγκράτι) και Αλεξάνδρα (Θερινός Κάτω Χαλάνδρι)
Η τριλογία του Απού, είναι μια αυτόματη επιλογή σε σχεδόν όλες τις λίστες με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.
Ακόμα και αν τη δει κανείς χωρίς να έχει την αναφορά του Pather Panchali (Το τραγούδι του Δρόμου), το Aparajito (Ο Ανίκητος) σαν δεύτερο μέρος της φημισμένης τριλογίας στέκει και ανεξάρτητη σαν μια σπουδαία κλασική ταινία. Για όσους είναι ήδη εξοικειωμένοι με τη διάσημη πρώτη ταινία του Ράι, αυτή η δεύτερη έρχεται σαν άξιος διάδοχος να επιβεβαιώσει την ιδιοφυΐα του κινηματογραφιστή.
Ακόμα και αν τη δει κανείς χωρίς να έχει την αναφορά του Pather Panchali (Το τραγούδι του Δρόμου), το Aparajito (Ο Ανίκητος) σαν δεύτερο μέρος της φημισμένης τριλογίας στέκει και ανεξάρτητη σαν μια σπουδαία κλασική ταινία. Για όσους είναι ήδη εξοικειωμένοι με τη διάσημη πρώτη ταινία του Ράι, αυτή η δεύτερη έρχεται σαν άξιος διάδοχος να επιβεβαιώσει την ιδιοφυΐα του κινηματογραφιστή.
Δραματική ταινία του 1956 του σκηνοθέτη Σατιαζίτ Ράι, και η δεύτερη ταινία της τριλογίας του Απού μετά την ταινία Το τραγούδι του δρόμου.
Η πλοκή βασίζεται στο ίδιο βιβλίο με το Tραγούδι του δρόμου καθώς και το επόμενο βιβλίο της σειράς με τίτλο Ανίκητος
Ξεκινά από το τέλος της προηγούμενη ταινίας, με την οικογένεια του Απού πλέον να μετακομίζει στο Βαρανάσι (το Μπεναρές του Καββαδία), και καταγράφει τη ζωή του από την παιδική ηλικία ως την ενηλικίωση του και την εγγραφή του στο κολλέγιο, έως και τον θάνατο της μητέρας του όταν πλέον απομένει μόνος.
11 διεθνή βραβεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονταν και ο Χρυσός Λέοντας και το βραβείο κριτικών στο
Φεστιβάλ Βενετίας 1957
Νικητής
Βραβείο FIPRESCI Satyajit Ray
Βραβείο FIPRESCI Satyajit Ray
Νικητής
Χρυσό Λιοντάρι Satyajit Ray
Χρυσό Λιοντάρι Satyajit Ray
Βραβείο
Νέου Κινηματογράφου Καλύτερη ταινία
Satyajit Ray
Νέου Κινηματογράφου Καλύτερη ταινία
Satyajit Ray
National Board of Review, ΗΠΑ 1959
Νικητής
Βραβείο NBR Κορυφαίες ξένες ταινίες
Βραβείο NBR Κορυφαίες ξένες ταινίες
Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σαν Φρανσίσκο 1958
Βραβείο νικητής
Golden Gate Καλύτερος σκηνοθέτης
Satyajit Ray
Golden Gate Καλύτερος σκηνοθέτης
Satyajit Ray
Η μεγάλη, θλιμμένη και τρυφερή εντύπωση από την Τριλογία του Απού παραμένει στο μυαλό του θεατή σαν υπόσχεση για πως μπορεί να είναι μια ταινία. Υπάρχει πέρα από τη μόδα και δημιουργεί ένα κόσμο τόσο πειστικό που για λίγο γίνεται μια άλλη ζωή που μπορεί να είχαμε ζήσει. Οι τρεις ταινίες είναι γυρισμένες στην Ινδία από Satyajit Ray μεταξύ 1950 και 1959. Σάρωσαν τα βραβεία στις Κάννες, τη Βενετία και το Λονδίνο και δημιούργησαν ένα νέο κινηματογράφο για την Ινδία – της οποίας η παραγωγική κινηματογραφική βιομηχανία είχε περιοριστεί στα γλυκερά μουσικά ρομάντζα. Ποτέ μέχρι τότε ένας άνθρωπος δεν είχε τόσο μεγάλη επίδραση στον κινηματογράφο της δική του κουλτούρας.
Κριτικές για τον Ανίκητο
Ο Ανίκητος, η μεσαία ταινία του θρυλικού Ινδού σκηνοθέτη, ακολουθεί το ντεμπούτο του, Το τραγούδι του δρόμου και προηγείται του Ο κόσμος του Απού. Αν και Το τραγούδι του δρόμου είναι μια μελέτη σχεδόν τέλειου κινηματογραφικού στυλ και εξαίρετης συναισθηματικής διορατικότητας, ο Ανίκητος ανεβάζει τον πήχη του ταλέντου του Σατιαζίτ σε νέα επίπεδα. Η λέξη "αριστούργημα" έχει σίγουρα χρησιμοποιηθεί υπερβολικά, αλλά αυτή είναι μια περίπτωση που είναι δικαιωματική.
Όταν η ταινία ξεκινά είμαστε στο 1920, ο Απού (Pinaki Sengupta) και οι γονείς του, Χαριχάρ (Kanu Bannerjee) και Σαρμποτζάγια (Karuna Bannerjee), ζουν στην πόλη του Μπανάρα, όπου μετακόμισαν μετά από τα γεγονότα του Το τραγούδι του δρόμου. Στον Μπανάρα, στις όχθες του ιερού ποταμού του Γάγγη, ο Χαριχάρ, ένας ιερέας Brahmin, απαγγέλλει ινδουιστικές γραφές για να κερδίσει τα προς το ζην, ενώ η Σαρμποτζάγια φροντίζει τα του σπιτιού. Ο Απού, όπως κάθε παιδί, περνάει το χρόνο του παίζοντας με τους φίλους του. Στις πρώτες σκηνές του Ανίκητου, ο Ράι ζωγραφίζει μια αξέχαστη εικόνα της πόλης και του πολιτισμού της - Το Μπανάρα είναι ένας τόπος όπου το συνηθισμένο και το μαγευτικό συνδυάζονται απρόσκοπτα μεταξύ τους. Οι λήψεις των ιερών σκαλοπατιών και των άντρών που βουτάνε στο ποτάμι είναι από τις πιο αξιομνημόνευτες εικόνες της ταινίας.
Η τραγωδία χτυπά όταν ο Χαριχάρ αρρωσταίνει και μετά πεθαίνει. Ξαφνικά, ο Απού και η Σαρμποτζάγια μένουν μόνοι, χωρίς κάποιο μέσο υποστήριξης. Αφότου άρχισε να εργάζεται ως μαγείρισσά για έναν πλούσιο άντρα στον Μπανάρα, η Σαρμποτζάγια και ο Άπου μετακομίζουν στο χωριό Μανσαπάτα της Βεγγάλης για να ζήσουν με τον θείο της. Εκεί, ο Απού αρχίζει να πηγαίνει στο σχολείο και δεν αργεί να γίνει ο καλύτερος μαθητής. Μετά από αρκετά χρόνια, ο Απού (τώρα τον ερμηνεύει ο Smaran Ghosal) έχει την ευκαιρία να συνεχίσει την εκπαίδευσή του στην Καλκούτα, αλλά ανησυχεί ότι η μητέρα του θα του απαγορεύσει να φύγει από το σπίτι.
Ο Ανίκητος γυρίστηκε πριν από σαράντα χρόνια, ωστόσο σχεδόν σε όλο τον κόσμο τα θέματα και τα συναισθήματα που ενσωματώνει η ταινία στην αφήγηση της, σχετίζονται εντυπωσιακά με την σύγχρονη δυτική κοινωνία (αυτό εξηγεί γιατί η ταινία αποκαλείται από πολλούς "διαχρονικά κλασική"). Παρακολουθώντας αυτήν την ταινία, ποιος δεν αναγνωρίζει κάτι στην σκηνή που η Σαρμποτζάγια πακετάρει προσεκτικά τη βαλίτσα του Απού πριν από το ταξίδι του, προσθέτοντας ένα βάζο σπιτικού βουτύρου και τον παρακαλεί να της γράψει σύντομα; Και πόσο οικοίο μας είναι όταν η μητέρα και ο γιος συναντιούνται μετά από τον μακρύ χωρισμό τους, και το πρώτο της σχόλιο είναι ότι έχει μεγαλώσει και δεν φαίνεται να τρώει καλά; Μια πτυχή της αρτιότητας του Ραι είναι ότι, παρόλο που δημιουργεί μοναδικούς κόσμους για τις ιστορίες του, οι βασικές, καθολικές αλήθειες της ταινίας του, επιτρέπουν να μιλούν απευθείας στις καρδιές κάθε θεατή.
Το υπερισχύον θέμα του Ανίκητου είναι ότι τίποτα δεν είναι στατικό - η ζωή έχει να κάνει με την αλλαγή και την ανακάλυψη. Στο Τραγούδι του δρόμου οι χαρακτήρες και τα σκηνικά είναι σχεδόν ίδια καθ 'όλη τη διάρκεια της ταινίας. Εδώ, όλοι οι χαρακτήρες και οι τοποθεσίες βρίσκονται σε συνεχή κατάσταση ροής. Η μόνη σταθερά είναι η Sarbojaya. Ακόμα και ο Απού υφίσταται μια ορατή μεταμόρφωση καθώς τον παίζουν δυο διαφορετικοί ηθοποιοί από την παιδική ηλικία, στην εφηβεία.
Από τον James Barardinelli
---------------------------
Η τριλογία του Απού, είναι μια αυτόματη επιλογή σε σχεδόν όλες τις λίστες με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Ακόμα και αν την δει κανείς χωρίς να έχει την αναφορά του Pather Panchali (Το τραγούδι του Δρόμου),το Aparajito (Ο Ανίκητος) σαν δεύτερο μέρος της της φημισμένης τριλογίας στέκει και ανεξάρτητη σαν μια σπουδαία κλασσική ταινία. Για όσους είναι ήδη εξοικειωμένοι με τη διάσημη πρώτη ταινία του Ράι, αυτή η δεύτερη έρχεται σαν άξιος διάδοχος να επιβεβαιώσει την ιδιοφυΐα του κινηματογραφιστή.
Μια απλή ιστορία
Βασισμένο στο μυθιστόρημα του Bibhutibhushan Bandopadhyay που γράφτηκε την δεκαετία του 1920, αυτή η ταινία μας αφηγείται την ιστορία μιας φτωχής οικογένειας της Βεγγάλης, η οποία μετεγκαταστάθηκε στο Βαρανάσι. Ο πατέρας του, Ινδουιστής, βιοπορίζεται εκτελώντας θρησκευτικές τελετές στις όχθες του Γάγγη. Η μητέρα φροντίζει το μικρό σπίτι που νοικιάζουν και τον γιο τους Απού. Η τραγωδία τους χτυπά την πόρτα όταν ο πατέρας υποκύπτει σε μια ξαφνική ασθένεια. Η χήρα μητέρα αναλαμβάνει στην αρχή να γίνει μαγείρισσά σε μια πλούσια οικογένεια. Αργότερα αποφασίζει να μετακομίσει στο προγονικό της χωριό. Έχει σχέδια να κάνει τον Απού ιερέα όπως ήταν ο πατέρας του, αλλά αντ 'αυτού εκείνος την πείθει να τον στείλει στο σχολείο. Είναι ένα έξυπνο αγόρι, που διαπρέπει στο σχολείο και κερδίζει υποτροφία για να σπουδάσει σε ένα κολέγιο στην Καλκούτα. Αλλά αυτή του η ανάγκη για να αναζητήσει την γνώση και να κυνηγήσει τα όνειρά του στη ζωή, θα αφήσει τη φτωχή, αμόρφωτη μητέρα του πίσω;
Μια αφήγηση που ρέει
Η ομορφιά αυτής της ταινίας, όπως και ο προκάτοχός της, έγκειται στην απαλή αφήγηση του Ράι, η οποία βασίζεται σε υποβλητικές εικόνες παρά σε βερμπαλιστικούς διαλόγους. Αν και την ταινία την διέπει μια χαλαρή αφήγηση, κρατάει το θεατή μαγεμένο με την ροή της και τις εντυπωσιακές ασπρόμαυρες εικόνες της. Τα παιδικά χρόνια του Απού στα σοκάκια του Βαρανάσι, η ατελείωτη περιπλανώμενη ματιά του, ο άρρωστος πατέρας του που καταρρέει από τα σκαλιά του ghaat, το βλέμμα της μητέρας του μέσα στην αγωνία ενώ τον παρακολουθεί να φέρνει τον ναργιλέ για τον πλοίαρχο, μια μαϊμού να παίζει με το κουδούνι του ναού, ο νεαρός Απού να πηγαίνει για ύπνο καθώς η άρρωστη μητέρα του προσπαθεί να μοιραστεί τον πόνο της μαζί του, ο έβηβος Απού να αφήνει πίσω του το προγονικό του σπίτι… υπάρχουν τόσες πολλές σκηνές που παραμένουν χαραγμένες στη μνήμη του θεατή μέσα από την φανταστική κινηματογράφηση του Ράι. Και βέβαια μέσα από την λαμπρή φωτογραφία του Subrata Mitra.
Ένα κλασικό έργο με την αληθινή έννοια
Παραμένοντας αληθινός στο στυλ του, ο Ράι δεν υποκύπτει ποτέ στο μελόδραμα και καταφέρνει να αγγίξει την ψυχή μας με διορατικές ‘’παρατηρήσεις’’ για την ανθρωπότητα. Οι ηθοποιοί του βοηθούν σε αυτό με τις υπέροχες φυσικές ερμηνείες τους. Ο Pinaki Sengupta και ο Smaran Ghosal απεικονίζουν τέλεια τη ξέγνοιαστη παιδική ηλικία του Απού και την αμήχανη εφηβεία του. Αλλά όπως και στην πρώτη ταινία, είναι η μητέρα Sarbojoya (που την παίζει η Karuna Banerjee) που μας κάνει την μεγαλύτερη εντύπωση. Η αντοχή της απέναντι στις αντιξοότητες, ο τρόπος που παλεύει για την τιμή της, η τρυφερή της αγάπη για την Απού, η ήσυχη αποδοχή της μοναξιάς της.… όλα απεικονίζονται τόσο συγκινητικά στην ταινία.
Το Aparajito (Ο Ανίκητος) σαν να ιχνηλατεί τον ατελείωτο κύκλο της ζωής και του θανάτου και μας δείχνει το αναπόφευκτο του χωρισμού. Το βασικό του θέμα ‘’Ο δρόμος προς την ενηλικίωση’ ’. Ένα θέμα διαχρονικό το οποίο συμπληρώνεται από μια άψογη κινηματογραφική εκτέλεση. Ένα κλασικό έργο με την πραγματική έννοια τη λέξης.
Από τον Dr. Mandar V. Bichu
***
Σατιαζίτ Ράι / Satyajit Ray (1921-1992)
Ο Ανίκητος (1956)
Ο Φιλοσοφικός Λίθος (1958)
Το Μουσικό Δωμάτιο (1958)
Ο Κόσμος του Απού (1959)
Η θεά (1960)
Οι 3 κόρες (1961)
Κανγκτσενγιούνγκα (1962)
Η Αποστολή (1962)
Η Μεγάλη Πόλη (1963)
Η Μοναχική Σύζυγος (1964)
Ο Άγιος (1965)
Ο Δειλός (1965)
Δύο (1965) – Τηλεοπτική Μικρού Μήκους
Ο Ήρωας (1966)
Ο Ζωολογικός Κήπος (1967)
Οι περιπέτειες του Γκούπι και του Μπαγκά (1969)
Μέρες και Νύχτες στο Δάσος (1970)
Ο Αντίπαλος (1970)
Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης (1971)
Σικίμ (1971) – Ντοκιμαντέρ
To Εσωτερικό Μάτι (1972) – Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ
Σήμα Αστραπής (1973)
Το Χρυσό Φρούριο (1974)
Ο Μεσάζοντας (1975)
Μπάλα (1976) - Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ
Οι Σκακιστές (1977)
Ο Θεός Ελέφαντας (1979)
Βασίλειο των διαμαντιών (1980)
Ημερολόγιο του Πίκου (1981) – Τηλεοπτική Μικρού Μήκους
Σωτηρία (1981) – Τηλεοπτική Ταινία
Το σπίτι και ο κόσμος (1984)
Σουκουμάρ Ράι (1987) - Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ
Ο Εχθρός του λαού (1989)
Τα Κλαδία του Δέντρου (1990)
Ο Ξένος (1991)
***
Η Τριλογία του Απού
Η τριλογία αποτελεί ορόσημο του Ινδικού κινηματογράφο και αποτελεί ένα από τα αρτιότερα δείγματα της τεχνικής του ρεαλισμού στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Οι 3 ταινίες κερδίσαν μεγάλο αριθμό ινδικών και διεθνών βραβείων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται 3 ινδικά εθνικά βραβεία καλύτερης ταινίας για την κάθε ταινία αντίστοιχα, 7 βραβεία από το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, καθώς και βραβεύσεις στα φεστιβάλ της Μπερλινάλε και της Βενετίας. Θεωρούνται 3 από τις σπουδαιότερες ταινίες όλων των εποχών και συχνά αναφέρονται και ως οι σπουδαιότερες του Ινδικού κινηματογράφου.
Ο Σατιαζίτ Ράι κατά την δεκαετία του 1950 δημιούργησε τρεις ταινίες σχετικά με τη ζωή του Απού, ενός μικρού αγοριού το οποίο μεγαλώνει σε δύσκολες συνθήκες φτώχειας, και κατόπιν ενηλικιώνεται. Η πρώτη ταινία με τίτλο ‘’Το τραγούδι του δρόμου’’ (1955) περιγράφει την καθημερινή ζωή του Απού και της μικρής αδερφής του, η δεύτερη ‘’Ο ανίκητος’’ (1956) την πορεία από την παιδική ηλικία έως την ενηλικίωση του αγοριού καθώς και τη σύγκρουση με τη μητέρα του, και η τρίτη και τελευταία ‘’Ο κόσμος του Απού’’ (1959) την ζωή του Απού ως ενήλικα και τον έγγαμο βίο του. Όλες οι ταινίες της τριλογίας βασίζονται σε δύο βιβλία με τους ομώνυμους τίτλους Το τραγούδι του δρόμου και Ο ανίκητος τα οποία είχαν γραφεί τη δεκαετία του 1930 από τον Ινδό συγγραφέα Μπιμπχουτιμπχουσάν Μπαντοπανχιάι, ενώ η μουσική επένδυση των ταινιών έγινε από τον Ραβί Σανκάρ.
Οι τρεις αυτές ταινίες δημιούργησαν έναν νέο κινηματογράφο για την Ινδία, του οποίου η παραγωγική κινηματογραφική βιομηχανία παρέμεινε παραδοσιακά μέσα στα στενά όρια των γλυκερών μουσικών ρομάντζων. Ποτέ άλλοτε ένας άνθρωπος δεν είχε τόσο αποφασιστικό αντίκτυπο στις ταινίες του πολιτισμού του. Η μεγάλη, θλιμμένη και τρυφερή εντύπωση από την Τριλογία του Απού παραμένει στο μυαλό του θεατή σαν υπόσχεση για πως μπορεί να είναι μια ταινία. Υπάρχει πέρα από τη μόδα και δημιουργεί ένα κόσμο τόσο πειστικό που για λίγο γίνεται μια άλλη ζωή που μπορεί να είχαμε ζήσει.
Σατιαζίτ Ράι
Η πρώτη ταινία του Ράι, το Το Τραγούδι του Δρόμου (1955) κέρδισε 11 διεθνή βραβεία ανάμεσα στα οποία ήταν και το Καλύτερο Ανθρώπινο Χρονικό στο φεστιβάλ κινηματογράφου των Καννών το 1956. Η ταινία αυτή, μαζί με το Ο ανίκητος (1956) και το Ο κόσμος του Απού (1959) αποτελούν την Τριλογία του Απού.
Ο Ράι έγραψε το σενάριο, έκανε τη διαλογή των ηθοποιών, τη μουσική επένδυση, μοντάζ, και σχεδίασε μόνος του το διαφημιστικό υλικό της ταινίας.
Στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του έλαβε μεγάλο αριθμό βραβείων και διακρίσεων, ανάμεσα στα οποία ήταν 32 εθνικά βραβεία της Ινδίας, ένας αριθμός από βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ κινηματογράφου, καθώς και ένα τιμητικό βραβείο Όσκαρ το 1992. Η κυβέρνηση της Ινδίας τον τίμησε με το βραβείο Μπάρατ Ρατνά το 1992 το οποίο αποτελεί την υψηλότερη τιμητική διάκριση της χώρας.
Ο Ράι έδειξε ένα απόσπασμα της ταινίας στον Αμερικανό σκηνοθέτη Τζον Χιούστον ο οποίος βρισκόταν στην Ινδία την περίοδο εκείνη ερευνώνοντας τοποθεσίες για την ταινία του με τίτλο Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς. Ο Χιούστον μετά την παρακολούθηση του αποσπάσματος, ειδοποίησε το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης (MOMA) πως ένα μεγάλο ταλέντο βρισκόταν στον ορίζοντα.
Η επιρροή του στον Ινδικό κινηματογράφο ήταν μνημειώδης ως προς την τεχνική και αισθητική που εισήγαγε, όπως και στον διεθνή κινηματογράφο με σκηνοθέτες όπως ο Μάρτιν Σκορτσέζε,Φράνσις Φορντ Κόπολα, Ηλία Καζάν, Φρανσουά Τρυφώ, Ουές Άντερσον,Ντάνι Μπόιλ και πολλοί άλλοι επηρεάστηκαν από το έργο του.
Κατά τις δεκαετίες μετά τον θάνατο του ο Ράι συνέχισε να συγκαταλέγεται στους κορυφαίους σκηνοθέτες όλων των εποχών, στις διάφορες κατατάξεις περιοδικών και εκπομπών με ενασχόληση τον διεθνή κινηματογράφο.
Ο Ράι έλαβε πολλά βραβεία και διακρίσεις κατά τη σταδιοδρομία του στον κινηματογράφο,
- 32 εθνικά βραβεία κινηματογράφου της Ινδίας,
- τιμητική βράβευση στο διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου της Μόσχας το 1979,
- 2 βραβεύσεις για καλύτερη σκηνοθεσία στο διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου του Βερολίνου μαζί με πλήθος υποψηφιοτήτων,
- βραβεύσεις στο διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου της Βενετίας για το Ο Ανίκητος το 1956 και τιμητική βράβευση το 1982.
- Τιμητική βράβευση στο διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου των Καννών το 1982.
- Τιμητικό διδακτορικό από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης
- Βραβεύσεις από τον πρόεδρο της Γαλλίας το 1985 και το 1987 στις οποίες περιλαμβάνονταν και αυτή της Λεγεώνας της Τιμής
- Βραβεύσεις από την κυβέρνηση της Ινδίας το 1965, ενώ το 1992 έλαβε το ]βραβείο Μπχάρατ Ρατνά το οποίο αποτελεί την υψηλότερη τιμητική διάκριση της χώρας.
- Τιμητική βράβευση Όσκαρ το 1992 για το σύνολο του έργου του.
Σατιαζίτ Ράι
Ο Satyajit Ray γεννήθηκε στις 2 Μαΐου 1921 σε μια οικογένεια διανοούμενων στην Καλκούτα, στην Ινδία. Ο παππούς, του ο Upendrakishore Ray (Roychowdhury), ήταν ένας διακεκριμένος συγγραφέας, ζωγράφος, βιολιστής και μουσικοσυνθέτης. Δραστηριοποιόταν στην τυπογραφία, φτιάχνοντας τις πιο όμορφες καλλιτεχνικές ανατυπώσεις στη χώρα. Πέθανε έξι χρόνια πριν να γεννηθεί ο Ray.
Ο πατέρας του, ο Sukumar Ray (1887-1923), σπούδασε τεχνολογία της τυπογραφίας στην Αγγλία και μπήκε στην οικογενειακή επιχείρηση. Ήταν επίσης διαπρεπής ποιητής, συγγραφέας και εικονογράφος της αφηρημένης λογοτεχνίας, σύμφωνα με την παράδοση των Lewis Carrol και Edward Lear.
Ο Sukumar Ray αισθανόταν άρρωστος τη χρονιά που γεννήθηκε ο Satyajit Ray από μια επίφοβη ασθένεια αυτής της εποχής. Τακτικά δημοσίευε ποιήματα, ιστορίες και εικόνες στο Sandesh, ένα περιοδικό για παιδιά στη Μπεγκάλι που ο παππούς του είχε εκδώσει και τυπώσει για πρώτη φορά. Είναι περιττό να πούμε ότι σαν παιδί ο Satyajit είχε γοητευτεί από την επιχείρηση και από τη διαδικασία της κατασκευής και της τυπογραφίας.
Στη δεκαετία του 1880, η οικογένεια του Ray εντάχθηκε στην Brahmo Samaj, σέκτα μέσα στην ινδική κοινωνία. Η Brahmo ήταν μια αντίδραση στην εκχριστιανοποίηση -αυτή την εποχή η Ινδία ήταν αποικία της Μεγάλης Βρετανίας και η Καλκούτα ήταν το κέντρο της εξουσίας-, στη δυτική λογοτεχνία και στις ορθόδοξες ινδουιστικές πρακτικές όπως η sati. Με μια κοσμοπολίτικη κα λογική σκέψη ο Raja Ram Mohan Roy ίδρυσε την Brahmo. Αργότερα οι μπράχμο είχαν αρχηγό τον Devendranath Tagore, πατέρα του Rabindranath Tagore. Το προοδευτικό πρόσωπο των Brahmo Samaj επηρέασε βαθιά τις εργασίες του Satyajit Ray. Πολλές ταινίες του αργότερα θα δείξουν αυτή την προοδευτική σκέψη και μια έντονη αποστροφή στους θρησκευτικούς φανατισμούς, όπως οι Devi, Charulata, Teen Kanya, Sadgati, Ghare Baire και Ganashatru, για να αναφερθούμε σε κάποιες.
Ενώ ήταν στο σχολείο έγινε φανατικός οπαδός του κινηματογράφου, ενημερωνόταν συχνά για τα νέα του Χόλιγουντ, διαβάζοντας περιοδικά όπως Picturegoer και Photoplay. Η δυτική μουσική ήταν ένα άλλο ενδιαφέρον του. Θα αγοράσει δίσκους γραμμοφώνου σε διάφορα παζάρια. Θα είναι συνδρομητής στην ηλικία των 15 ετών.
Η μητέρα του επέμενε ο Satyajit να φοιτήσει στο Κολέγιο. Στο Presidency College έμαθε επιστήμες στα δύο πρώτα χρόνια και τον τρίτο χρόνο οικονομία. Ένας θείος του τού είχε εξασφαλισμένη εργασία αν αποφοιτούσε από την οικονομική σχολή. Με κόστος της ακαδημαϊκές σπουδές του, ο Satyajit σπαταλούσε όλο και περισσότερο χρόνο και ενέργεια για να παρακολουθεί τους δύο τομείς που τον ενδιέφεραν, να βλέπει ταινίες και να ακούει δυτική κλασική μουσική στο γραμμόφωνό του. Το ενδιαφέρον του για τον κινηματογράφο ξεκίνησε από τους ηθοποιούς για να πάει στους σκηνοθέτες, ενδιαφέρθηκε για τους Ernst Lubitsch, John Ford, Frank Capra και William Wyler. Έγινε συνδρομητής του περιοδικού Sight & Sound.
Τέλειωσε τις σπουδές του το 1939. Ενώ ήταν 18 ετών αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του. Αν και δεν είχε εκπαιδευτεί σε αυτό, σχεδίαζε να γίνει εμπορικός καλλιτέχνης. Είχε μια φυσική έλξη στο σχέδιο. Η μητέρα του, πάντως, πίστευε ότι ήταν πολύ μικρός για να κάνει τη δική του επιχείρηση. Του πρότεινε να σπουδάσει ζωγραφική στο Shantiniketan. Μετά από τις αρχικές αντιδράσεις, δέχτηκε.
Τον Απρίλιο του 1943 ο Satyajit Ray συνεργάστηκε με μια βρετανική διαφημιστική εταιρεία, την D.J. Keymer, ως νεαρός συνεργάτης στον εικαστικό τομέα. Θα περάσει τα επόμενα 13 χρόνια εκεί, μέχρι να γίνει κινηματογραφιστής συνεχούς απασχόλησης, μετά την επιτυχία της «Pather panchali».
Ήταν γοητευμένος από την τυπογραφία, τόσο στην ινδική όσο και στην αγγλική γλώσσα, και παρήγαγε πολλά ιδιοφυή διαφημιστικά προϊόντα. Σχεδίαζε με δύο ψευδώνυμα «Ray Roman» και «Ray Bizarre». Θα κερδίσει ένα διεθνή διαγωνισμό το 1971. Εφηύρε πολλά ινδικά μοτίβα και καλλιγραφικά στοιχεία στη διαφήμιση. Αργότερα, η αγάπη του για την τυπογραφία και την εικονογραφία θα τον «αναγκάσει» να ασχοληθεί με αυτές και στις ταινίες του, στη διαφήμισή τους.
Την επαύριον του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Καλκούτα βρέθηκε να είναι γεμάτη από Αμερικάνους στρατιώτες. Οι κινηματογράφοι πρόβαλαν τις τελευταίες παραγωγές του Χόλιγουντ. Αυτό ήταν για το Ray και τους φίλους του μια γιορτή με ταινίες. Το 1947, μαζί με κάποιους φίλους, όπως ο Bansi Chandra Gupta, ο Ray γίνεται συνιδρυτής της πρώτης κινηματογραφικής εταιρείας στην Καλκούτα. Το «Θωρηκτό Ποτέμκιν» ήταν η πρώτη ταινία που έκαναν διανομή.
Σύντομα, ο Ray ξεκίνησε να γράφει και να δημοσιεύει άρθρα πάνω στον κινηματογράφο, σε εφημερίδες και περιοδικά, τόσο στα αγγλικά όσο και μπενγκαλέζικα. Εντωμεταξύ, ο Ray αναπτύσσει ένα άλλο ενδιαφέροντα τομέα, να γράφει σενάρια για την ευχαρίστησή του.
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ JEAN RENOIR
Ο Renoir πήγε στην Καλκούτα το 1949 για να βρει χώρους για το «The river». Ο Ray έφτασε στο ξενοδοχείο όπου έμενε ο Renoir και ζήτησε μια συνάντηση. Πολύ σύντομα ο Ray συνόδευε το Renoir στα ταξίδια του για να βρει χώρους, έξω από την Καλκούτα, τα σαββατοκύριακα. Βλέποντας τον ενθουσιασμό και τις γνώσεις του για τον κινηματογράφο, ο Renoir το ρώτησε αν σκεφτόταν να γίνει κινηματογραφιστής. Ο ίδιος ο Ray έμεινε έκπληκτος όταν απάντησε αυθόρμητα καταφατικά και έδωσε στο Renoir μια σύνοψη του «Pather panchali», το οποίο πριν λίγο καιρό είχε σχεδιάσει.
Ήδη είχε παντρευτεί την εξαδέλφη του Bijoya με μια απλή τελετή, με ηχογραφημένα τραγούδια της Βομβάης. Αργότερα έκανε μια τελετή σύμφωνα με την τυπολογία των Brahmo, στη Καλκούτα. Η Bijoya συμφωνούσε με τα γούστα του στον κινηματογράφο και τη μουσική. Ο Renoir επέστρεψε στην Καλκούτα αργότερα για να γυρίσει την ταινία. Δέσμευσε το φίλο του Ray, Bansi Chandra Gupta, ως καλλιτεχνικό διευθυντή, και τον Harisadhan Das Gupta, ως βοηθό. Ο Subrata Mitra, ο οποίος αργότερα θα ήταν ο διευθυντής φωτογραφίας του Ray, έκανε τις φωτογραφίες πλατό. Ο Ray ήθελε πολύ να συμμετάσχει στην ομάδα, αλλά ήταν πλέον καλλιτεχνικός διευθυντής στη διαφημιστική εταιρεία D.J. Keymer και είχε σταλεί στο Λονδίνο για να δουλέψει ως στέλεχος σ’ένα πρακτορείο.
ΤΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ
Το 1950 ένα επιχειρηματικό ταξίδι στο Λονδίνο είναι το σημείο ανατροπής στην καριέρα του Ray. Αυτός και η γυναίκα του ταξίδεψαν στο Λονδίνο με καράβι, ένα ταξίδι που διήρκεσε 16 μέρες. Σε αυτό κράταγε σημειώσεις σε ένα σημειωματάριο που αφορούσαν στο πως θα σκηνοθετήσει το «Pather panchali». Ήθελε η ταινία να γυριστεί σε πραγματικούς χώρους. Η αντίδραση από τους φίλους του ήταν αρνητική. Το να σκηνοθετήσεις με άγνωστους ηθοποιούς ήταν εντελώς μια ανέφικτη ιδέα.
Σε αυτή την εξάμηνη παραμονή του στο Λονδίνο είδε την ταινία του Vittorio de Sica, «Κλέφτης ποδηλάτων». Αυτή η ταινία τον εντυπωσίασε βαθιά. Αργότερα, στην εισαγωγή του βιβλίου «Our films their films», έγραψε: «Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στο Λονδίνο, το μάθημα από τον «Κλέφτη ποδηλάτων» και από το νεορεαλιστικό κινηματογράφο έμειναν μέσα μου». Η ταινία του επιβεβαίωσε την πεποίθησή του ότι ήταν δυνατόν να κάνεις ρεαλιστικό κινηματογράφο με σχεδόν εντελώς ερασιτέχνες ηθοποιούς και με γυρίσματα σε πραγματικούς χώρους, εκτός στούντιο. Είχε ολοκληρώσει την επεξεργασία του «Pather panchali» με την επιστροφή του στην Ινδία.
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ
Με την επιστροφή του, αργά το 1950, χωρίς καμία εμπειρία στην κινηματογραφία, ο Ray συγκέντρωσε μια ομάδα από νέους ανθρώπους, για να δουλέψουν ως τεχνικοί. Ο Subrata Mitra ήταν ο διευθυντής φωτογραφίας. Ο Anil Choudhury έγινε ο συντονιστής της παραγωγής, ο Bansi Chandra Gupta ήταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής. Ενώ έψαχνε για χρηματοδότες, πλησίασε τη χήρα του Bibhuti Bhusan Banerjee, του συγγραφέα του «Pather panchali», για τα δικαιώματα της ταινίας. Του έδωσε την προφορική συγκατάβασή της, είχε εμπιστοσύνη στο Satyajit Ray παρότι ήθελε μια καλύτερη οικονομική προσφορά.
Για να εξηγήσει την ιδέα του για την ταινία στους μεγάλους παραγωγούς, Ray είχε ένα μικρό σημειωματάριο, γεμάτο με σχέδια, διαλόγους και ιδέες. Το σενάριο μόνο του, με το σχέδιο που έδειχνε τα δραματικά σημεία της ταινίας, είχε εξάψει την περιέργεια των παραγωγών. Ενώ πολλοί από αυτούς είχαν εντυπωσιαστεί, κανένας δεν ήρθε για να μπει στην παραγωγή της ταινίας. Αργότερα ο Ray κατέθεσε το σενάριο στη Cinematheque Franchaise, στο Παρίσι. Πολλοί είχαν αντιρρήσεις για τα γυρίσματα σε εξωτερικούς χώρους, αφού, εκείνη την εποχή, πολλές ταινίες γυρίζονταν σε στούντιο.
Πολλοί είπαν ότι οι σεκάνς της βροχής δε θα μπορούσαν να κινηματογραφηθούν με πραγματική βροχή, αλλά από ένα καλά εξοπλισμένο στούντιο. Ο Ray έπιασε την ευκαιρία, πήρε μια κάμερα 16 mm για να γυρίσει δοκιμαστικά πλάνα σε βροχή στο φεγγαρόφωτο. Πέρασε δύο χρόνια για να βρει έναν παραγωγό, εντωμεταξύ άρχισε να ψάχνει για ηθοποιούς και για εξωτερικούς χώρους.
Ανίκανος να βρει έναν παραγωγό, αποφασίζει τουλάχιστον, για να μπορέσει να αποδείξει την αξία του σεναρίου του, να παράξει κάποιες σεκάνς της ταινίας, χωρίς να έχει οικονομική υποστήριξη. Δανείστηκε λεφτά από την ασφάλεια και από κάποιους συγγενείς και φίλους. Τα γυρίσματα γίνονταν τις Κυριακές, επειδή δούλευε στην εταιρεία D. J. Keymer. Τον Οκτώβριο του 1952 έκανε τα πρώτα γυρίσματα. Η σκηνή ήταν η περίφημη «ανακάλυψη του τραίνου από τον Άπου και την αδελφή του Ντούργκα στον κήπο με τα λουλούδια». Θα πει ο Ray αργότερα ότι «μια μέρας εργασία με την κάμερα και τους ηθοποιούς που δίδαξε περισσότερα για τον κινηματογράφο παρά μια δωδεκάδα βιβλία». Την επόμενη Κυριακή, όταν επέστρεψε για τα γυρίσματα, με τρόμο ανακάλυψε ότι τα λουλούδια είχαν φαγωθεί από μια αγελάδα. Θα έπρεπε να περιμένει την ερχόμενη σεζόν για να συμπληρώσει τη σκηνή.
Η ΠΙΣΤΗ ΣΤΟ ΡΕΑΛΙΣΜΟ ΔΥΝΑΜΩΝΕΙ
Σε αυτό το διάστημα οι προσπάθειες να βρει ένα χρηματοδότη και να δουλέψει με άλλες απαιτήσεις της παραγωγής και με άλλους ηθοποιούς συνεχίζονται. Οι ηθοποιοί ήταν τόσο επαγγελματίες όσο και με ελάχιστη πείρα στην ηθοποιία. Ο Subir Banerjee, ο οποίος έπαιζε τον Άπου, η KarunaBanerjee, η μητέρα του Άπου, και οι χωρικοί που έπαιζαν μικρότερους ρόλους, ήταν ερασιτέχνες, οι άλλοι είχαν εμπειρία από τον κινηματογράφο ή το θέατρο. Η Chunibala Devi ήταν συνταξιούχος ηθοποιός του θεάτρου, ηλικίας 80 ετών, θα παίξει την IndirThakrun. Το Boral, ένα μικρό χωριό έξω από την Καλκούτα ήταν ο κεντρικός χώρος γυρισμάτων.
Αυτή τη χρονική περίοδο ο Bimal Roy έκανε την ταινία «Do bigha zamin» στην Ινδία. Η ταινία αφορούσε μιλούσε για τον αγώνα μιας αγροτικής οικογένειας. Και βασιζόταν στην παράδοση του νεορεαλισμού με φυσικές ερμηνείες, χρησιμοποιώντας επαγγελματίες ηθοποιούς, όπως ο Balraj Sahni που έπαιζε με φυσικό τρόπο σε ταινίες mainstream στην Ινδία. Η ταινία κέρδισε το Διεθνές Βραβείο στο Φεστιβάλ Καννών, το 1954.
Το «Do bigha zamin» και το «Rashomοn» του Kurosawa δυνάμωσαν περισσότερο την πίστη του Ray για αυτό το είδος της ταινίας που ήθελε να κάνει. Το «Pather Panchali» έπρεπε να γυριστεί σεκάνς προς σεκάνς, ο Ray διαπίστωσε ότι θα μάθαινε κινηματογράφο κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Η προβολή στις Κάννες έγινε μια μέρα εορτής, τα μεσάνυχτα. Κατά συνέπεια, πολλά μέλη της κριτικής επιτροπής δεν είχαν παρευρεθεί. O Lindsay Anderson και ο Andre Bazin ήταν ενθουσιασμένοι και οργανώθηκε μια άλλη προβολή με όλα τα μέλη της κριτικής επιτροπής. Η ταινία κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής, για το «Καλύτερο Ανθρώπινο Ντοκουμέντο». Εκτός αυτού κέρδισε δώδεκα βραβεία τόσο στην Ινδία όσο και σε διάφορα Φεστιβάλ, ανάμεσα σε αυτά για την Καλύτερη Ηθοποιό για την Chunibala. Αυτή η αναγνώριση τον έσπρωξε να πάρει τη μεγάλη απόφαση. Αποφάσισε να παραιτηθεί από τη διαφήμιση και να ακολουθήσει την καριέρα του σκηνοθέτη, πλήρους απασχόλησης. Το «Pather panchali», καθιέρωσε το Satyajit Ray ως ένα παγκοσμίου κλάσεως σκηνοθέτη.
ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΤΟ ΧΡΟΝΟ
Η επιτυχία του «Pather panchali» έδωσε στο Ray τον απόλυτο έλεγχο στις προσωπικές του ταινίες. Συγγραφέας, σκηνοθέτης, υπεύθυνος κάστινγκ, συνθέτης, από το 1961, ήταν οι ιδιότητές του στην κινηματογραφική του καριέρα. Βασισμένες πάνω στο ίδιο μυθιστόρημα, οι ταινίες «Aparajito» του 1956 και το «Apur Sansar» του 1959, συμπληρώνουν την τριλογία του Άπου («The Apu trilogy»). Η «Aparajito» ήταν η δεύτερη ταινία του, αναφερόταν σε ένα νεαρό που ήθελε την ελευθερία του από την προστασία και την αγάπη της μητέρας του. Η ταινία κέρδισε το Χρυσό Λιοντάρι στη Βενετία.
Αυτό που ακολούθησε ήταν μια μακριά καριέρα ως ένας παγκοσμίου κλάσης κινηματογραφιστής. Μέχρι το 1981 ήθελε να κάνει μια ταινία κάθε χρονιά. Οι επόμενες ταινίες του: «Parash pathar» («The philosopher’s stone»), 1958, «Jalsaghar» («The music room»), 1958, «Devi» («The goddess»), 1960, «Teen Kanya» («Two daughters»), 1961, «Kanchenjungha» (1962), «Charulata» («The lonely wife»), 1964, «Pratidwandi» («The adversary»), 1970, «Shantranj ke khilari» («The chess players»), 1977, και «Ghare baire» («Home and the world»), 1984.
Το 1961, ο Ray επανέφερε στη ζωή το Sandesh, ένα περιοδικό για παιδιά που είχε ιδρύσει ο παππούς του, στον οποίο συνέχιζε να αποδίδει τιμές με τις εικονογραφήσεις, τους στίχους και τις ιστορίες του που έφτιαχνε σε όλη τη ζωή του. Είχε γράψει αναρίθμητες μικρές ιστορίες, άρθρα και διηγήματα στη Μπεγκάλη. Τίμησε αρκετά την παιδική λογοτεχνία αυτής της περιοχής. Οι περισσότερες αφηγήσεις του γράφτηκαν από την ηλικία των δέκα ετών. Οι αστυνομικές ιστορίες του έγιναν ιδιαίτερα αγαπητές στο κοινό. Οι ιστορίες του ήταν απλές και διασκεδαστικές. Τα θέματα ήταν διάφορα, όπως οι περιπέτειες, οι αστυνομικές ιστορίες, οι φανταστικές αφηγήσεις, τα επιστημονικής φαντασίας και τρόμου αφηγήματα.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Σαράντα χρόνια κινηματογραφίας, με μία ταινία ανά χρόνο, διεκόπησαν από την ευαίσθητη κατάσταση της υγείας του, στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Η ταινία του Ray «Gahre baire» («Home and the world»), 1984, βασισμένη σε ένα μυθιστόρημα του Rabindranath Tagore, ήταν μια επιστροφή στις πρώτες του κινηματογραφικές αποδόσεις λογοτεχνικών έργων. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων υπέφερε από δύο εμφράγματα και ο γιος του, Sandip Ray, ολοκλήρωσε το έργο, βασισμένος στις λεπτομερείς οδηγίες που είχε γράψει.
Η κακή κατάσταση της υγείας του τον κράτησε μακριά από την ενεργή κινηματογραφική δράση για περίπου τέσσερα χρόνια. Το 1989 επανήλθε με μία ταινία βασισμένη στον Ίμπσεν, τον «Εχθρό του λαού», με τίτλο «Ganashatru» («Enemy of the people»), 1989. Ακολούθησαν οι ταινίες «Shakha prashakha» («Branches of the tree»), 1990, και «Agantuk» («The stranger»), 1991. Αυτή η σειρά των ταινιών ήταν η τελευταία του. Πολλοί κριτικοί και ιστορικοί κινηματογράφου βρήκαν ότι αυτές ήταν η πρόωρη αποχώρησή του από τον κόσμο του κινηματογράφου.
Το 1992 δέχτηκε το Όσκαρ για την προσφορά του στον κινηματογράφο, για όλη τη ζωή του, ενώ βρισκόταν άρρωστος στο κρεβάτι του στην Καλκούτα. Από τη δορυφορική τηλεόραση μεταδόθηκε το βραβείο Bharat Ratna (The jewel of India), η τελευταία τιμή από την Ινδία. Πέθανε στις 23 Απριλίου 1992.
Γιάννης Φραγκούλης
*
Λογοτεχνικά έργα
Ο Ρέι δημιούργησε 2 δημοφιλείς χαρακτήρες στην ινδική παιδική λογοτεχνία, τον Φελούντα, ένα ντετέκτιβ, και τον Καθηγητή Σονκού, έναν επιστήμονα, με το ζευγάρι των χαρακτήρων να είναι κατά τα πρότυπα του Σέρλοκ Χόλμς και Ντόκτορ Ουάτσον της δυτικής λογοτεχνίας του Άρθουρ Κόναν Ντόυλ. Έγραψε επίσης μια σειρά από παιδικά ποιήματα και χιουμοριστικές ιστορίες στη Βεγγαλική γλώσσα, καθώς και μια μετάφραση του Jabberwocky του Άγγλου συγγραφέας Λιούις Κάρολ.
Ανάμεσα στα άλλα έργα του ήταν και οι σύντομες ιστορίες μυστηρίου, οι οποίες περιείχαν στοιχεία τα οποία δεν είχε αποτυπώσει στο κινηματογραφικό του έργο, όπως η ενασχόληση με το μακάβριο και το σασπένς.
Δημιούργησε και αρκετά άλλα συγγράματα όπως την αυτοβιογραφία των παιδικών του χρόνων με τίτλο Jakhan Choto Chilam (1982, Κατά την παιδική μου ηλικία), απομνημονεύματα για την δημιουργία της τριλογίας του Άπου, καθώς και διάφορα δοκίμια και εκθέσεις σχετικά με τον κινηματογράφο και την κριτική ταινιών, στα οποία ασχολήθηκε τόσο με τον Ινδικό κινηματογράφο όσο και με τις ταινίες του Χόλυγουντ, τον Ιταλικό νεορεαλισμό και την γενικότερη κινηματογραφική τέχνη.
Καλλιγραφία
Ο Ρέι ασχολήθηκε επίσης και με την καλλιγραφία δημιουργώντας 4 γραμματοσειρές για το λατινικό αλφάβητο με τις ονομασίες Ray Roman, Ray Bizarre, Daphnis, και Holiday Script, πέρα από πλήθος άλλων γραμματοσειρών για το Βεγγαλικό αλφάβητο. Οι γραμματοσειρές Ray Roman και Ray Bizarre τιμήθηκαν με βραβείο σε διεθνή διαγωνισμό το 1971.Παράλληλα εξακολουθούσε να παράγει γραφιστικό έργο καθώς εικονογραφούσε όλα τα βιβλία του αλλά και τις θεατρικές αφίσες των ταινιών του με δικές του δημιουργίες, ενώ σχεδίασε και αναπαραστάσεις εξώφυλλων και για τα βιβλία άλλων συγγραφέων, με το δικό του ιδιόμορφο ύφος.
Επιρροή
Το έργο του Ρέι έχει περιγραφεί ως γεμάτο ανθρωπισμό και παγκοσμιότητα, συνοδεύομενο από μια απλότητα πίσω από την οποία υπάρχει μια βαθιά πολυπλοκότητα. Ο Ιάπωνας σκηνοθέτης Ακίρα Κουροσάβα ανέφερε πως το να μην έχει παρακολουθήσει κάποιος τον κινηματογράφο του Ρέι είναι ως σαν να μην έχει δει τον Ήλιο ή τη Σελήνη, ενώ ο Μάρτιν Σκορτσέζε τον συνέκρινε με τους άλλους μεγάλους σκηνοθέτες του διεθνούς κινηματογράφου όπως οι Ίγνκμαρ Μπέργκμαν, Ακίρα Κουροσάβα και Φεντερίκο Φελίνι. Ο Ρέι είναι πολιτιστικό σύμβολο της Ινδίας και της Βεγγάλης διεθνώς, ενώ μετά τον θάνατο του η πόλη της Καλκούτας κύρηξε γενικό πένθος, με εκατοντάδες χιλιάδες θαυμαστών του Ρέι να επισκεπτόνται το σπίτι του Ρέι για να αποτίσουν φόρο τιμής. Η επιρροή του στον Ινδικό κινηματογράφο ήταν μνημειώδης ως προς την τεχνική και αισθητική που εισήγαγε, όπως και στον διεθνή κινηματογράφο με σκηνοθέτες όπως ο Μάρτιν Σκορτσέζε, Φράνσις Φορντ Κόπολα, Ηλία Καζάν, Φρανσουά Τρυφώ, Ουές Άντερσον, Ντάνι Μπόιλ και πολλοί άλλοι επηρεάστηκαν από το έργο του.
Πολλά μετέπειτα λογοτεχνικά έργα εμπνεύστηκαν από τον Ρέι και το έργο του, όπως το Χέρτσογκ του Σολ Μπέλοου ή το Ο Χαρούν και η θάλασσα των παραμυθιών του Σαλμάν Ρούσντι, καθώς και διασκευές των ιστοριών του σε ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές.
Κριτική
Η κριτική που του ασκήθηκε επικεντρώθηκε στο ότι η εξέλιξη της πλοκής στις ταινίες του ήταν πάρα πολύ αργή, το μήνυμα απλοϊκό, και μη σύγχρονο, και πως δεν κατάφερε να εισάγει νέες τεχνικές έκφρασης όπως έκαναν άλλοι σκηνοθέτες του διεθνούς κινηματογράφου. Ωστόσο ακόμα και οι κριτικοί αναγνώρισαν πως ο Ρέι είχε την ικανότητα να μεταφέρει το πνεύμα της Ινδικής κουλτούρας με όλες τις ιδιοσυγκρασίες του στην οθόνη. Επιπλέον κριτική που του ασκήθηκε ήταν πως ωραιοποιούσε την φτώχεια, έκανε διαλογή ηθοποιών οι οποίοι δεν ήταν πραγματικά φτωχοί, και πως εξήγαγε την φτώχεια αντί οι ταινίες του να αναδεικνύουν την σύγχρονη Ινδία.
*
Γραφείο Τύπου NEW STAR
Phone: 2108640054 - 2108220008 - 2108640017
E-mail: newstarcine@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.