του Τζίγκα Βερτόφ
Από 21 Σεπτεμβρίου, για πρώτη φορά στις ελληνικές αίθουσες, το σπάνιο αριστούργημα του Τζίγκα Βερτόφ «KINO EYE» μαζί με το «KINO PRAVDA no 21 – ΕΝΑ ΣΙΝΕ-ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΛΕΝΙΝ» σκηνοθετημένη και αυτή από τον Τζίγκα Βερτόφ για την πρώτη επέτειο από τον θάνατο του Λένιν.
*
Από 21/9 έως 27/9/2017
(Για τις ταινίες, στους συνδέσμους της Μποτίλιας)
*
ΖΕΦΥΡΟΣ
ΠΕΜΠΤΗ έως ΚΥΡΙΑΚΗ 20.30
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ 22.30
*
STUDIO new star art cinema
1) «ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ» - AUTUMN» του ΟΖΓΚΑΝ ΑΛΠΕΡ
ΠΕΜΠΤΗ έως ΚΥΡΙΑΚΗ 18.00
Σοφία ορθοί ίδωμεν στο STUDIO: Μια ξεχωριστή ηθοποιός - 3 ταινίες - Όλες οι γυναίκες (21-27 Σεπ 2017) |
ΣΑΒΒΑΤΟ - ΚΥΡΙΑΚΗ 20.00
ΔΕΥΤΕΡΑ έως ΤΕΤΑΡΤΗ 20.00
ΔΕΥΤΕΡΑ έως ΤΕΤΑΡΤΗ 18.00
6) «KINO EYE» & «KINO PRAVDA no 21» του ΤΖΙΓΚΑ ΒΕΡΤΟΦ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ 22.00
*
ΑΛΚΥΟΝΙΣ new star art cinema
14η εβδομάδα
ΠΕΜΠΤΗ έως ΚΥΡΙΑΚΗ 17.00
2) «KINO EYE» & «KINO PRAVDA no 21» του ΤΖΙΓΚΑ ΒΕΡΤΟΦ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ έως ΤΕΤΑΡΤΗ 19.00
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ έως ΤΕΤΑΡΤΗ 21.00
ΔΕΥΤΕΡΑ έως ΤΕΤΑΡΤΗ 17.30
ΔΕΥΤΕΡΑ έως ΤΕΤΑΡΤΗ 22.30
ΠΕΜΠΤΗ έως ΚΥΡΙΑΚΗ 22.30
*
«KINO PRAVDA no 21 – ΕΝΑ ΣΙΝΕ-ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΛΕΝΙΝ»
«Kino-pravda no. 21 – Leninskaia Kino-pravda. Kinopoema o Lenine»
του Τζίγκα Βερτόφ
του Τζίγκα Βερτόφ
Σοβιετική Ένωση 1925 - Διάρκεια 29΄ - Α/Μ
Σκηνοθετημένη από τον Τζίγκα Βερτόφ για την πρώτη επέτειο από τον θάνατο του Λένιν, η ταινία περιλαμβάνει ουσιαστικά όλα τα κινηματογραφικά πλάνα του ζωντανού Λένιν.
Όπως και η προλεταριακή επανάσταση, το «κινογκλάζ» είναι χωρίς προηγούμενο.
Και όσο οι «κινοκοί» δεν χωρίζουν τους ανθρώπους σε «ανθρώπους της τέχνης» και «ανθρώπους χωρίς τέχνης» και αρνούνται να βάλουν σύνορα μεταξύ της «δημιουργικής» και «μη δημιουργικής» εργασίας, το «κινογκλάζ» αναδεικνύεται σε ένα από τα εργαλεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού και ο Λένιν, με την σειρά του, ο πρώτος... «κινοκό»(*).
Βλέπουμε το λενινιστικό κάλεσμα στο κόμμα, την διάδοση των λενινιστικών ιδεών στην ζωή μετά τον θάνατό του και νέες επιτυχίες της Σοβιετικής χώρας στο μέτωπο της οικονομίας και του πολιτισμού. Τα έντονα πλάνα, το εκπληκτικό μοντάζ, η ένταξη σχεδόν του συνόλου των πλάνων με τον Λένιν εν ζωή, προκάλεσαν και εξακολουθούν να προκαλούν θαυμασμό.
Η ταινία αποτελεί ουσιαστικά το «προοίμιο» ή το σχεδίασμα των «Τριών τραγουδιών για τον Λένιν».
Χωρίζεται σε τρία μέρη
- Το πρώτο δείχνει τον Λένιν να καθοδηγεί την Επανάσταση, να συντρίβει την διεθνή εισβολή και τους λευκοφρουρούς και να εκβιομηχανίζει την Σοβιετική Ένωση.
- Το δεύτερο δείχνει τον θάνατό του και τον θρήνο που προκάλεσε.
- Το τρίτο είναι αφιερωμένο στον τρόπο που οι ιδέες του συνεχίζουν να ζουν στην σοσιαλιστική οικοδόμηση.
*
«Kino-pravdano. 21 – Leninskaia Kino-pravda. Kinopoema o Lenine»
Σοβιετική Ένωση 1925 - Διάρκεια 29΄ - Α/Μ
Σκηνοθεσία: Τζίγκα Βερτόφ
Σενάριο: Τζίγκα Βερτόφ
Μοντάζ: Τζίγκα Βερτόφ
ΣΥΝΟΨΗ
Η ταινία αποτελεί ουσιαστικά το «προοίμιο» ή το σχεδίασμα των «Τριών τραγουδιών για τον Λένιν». Χωρίζεται σε τρία μέρη: Το πρώτο δείχνει τον Λένιν να καθοδηγεί την Επανάσταση, να συντρίβει την διεθνή εισβολή και τους λευκοφρουρούς και να εκβιομηχανίζει την Σοβιετική Ένωση. Το δεύτερο δείχνει τον θάνατό του και τον θρήνο που προκάλεσε. Το τρίτο είναι αφιερωμένο στον τρόπο που οι ιδέες του συνεχίζουν να ζουν στην σοσιαλιστική οικοδόμηση.
Λίγα λόγια για την ταινία
Μία από τις καλύτερες εκδόσεις, 21η στην σειρά, του θεματικού κινηματογραφικού, χρονικού περιοδικού υπό τον γενικό τίτλο «Κινοπράβντα» («Κινηματογραφική αλήθεια») του σπουδαίου, Τζίγκα Βερτόφ, αποτελεί αναμφισβήτητα το ντοκιμαντέρ «Λενινιστική Κινοπράβντα (Κινοπράβντα Νο 21) – Κινηματογραφικό ποίημα για τον Λένιν» που έκανε πρεμιέρα στις 21 Ιανουαρίου του 1925, σε παραγωγή της «Κουλτκινό».
Δημιουργημένη για την πρώτη επέτειο από τον θάνατο του Λένιν, η ταινία περιλαμβάνει ουσιαστικά όλα τα κινηματογραφικά πλάνα του ζωντανού Λένιν.
Η «Κινοπράβντα», από θεματικής πλευράς και από πλευράς περιεχομένου, αλλά και από άποψη φόρμας, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς τα μπρος. Επεκτείνει την κάλυψη των καταγεγραμμένων φαινομένων της ζωής: Εκτός από τα πιο σημαντικά πολιτικά γεγονότα, από τα πιο σημαντικά γεγονότα από τους τομείς της βιομηχανίας, της γεωργίας, του πολιτισμού, η «Κινοπράβντα» περιλαμβάνει επιμέρους σκηνές από την καθημερινή ζωή των εργατών και των αγροτών.
Μαζί με τις «εκδόσεις», δομημένες σε μορφή «Εβδομάδα Κινηματογράφου» (κινηματογραφικό «περιοδικό» χρονικών που εκδιδόταν μέχρι την «Κινοπράβντα»), από «θέματα» που εσωτερικά δεν σχετίζονται μεταξύ τους, ο Βερτόφ δημιουργεί μια σειρά από θεματικές «εκδόσεις». Αυτή είναι η «Κινοπράβντα» αφιερωμένη στην πέμπτη επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης, η 1η Πανσοβιετική Γεωργική Έκθεση (1925), «Κινοπράβντα» - «Ανοιξιάτικη», «Πιονιέρικη» κλπ. Ιδιαίτερα επιτυχημένες ήταν οι δύο «Λενινιστικές Κινοπράβντες», με την πρώτη να προβάλλεται για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1925, στην επέτειος του θανάτου του Λένιν και η δεύτερη λίγους μήνες αργότερα.
Η πρώτη «Λενινιστική Κινοπράβντα» δεν προωθήθηκε σαν περιοδικό, αλλά σαν μεγάλο κινηματογραφικό, δημοσιογραφικό επίκαιρο. Αποτελείται από τρία μέρη, καθένα από το οποίο είναι αφιερωμένο σε ένα ειδικό θέμα: Στην εισαγωγή προβάλλεται η δράση του ζωντανού Λένιν στα χρόνια της Επανάστασης: Οι συγκλονιστικές ομιλίες του μπροστά στους εργάτες και τις μονάδες του Κόκκινου Στρατού, στα συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνούς, στα εγκαίνια μνημείων, προβάλλεται η υλοποίηση των μεγαλειωδών λενινιστικών σχεδίων για την συντριβή των εισβολέων και των λευκοφρουρών, για την ανοικοδόμηση της λαϊκής περιουσίας, τον εξηλεκτρισμό της χώρας.
Το δεύτερο μέρος είναι αφιερωμένος στον θάνατο του αγαπημένου ηγέτη και του μεγάλου θρήνου των λαών. Ο θεατής βλέπει την ατελείωτη νεκρική πομπή από τα Βουνά (σσ. περιοχή της Μόσχας που ονομάστηκαν Λενινιστικά Βουνά) προς την Μόσχα, χιλιάδες επί χιλιάδων εργάτες, αγρότες, παλιοί μπολσεβίκοι, πιονιέροι να περπατούν θλιμμένοι, μια ατελείωτη γραμμή που περνάει δίπλα από τον τάφο στην αίθουσα του Σπιτιού των Σοβιέτ, την γεμάτη θλίψη Κόκκινη Πλατεία, την μέρα της κηδείας του δικού Λένιν.
Για τη νίκη του κομμουνισμού |
Τα έντονα πλάνα, το εκπληκτικό μοντάζ, η ένταξη σχεδόν του συνόλου των πλάνων με τον Λένιν εν ζωή, προκάλεσαν και εξακολουθούν να προκαλούν θαυμασμό, αλλά, ακόμη και τώρα, να πείθουν για την νίκη του λενινισμού.
Με την «Κινοπράβντα» ο Βερτόφ κατακτά το κοινό με όρους κινηματογράφου ως μορφή τέχνης. Μέχρι τότε, ο κόσμος και οι ομότεχνοί του δεν καταλάβαιναν ότι ο πόθος του να «αδράξει» την πραγματική ζωή μέσα από τον φακό, σχεδόν δίχως διαμεσολάβηση, ήταν τελικά κάτι πολύ περισσότερο από ένα κινηματογραφικό χρονικό που ήταν τότε ιδιαίτερα δημοφιλή. Γι’ αυτό και αρχικά οι ταινίες του δεν είχαν μεγάλη επιτυχία.
Ωστόσο, πολύ γρήγορα έγινε φανερό ότι ο Βερτόφ άνοιγε εντελώς καινούργιους δρόμους στην νέα τέχνη, με αποτέλεσμα να κατακτήσει και την μεγάλη επιτυχία σε επίπεδο δημοφιλίας και μεγαλειώδους υποδομής από τον κεντρικό κομματικό Τύπο.
Ένα μέρος της κριτικής θέτει το ζήτημα ως εξής: Το θέμα είναι ότι η ουσία του «κινογκλάζ», ως έννοια και όχι ως τίτλος ταινίας, από την βερτοφική οπτική, δεν είναι απλά η καλύτερη κατεύθυνση του επαναστατικού σοβιετικού κινηματογράφου. Ο πραγματικός σοβιετικός κινηματογράφος για τον Βερτόφ αρχίζει και τελειώνει με το «κινογκλάζ». Σημασία εδώ έχουν όχι οι πολιτικές συμπάθειες των σκηνοθετών, αλλά οι προσωπικές κινηματογραφικές αρχές: Μόνο η «ανατροπή», την οποία οι «κινοκοί» υλοποιούν στον κινηματογράφο, συνάδει απόλυτα με την κοινωνική ανατροπή, την Επανάσταση του Οχτώβρη.
Σημείωση
(*) Για τον Βερτόφ, η οθόνη της τεκμηρίωσης δεν πρέπει να αντιγράφει τα ανθρώπινα μάτια, αλλά να αναδεικνύει ό,τι αυτά δεν μπορούν να «δουν». Δηλαδή, με έναν τρόπο, να «τελειοποιεί» την ανθρώπινη θέαση των γεγονότων, με την κάμερα να μετατρέπεται σε «προέκταση» του ματιού, σε οπτικό «νυστέρι» αποκάλυψης της πραγματικότητας στις λιγότερο φωτισμένες, αλλά υπαρκτές πλευρές της. Αυτή η αντίληψη, εύλογα ριζωμένη στην απελευθέρωση των δημιουργικών δυνάμεων που επέφερε η Επανάσταση, εκφράστηκε με τον όρο «Κινο - οκο» (κινηματογράφος - βλέμμα/μάτι) και από εκεί «βαφτίστηκε» η ομάδα που συνέστησε ο Βερτόφκαι άλλοι ντοκιμαντερίστες το 1919, με την επωνυμία «Κινοκί».
«KINO EYE» - «Kinoglaz» του Τζίγκα Βέρτοφ
Το «KINO EYE» ήταν η φιλμική επιτομή των πιο πρωτοποριακών καλλιτεχνικών αναζητήσεων στον κινηματογράφο μέχρι εκείνη την στιγμή.
Η προσέγγιση του σκηνοθέτη ξεχειλίζει από ανθρωπιά και καλοπροαίρετο χιούμορ.
Με το «KINO EYE»Βερτόφ εισηγείται ουσιαστικά για πρώτη φορά τον ποιητικό, όχι μυθοπλαστικό, κινηματογράφο της τεκμηρίωσης, όπου η κάμερα κινηματογραφεί τη ζωή με αναπάντεχο τρόπο.
Πιο απλά, πιάνοντας στα «πράσα» την πραγματικότητα. Σαν συλλογή μικρών επεισοδίων από την καθημερινότητα της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης. Μεγάλη προσοχή δίνει η ταινία στα παιδιά και την πιονέρικη ζωή τους.
Σύμφωνα με τον Βερτόφ η οθόνη του ντοκιμαντέρ δεν πρέπει να αντιγράφει τα ανθρώπινα μάτια, αλλά να αναδεικνύει ό,τι αυτά δεν μπορούν να «δουν».
«Τελειοποιεί» την ανθρώπινη θέαση των γεγονότων, με την κάμερα να μετατρέπεται σε «προέκταση» του ματιού, σε οπτικό «νυστέρι» αποκάλυψης της πραγματικότητας στις λιγότερο φωτισμένες, αλλά υπαρκτές πλευρές της.
Η πρώτη ταινία στον κόσμο που θα γυριστεί χωρίς την συμμετοχή ηθοποιών, κοστουμιών, σκηνογράφων και μακιγιέρ. Ο ίδιος δεν θα χρειαστεί πλατό σε στούντιο και ντεκόρ, γιατί οι ήρωες της ταινίας θα ζουν στην πραγματική ζωή.
«Εδώ έχουμε στιγμές, οι οποίες για πρώτη φορά καταδεικνύουν σαφώς το δεσμό μεταξύ της πόλης και του χωριού».
Σοβιετική Ένωση 1924 - Διάρκεια 78΄ - Α/Μ
Σκηνοθεσία: Τζίγκα Βέρτοφ
Κάμερα: Μιχαήλ Κάουφμαν
Μοντάζ: Ελιζαβέτα Σβιλόβα
Διεύθυνση: Αμπράμ Καγκάρλιτσκι
ΣΥΝΟΨΗ
Με την κάμερα στα χέρια του αδελφού του, Μιχαήλ Κάουφμαν, ο Βερτόφ πειραματίζεται συνεχώς στην ταινία, η οποία δομείται σαν «συλλογή» μικρών επεισοδίων από την καθημερινότητα της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης. Μεγάλη προσοχή δίνει η ταινία στα παιδιά και την πιονιέρικη ζωή τους. Επίσης καταγράφεται η ζωή των συνεταιρισμών, η μάχη ενάντια στην φυματίωση, οι πρώτες βοήθειες, το ψυχιατρείο, μαθήματα φυσικής για εργάτες.
Λίγα λόγια για την ταινία
Το «KINO EYE», «Κινηματογραφικό μάτι», του 1924, είναι ταυτόχρονα η ολοκλήρωση της πρώτης φάσης και το πέρασμα στο επόμενο δημιουργικό στάδιο για τον θεμελιωτή του σύγχρονου ντοκιμαντέρ, Τζίγκα Βέρτοφ. Εχει ήδη αρχίσει να διαμορφώνει την προσωπική του αντίληψη για την ταινία τεκμηρίωσης: Η οθόνη του ντοκιμαντέρ δεν πρέπει να αντιγράφει τα ανθρώπινα μάτια, αλλά να αναδεικνύει ό,τι αυτά δεν μπορούν να «δουν». Δηλαδή, με έναν τρόπο, να «τελειοποιεί» την ανθρώπινη θέαση των γεγονότων, με την κάμερα να μετατρέπεται σε «προέκταση» του ματιού, σε οπτικό «νυστέρι» αποκάλυψης της πραγματικότητας στις λιγότερο φωτισμένες, αλλά υπαρκτές πλευρές της.
Αυτή η αντίληψη, εύλογα ριζωμένη στην απελευθέρωση των δημιουργικών δυνάμεων που επέφερε η Επανάσταση, εκφράστηκε με τον όρο «Κινο - οκο» (κινηματογράφος - βλέμμα/μάτι) και από εκεί «βαφτίστηκε» η ομάδα που συνέστησε ο Βερτόφ και άλλοι ντοκιμαντερίστες το 1919, με την επωνυμία «Κινοκί».
Ό,τι ακολουθεί είναι για τον Βερτόφ μια συνεχής αναζήτηση νέων τρόπων, μεθόδων, τεχνικών, από το γύρισμα μέχρι και το μοντάζ, ώστε να φέρει τον κινηματογράφο σε ένα επίπεδο αλληλεπίδρασης με το θεατή. Ιδιαίτερα δούλεψε πάνω στην «αντιπαράθεση» των σκηνών στο μοντάζ, χρησιμοποιώντας στα κατάλληλα σημεία και γραπτές πινακίδες (τίτλους), σε μια προσπάθεια ακριβώς να μετατρέψει το θεατή σε «συμμέτοχο» των γεγονότων που παρατίθενται. Μια αναζήτηση που αντικειμενικά άνοιξε νέους δρόμους, τόσο για το ντοκιμαντέρ, όσο και για τον κινηματογράφο εν γένει, με πρωτόγνωρους, για την εποχή, πειραματισμούς, οι οποίοι εξακολουθούν να λειτουργούν με τον ίδιο φρέσκο τρόπο και στο σημερινό θεατή.
Η θέση του ότι ο ντοκιμαντερίστας οφείλει να παρουσιάζει τα γεγονότα χωρίς καμία σκηνοθετική παρέμβαση, προκάλεσε γόνιμες συζητήσεις, ακόμη και πολεμικές, μεταξύ των συναδέλφων του και της κριτικής. Παράλληλα, συμμετέχει στα καλλιτεχνικά κινήματα της εποχής και δουλεύει μέσα από αυτά για τη διαμόρφωση της επαναστατικής τέχνης μαζί με προσωπικότητες όπως ο Μαγιακόφσκι, ο Μπρικ, ο Αϊζενστάιν κ.ά.
Ο Βερτόφ θα έχει την ευκαιρία να εφαρμόσει τις ιδέες του με εκπληκτικά αισθητικά και προπαγανδιστικά αποτελέσματα στο περίφημο κινηματογραφικό, θεματικό «περιοδικό» κάτω από το γενικό τίτλο «Κινοπράβντα» (σ.σ. κινηματογραφική/κινηματογραφούμενη αλήθεια) μεταξύ 1922 - 1924. Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα αυτής της περιόδου είναι η ταινία «KINO EYE» (σ.σ. κινηματογραφικό μάτι») του 1924, το οποίο διακρίθηκε και στη διεθνή έκθεση του Παρισιού την ίδια χρονιά. Με την ταινία αυτή ο Βερτόφ εισηγείται ουσιαστικά για πρώτη φορά τον ποιητικό, όχι μυθοπλαστικό, κινηματογράφο της τεκμηρίωσης, όπου η κάμερα κινηματογραφεί τη ζωή με αναπάντεχο τρόπο.
Με την κάμερα στα χέρια του αδελφού του, Μιχαήλ Κάουφμαν, ο Βέρτοφ πειραματίζεται συνεχώς στην ταινία, η οποία δομείται σαν «συλλογή» μικρών επεισοδίων από την καθημερινότητα της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης. Μεγάλη προσοχή δίνει η ταινία στα παιδιά και την πιονιέρικη ζωή τους. Επίσης καταγράφεται η ζωή των συνεταιρισμών, η μάχη ενάντια στην φυματίωση, οι πρώτες βοήθειες, το ψυχιατρείο, μαθήματα φυσικής για εργάτες.
Η προσέγγιση του σκηνοθέτη ξεχειλίζει από ανθρωπιά και καλοπροαίρετο χιούμορ. Για παράδειγμα, η ταινία ανοίγει με μια σκηνή που ονομάζεται «Στην θρησκευτική γιορτή ή η επίδραση του τσίπουρου στις γυναίκες του χωριού», όπου περιγράφεται ένα λαϊκό γλέντι με χορούς και τραγούδια υπό τους ήχους του ακορντεόν.
Τα επεισόδια για τους πιονιέρους του χωριού και τους πιονιέρους της πόλης διηγούνται το πώς τα παιδιά της σχολικής ηλικίας συμμετέχουν στην προπαγάνδιση του συνεταιριστικού κινήματος: Πηγαίνουν στην αγορά, συγκρίνουν τις τιμές των προϊόντων μεταξύ των πάγκων των ιδιωτών εμπόρων και των συνεταιρισμένων, κολάνε αφίσες καλώντας τον κόσμο να ψωνίζει από τους συνεταιρισμούς και όχι από τους εμπόρους.
Το μικρό κεφάλαιο «Πρωί στην κατασκήνωση» γνωρίζει τον θεατή με την καθημερινότητα των πιονιέρων, οι οποίοι ζουν σε σκηνές, πλένονται στο ποτάμι, μόνοι τους ετοιμάζουν το πρωινό τους. Εκεί, μέσα στην φύση, οργανώνεται κουρείο για τους κατοίκους των χωριών, ακόμη και εργαστήρι όπου επισκευάζονται τα οικιακά σκεύη των ανθρώπων του χωριού.
Σε άλλο επεισόδιο δείχνει πώς χτίστηκαν και ξεκίνησαν να λειτουργούν οι κατασκηνώσεις. Τα θέματα για την ζωή των πιονιέρων, διανθίζονται με σκηνές, μη σχετιζόμενες θεματικά μεταξύ τους, όπως αυτή του Κινέζου ταχυδακτυλουργού Chan Ki Ouen που δείχνει στο δρόμο διάφορα κόλπα με διάφορα αντικείμενα, ενώ, σε μια άλλη σκηνή, δημιουργοί αναπαράγουν επανειλημμένα μια κατάδυση από ψηλά και με την βοήθεια των επιγραφών προσελκύουν την προσοχή στην τεχνική του αθλητή.
Ετοιμάζοντας την αίτησή του για την παραγωγή του «KINO EYE», ο Βερτόφ έγραφε ότι θα είναι η πρώτη ταινία στον κόσμο που θα γυριστεί χωρίς την συμμετοχή ηθοποιών, κοστουμιών, σκηνογράφων και μακιγιέρ. Ο ίδιος δεν θα χρειαστεί πλατό σε στούντιο και ντεκόρ, γιατί οι ήρωες της ταινίας θα ζουν στην πραγματική ζωή.
Στην κείμενο του σχεδιασμού της ταινία που απευθύνεται στην διεύθυνση της «Γκοσκινό» (του κρατικού κινηματογραφικού οργανισμού), περιλαμβάνεται κατάλογος με την κινηματογραφική ομάδα, στον οποίο καταγράφεται, μεταξύ άλλων, κάμεραμαν, ταχυδρόμος, ερευνητής ποινικών υποθέσεων, ιατρικό προσωπικό, πυροσβέστες, ποδηλάτης.
Επιπλέον, περιελάμβανε κατάλογος των σημείων που θα γίνονταν τα γυρίσματα, όπως, θερινή κατασκήνωση, αρτοποιείο, παιδική χαρά, βάρκα, νεκροταφείο, κλπ. Ο πρώτος κατάλογος ονομαζόταν «Αντί των ηθοποιών», ο δεύτερος είχε τίτλο «Αντί του στούντιο». Ο σκηνοθέτης σχεδίαζε ότι το «KINO EYE» θα ήταν η πρώτη ταινία έξι επικαίρων, αλλά κατάφερε να γυρίσει μόνο το πρώτο μέρος, «Ζωή – αιφνιδιασμός»
Στα απομνημονεύματά του, ο σκηνοθέτης, Ιλιά Κοπάλιν, γράφει, ότι στο χωριό του, Πάβλοβσκογιε – Λουζέτσκογιε, έφτασε μια τετραμελής κινηματογραφική ομάδα. Το μέρος τους ενδιέφερε, αφενός για τα γραφικά του τοπία, αφετέρου διότι στις όχθες του κοντινού ποταμού είχε δημιουργηθεί μια από τις πρώτες πιονιέρικες κατασκηνώσεις της ΕΣΣΔ.
Οι «κινοκοί», όπως αυτοσυστήθηκαν, συγκέντρωσαν τους κατοίκους στο σχολείο του χωριού και τους είπαν ότι στην περιοχή θα δουλέψουν άνθρωποι με κινηματογραφικές μηχανές και τους ζήτησαν να προσφέρουν κάθε βοήθεια. Εκεί ο Κοπάλιν γνώρισε του «κινοκοί» και αργότερα θα μαθήτευε δίπλα στον Βερτόφ, συνδέοντας την ζωή του με το ντοκιμαντέρ.
Η πρώτη μαζική προβολή της ταινίας έγινε το 1924 στον κινηματογράφο της Μόσχας «Καλλιτεχνικό». Ο κινηματογραφικός κόσμος έσπευσε να δει από κοντά το πόνημα των «κινοκοί», αναλόγως πολλοί λογοτέχνες και διανοούμενοι, αλλά και οι κάτοικοι του χωριού. Ακολούθησε μια πολύ έντονη συζήτηση, από την οποία έγινε φανερό ότι ο πειραματισμός της ταινίας δεν είχε γίνει αντιληπτός. Πολλοί ομιλητές μάλιστα ήταν ιδιαίτερα επικριτικοί, λέγοντας ότι το φιλμ που δόθηκε στην ομάδα «πήγε χαμένο».
Ωστόσο, στις 15 Οκτωβρίου του 1924, η «Πράβντα» δημοσιεύει άρθρο στο οποίο η ταινία χαρακτηρίζεται ως το πρώτο πετυχημένο φιλμ το οποίο μπορεί να προβληθεί στους εργάτες και τους αγρότες: «Εδώ έχουμε στιγμές, οι οποίες για πρώτη φορά καταδεικνύουν σαφώς το δεσμό μεταξύ της πόλης και του χωριού».
Σε άλλο δημοσίευμα αναφέρεται η βερτοφική προσπάθεια να βουτήξει στην ουσία της ζωής και να την απεικονίσει «χωρίς δραματοποιήσεις και μετατροπές» αξίζει υποστήριξης.
Οι ερευνητές του κινηματογράφου έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για ένα πλάνο της ταινίας, στο οποίο, ο μοσχοβίτικος δρόμος απεικονίζεται γερμένος στο πλάι. Το πλάνο γυρίστηκε από τον Μιχαήλ Κάουφμαν και είναι συμβατό με τις πρωτοποριακές αναζητήσεις της δεκαετίας του ‘20 και τα επαναστατικά πειράματα με τις κάμερες και τις φωτογραφικές μηχανές. Ανάλογα επεισόδια, δημιουργημένα για να «επαναστατικοποιήσουν την οπτική σκέψη», χαρακτήριζαν τον κονστροκτιβισμό του Αλεξάντρ Ροντσένκο, με τον οποίο ο Βερτόφ και ο Κάουφμαν ήταν φίλοι, ενώ και οι τρεις τους ήταν κοντά στο «ΛΕΦ», το Αριστερό Μέτωπο της Τέχνης, το οποίο προωθούσε την σύνδεση του Φουτουρισμού με την Επανάσταση.
Στην πραγματικότητα, το «KINO EYE» ήταν η φιλμική επιτομή των πιο πρωτοποριακών καλλιτεχνικών αναζητήσεων στον κινηματογράφο μέχρι εκείνη την στιγμή.
*
*
Η New Star ξαναφέρνει στις κινηματογραφικές αίθουσες την ταινία του Οζγκάν Αλπέρ με τον τίτλο «Sonbahar - Φθινόπωρο»
(Πρώτη προβολή Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012)
Σύνοψη
Ο Γιουσούφ, έχοντας εκτίσει φυλάκιση δέκα ετών, αποφυλακίζεται για λόγους υγείας. Είχε συλληφθεί στα 22 του χρόνια όντας φοιτητής για πολιτικούς λόγους (συμμετείχε σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που είχαν εξελιχθεί σε ταραχές). Μετά την αποφυλάκισή του και μη έχοντας τι άλλο να κάνει, αποφασίζει να επιστρέψει στο χωριό του στη Μαύρη Θάλασσα. Εκεί τον υποδέχεται μόνο η ηλικιωμένη και άρρωστη μητέρα του. Ο πατέρας του πέθανε όταν ο Γιουσούφ βρισκόταν στη φυλακή, ενώ η αδελφή του έχει παντρευτεί και βρίσκεται πλέον σε μεγάλη πόλη. Στο χωριό ζούν πλέον μόνο γέροι λόγω της κακής οικονομικής κατάστασης και ο μόνος άνθρωπος με τον οποίον ο Γιουσούφ κάνει παρέα είναι ο παιδικός του φίλος Μιχαήλ.
Καθώς σταδιακά ο χειμώνας αντικαθιστά το φθινόπωρο, ο Γιουσούφ θα γνωρίσει την Έκα, μια κοπέλα από τη Γεωργία που έχει περάσει τα σύνορα για να κερδίσει χρήματα ως πόρνη, ώστε να συντηρήσει την μητέρα και την μικρή κόρη της που βρίσκονται πίσω. Ούτε η χρονική στιγμή, ούτε οι συνθήκες ευνοούν αυτούς τους δύο ανθρώπους που ανήκουν σε διαφορετικούς κόσμους. Κι όμως, η αγάπη γίνεται μια τελευταία, απεγνωσμένη προσπάθεια για να αδράξουν τη ζωή και να ξεφύγουν από τη μοναξιά… Η ταινία μοιάζει σε κάποια της σημεία με ντοκιμαντέρ, παρουσιάζοντας την πολιτικοκοινωνική κατάσταση στην Τουρκία των 90ς, εκθέτοντας με ειρωνεία την σκληρή πραγματικότητα της περιόδου, κάτι σπάνιο για τουρκική ταινία.
Το «AUTUMN» έχει συμμετάσχει σε πολλά διεθνή φεστιβάλ όπως της Μπανγκόγκ, του Λοκάρνο και του Τορόντο αποσπώντας πολύ καλές κριτικές. Είναι εμφανής η επιρροή του Ν. Μ. Τσεϊλάν (κορυφαίου σύγχρονου Τούρκου σκηνοθέτη) στην ταινία αυτή του Αλπέρ. Οι χαρακτήρες είναι κοινωνικοί παρίες, τα πλάνα μαγευτικά και επιβλητικά, ενώ οι διάλογοι λιτοί.
Σκηνοθεσία: Οζγκάν Αλπέρ.
Σενάριο: Οζγκάν Αλπέρ.
Πρωταγωνιστούν: Ονούρ Σαϊλακ, Μέγκι Κομπαλάτζε, Σερκάν Κεσκίν.
Σενάριο: Ozcan Alper
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Feza Caldiran
Καλλιτεχνικός Διευθυντής:Canan Cayir
Κοστούμια: Υasemin Τaşkin
Μουσική: Μuhammed Μokhtary , Εbrahim Μokhtary
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
• 2008: Βραβεία ‘ καλύτερης ταινίας’ , ‘καλύτερης κριτικής’, ‘καλύτερου δεύτερου γυναικείου ρόλου’ στο 15ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ στα Άδανα, Tουρκία.
• 2008: Βραβείο ‘NETPAC’ στο Ευρασιατικό Διεθνές Φεστιβάλ της Αττάλειας.
• 2008: Βραβείο ‘C.I.C.A.E’. στο Διεθνές Φεστιβάλ του Λοκάρνο
• 2008: Βραβείο «Silver Prometheus» στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Τιφλίδας.
• 2008: Βραβείο μουσικής επένδυσης στο Πρώτο Ευρωπαϊκό Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Premiers Plans Angers, Γαλλία.
• 2008: Βραβεία ‘Ασημένιας Χήνας’ και ‘Κριτικής’ στο Φεστιβάλ on Wheels, Τουρκία.
• 2008: Παγκόσμιο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ, Καναδάς.
• Βραβεία ‘καλύτερης ταινίας’, ‘καλύτερου σεναρίου’, καλύτερης σκηνοθεσίας’, ‘καλύτερης φωτογραφίας’, ‘καλύτερου ηθοποιού’ (Ονούρ Σαιλάκ) από Τουρκική Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου (SIYAD) , Τουρκία.
ÖZCAN ALPER
Ανήκει στην ελπιδοφόρα νέα γενιά του τούρκικου κινηματογράφου. Γεννήθηκε το 1975, στην μικρή πόλη Αρτβίν της βορειοανατολικής Τουρκίας. Τελείωσε το σχολείο το 1992 και σχεδόν αμέσως εισήχθη στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, όπου σπούδασε φυσική. Όσο διαρκούσαν οι σπουδές του, ανακάλυψε πως περισσότερο από την φυσική και την ακαδημαϊκή καριέρα τον ενδιέφεραν οι τέχνες και η πολιτική δράση. Σχεδόν με το τέλος των σπουδών του (1996) άρχισε να ενδιαφέρεται έντονα για τον κινηματογράφο και άρχισε να εργάζεται σε διάφορες εναλλακτικές κινηματογραφικές ομάδες.
Από το 1997 άρχισε να εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη αλλά και στην διεύθυνση παραγωγής σε διάφορες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές. Μετά το 1999 η ενασχόλησή του με την σκηνοθεσία θα αρχίσει να γίνεται πιο συστηματική και ήδη επαγγελματική, σκηνοθετώντας τηλεοπτικά σίριαλ. Η πρώτη του σκηνοθετική δουλειά στον κινηματογράφο είναι η μικρού μήκους ταινία «Grandmother» το 2001, η οποία βραβεύτηκε σε κάποια φεστιβάλ. Πρόκειται για την πρώτη ταινία στον κόσμο στην γλώσσα Hemsin (διάλεκτος της βορειοανατολικής Τουρκίας).
Οι επόμενες δουλειές του ήσαν δύο μικρού μήκους ντοκιμαντέρ, το «Voyage in time with a scientist» το 2002 και το «Rhapsody and Melancholy in Tokai city» το 2005. Το 2008 γύρισε την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, το «Autumn», που υποστηρίχθηκε από το τουρκικό υπουργείο πολιτισμού και συμμετείχε σε αρκετά διεθνή φεστιβάλ, αποσπώντας πολύ καλές κριτικές.Εκτός από την σκηνοθεσία, ο Αλπέρ γράφει περιστασιακά και κριτικές κινηματογράφου στο περιοδικό Yeni Film.
ΟΝΟΥΡ ΣΑΪΛΑΚ
Ο Αρίφ Ονούρ Σαϊλάκ (πλήρες όνομα) γεννήθηκε στην Άγκυρα το 1977, αλλά μεγάλωσε στο Κουσάντασι της επαρχίας Αϊντίν. Πριν ανακαλύψει την αγάπη του για το θέατρο, σπούδασε φυσικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο METU. Διέκοψε τις εκεί σπουδές του ξαφνικά και πήγε στην Άγκυρα για να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες. Κάποια μέρα εκεί είδε μια αφίσα της θεατρικής ομάδας του πανεπιστημίου και αποφάσισε να συμμετάσχει ερασιτεχνικά ως ηθοποιός εκεί.
Το θέατρο έγινε πάθος γι’ αυτόν, έτσι εγκατέλειψε ξανά τις σπουδές του και έδωσε εξετάσεις σε δραματική σχολή (Bilkent University), οι οποίες ήσαν επιτυχημένες. Έπαιξε σε αρκετές παραστάσεις μέχρι την αποφοίτησή του, το 2006. Από το 2003 ως το 2007 ήταν στη διανομή αρκετών σειρών της τηλεόρασης, οπότε και έγινε αρκετά δημοφιλής στο κοινό. Παράλληλα υπήρξε και θεατρικός σκηνοθέτης στην Άγκυρα. Επειδή είναι επίσης και καλός μουσικός, έχει γράψει μουσική επένδυση για θεατρικά έργα. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος που είχε στην ταίνία του Οζγκάν Αλπέρ «Autumn» το 2008 του χάρισε δύο βραβεία ερμηνείας σε φεστιβάλ.
ΜΕΓΚΙ ΚΟΜΠΑΛΑΤΖΕ
Είναι μια νέα, ταλαντούχα και πολύ γλυκιά ηθοποιός από τη Γεωργία. Γενίθηκε το 1992 στο Μπατούμι, όπου και έζησε μέχρι το 1998. Το 2003, μετά το τέλος της βασικής της εκπαίδευσης, πήγε στην πρωτεύουσα της Γεωργίας Τιφλίδα και σπούδασε θέατρο και κινηματογράφο στο πανεπιστήμιο Tiblisi Shota Rustaveli State University. Κατά την διάρκεια των σπουδών της πήρε μέρος σε παραστάσεις του πανεπιστημίου (έπαιξε σε έργα του Άντον Τσέχωφ, του Τένεσι Ουίλιαμς, του Άρθουρ Μίλερ, κ.α.).
Παράλληλα με τις θεατρικές της ενασχολήσεις έπαιζε και σε τηλεοπτικές σαπουνόπερες, κυρίως για βιοποριστικούς λόγους. Όταν τελείωσε τις σπουδές της το 2007, γύρισε στο Μπατούμι, όπου και προσελήφθη ως ηθοποιός στο θέατρο της πόλης Ilia Chavchavatze, παίζοντας σε πολλές παραστάσεις. Σε μια από αυτές την πρόσεξε ο Τούρκος σκηνοθέτης Οζγκάν Αλπέρ, ο οποίος της πρόσφερε τον βασικό γυναικείο ρόλο της ταινίας του «Autumn». Αυτή είναι και η πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση της νεαρής ηθοποιού. Ελπίζουμε ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες.
culturenow
Η New Star ξαναφέρνει στις κινηματογραφικές αίθουσες την ταινία του Οζγκάν Αλπέρ με τον τίτλο «Sonbahar - Φθινόπωρο»
(Πρώτη προβολή Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012)
Μια θαρραλέα Τούρκικη ταινία με θέμα το θάνατο, την αγάπη, την πολιτική
Μία από τις καλύτερες και πιο σχολαστικές ταινίες τέχνης
Ένα επιτυχημένο ξεκίνημα για τον νεαρό, ταλαντούχο Τούρκο σκηνοθέτη
Μία από τις καλύτερες και πιο σχολαστικές ταινίες τέχνης
Ένα επιτυχημένο ξεκίνημα για τον νεαρό, ταλαντούχο Τούρκο σκηνοθέτη
Σύνοψη
Ο Γιουσούφ, έχοντας εκτίσει φυλάκιση δέκα ετών, αποφυλακίζεται για λόγους υγείας. Είχε συλληφθεί στα 22 του χρόνια όντας φοιτητής για πολιτικούς λόγους (συμμετείχε σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που είχαν εξελιχθεί σε ταραχές). Μετά την αποφυλάκισή του και μη έχοντας τι άλλο να κάνει, αποφασίζει να επιστρέψει στο χωριό του στη Μαύρη Θάλασσα. Εκεί τον υποδέχεται μόνο η ηλικιωμένη και άρρωστη μητέρα του. Ο πατέρας του πέθανε όταν ο Γιουσούφ βρισκόταν στη φυλακή, ενώ η αδελφή του έχει παντρευτεί και βρίσκεται πλέον σε μεγάλη πόλη. Στο χωριό ζούν πλέον μόνο γέροι λόγω της κακής οικονομικής κατάστασης και ο μόνος άνθρωπος με τον οποίον ο Γιουσούφ κάνει παρέα είναι ο παιδικός του φίλος Μιχαήλ.
Καθώς σταδιακά ο χειμώνας αντικαθιστά το φθινόπωρο, ο Γιουσούφ θα γνωρίσει την Έκα, μια κοπέλα από τη Γεωργία που έχει περάσει τα σύνορα για να κερδίσει χρήματα ως πόρνη, ώστε να συντηρήσει την μητέρα και την μικρή κόρη της που βρίσκονται πίσω. Ούτε η χρονική στιγμή, ούτε οι συνθήκες ευνοούν αυτούς τους δύο ανθρώπους που ανήκουν σε διαφορετικούς κόσμους. Κι όμως, η αγάπη γίνεται μια τελευταία, απεγνωσμένη προσπάθεια για να αδράξουν τη ζωή και να ξεφύγουν από τη μοναξιά… Η ταινία μοιάζει σε κάποια της σημεία με ντοκιμαντέρ, παρουσιάζοντας την πολιτικοκοινωνική κατάσταση στην Τουρκία των 90ς, εκθέτοντας με ειρωνεία την σκληρή πραγματικότητα της περιόδου, κάτι σπάνιο για τουρκική ταινία.
Το «AUTUMN» έχει συμμετάσχει σε πολλά διεθνή φεστιβάλ όπως της Μπανγκόγκ, του Λοκάρνο και του Τορόντο αποσπώντας πολύ καλές κριτικές. Είναι εμφανής η επιρροή του Ν. Μ. Τσεϊλάν (κορυφαίου σύγχρονου Τούρκου σκηνοθέτη) στην ταινία αυτή του Αλπέρ. Οι χαρακτήρες είναι κοινωνικοί παρίες, τα πλάνα μαγευτικά και επιβλητικά, ενώ οι διάλογοι λιτοί.
Σκηνοθεσία: Οζγκάν Αλπέρ.
Σενάριο: Οζγκάν Αλπέρ.
Πρωταγωνιστούν: Ονούρ Σαϊλακ, Μέγκι Κομπαλάτζε, Σερκάν Κεσκίν.
Σενάριο: Ozcan Alper
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Feza Caldiran
Καλλιτεχνικός Διευθυντής:Canan Cayir
Κοστούμια: Υasemin Τaşkin
Μουσική: Μuhammed Μokhtary , Εbrahim Μokhtary
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
• 2008: Βραβεία ‘ καλύτερης ταινίας’ , ‘καλύτερης κριτικής’, ‘καλύτερου δεύτερου γυναικείου ρόλου’ στο 15ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ στα Άδανα, Tουρκία.
• 2008: Βραβείο ‘NETPAC’ στο Ευρασιατικό Διεθνές Φεστιβάλ της Αττάλειας.
• 2008: Βραβείο ‘C.I.C.A.E’. στο Διεθνές Φεστιβάλ του Λοκάρνο
• 2008: Βραβείο «Silver Prometheus» στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Τιφλίδας.
• 2008: Βραβείο μουσικής επένδυσης στο Πρώτο Ευρωπαϊκό Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Premiers Plans Angers, Γαλλία.
• 2008: Βραβεία ‘Ασημένιας Χήνας’ και ‘Κριτικής’ στο Φεστιβάλ on Wheels, Τουρκία.
• 2008: Παγκόσμιο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ, Καναδάς.
• Βραβεία ‘καλύτερης ταινίας’, ‘καλύτερου σεναρίου’, καλύτερης σκηνοθεσίας’, ‘καλύτερης φωτογραφίας’, ‘καλύτερου ηθοποιού’ (Ονούρ Σαιλάκ) από Τουρκική Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου (SIYAD) , Τουρκία.
• 2009: Βραβείο ‘καλύτερης ταινίας’ στο Διεθνές Φεστιβάλ Άγκυρας.
• 2009: Βραβείο ‘καλύτερου σκηνοθέτη’ στο Διεθνές Φεστιβάλ Άγκυρας.
• 2009: Βραβείο ‘καλύτερου σκηνοθέτη’ στο Διεθνές Φεστιβάλ Σόφιας
• 2009: Βραβείο «FIPRESCI Prize» στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Γιερεβάν.
• 2009: Βραβείο «Ειδικό βραβείο κριτικής» για τη καλύτερη ταινία στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Γιερεβάν.
• 2009: Βραβείο ‘πρώτης καλύτερης ταινίας’ στο 2ο Φεστιβάλ βραβείων Yeşilçam Awards.
• 2009: Υποψηφιότητα για την «Ευρωπαϊκή ανακάλυψη της χρονιάς» στο Ευρωπαϊκό Κινηματογραφικό Φεστιβάλ βραβείων.
• 2009: Βραβείο ‘καλύτερου σκηνοθέτη’ στο Διεθνές Φεστιβάλ Άγκυρας.
• 2009: Βραβείο ‘καλύτερου σκηνοθέτη’ στο Διεθνές Φεστιβάλ Σόφιας
• 2009: Βραβείο «FIPRESCI Prize» στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Γιερεβάν.
• 2009: Βραβείο «Ειδικό βραβείο κριτικής» για τη καλύτερη ταινία στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Γιερεβάν.
• 2009: Βραβείο ‘πρώτης καλύτερης ταινίας’ στο 2ο Φεστιβάλ βραβείων Yeşilçam Awards.
• 2009: Υποψηφιότητα για την «Ευρωπαϊκή ανακάλυψη της χρονιάς» στο Ευρωπαϊκό Κινηματογραφικό Φεστιβάλ βραβείων.
ÖZCAN ALPER
Ανήκει στην ελπιδοφόρα νέα γενιά του τούρκικου κινηματογράφου. Γεννήθηκε το 1975, στην μικρή πόλη Αρτβίν της βορειοανατολικής Τουρκίας. Τελείωσε το σχολείο το 1992 και σχεδόν αμέσως εισήχθη στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, όπου σπούδασε φυσική. Όσο διαρκούσαν οι σπουδές του, ανακάλυψε πως περισσότερο από την φυσική και την ακαδημαϊκή καριέρα τον ενδιέφεραν οι τέχνες και η πολιτική δράση. Σχεδόν με το τέλος των σπουδών του (1996) άρχισε να ενδιαφέρεται έντονα για τον κινηματογράφο και άρχισε να εργάζεται σε διάφορες εναλλακτικές κινηματογραφικές ομάδες.
Από το 1997 άρχισε να εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη αλλά και στην διεύθυνση παραγωγής σε διάφορες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές. Μετά το 1999 η ενασχόλησή του με την σκηνοθεσία θα αρχίσει να γίνεται πιο συστηματική και ήδη επαγγελματική, σκηνοθετώντας τηλεοπτικά σίριαλ. Η πρώτη του σκηνοθετική δουλειά στον κινηματογράφο είναι η μικρού μήκους ταινία «Grandmother» το 2001, η οποία βραβεύτηκε σε κάποια φεστιβάλ. Πρόκειται για την πρώτη ταινία στον κόσμο στην γλώσσα Hemsin (διάλεκτος της βορειοανατολικής Τουρκίας).
Οι επόμενες δουλειές του ήσαν δύο μικρού μήκους ντοκιμαντέρ, το «Voyage in time with a scientist» το 2002 και το «Rhapsody and Melancholy in Tokai city» το 2005. Το 2008 γύρισε την πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, το «Autumn», που υποστηρίχθηκε από το τουρκικό υπουργείο πολιτισμού και συμμετείχε σε αρκετά διεθνή φεστιβάλ, αποσπώντας πολύ καλές κριτικές.Εκτός από την σκηνοθεσία, ο Αλπέρ γράφει περιστασιακά και κριτικές κινηματογράφου στο περιοδικό Yeni Film.
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
1) Grandmother (2001) – 30’ (μ.μ.)
2) Voyage in the Time with a scientist (2002) – 60’ (Ντοκ.)
3) Rhapsody and Melancholy in Tokai City (2005) – 25’ (μ.μ. – Ντοκ.)
4) Autumn (Sonbahar) (2008)
1) Grandmother (2001) – 30’ (μ.μ.)
2) Voyage in the Time with a scientist (2002) – 60’ (Ντοκ.)
3) Rhapsody and Melancholy in Tokai City (2005) – 25’ (μ.μ. – Ντοκ.)
4) Autumn (Sonbahar) (2008)
ΟΝΟΥΡ ΣΑΪΛΑΚ
Ο Αρίφ Ονούρ Σαϊλάκ (πλήρες όνομα) γεννήθηκε στην Άγκυρα το 1977, αλλά μεγάλωσε στο Κουσάντασι της επαρχίας Αϊντίν. Πριν ανακαλύψει την αγάπη του για το θέατρο, σπούδασε φυσικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο METU. Διέκοψε τις εκεί σπουδές του ξαφνικά και πήγε στην Άγκυρα για να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες. Κάποια μέρα εκεί είδε μια αφίσα της θεατρικής ομάδας του πανεπιστημίου και αποφάσισε να συμμετάσχει ερασιτεχνικά ως ηθοποιός εκεί.
Το θέατρο έγινε πάθος γι’ αυτόν, έτσι εγκατέλειψε ξανά τις σπουδές του και έδωσε εξετάσεις σε δραματική σχολή (Bilkent University), οι οποίες ήσαν επιτυχημένες. Έπαιξε σε αρκετές παραστάσεις μέχρι την αποφοίτησή του, το 2006. Από το 2003 ως το 2007 ήταν στη διανομή αρκετών σειρών της τηλεόρασης, οπότε και έγινε αρκετά δημοφιλής στο κοινό. Παράλληλα υπήρξε και θεατρικός σκηνοθέτης στην Άγκυρα. Επειδή είναι επίσης και καλός μουσικός, έχει γράψει μουσική επένδυση για θεατρικά έργα. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος που είχε στην ταίνία του Οζγκάν Αλπέρ «Autumn» το 2008 του χάρισε δύο βραβεία ερμηνείας σε φεστιβάλ.
ΜΕΓΚΙ ΚΟΜΠΑΛΑΤΖΕ
Είναι μια νέα, ταλαντούχα και πολύ γλυκιά ηθοποιός από τη Γεωργία. Γενίθηκε το 1992 στο Μπατούμι, όπου και έζησε μέχρι το 1998. Το 2003, μετά το τέλος της βασικής της εκπαίδευσης, πήγε στην πρωτεύουσα της Γεωργίας Τιφλίδα και σπούδασε θέατρο και κινηματογράφο στο πανεπιστήμιο Tiblisi Shota Rustaveli State University. Κατά την διάρκεια των σπουδών της πήρε μέρος σε παραστάσεις του πανεπιστημίου (έπαιξε σε έργα του Άντον Τσέχωφ, του Τένεσι Ουίλιαμς, του Άρθουρ Μίλερ, κ.α.).
Παράλληλα με τις θεατρικές της ενασχολήσεις έπαιζε και σε τηλεοπτικές σαπουνόπερες, κυρίως για βιοποριστικούς λόγους. Όταν τελείωσε τις σπουδές της το 2007, γύρισε στο Μπατούμι, όπου και προσελήφθη ως ηθοποιός στο θέατρο της πόλης Ilia Chavchavatze, παίζοντας σε πολλές παραστάσεις. Σε μια από αυτές την πρόσεξε ο Τούρκος σκηνοθέτης Οζγκάν Αλπέρ, ο οποίος της πρόσφερε τον βασικό γυναικείο ρόλο της ταινίας του «Autumn». Αυτή είναι και η πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση της νεαρής ηθοποιού. Ελπίζουμε ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες.
culturenow
Λευκή ρετροσπεκτίβα σε φόντο κόκκινο
Με αφορμή την επαναλειτουργία της Αλκυονίδας και του Studio
Μικρό οδοιπορικό μνήμης μέσα από σινεμά και γεγονότα που σημάδεψαν τα χρόνια μας
Με αφορμή την επαναλειτουργία της Αλκυονίδας και του Studio
Μικρό οδοιπορικό μνήμης μέσα από σινεμά και γεγονότα που σημάδεψαν τα χρόνια μας
*
Παρουσιάσεις ταινιών από τον Μπ. Ζ.
***
Το ΣΙΝΕΜΑ της Μποτίλιας
και
Μποτίλια Στον Άνεμο: Πρόσωπα διά χειρός
Το ΣΙΝΕΜΑ της Μποτίλιας
και
Μποτίλια Στον Άνεμο: Πρόσωπα διά χειρός
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.