Πατρίς Λουμούμπα - Patrice Émery Lumumba
(Βελγικό Κονγκό, νυν Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό)
Γεννήθηκε στις 2 Ιουλίου 1925, Ανατολικό Κασάι
Δολοφονήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1961, στο Ελιζαμπέτβιλ, Κατάνγκα
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 2.VII.2016 (Μολύβι, 29χ21 εκ.)
Πατρίς Λουμούμπα
Ξημερώνει στην καρδιά της Αφρικής
Εδώ και χιλιάδες χρόνια, εσύ, Αφρικάνε, υπόφερες σαν χτήνος,
Οι στάχτες σου σκορπίσανε στον άνεμο που όλη την έρημο σαρώνει.
Οι τύραννοί σου χτίσανε λαμπρούς και θαυμαστούς ναούς
Για να μπορείς να σώσεις την ψυχή σου, για να μπορείς τα βάσανά σου να υποφέρεις.
Βάρβαρο δίκιο της γροθιάς, λευκό δίκιο του κνούτου,
Κι είχες δικαίωμα να πεθάνεις, κι αν ήθελες μπορούσες και να κλάψεις.
Στο τοτέμ σου χαράξανε την αβάσταχτη πείνα, τα αιώνια δεσμά,
Ακόμα και μέσα στο δάσος ο φριχτός βίαιος θάνατος
Όπως το φίδι σ' ακολούθαγε, ξοπίσω σου σερνότανε
Μέσα απ’ τις
κουφάλες, πάνω απ’ των δέντρων τις κορφές
Στο σώμα σου κουλουριαζότανε και μέσα στην πονεμένη σου ψυχή.
Κι ύστερα βάλανε μια μεγάλη φαρμακερή οχιά πάνω στο στήθος σου
Και το λαιμό σου τον γεμίσανε με το νερό που καίει,
Πήρανε τη γλυκιά γυναίκα σου, για κάτι χάντρες φτηνές αστραφτερές,
Τα αμύθητα τα αμέτρητά σου πλούτη.
Απ’ την καλύβα σου, τα ταμ-ταμ ακούγονταν μέσα στη μαύρη νύχτα
Κουβαλώντας τα βουβά μοιρολόγια σου στα πλατιά φουσκωμένα ποτάμια
Για τα κακοποιημένα κορίτσια, ποτάμια από δάκρυα και αίμα,
Για τα πλοία που πηγαίνανε σε χώρες όπου ο μικρός άντρας
Βυθίζεται σε μερμηγκοφωλιές και το δολάριο βασιλεύει,
Σ’ εκείνη την καταραμένη χώρα που τηνε λένε πατρίδα.
Εκεί το παιδί σου και η γυναίκα σου μερόνυχτα παλεύανε,
Σε έναν τρομακτικό, ανελέητο μύλο, που τους άλεθε μες στον αβάσταχτο πόνο.
Είσαι ένας άνθρωπος σαν όλους τους ανθρώπους. Στα κηρύγματά τους σου μαθαίνουνε να πιστεύεις
Πως ο καλός λευκός Θεός θα συμφιλιώσει στο τέλος όλα τα πλάσματά του.
Με τη φωτιά έκλαιγες και τραγούδαγες τα μοιρολόγια
Ενός ζητιάνου άστεγου που απαγκιάζει στις πόρτες των ξένων.
Και όταν η τρέλα σ’ έπιανε
Και κόχλαζε το αίμα σου όλη νύχτα
Χόρευες, θρηνούσες, κυριευόσουνα από το πάθος του πατέρα.
Σαν μανιασμένη θύελλα στους στίχους μιας αντρίκιας μελωδίας
Μέσα από χίλια χρόνια δυστυχίας μια δύναμη ανάβλυσε απ’ το είναι σου
Στη μεταλλική φωνή της τζαζ, στην κραυγή που δεν πνίγεται
Που βροντάει μέσα από την ήπειρο σαν το γιγάντιο κύμα.
Ο κόσμος μένει άναυδος, ξυπνάει πανικόβλητος
Στον άγριο ρυθμό που το αίμα σου χτυπάρει, στον άγριο ρυθμό της τζαζ,
Και ο λευκός χλομιάζει από αυτό το νέο τραγούδι
Που κουβαλάει ολοπόρφυρους πυρσούς στης νύχτας τα σκοτάδια.
Έφτασε η αυγή, αδερφέ μου! Η αυγή! Στα πρόσωπά μας κοίτα το!
Μια νέα μέρα χαράζει στη γριά μας Αφρική.
Εμείς είμαστε τώρα η γη και το νερό και τα γενναία ποτάμια
Οι φτωχοί Αφρικανοί που για χιλιάδες χρόνια υποφέραμε.
Σκληροί του ήλιου οι κεραυνοί θ’ αστράψουνε ξανά για μας
Και θα στεγνώσουνε στα μάτια σου τα δάκρυα και οι φτυσιές στο πρόσωπό σου.
Τη ώρα που θα σπάς τις αλυσίδες και τα βαριά σου τα δεσμά,
Οι άγριες μέρες οι απάνθρωπες θα φύγουνε για πάντα.
Ένα γενναίο ελεύθερο Κονγκό θα γεννηθεί από το μαύρο χώμα,
Ένα γενναίο ελεύθερο Μαύρο λουλούδι του Κονγκό από το μαύρο σπόρο!
Μετάφραση από τα Αγγλικά: Μπάμπης Ζαφειράτος, 17 Ιαν. 2021
Από Μποτίλια Στον Άνεμο
Μπάμπης Ζαφειράτος: Πατρίς Λουμούμπα (2.7.1925-17.1.1961), Κλάψε, αγαπημένε μαύρε μου αδερφέ
*
Πατρίς Λουμούμπα: Όμορφος σαν την απόφαση της ελευθερίας (Γιάννης Ρίτσος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.