Ναζίμ Χικμέτ
15 Ιανουαρίου 1902, Θεσσαλονίκη - 3 Ιουνίου 1963, Μόσχα
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 5.V.2015 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.)
15 Ιανουαρίου 1902, Θεσσαλονίκη - 3 Ιουνίου 1963, Μόσχα
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 5.V.2015 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.)
*
ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ
«Ο κομμουνισμός είναι η νειότη του κόσμου
προετοιμάζει τις αυριανές μέρες που τραγουδούν».
Γκαμπριέλ Περί
*
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
(1942-1946)
IV
[...]
Όμως φυλάξου
φυλάξου μη μου πεις «έλα σιμά μου»
μου φαίνεται πως αν το χέρι σου άγγιζε το χέρι μου
θα σωριαζόμουνα νεκρός στο τσιμεντένιο πάτωμα.
θα σωριαζόμουνα νεκρός στο τσιμεντένιο πάτωμα.
II
Σκάλισα τ’ όνομά σου με το νύχι μου
πάνω στου ρολογιού μου το λουράκι.
Το ξέρεις πως εδώ που βρίσκουμαι μήτε ένα φιλντισένιο σουγιαδάκι δεν υπάρχει
«Απαγορεύεται να φέρεις κοφτερά αντικείμενα»
Μήτε ένα ελάτι που το μέτωπό του να περνάει στον ουρανό.
Θα υπάρχει βέβαια κάποιο μικρό δεντράκι στην αυλή
μα απαγορεύεται να ’χεις τα σύγνεφα από πάνω απ’ το κεφάλι σου...
Πόσοι είμαστε πού μένουμε δω μέσα
Μήτε που ξέρω
Είμαι μονάχος μου μακριά τους
Μονάχα με τον εαυτό μου μου επιτρέπουν να μιλάω
Κι αυτό κάνω.
Μα έτσι τα λόγια μου μου φαίνουνται σαν άνοστα
Και τραγουδάω, καλή μου.
Και, κοίτα, να, η φωνή μου τούτη που την ξέρεις
τούτη η αγροίκα και παράτονη φωνή μου
τόσο βαθιά μου αντιλαλεί
που την καρδιά μου σκίζει.
Κι ως το μικρό ορφανό που λεν κάτι δακρύβρεχτες ιστοριούλες
πού περπατάει ξυπόλυτο στις χιονισμένες στράτες
έτσι η καρδιά μου λαχταράει να κλάψει
σκουπίζοντας τα γαλάζια της μάτια και τη μικρή της μύτη.
Να κλάψει...
όχι για να σταθεί στο δρόμο
ο καβαλάρης με το ολόχρυσοάλογό του
Να κλάψει
όχι καθόλου για να μην ακούει το κράξιμο
των μαύρων πεινασμένων όρνιων
Να κλάψει, τρεμουλιάζοντας μέσα στον άνεμο
Να κλάψει, δίχως τίποτα να περιμένει από κανέναν
Να κλάψει καταμόναχη για τον εαυτό της.
Και να πεις πώς δε ντρέπουμαι
για την κατάντια της καρδιάς μου
Να πεις δεν κοκκινίζω να τη βλέπω
με το φτωχό κεφάλι της γερμένο
ν’ αποτραβιέται μέσα της
και να ’ναι τόσο αδύναμη
τόσο ακατάδεχτη
και τόσο άπλα ανθρώπινη.
Ίσως και να περνάω μια κρίση
Ίσως να υπάρχουν
αιτίες ψυχολογικές, φυσιολογικές, κ.τ.λ.
Ίσως και να ’ναι απ’ αφορμή
τούτα τα δυο τα καγκελόφραχτα παράθυρα
τούτη τη σόμπα, τούτη την πήλινη στάμνα
τούτα τα τέσσερα ντουβάρια
που δε μ’ αφήνουνε ν’ ακούσω εδώ και μήνες
άλλες ανθρώπινες φωνές εξόν απ’ τη δική μου.
[…]
Πέντε η ώρα, απόγευμα, πολυαγαπημένη μου.
Έξω,
Με τη δίψα της, με το παράξενο μουρμουρητό της, με τη χωματένια στέγη της
με το άλογό της το λιγνό και το σακάτικο
που μένει ασάλευτο καταμεσής στην απεραντοσύνη
Έξω
μ’ όλα τα σύνεργά της, μ’ όλες τις παλιατσαρίες της
με κάθε τι που τέλος πάντων χρειάζεται
για να τρελάνει κάποιον άνθρωπο που μένει μέσα
Έξω
μες στ’ άδεντρο διάστημα ολοπόρφυρη
μια βραδιά στέπας κατεβαίνει.
Σε λίγο θα νυχτώσει μονομιάς
Τ’ άλογο τ’ αχαμνό ένα φέγγος θα το τριγυρίσει
Και τούτη η φύση η ανέλπιδη
που ’ναι ’δω χάμου πλαγιασμένη σα νεκρός με τραχύ πρόσωπο
άξαφνα θα γιομίσει μ’ άστρα το άδεντρο κενό της
Και τούτο θα ’ναι το συνηθισμένο τέλος
Όλα θα ’ναι έτοιμα και πάλι δηλαδή
όλα θα ’ναι στη θέση τους, πανέτοιμα
για μια πολυτελή και πάλι νοσταλγία.
[…]
Αυτά είναι τα πρώτα λόγια ένός γράμματος που έστειλε στην Πιραγιέ από τις Φυλακές τις Άγκυρας, στις 24 Μαΐου του 1938.
(Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος - Μποτίλια Στον Άνεμο)
*
Το ρολόι μου έσπασε. Έτσι, έβγαλα το μηχανισμό και το ’κανα κορνίζα για τις φωτογραφίες σας. Τώρα δεν νοιάζομαι άλλο για την ώρα, αφού έτσι κι αλλιώς να χάνω άρχισα την αίσθηση του χρόνου. Την ώρα δεν κοιτάζω πια, μόνο το μικροσκοπικό πορτρέτο σου στο χέρι μου κοιτάζω.
Αυτά είναι τα πρώτα λόγια ένός γράμματος που έστειλε στην Πιραγιέ από τις Φυλακές τις Άγκυρας, στις 24 Μαΐου του 1938.
(Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος - Μποτίλια Στον Άνεμο)
*
Φυλακές Τσάνγκιρι,1940. Άποψη της αυλής από τα εργαστήρια, για ξυλουργούς, γανωματήδες, ράφτες κλπ |
X
Μέσα σ’ αυτή τη νύχτα τη χινοπωριάτικη
Ολόγιομος είμαι απ’ τα λόγια σου,
Λόγια αιώνια σαν το χρόνο, σαν την ύλη
Λόγια βαριά σαν το χέρι
Λόγια σπιθοβόλα σαν τ’ άστρα.
Απ’ την καρδιά σου, απ’ το μυαλό σου, απ’ τη σάρκα σου
Τα λόγια σου με φτάνουν
Τα λόγια σου κατάφορτα από σένα,
Τα λόγια σου, μητέρα,
Τα λόγια σου, γυναίκα,
Τα λόγια σου, φίλη.
Ήταν θλιμένα, ήταν πικρά
Ήταν χαρούμενα, κατάφορτα από ελπίδα,
Ήταν γενναία και ηρωικά
Τα λόγια σου ήταν άνθρωποι.
XII
[...]
Απερίγραπτη λένε η φτώχεια της Ιστανμπούλ
Η πείνα θερίζει τους ανθρώπους λένε.
[...]
Άσκημα νέα για την πολιτεία μου
Την πολιτεία των τίμιων, των εργατικών και των φτωχών ανθρώπων
[...]
Την πολιτεία που ’χω στην καρδιά μου σαν ένα μαχαίρι
Σαν την εικόνα σου μέσα στα μάτια μου.
Απερίγραπτη λένε η φτώχεια της Ιστανμπούλ
Η πείνα θερίζει τους ανθρώπους λένε.
[...]
Άσκημα νέα για την πολιτεία μου
Την πολιτεία των τίμιων, των εργατικών και των φτωχών ανθρώπων
[...]
Την πολιτεία που ’χω στην καρδιά μου σαν ένα μαχαίρι
Σαν την εικόνα σου μέσα στα μάτια μου.
Πιραγιέ, Τσάνγκιρι, 1940, παστέλ σε χαρτί, 25 x 25 εκ |
XIII
[...]
Κι εγώ γεμάτος απ’ την απουσία σου
φορτωμένος με την ανυπομονησία μεγάλων ταξιδιών
Κι εγώ γεμάτος απ’ την απουσία σου
φορτωμένος με την ανυπομονησία μεγάλων ταξιδιών
περιμένω σαν αγκυροβολημένο φορτηγό μέσα στην Προύσα.
Πιραγιέ, Τσάνγκιρι, 1940, παστέλ σε χαρτί, 11 x 16 εκ |
XIX
[...]
Και συ απ’ το βάθος των χρυσών ματιών σου θα χαμογελάσεις.
Βρισκόμαστε όπου βρίσκεται κι ο κόσμος μας.
Και συ απ’ το βάθος των χρυσών ματιών σου θα χαμογελάσεις.
Βρισκόμαστε όπου βρίσκεται κι ο κόσμος μας.
«Παιδί μου με τα χρυσά μάτια», Τσάνγκιρι, 1940, παστέλ σε χαρτί, 15 x 16 εκ |
XXI
Αχ, τι να κάνει τώρα
Ναι, τώρα, τούτη τη στιγμή;
Είναι στο σπίτι; Είναι στο δρόμο;
Στη δουλειά τάχα; πλαγιασμένη; τάχα ορθή;
Ίσως ανασηκώνει το ’να χέρι της.
Ω εσύ τριαντάφυλλό μου
Πώς τούτη η κίνηση γυμνώνει ξαφνικά
Τον άσπρο και καμπύλο καρπό του χεριού σου!
Αχ, τι να κάνει τώρα;
Ναι, τώρα, τούτη τη στιγμή;
Μια μικρή γάτα εκεί στα γόνατά της
Τη χαϊδεύει.
Ή και μπορεί να περπατάει
Να ’το το πόδι της που προχωρεί.
Τα πόδια σου, ώ, τα λατρεμένα πόδια σου
Τα πόδια σου που σεργιανάν μες στην ψυχή μου
Τα πόδια σου που μου φωτάν τις μαύρες μέρες μου.
Ποιόν σκέφτεται;
Εμένανε; ή... ποιος ξέρει, τα φασόλια
που δε λένε να βράσουν;
Ή μήπως τάχα αναρωτιέται
Γιατί τόσοι άνθρωποι στη γη
Τόσο πολύ δυστυχισμένοι να ’ναι.
Αχ, τι να κάνει, τι να κάνει τώρα,
ετούτη τη στιγμή;
XVIII
[...]
Κι εμείς θα περάσουμε ακόμη ένα χειμώνα
ζεσταίνοντας τα χέρια μας στη φωτιά της μεγάλης οργής μας
και της άγιας ελπίδας μας.
Κι εμείς θα περάσουμε ακόμη ένα χειμώνα
ζεσταίνοντας τα χέρια μας στη φωτιά της μεγάλης οργής μας
και της άγιας ελπίδας μας.
Κουτί από ξύλο καρυδιάς με καθρεφτάκι. 28 x 12 x 7 εκ |
Για την Πιραγιέ |
XXII
Τι όμορφο που ’ναι να σε συλλογιέμαι
Μες από τους θορύβους του θανάτου και της νίκης
Να συλλογιέμαι εσένανε μες απ’ τη φυλακή
Κι έχοντας περασμένα τα σαράντα.
Τι όμορφο που ’ναι να σε συλλογιέμαι.
Να το ’να χέρι σου σ’ ένα ύφασμα γαλάζιο ξεχασμένο
Και να μες στα μαλλιά σου
Η ραθυμιά η περήφανη της Ιστανμπούλ της γης μου
Σαν ένας άλλος άνθρωπος μέσα σε μένα
Είναι η ευτυχία να σ’ αγαπώ.
Τι όμορφο που ’ναι να σε συλλογιέμαι
Να γράφω όλο για σένα
Να σε κοιτάζω πλαγιασμένος έτσι ανάσκελα
Μες στο κελί μου
Μια λέξη που ’χες πει την τάδε μέρα
Στο τάδε μέρος, όχι η λέξη η ίδια
Μα αυτός ο τρόπος που είχε, μέσα της να κλείνει όλο τον κόσμο.
Τι όμορφο που ’ναι να σε συλλογιέμαι
Για σένα θα σκαλίσω ακόμη τόσα πράματα
Θα φτιάξω ένα μικρό κουτί, ένα δαχτυλίδι
Θα υφάνω τρεις οργιές μετάξι
Και ξαφνικά
Πετιέμαι ορθός
Τρέχοντας να χουφτώσω του παραθυριού τα κάγκελα
Και να φωνάξω στο γαλάζιον ουρανό της λευτεριάς
Όλα μου τα τραγούδια που ’γραψα για σένα.
Τι όμορφο που ’ναι να σε συλλογιέμαι
Μες από τους θορύβους του θανάτου και της νίκης
Να συλλογιέμαι εσένανε μες απ’ τη φυλακή
Κι έχοντας περασμένα τα σαράντα.
1942 ‒ 1946
ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΡΑΓΙΕ
XX
[...]
Κι αχ ό,τι πιο όμορφο θα ’θελα να σου πω
Δε στο ’πα ακόμα.
Κι αχ ό,τι πιο όμορφο θα ’θελα να σου πω
Δε στο ’πα ακόμα.
Σημειωματάριο Σελίδες από το ποιητικό βιβλίο που ετοίμαζε ο Ναζίμ Χικμέτ για την Πιραγιέ, δώρο του στο Μπαϊράμ του 1940. 9,8 x 15,5 εκ |
*
Αυτή τη ζωή [...]
Αν του ήταν να την ξαναζήσει,
Τον ίδιο δρόμο θα ξανάκανε
Για να τελειώσει, αν χρειαζόταν, στο ίδιο σημείο
Ναζίμ Χικμέτ (Γκαμπριέλ Περί)
*
ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΣΗ
ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ, 1970 (σελ. 44 η Κυριακή και σελ.54-66 οι Επιστολές)
Από την ίδια έκδοση το αρχικό και το καταληκτικό μότο για τον
Γκαμπριέλ Περί
(Απόσπασμα από ένα επικό ποίημα για τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο)
Γκαμπριέλ Περί
(Απόσπασμα από ένα επικό ποίημα για τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο)
*
Περισσότερα:
__________________________
Βασική πηγή από
Βασική πηγή από
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.