Τσαρλς Μίνγκους 22 Απρ. 1922, Νιγκάλες, Αριζόνα, ΗΠΑ - 5 Ιαν. 1979, Κουερναβάκα, Μεξικό Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 5.I.2018 (Μολύβι, 29 χ 21 εκ.) |
Charles Mingus – Three Or Four Shades Of Blues
Country: France
Released: 1977
Genre: Jazz
A1 Better Git Hit In Your Soul 4:35 (00:10)
A2 Goodbye, Porkpie Hat 7:00 (04:47)
A3 Noddin Ya Head Blues 10:29 (12:01)
B1 Three Or Four Shades Of Blue 12:03 (22:39)
Guitar – John Scofield
Piano – Jimmy Rowles
B2 Nobody Knows 10:06 34:52
Alto Saxophone – Sonny Fortune
Bass – Ron Carter
Guitar – John Scofield
Alto Saxophone, Tenor Saxophone – George Coleman (tracks: A1 to B1)
Art Direction, Design – Lynn Breslin
Bass – Charles Mingus, George Mraz (tracks: A1 to A3)
Composed By – Charles Mingus
Coordinator – Raymond Silva
Drums – Dannie Richmond
Executive Producer – Nesuhi Ertegun
Guitar – Larry Coryell (tracks: A1 to B1), Philip Catherine
Mastered By [Runout Etch] – GP*
Photography By – Rüstem Batum
Piano – Bob Neloms
Producer, Liner Notes – Ilhan Mimaroglu
Recorded By, Remix – Bobby Warner, Carmine Rubino, Don Puluse
Tenor Saxophone – Ricky Ford
Trumpet – Jack Walrath
*
Joni Mitchell – Mingus
In Memory Of Charles Mingus 1922-1979
Country: US
Released: Jun 1979
Genre: Jazz, Rock
A1
|
Happy Birthday 1975 (Rap)
|
0:57
|
A2
|
God Must Be A Boogie Man
Words By, Music By – Joni Mitchell
|
4:33
|
A3
|
Funeral (Rap)
|
1:07
|
A4
|
A Chair In The Sky
Music By – Charles Mingus
Words By – Joni Mitchell
|
6:40
|
A5
|
The Wolf That Lives In Lindsey
Words By, Music By – Joni Mitchell
|
6:33
|
B1
|
I's A Muggin' (Rap)
|
0:07
|
B2
|
Sweet Sucker Dance
Music By – Charles Mingus
Words By – Joni Mitchell |
8:06
|
B3
|
Coin In The Pocket (Rap)
|
0:11
|
B4
|
The Dry Cleaner From Des Moines
Arranged By [Horns] – Jaco Pastorius
Music By – Charles Mingus
Words By – Joni Mitchell
|
3:22
|
B5
|
Lucky (Rap)
|
0:03
|
B6
|
Goodbye Pork Pie Hat
Music By – Charles Mingus
Words By – Joni Mitchell
|
5:41
|
Credits
Art Direction – Glen Christensen
Bass – Jaco Pastorius
Congas – Don Alias
Drums – Peter Erskine
Electric Piano – Herbie Hancock
Guitar, Vocals, Mixed By, Artwork [Paintings] – Joni Mitchell
Management [Personal] – Elliot Roberts
Mastered By – Bernie Grundman
Percussion – Emil Richards
Recorded By [Additional Recordings] – Jerry Solomon
Recorded By, Mixed By – Steve Katz
Recorded By, Recorded By [Additional Recordings], Mixed By – Henry Lewy
Soprano Saxophone – Wayne Shorter
Τσαρλς Μίνγκους
... Στους ανθρώπους του είδους του ανήκουν τα πάντα σ’ αυτή τη χώρα – ακόμα και το επάγγελμα του Μίνγκους, πράγμα που σημαίνει ότι μεταβάλλουν τούς μουσικούς σε πόρνες... Και τώρα, Μίνγκους, θα σου πω πώς θα γλιτώσεις απ’ αυτούς τους ρουφιάνους κι απ’ ό,τι λένε οι κριτικοί για την τζαζ, την πραγματική τζαζ που έχεις μάθει ν’ αγαπάς. Πιστεύω ακράδαντα, πως ένας γνήσιος μουσικός της τζαζ πρέπει να γίνει οπωσδήποτε ρουφιάνος για να μπορέσει να σώσει την ψυχή του. Ο Τζέρυ Ρολ Μόρτον εκμεταλλεύεται φέτα κορίτσια κι έτσι μπόρεσε να αφοσιωθεί στη μουσική, ν' αγοράσει χρόνο και διαμάντια για τα δόντια του και πολύ πιθανό και για την κωλοτρυπίδα του. Έλεγε, λοιπόν: «Λευκέ, εσύ πολεμάς και σκοτώνεις για το χρήμα, εγώ το αποχτώ με το γαμήσι. Ποιος από τους δυο μας είναι καλύτερος;» Έτσι μιλούσε ο Τζέρυ· θέλω να γίνεις κι εσύ σαν κι αυτόν. Και ξαναρχόμαστε σε σένα, Ντόνα. Είσαι κι εσύ ένα προϊόν του συστήματος... Πριν πας στη Νέα Υόρκη με τον Μίνγκους και τη Λη Μαρί, πρέπει να αποφασίσεις ποιοι είναι οι φίλοι και ποιοι οι εχθροί. Μήπως θεωρείς ακόμα σα φυσικούς σου συμμάχους ανθρώπους σαν τον Πιερ; Πρέπει να συνεχίσω και να σου πω πως είσαι ενάντια στον Πιερ όταν διαλέγεις τον Μίνγκους, ένα πραγματικό θύμα του συστήματος που αντιπροσωπεύει αυτός ο άνθρωπος; Κι ότι όσο και να σε καλοπληρώνει θα είσαι μια από τις σκλάβες του; Δε θα διαφέρεις καθόλου από τη φτηνότερη τσούλα που προσφέρεται στον έγχρωμο εργάτη για ένα πιάτο φαΐ...
Ο Τσαρλς Μίνγκους (1922) γεννήθηκε στην Αριζόνα και μεγάλωσε στο Λος Άντζελες. Σπούδασε σολφέζ, τρομπόνι, βιολοντσέλο και μπάσο με τον Ρεντ Κάλεντερ. Έπαιζε μ’ όλους τους μεγάλους της τζαζ κι έγινε για πρώτη φορά γνωστός όταν έπαιξε με τον Λάιονελ Χάμπτον το 1946-1948. Το 1977 ίδρυσε το jazz workshop. Είναι μια από τiς πιo σημαντικές φυσιογνωμίες της μεταπολεμικής προοδευτικής τζαζ, με βαθιές ωστόσο ρίζες στη νέγρικη παράδοση.
Joni Mitchel, Self Portrait, 1999 για το άλμπουμ Both-Sides Now (2) |
*
Τσαρλς Μίνγκους
Χειρότερα κι από σκυλιά
Εξάντας, 1981
Μετάφραση: Χρύσα Τσαλικίδου
Στο εξώφυλλο του βιβλίου λεπτομέρεια από το εξώφυλλο του δίσκου Mingus at Antibes (1976) |
Beneath The Underdog Πρώτη μορφή, 1500 σελίδες. Ο Μίνγους το δούλευε είκοσι χρόνια. Το 1971 εκδόθηκε μαζεμένο κατά το 1/5 περίπου. Εξάντας, 1981, 328 σελ. |
Ακολουθεί το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου
Photo by Gorm Valentin |
1.
«Μ’ άλλα λόγια χωρίζομαι σε 3 ανθρώπους. Ο πρώτος στέκεται αιώνια στη μέση, αδιάφορος, ασυγκίνητος, παρακολουθώντας, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή να πει στους άλλους δυο τι βλέπει. Ο δεύτερος είναι σαν τρομαγμένο ζώο που επιτίθεται γιατί τρέμει μήπως προλάβουν να του επιτεθούν οι άλλοι. Και, τέλος, έχουμε τον τρίτο, έναν άντρα τρυφερό κι υπερευαίσθητο που επιτρέπει στους ανθρώπους να πατήσουν το ιερό της ύπαρξής του, τον άντρα που ανέχεται τις προσβολές, που εμπιστεύεται τον κόσμο, που υπογράφει συμβόλαια χωρίς να τα διαβάζει, που πείθεται να δουλέψει φτηνά ή και τζάμπα ακόμα, και που όταν διαπιστώνει τι του έχουν κάνει, εξαγριώνεται και θέλει να σκοτώσει, να καταστρέψει τα πάντα, ακόμη και τον εαυτό του, γιατί φέρθηκε τόσο ηλίθια. Αλλά δεν μπορεί − ξανακλείνεται στό καβούκι του.»
«Ποιος απ’ όλους είναι ο πραγματικός;»
«Όλοι τους είναι πραγματικοί.»
«Ο άνθρωπος που παρατηρεί και περιμένει, ο άνθρωπος που επιτίθεται γιατί φοβάται, ο άνθρωπος που θέλει να αγαπά και να εμπιστεύεται αλλά που αποτραβιέται κάθε φορά που νιώθει ότι τον έχουν προδώσει. Μίνγκους 1, 2, 3. Ποιο είναι το είδωλο που θέλεις να βλέπει ο κόσμος;»
«Τι διάολο με νοιάζει τι βλέπει ο κόσμος, εγώ πασχίζω να βρω πώς θα ’πρεπε να αισθάνομαι ο ίδιος για τον εαυτό μου. Έτσι κι αλλιώς δεν μπορώ ν’ αλλάξω τα πράγματα, όλοι είναι εναντίον μου, δε θέλουν να με δουν να προκόβω.»
«Ποιός δε θέλει;»
«Οι πράκτορες και οι επιχειρηματίες με τα λουξ γραφεία που μου λένε –σ’ έμενα, έναν μαύρο– ότι είμαι ανώμαλος επειδή απαιτώ το μερίδιό μας σ’ ό,τι παράγουμε. Οι μουσικοί είναι πιο ξεκρέμαστοι κι απ’ την τσογλαναρία των δρόμων και oι... oι... τέλος πάντων, αυτοί, θέλουν να παραμείνουν έτσι τα πράγματα.»
«Τσαρλς, ξέρω ποιους εννοείς με το αυτοί κι είναι κωμικοτραγικό. Θυμάσαι που μου ’χες πει ότι ήρθες σε μένα όχι μόνο γιατί είμαι ψυχαναλυτής άλλα και Εβραίος; Κι έτσι θα μπορούσα να συμμετέχω κατά κάποιο τρόπο στα προβλήματα σου;»
«Χα χα! Έχεις πλάκα, γιατρέ.»
«Να το, πάλι κλαις. Έλα, Μίνγκους, πάρε ένα μαντήλι και κόψε τις μαλακίες.»
«Χα! Τώρα βρίζεις εσύ!»
«Δεν έχεις αποκλειστικότητα στο βρίσιμο. Μη μου λες μαλακίες έμένα. Είσαι ωραίος άνθρωπος Τσαρλς, άλλα κάμποσες απ’ τις ιστορίες σου τις κατεβάζεις απ’ το μυαλό σου. Για παράδειγμα, κανένας άντρας δε θα μπορούσε να έχει τόσες συνουσίες μέσα σε μια νύχτα όσες ισχυρίζεσαι εσύ.»
«Αρχίδια δεν μπορεί. Εντάξει, ίσως να τα παράλεγα λιγάκι για την άρση βαρών γιατί δεν ξέρω πόσο ακριβώς ζύγιζαν α μπάλες, άλλα μόνο δυο άλλοι μάγκες κατάφεραν να τις σηκώσουν και τα πόδια τους βούλιαξαν στη γή!»
«Ξεφεύγεις απ’ το θέμα, φίλε μου! Εγώ ρωτούσα για κείνες τις Μεξικάνες. Γιατί φαγώνεσαι ν’ αποδείξεις πως είσαι άντρας; Επειδή κλαις;»
«Είμαι πιο άντρας απ’ οποιονδήποτε πούστη! Γάμησα είκοσι τρεις κοπέλες σ’ ένα βράδυ και τη γυναίκα του αφεντικού μαζί. Δεν την έβρισκα, το ’κανα μόνο και μόνο γιατί ήθελα να πεθάνω και ευχόμουν να με σκότωνε. Αλλά στο δρόμο, καθώς γύρναγα απ’ το Μεξικό, ένιωθα ανικανοποίητος ακόμα και σταμάτησα και...»
«Συνέχισε... Ντρέπεσαι;»
«Ναι, γιατί ήταν καλύτερα όταν την έπαιζα μόνος μου παρά με κείνες τις 23 κωλοπουτάνες. Δεν αγαπούν τους άντρες αυτές, μόνο το χρήμα αγαπάνε.»
«Πώς ξέρεις τι αγαπούν, Τσαρλς; Έλα, σκούπισε τα μάτια σου.»
«Σκατά. Άι σιχτήρ. Κι εσύ μόνο τα λεφτά μου θέλεις!»
«Τότε μη με πληρώνεις.»
« Άσε, ρε φίλε, σε μένα τα πουλάς αυτά; Ξέρεις πως μόνο πού μου το λες με κάνεις να θέλω να σε πληρώσω διπλά.»
«Όχι, δε τα θέλω τα λεφτά σου. Είσαι άρρωστος. Όταν έρθει η ώρα που θα νιώσεις ότι σε βοήθησα, αγόρασέ μου μια γραβάτα. Και δε θα σε ξαναπώ φαντασιόπληκτο. Το πιο σημαντικό είναι να σταματήσεις να λες ψέματα στον εαυτό σου. Λοιπόν, μου είχες πει ότι κάποτε ήσουνα προαγωγός. Μίλησέ μου γι’ αυτό. Πώς μπλέχτηκες σε τέτοιες ιστορίες;»
«Γιατί δε μ’ αφήνεις να ξαπλώσω στον καναπέ σου, γιατρέ;»
«Γιατί πάντα διαλέγεις την καρέκλα.»
«Νιώθω ότι δε με θέλεις στον καναπέ επειδή είμαι μαύρος και οι λευκοί ασθενείς σου θα φοβούνται μήπως κολλήσουν ψείρες.»
«Τσαρλς Μίνγκους! Μπορείς να ξαπλώσεις στον καναπέ μου, να τον κλωτσήσεις, να χοροπηδάς πάνω του, να χωθείς από κάτω, να τον αναποδογυρίσεις, να τον σπάσεις − και να τον πληρώσεις.»
«Αδελφέ μου είσαι τρελός! Μη στενοχωριέσαι όμως. εγώ θα σε γιατρέψω.»
«Δεν έχεις εκπαιδευτεί για να θεραπεύεις τον κόσμο. Εγώ είμαι αυτός που σπούδασε.»
«Μπορώ, σού λέω. Πιστεύεις στο Θεό;»
«Ναι.»
«Πώς τον φαντάζεσαι; Σαν τον μπαμπούλα στη ντουλάπα;»
«Θα μιλήσουμε και γι’ αυτά αργότερα. Τώρα, στο θέμα μας, το αλλοτινό κακόφημό σου επάγγελμα.»
«Είναι αλήθεια ότι κάποτε προσπάθησα να γίνω νταβατζής, γιατρέ μου, άλλα δεν τα κατάφερα γιατί ποτέ δεν μπόρεσα να φχαριστηθώ τα λεφτά που μου έφερναν τα κορίτσια. Θυμάμαι την πρώτη που γνώρισα − τη Σίντυ. Είχε κρυμμένο το μπερντέ κάτω από το στρώμα της. Ο Μπόμπο με κορόιδευε πού δεν της τα έπαιρνα − έλεγε ότι δε σκάμπαζα από πουτάνες.»
«Αν δε σ’ ενδιέφεραν τα λεφτά, τι ήθελες;»
«Μπορεί να ’θελα να διαπιστώσω αν μπορούσα να κάνω ό,τι και οι άλλοι ρουφιάνοι.»
«Γιατί;»
«Είναι πολύ δύσκολο να σού εξηγήσω − πώς αισθάνεσαι όταν είσαι πιτσιρικάς και ο βασιλιάς των νταβατζήδων ξαναγυρνάει στη γειτονιά. Κοντοστέκεται, στριφογυρίζει τη χρυσή αλυσίδα του ρολογιού του, σουλατσέρνει με την καινούργια Κάντιλακ ή Ρόλς, με το ακριβοραμμένο του κοστούμι. Σε μας φάνταζε περίπου σαν πρόεδρος των Η ΠΑ. Όταν ένας φιλόδοξος νέος τα καταφέρει να γίνει αρχινταβατζής, έχει φτάσει στην κορυφή της επιτυχίας. Έτσι τα βλέπαμε εμείς τα πράγματα στα μέρη μας, εκεί απ’ όπου ξεκίνησα. Έτσι απόδειχνες ότι είσαι άντρας.»
«Κι όταν το απόδειξες τί ήθελες;»
«Νά παίζω μουσική.»
«Διάβασα για σένα σ’ ένα περιοδικό. Δε μου είχες πει ότι είσαι τόσο διάσημος μουσικός.»
«Σκατά, αυτά δε σημαίνουν τίποτα. Είναι απλώς ένα σύστημα που έχουν εφεύρει αυτοί που μας χρησιμοποιούν. Μας κάνουν βεντέτες και μας κολλούν κι από ένα τίτλο: Ο βασιλιάς του Τάδε, ο Κόμης του Δείνα, ο Δούκας του ξέρω γω τι! Πεθαίνουμε στην ψάθα και μερικές φορές σκέφτομαι πως προτιμώ το θάνατο από το να ’χω να κάνω μ’ αυτόν τον κόσμο των λευκών.»
«Τσαρλς, προοδεύουμε, αλλά νομίζω ότι είπαμε αρκετά για σήμερα.»
«Ήθελα να σου πω για τον Χοντρό, τον ονειρεύτηκα πάλι χτες βράδυ.»
« Ωραία. Βάλ’ το στο ψυγείο ως την άλλη εβδομάδα. Γεια σου, Τσαζ.»
«Γεια χαρά, γιατρέ.»
«Ποιος απ’ όλους είναι ο πραγματικός;»
«Όλοι τους είναι πραγματικοί.»
«Ο άνθρωπος που παρατηρεί και περιμένει, ο άνθρωπος που επιτίθεται γιατί φοβάται, ο άνθρωπος που θέλει να αγαπά και να εμπιστεύεται αλλά που αποτραβιέται κάθε φορά που νιώθει ότι τον έχουν προδώσει. Μίνγκους 1, 2, 3. Ποιο είναι το είδωλο που θέλεις να βλέπει ο κόσμος;»
«Τι διάολο με νοιάζει τι βλέπει ο κόσμος, εγώ πασχίζω να βρω πώς θα ’πρεπε να αισθάνομαι ο ίδιος για τον εαυτό μου. Έτσι κι αλλιώς δεν μπορώ ν’ αλλάξω τα πράγματα, όλοι είναι εναντίον μου, δε θέλουν να με δουν να προκόβω.»
«Ποιός δε θέλει;»
«Οι πράκτορες και οι επιχειρηματίες με τα λουξ γραφεία που μου λένε –σ’ έμενα, έναν μαύρο– ότι είμαι ανώμαλος επειδή απαιτώ το μερίδιό μας σ’ ό,τι παράγουμε. Οι μουσικοί είναι πιο ξεκρέμαστοι κι απ’ την τσογλαναρία των δρόμων και oι... oι... τέλος πάντων, αυτοί, θέλουν να παραμείνουν έτσι τα πράγματα.»
«Τσαρλς, ξέρω ποιους εννοείς με το αυτοί κι είναι κωμικοτραγικό. Θυμάσαι που μου ’χες πει ότι ήρθες σε μένα όχι μόνο γιατί είμαι ψυχαναλυτής άλλα και Εβραίος; Κι έτσι θα μπορούσα να συμμετέχω κατά κάποιο τρόπο στα προβλήματα σου;»
«Χα χα! Έχεις πλάκα, γιατρέ.»
«Να το, πάλι κλαις. Έλα, Μίνγκους, πάρε ένα μαντήλι και κόψε τις μαλακίες.»
«Χα! Τώρα βρίζεις εσύ!»
«Δεν έχεις αποκλειστικότητα στο βρίσιμο. Μη μου λες μαλακίες έμένα. Είσαι ωραίος άνθρωπος Τσαρλς, άλλα κάμποσες απ’ τις ιστορίες σου τις κατεβάζεις απ’ το μυαλό σου. Για παράδειγμα, κανένας άντρας δε θα μπορούσε να έχει τόσες συνουσίες μέσα σε μια νύχτα όσες ισχυρίζεσαι εσύ.»
«Αρχίδια δεν μπορεί. Εντάξει, ίσως να τα παράλεγα λιγάκι για την άρση βαρών γιατί δεν ξέρω πόσο ακριβώς ζύγιζαν α μπάλες, άλλα μόνο δυο άλλοι μάγκες κατάφεραν να τις σηκώσουν και τα πόδια τους βούλιαξαν στη γή!»
«Ξεφεύγεις απ’ το θέμα, φίλε μου! Εγώ ρωτούσα για κείνες τις Μεξικάνες. Γιατί φαγώνεσαι ν’ αποδείξεις πως είσαι άντρας; Επειδή κλαις;»
«Είμαι πιο άντρας απ’ οποιονδήποτε πούστη! Γάμησα είκοσι τρεις κοπέλες σ’ ένα βράδυ και τη γυναίκα του αφεντικού μαζί. Δεν την έβρισκα, το ’κανα μόνο και μόνο γιατί ήθελα να πεθάνω και ευχόμουν να με σκότωνε. Αλλά στο δρόμο, καθώς γύρναγα απ’ το Μεξικό, ένιωθα ανικανοποίητος ακόμα και σταμάτησα και...»
«Συνέχισε... Ντρέπεσαι;»
«Ναι, γιατί ήταν καλύτερα όταν την έπαιζα μόνος μου παρά με κείνες τις 23 κωλοπουτάνες. Δεν αγαπούν τους άντρες αυτές, μόνο το χρήμα αγαπάνε.»
«Πώς ξέρεις τι αγαπούν, Τσαρλς; Έλα, σκούπισε τα μάτια σου.»
«Σκατά. Άι σιχτήρ. Κι εσύ μόνο τα λεφτά μου θέλεις!»
«Τότε μη με πληρώνεις.»
« Άσε, ρε φίλε, σε μένα τα πουλάς αυτά; Ξέρεις πως μόνο πού μου το λες με κάνεις να θέλω να σε πληρώσω διπλά.»
«Όχι, δε τα θέλω τα λεφτά σου. Είσαι άρρωστος. Όταν έρθει η ώρα που θα νιώσεις ότι σε βοήθησα, αγόρασέ μου μια γραβάτα. Και δε θα σε ξαναπώ φαντασιόπληκτο. Το πιο σημαντικό είναι να σταματήσεις να λες ψέματα στον εαυτό σου. Λοιπόν, μου είχες πει ότι κάποτε ήσουνα προαγωγός. Μίλησέ μου γι’ αυτό. Πώς μπλέχτηκες σε τέτοιες ιστορίες;»
«Γιατί δε μ’ αφήνεις να ξαπλώσω στον καναπέ σου, γιατρέ;»
«Γιατί πάντα διαλέγεις την καρέκλα.»
«Νιώθω ότι δε με θέλεις στον καναπέ επειδή είμαι μαύρος και οι λευκοί ασθενείς σου θα φοβούνται μήπως κολλήσουν ψείρες.»
«Τσαρλς Μίνγκους! Μπορείς να ξαπλώσεις στον καναπέ μου, να τον κλωτσήσεις, να χοροπηδάς πάνω του, να χωθείς από κάτω, να τον αναποδογυρίσεις, να τον σπάσεις − και να τον πληρώσεις.»
«Αδελφέ μου είσαι τρελός! Μη στενοχωριέσαι όμως. εγώ θα σε γιατρέψω.»
«Δεν έχεις εκπαιδευτεί για να θεραπεύεις τον κόσμο. Εγώ είμαι αυτός που σπούδασε.»
«Μπορώ, σού λέω. Πιστεύεις στο Θεό;»
«Ναι.»
«Πώς τον φαντάζεσαι; Σαν τον μπαμπούλα στη ντουλάπα;»
«Θα μιλήσουμε και γι’ αυτά αργότερα. Τώρα, στο θέμα μας, το αλλοτινό κακόφημό σου επάγγελμα.»
«Είναι αλήθεια ότι κάποτε προσπάθησα να γίνω νταβατζής, γιατρέ μου, άλλα δεν τα κατάφερα γιατί ποτέ δεν μπόρεσα να φχαριστηθώ τα λεφτά που μου έφερναν τα κορίτσια. Θυμάμαι την πρώτη που γνώρισα − τη Σίντυ. Είχε κρυμμένο το μπερντέ κάτω από το στρώμα της. Ο Μπόμπο με κορόιδευε πού δεν της τα έπαιρνα − έλεγε ότι δε σκάμπαζα από πουτάνες.»
«Αν δε σ’ ενδιέφεραν τα λεφτά, τι ήθελες;»
«Μπορεί να ’θελα να διαπιστώσω αν μπορούσα να κάνω ό,τι και οι άλλοι ρουφιάνοι.»
«Γιατί;»
«Είναι πολύ δύσκολο να σού εξηγήσω − πώς αισθάνεσαι όταν είσαι πιτσιρικάς και ο βασιλιάς των νταβατζήδων ξαναγυρνάει στη γειτονιά. Κοντοστέκεται, στριφογυρίζει τη χρυσή αλυσίδα του ρολογιού του, σουλατσέρνει με την καινούργια Κάντιλακ ή Ρόλς, με το ακριβοραμμένο του κοστούμι. Σε μας φάνταζε περίπου σαν πρόεδρος των Η ΠΑ. Όταν ένας φιλόδοξος νέος τα καταφέρει να γίνει αρχινταβατζής, έχει φτάσει στην κορυφή της επιτυχίας. Έτσι τα βλέπαμε εμείς τα πράγματα στα μέρη μας, εκεί απ’ όπου ξεκίνησα. Έτσι απόδειχνες ότι είσαι άντρας.»
«Κι όταν το απόδειξες τί ήθελες;»
«Νά παίζω μουσική.»
«Διάβασα για σένα σ’ ένα περιοδικό. Δε μου είχες πει ότι είσαι τόσο διάσημος μουσικός.»
«Σκατά, αυτά δε σημαίνουν τίποτα. Είναι απλώς ένα σύστημα που έχουν εφεύρει αυτοί που μας χρησιμοποιούν. Μας κάνουν βεντέτες και μας κολλούν κι από ένα τίτλο: Ο βασιλιάς του Τάδε, ο Κόμης του Δείνα, ο Δούκας του ξέρω γω τι! Πεθαίνουμε στην ψάθα και μερικές φορές σκέφτομαι πως προτιμώ το θάνατο από το να ’χω να κάνω μ’ αυτόν τον κόσμο των λευκών.»
«Τσαρλς, προοδεύουμε, αλλά νομίζω ότι είπαμε αρκετά για σήμερα.»
«Ήθελα να σου πω για τον Χοντρό, τον ονειρεύτηκα πάλι χτες βράδυ.»
« Ωραία. Βάλ’ το στο ψυγείο ως την άλλη εβδομάδα. Γεια σου, Τσαζ.»
«Γεια χαρά, γιατρέ.»
Charles Mingus by Merryl Jaye |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.