Δεκέμβρης 1944 (17)

Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά. Ο Φιντέλ είναι αθάνατος

Έφοδος στις Μονκάδες τ’ Ουρανού!: Fidel vivirá para siempre! Fidel es inmortal! - Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά! Ο Φιντέλ είναι αθάνατος!
Φιντέλ: Ένα σύγγραμμα περί ηθικής και δυο μεγάλα αρχίδια στην υπηρεσία της ανθρωπότητας (Ντανιέλ Τσαβαρία)
* Φιντέλ: Αυτός που τους σκλάβους ανύψωσε στην κορφή της μυρτιάς και της δάφνης
* Πάμπλο Νερούδα: Φιντέλ, Φιντέλ, οι λαοί σ’ ευγνωμονούνε * Νικολάς Γκιγιέν: Φιντέλ, καλημέρα! (3 ποιήματα)
* Ντανιέλ Τσαβαρία: Η Μεγάλη Κουβανική Επανάσταση και τα Ουτοπικά Αρχίδια του Φιντέλ * Ντανιέλ Τσαβαρία: Ο ενεργειακός βαμπιρισμός του Φιντέλ * Ραούλ Τόρες: Καλπάζοντας με τον Φιντέλ − Τραγούδι μεταφρασμένο - Video * Χουάν Χέλμαν: Φιντέλ, το άλογο (video)


Κάρλος Πουέμπλα - Τρία τραγούδια μεταφρασμένα που συνάδουν με τη μελωδία:
* Και τους πρόφτασε ο Φιντέλ (Y en eso llego Fidel) − 4 Video − Aπαγγελία Νερούδα * Δεν έχεις πεθάνει Καμίλο (Canto A Camilo) * Ως τη νίκη Κομαντάντε (Hasta siempre Comandante)
* Τα φρούρια του ιμπεριαλισμού δεν είναι απόρθητα: Μικρή ιστορική αναδρομή στη νικηφόρα Κουβανική Επανάσταση και μέχρι τις μέρες μας ‒ Με αφορμή τα 88α γενέθλια του Φιντέλ ‒ Εκλογικό σύστημα & Εκλογές - Ασφάλεια - Εκπαίδευση - Υγεία (88 ΦΩΤΟ) * Φιντέλ

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

Μπάμπης Ζαφειράτος: BIUTIFUL - Η ανορθόγραφη ζωή μας

Αλεχάντρο Γκονσάλες Ινιάριτου (Alejandro González Iñárritu)
15 Αυγούστου 1963, Πόλη του Μεξικού, Μεξικό
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 24.Ι.2016 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.)
Μια Μποτίλια στην Καισαριανή
Όπως ήδη είναι γνωστό στους φίλους της Μποτίλιας Στον Άνεμο, από τις 14 Γενάρη 2016 ξεκίνησε τις προβολές στην αίθουσα του Δημαρχείου Καισαριανής η νεοσύστατη
Μέχρι τώρα, στο εναρκτήριο μικρό αφιέρωμα για τους Μετανάστες και τους Πρόσφυγες, έχουν ήδη προβληθεί δυο εξαιρετικές ταινίες:
Το Λιμάνι της Χάβρης (2011) του Άκι Καουρισμάκι (14/1/2016) και
Biutiful (2010) του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου (20/1/2016)
Την «τριλογία» κλείνει το επίσης σπουδαίο φιλμ Η Υπόσχεση (1996) των Αδερφών Νταρντέν (27/1/2016), με το οποίο οι Βέλγοι δημιουργοί, τηρούν στο ακέραιο και τη δική τους υπόσχεση, παραμένοντας πιστοί σε ένα κοινωνικό «ταξικό» σινεμά, δίπλα στους κατατρεγμένους αυτού του κόσμου, όπως φαίνεται και από την τελευταία τους δουλειά, Δύο ημέρες, μία νύχτα (2014), με την Μαριόν Κοτιγιάρ.
* * *
Τις δυο πρώτες ταινίες του αφιερώματος και τους δημιουργούς τους είχε την τιμή να παρουσιάσει η
Μποτίλια Στον Άνεμο
 (Στην τρίτη, θα απουσιάσει λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων)
*
Στην έναρξη, εξαιρετική ήταν η Εισήγηση για το Προσφυγικό, της
Λίνας Κροκίδη
Mέλους της συντονιστικής γραμματείας της
«Δημοκρατικής Συσπείρωσης για τη Λαϊκή Ελευθερία και την Αλληλεγγύη»
*
Οι άλλες παρουσιάσεις
Μετανάστες – Πρόσφυγες
*
ΠόλεμοςΦασισμός
17/2/2016: Έλα Να Δεις: Το Κατίν και η Αποκάλυψη του καπιταλισμού από τον Έλεμ Κλίμοφ (VIDEO) (δημοσίευση, 19/2)
4/3/2016: Αποκάλυψη Τώρα: Από τον Τζόζεφ Κόνραντ στον Χο Τσι Μινχ (δημοσίευση, 11/3)
(Το πλήρες κείμενο με Σημειώσεις και Παράρτημα)
*
Παρουσίση στην ΟΓΕ Χολαργού - Παπάγου
28/2/2016: Οι Διασταυρούμενες Ζωές μας στην παγίδα του καπιταλισμού - Νέα παρουσίαση της ταινίας, με αφορμή τα 17 χρόνια από το ιμπεριαλιστικό έγκλημα των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ, το 1999 (δημοσίευση, 7/3)

*

Ακολουθεί το κείμενο για τον Ινιάριτου και το Biutiful
(Με συμπληρώσεις που έγιναν για την παρουσίαση της ταινίας στην ΟΓΕ Χολαργού - Παπάγου, στις 7/2/2016)

*
BIUTIFUL: Η ανορθόγραφη ζωή μας
Σκηνοθεσία: Αλεχάντρο Γκονσάλες Ινιάριτου
[Χαμένες Αγάπες (2000), 21 Γραμμάρια (2003), Βαβέλ (2006), Birdman ή Η Απρόσμενη Αρετή της Αφέλειας (2014), Η Επιστροφή (2015) –με τον Ντι Κάπριο, πρεμιέρα 21/12]

Αυτή η δεύτερη ταινία τού θεματικού αφιερώματος της Λέσχης στους μετανάστες και στους πρόσφυγες ‒μετά το Λιμάνι της Χάβρης (2011) του Καουρισμάκι‒ που θα ολοκληρωθεί με την Υπόσχεση (1996) των Αδελφών Νταρντέν, είναι ένα σκληρό δράμα που αντιγράφει τη ζωή μας.
*
Αλεχάντρο Γκονσάλες Ινιάριτου
Ο Iνιάριτου γεννήθηκε το 1963 στην πόλη του Μεξικού. Στα 17 του μπαρκάρισε για δυο χρόνια σε φορτηγό και μετά τα ταξίδια του δούλεψε για το ραδιόφωνο, έγραψε μουσική για 6 ταινίες ‒πιστεύει πως η μουσική ασκεί πάνω του μεγαλύτερη επιρροή από την ίδια την ταινία‒ σπούδασε σκηνοθεσία, και το 1999, μετά από δυο μικρού μήκους φιλμ, έρχεται το έργο που του χαρίζει τη διεθνή αναγνώριση.
Πρόκειται για τις Χαμένες Αγάπες (2000) ‒υποψηφιότητες για Όσκαρ Ξενόγλωσσης ταινίας και Χρυσή Σφαίρα, Μεγάλο Βραβείο στην Κριτικών στις Κάννες‒ που θα καθιερώσουν τέσσερα (4) ακόμα σπουδαία και γνωστά σήμερα ονόματα: Τον συγγραφέα, σεναριογράφο και σκηνοθέτη Γκιγιέρμο Αριάγα, με τον οποίο θα έχει άλλες δυο συνεργασίες, στα 21 Γραμμάρια (2003) και στη Βαβέλ (2006), τον μουσικό Γκουστάβο Σανταολάγια (στις 4 πρώτες ταινίες του ‒μαζί με τη σημερινή), τον φωτογράφο ‒μόνιμο μέχρι και το BIUTIFUL συνεργάτη του‒ Ροδρίγο Πιέτρο (Μπρόκμπακ Μάουνταιν -2005, Ο Λύκος Της Γουώλ Στρητ -2013) και τέλος τον εξαιρετικό ηθοποιό Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ ‒ο Τσε, στο Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας (2004) του Βάλτερ Σάλες, Βαβέλ, Ακόμα και η Βροχή (2010) της Ιθιάρ Μπολαίν. (Πλήρης φιλμογραφία Ινιάριτου στο τέλος).

Η αλήθεια βέβαια είναι ότι μετά το τέλος της συνεργασίας με τον Αριάγα, τα σενάρια του Ινιάριτου δεν ξεδιπλώνονται με την ίδια δύναμη και μαεστρία, αλλά ακολουθούν μια σχεδόν επίπεδη αφήγηση, η οποία όμως αντισταθμίζεται από τη σκηνοθετική του δεινότητα.
Πληροφοριακά, στα ελληνικά κυκλοφορούν δυο βιβλία του Αριάγα (αναζητήστε τα αν δεν τα γνωρίζετε ήδη): Το Μια γλυκιά μυρωδιά θανάτου (νουβέλα) και Ρετόρνο 201 (14 διηγήματα). Στα έργα του συγκαταλέγεται το σενάριο στις Τρεις Ταφές του Μελκιάδες Εστράδα (2005, σε σκηνοθεσία Τόμυ Λη Τζόουνς) και η πολύ καλή Φλεγόμενη Πεδιάδα (2008)· στη χώρα μας παίχτηκε με τον τίτλο Τα Σύνορα της Μοναξιάς, με Κιμ Μπάσιντζερ, Σαρλίζ Θερόν, και την αποκάλυψη της ταλαντούχας μικρής, Τζένιφερ Λώρενς.
Χαβιέ και Πενέλοπε (1992)
Το BIUTIFUL εκτός από μια ταινία του Ινιάριτου, που υπογράφει και το σενάριο, είναι πάνω απ’ όλα η ταινία του πολυβραβευμένου Χαβιέ Μπαρδέμ, ο οποίος μαζί με όλους ανεξαιρέτως τους ηθοποιούς, τον έναν καλύτερο από τον άλλον, και με τα δυο καταπληκτικά παιδιά (του) να στέκονται ισάξια δίπλα του, χτίζει έναν μεγάλο ρόλο.
Ο Μπαρδέμ γεννήθηκε το 1969 στα Κανάρια Νησιά. Από κινηματογραφική οικογένεια: Μάνα ηθοποιός, θείος σκηνοθέτης προοδευτικών ταινιών (Καλώς Ήρθες Κύριε Μάρσαλ, 1953), που φυλακίστηκε από το Φράνκο. Σπουδάζοντας ζωγραφική έπαιζε στην τηλεόραση, ώσπου συνάντησε το σινεμά, και στην τρίτη ταινία του το Jamon Jamon (1992), του Μπίγκας Λούνα, θα βρει την Πενέλοπε Κρουζ. Έχουν προηγηθεί Οι ηλικίες της Λούλου (1990), πάλι του Μπίγκας Λούνα και τα Ψηλά Τακούνια (1991) του Αλμοδοβάρ, και ακολουθούν ενδεικτικά: Ο δεύτερος Αλμοντοβάρ με την Καυτή Σάρκα (1997), Πριν Πέσει Η Νύχτα (2000), του Ρεινάλντο Αρένας, Ο Χορευτής Του Επάνω Ορόφου (2002) του Τζων Μάλκοβιτς, Η Θάλασσα Μέσα Μου (2004), του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ, Τα Φαντάσματα Του Γκόγια (2006) του Μίλος Φόρμαν, Καμιά Πατρίδα Για Τους Μελλοθάνατους (2007) των Κοέν, Ο Έρωτας Στα Χρόνια Της Χολέρας (2007) του Μάικ Νιούελ, Vicky Cristina Barcelona (2008) του Γούντυ Άλλεν, Ο Συνήγορος (2013) του Ρίντλεϋ Σκωτ.
Η ταινία
Στο BIUTIFUL θα γνωρίσουμε τη Βαρκελώνη, τη δεύτερη «σύγχρονη» (ο θεός να την κάνει) ευρωπαϊκή πόλη μετά τη Χάβρη και το λιμάνι της, για να… τριτώσει το κακό στην επόμενη ταινία του αφιερώματος, όπου ταξιδεύοντας στην καρδιά τού σκοταδιού, στο βασίλειο της ανθρώπινης εκμετάλλευσης, θα χωθούμε στη μήτρα του πολιτισμένου κόσμου: Στο Βέλγιο των Βρυξελλών και της Υπόσχεσης των Αδελφών Νταρντέν.
Κι αν στις δυο πρώτες ταινίες οι πόλεις μιλάνε για το σήμερα, με το διαρκώς επιδεινούμενο, λόγω κρίσης και πολέμου, μεταναστευτικό ρεύμα, και κάθε άλλο παρά ευρωπαϊκούς παράδεισους θυμίζουν, το Βέλγιο του 1996 (εποχή που εξελίσσεται η υπόθεση της Υπόσχεσης, τέσσερα μόλις χρόνια μετά την καταστροφική για τους λαούς Συνθήκη του Μάαστριχτ), προαναγγέλλει τα λιμάνια των απόκληρων και την ασχήμια του Biutiful.
Έτος σωτήριο, 2010: Ήρωας ο Ουσμπάλ, ένας περιθωριακός τύπος στη Βαρκελώνη των αστέγων και της μαύρης εργασίας. Μια Βαρκελώνη, η οποία καμιά δεν έχει σχέση με τους τουριστικούς παράδεισους που πουλιούνται στα πρακτορεία των Ευρωενωσιακών ιλουστρασιόν υποσχέσεων.
Με γάμο διαλυμένο. Στοργικός με τα δυο ανήλικα παιδιά του, που τα μεγαλώνει μόνος εκμεταλλευόμενος μετανάστες, αλλά και τρυφερός με τη μανιοκαταθλιπτική Μαράμπρα τη γυναίκα του· ένα ερείπιο που πηγαινοέρχεται μεταξύ πορνείας και μητρότητας, μεταξύ σπιτιού και ασύλου, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Η καταπληκτική Μαριθέλ Άλβαρες ‒γνωστή Αργεντίνα καλλιτέχνιδα, χορογράφος και δασκάλα, που ξεκίνησε την καριέρα της σπουδάζοντας υποκριτική και σύγχρονο χορό, εδώ στο κινηματογραφικό της ντεμπούτο‒, θα πει:
«Βρήκα το ρόλο αρκετά δυνατό, επώδυνο αλλά και εντελώς απολαυστικό, γιατί ο ρόλος της Μαράμπρα είναι τεράστια πρόκληση για μια ηθοποιό. Ήταν μια ευκαιρία να ωριμάσω όχι μόνο ως ηθοποιός, αλλά και ως άνθρωπος».
Κι οι ήρωες αυτής της ιστορίας ‒θα συμπληρώσει‒ ανήκουν σε μια Βαρκελώνη που δεν είναι γνωστή ευρέως και όπου οι άνθρωποι βιώνουν σκληρές ζωές. Είναι ένα μέρος πολλών αντιθέσεων, όπου η πραγματικότητα είναι κάποιες φορές σαν γροθιά στο πρόσωπο, βάναυση και ωμή, κάποιες άλλες πολύ όμορφη».

Οι λίγοι μήνες ζωής που απομένουν στην προσωπική κόλαση του Ουσμπάλ είναι ένα ταξίδι, όχι στα Πυρηναία, όπως ονειρεύεται η Μαράμπρα να κάνουν μαζί με τα παιδιά τους, αλλά ένα ταξίδι στον πυρήνα της ψυχής και του μυαλού του, ένα τελευταίο δυσβάσταχτο ταξίδι στην, έτσι κι αλλιώς, επώδυνη πορεία του.
Και θα βαδίσει στην τελετουργική του ανά-(σ)ταση, στη μετά θάνατον ζωή του μέσα από τα μάτια των παιδιών του και μέσα από τον εμπνευσμένο φακό του Ινιάριτου.
Απ’ την αρχή ακόμα, ο σκηνοθέτης μάς ξεκαθαρίζει ότι η καθημερινότητα του Ουσμπάλ μπορεί να κυλάει στον κόσμο των ζωντανών, αλλά αυτός περιφέρεται στις όχθες του θανάτου. Εκεί που ουσιαστικά ανήκει, αφού έχει το «χάρισμα» να επικοινωνεί με τους νεκρούς, ενώ οι ζωντανοί μετανάστες που τον περιβάλλουν ‒Κινέζοι και Σενεγαλέζοι‒ ή ζουν πνιγμένοι στον πάτο της στεριάς (που λέγαμε στο Λιμάνι της Χάβρης), κυνηγημένοι απ’ τους διεφθαρμένους μπάτσους και το σκληρό ανταγωνισμό, ή είναι νεκροζώντανοι στις φάμπρικες και στα υπόγεια φασονάδικα ετούτου εδώ, του δικού μας κάτω κόσμου.
«Είχα ακούσει γι' αυτό θα πει ο Μπαρδέμ, δεν ήμουν όμως εξοικειωμένος με όλα εκείνα τα παράνομα εργοστάσια στις περιοχές των μεταναστών· μέχρι που ξεκινήσαμε τα γυρίσματα του φιλμ. Έπειτα έμοιαζε σαν να ήταν πάντα το πρώτο θέμα των ειδήσεων, με επιδρομές αστυνομικών κάθε εβδομάδα. Στα μέρη που κάναμε γυρίσματα, η πραγματική ζωή είναι πιο περίπλοκη από τη φαντασία».
Η ταινία ‒όπως κι η ζωή του Ουσμπάλ‒ δεν δείχνει να ανασαίνει από πουθενά. Η Βαρκελώνη σκοτεινή· ένα τοπίο απόκοσμο (το σκηνικό με τη Σαγκράδα Φαμίλια του Γκαουντί, αλλόκοτο). Οι καμινάδες των εργοστασίων καπνίζουν αδιάκοπα, τα πουλιά πετάνε δυσοίωνα, ουρές ατέλειωτες έξω απ’ τα κέντρα κράτησης μεταναστών· βρέχει· τα ταβάνια στο σπίτι, σαν την ψυχή του ήρωα κι αυτά, γεμάτα μούχλα…
Μόνο το φως του χιονισμένου δάσους, στην αρχή του έργου, όπου ο Ουσμπάλ θα συναντηθεί με έναν νεότερό του άντρα (αρκετά αργότερα αποκαλύπτεται η ταυτότητά του) θα μας ακολουθεί μέχρι το παγωμένο τέλος.
Κι αν στη Χάβρη του Καουρισμάκι οι πόρτες στα κοντέινερ με τους κυνηγημένους μετανάστες και τους πρόσφυγες γίνονταν χαραμάδες αισιοδοξίας, στο BIUTIFUL οδηγούν κατευθείαν στην κόλαση. Η όποια χαραμάδα μένει κλεισμένη ερμητικά.
[Μια μικρή παρένθεση: Μεταναστεύω και Ξενιτεύομαι. Αλλάζω ή εγκαταλείπω τον τόπο μου, κυρίως για να βρω δουλειά. Στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό. Δυο λέξεις που τις συναντάμε σε αρχαία κείμενα και με το ίδιο νόημα. Επιπλέον, η λέξη μετανάστης είχε μειωτική σημασία (σε αντίθεση με τον επιχώριο), ενώ το «ξενιτεύομαι» σήμαινε ‒προσέξτε‒ τον μισθοφόρο σε ξένη στρατιωτική υπηρεσία. Αυτή την περισσότερο συναισθηματικά φορτισμένη λέξη (μαζί με την προσφυγιά) χρησιμοποιούσε πάντα ο λαός μας όταν μίλαγε για τα παιδιά του που εγκατέλειπαν τη δεκαετία του ’60 τον τόπο τους, για να χτίσουν το γερμανικό θαύμα.  Κανένα από τα τραγούδια μας με τη συγκεκριμένη θεματική αναφορά δεν είναι χαρούμενο. Κι ενώ οι λέξεις… μεταναστεύουν από τις αμμουδιές του Ομήρου μέχρι τις μέρες μας, τα παιδιά μας δεν κάνουν το ίδιο. Απλά εργάζονται στο εξωτερικό. Μισθοφόροι στο στρατό του κεφαλαίου. Κι εμείς χαρούμενοι πως έχουν πια δουλειά. Μεταναστεύω και Ξενιτεύομαι. Δυο ακόμη… ξίδια που έγιναν γλυκάδια, όπως ο καπιταλισμός που τον βαφτίσανε αγορές, κι όπως οι υπηρέτριες μιας άλλης εποχής που ευέλικτες τις λένε σήμερα εργαζόμενες. Κλείνει η παρένθεση].
Μα τέτοιο ψυχοπλάκωμα σ’ αυτό το έργο; Τόση συσσωρευμένη δυστυχία;
Ναι. Γιατί το αληθινό σινεμά δε προορίζεται για τον αμφιβληστροειδή· απλά αντιγράφει τη ζωή μας.
Ποτέ δεν αναπαύονται οι νεκροί, αν έχουν χρέη στους ζωντανούς, θα πει στον Ουσμπάλ η Μπέα, η ηλικιωμένη φίλη του.
Ποτέ δεν αναπαύονται οι ζωντανοί, αν έχουν χρέη στους νεκρούς, θα πούμε εμείς, αντιστρέφοντας τη φράση· σε αυτούς τους άταφους νεκρούς που περπατάνε ανάμεσά μας.
Αλήθεια, πόσο γρήγορα γεμίζουμε / τους αφιλόξενους διαδρόμους της Ευρώπης;
*
Το BIUTIFUL, παρά τη ζοφερή του ατμόσφαιρα, μας δείχνει κάπου, αόρατο σε πρώτη ανάγνωση, έναν μικρό φεγγίτη· ή ας τον δείξουμε εμείς: Στο χέρι μας είναι, αντί να κλείνουμε τα μάτια σε γκέτο και φραουλοχώραφα, να διορθώσουμε, με το μισοξυσμένο μολυβάκι που κρατάμε, την απερίγραπτη ‒όπως του τίτλου της ταινίας‒ ανορθογραφία αυτής της ‒εντέλει‒ όμορφης (beautiful) ζωής, κόντρα στον καπιταλισμό που την ασχημαίνει και θα κάνει τα πάντα:
για να μην εξεγείρονται τα χέρια μας
για να μην πάρει τέλος τούτη η αδικία
τ’ όνειρο κάθε εμπόρου
μέσα σε τούτονε τον κόσμο το θνητό
μέσα σε τούτονε τον κόσμο
που θα ’τανε τόσο όμορφο να ζούμε.
όπως τραγούδησε ο «δικός μας» Ναζίμ Χικμέτ.
Καλή σας θέαση – Προσδεθείτε
Μπάμπης Ζαφειράτος
Αθήνα, 20/1/2016
BIUTIFUL (2010)
Αλεχάντρο Γκονσάλες Ινιάριτου

Χαβιέρ Μπαρδέμ, Μαρισέλ Αλβαρέζ, Χάνα Μπουσαϊμπ, Γκιγιέρμο Εστρέλα, Εντουαρντ Φερνάντες, Ντιαριάτου Νταφ



Βραβείο Φεστιβάλ των Καννών Καλύτερου ηθοποιού 2010 · Χαβιέρ Μπαρδέμ
Βραβείο Γκόγια Καλύτερου Α' ανδρικού ρόλου 2011 · Χαβιέρ Μπαρδέμ
Βραβείο Αριέλ Καλύτερης διεύθυνσης φωτογραφίας 2011 · Ροντρίγκο Πριέτο
Βραβείο Εικόνας NAACP Καλύτερης ξένης ταινίας 2011

Δραματική | Παραγωγή: Ισπανία, Μεξικό (2010) | Μουσική: Γκουσταύο Σανταολάγια | Έγχρωμη | Διάρκεια: 147'

Eduard Fernandez - Τίτο, Maricel Alvarez - Μαράμπρα, Javier Bardem, Alejandro Gonzalez Inarritu, Ana Wagener - Μπέα, Diaryatou Daff - Ίγκε, Ruben Ochandiano - Ζανκ. Biutiful (2010)
Φιλμογραφία Ινιάριτου

2022  Bardo, falsa crónica de unas cuantas verdades – Μπάρντο, το ψευδές χρονικό  
          ενός σωρού αλήθειες
2015  The Revenant (as Alejandro G. Iñárritu) – Η επιστροφή
2015  The One Percent (TV Series) (2 episodes)
         - Episode #1.2 (2015)
         - Episode #1.1 (2015)
2014  Birdman or (The Unexpected Virtue of Ignorance) ‒ Birdman ή
         Η Απρόσμενη Αρετή της Αφέλειας
2012  Naran Ja (Short)
2011  Behind Biutiful: Director's Flip Notes (Documentary short)
2010  Write the Future (TV Short)
2010  Biutiful
2007  To Each His Own Cinema (segment "Anna")
2006  Βαβέλ
2003  21 Grams ‒ 21 Γραμμάρια
2002  September 11 (segment "Mexico")
2001  Powder Keg (Short)
2000  Amores Perros – Χαμένες Αγάπες
1996  El timbre (Short)
1995  Detrás del dinero (TV Short)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.