Δεκέμβρης 1944 (17)

Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά. Ο Φιντέλ είναι αθάνατος

Έφοδος στις Μονκάδες τ’ Ουρανού!: Fidel vivirá para siempre! Fidel es inmortal! - Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά! Ο Φιντέλ είναι αθάνατος!
Φιδέλ: Ένα σύγγραμμα περί ηθικής και δυο μεγάλα αρχίδια στην υπηρεσία της ανθρωπότητας (Ντανιέλ Τσαβαρία)
* Φιντέλ: Αυτός που τους σκλάβους ανύψωσε στην κορφή της μυρτιάς και της δάφνης
* Πάμπλο Νερούδα: Φιντέλ, Φιντέλ, οι λαοί σ’ ευγνωμονούνε * Νικολάς Γκιγιέν: Φιντέλ, καλημέρα! (3 ποιήματα)
* Ντανιέλ Τσαβαρία: Η Μεγάλη Κουβανική Επανάσταση και τα Ουτοπικά Αρχίδια του Φιδέλ * Ντανιέλ Τσαβαρία: Ο ενεργειακός βαμπιρισμός του Φιδέλ * Ραούλ Τόρες: Καλπάζοντας με τον Φιντέλ − Τραγούδι μεταφρασμένο - Video * Χουάν Χέλμαν: Φιντέλ, το άλογο (video)


Κάρλος Πουέμπλα - Τρία τραγούδια μεταφρασμένα που συνάδουν με τη μελωδία:
* Και τους πρόφτασε ο Φιντέλ (Y en eso llego Fidel) − 4 Video − Aπαγγελία Νερούδα * Δεν έχεις πεθάνει Καμίλο (Canto A Camilo) * Ως τη νίκη Κομαντάντε (Hasta siempre Comandante)
* Τα φρούρια του ιμπεριαλισμού δεν είναι απόρθητα: Μικρή ιστορική αναδρομή στη νικηφόρα Κουβανική Επανάσταση και μέχρι τις μέρες μας ‒ Με αφορμή τα 88α γενέθλια του Φιντέλ ‒ Εκλογικό σύστημα & Εκλογές - Ασφάλεια - Εκπαίδευση - Υγεία (88 ΦΩΤΟ) * Φιντέλ

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2018

Μπάμπης Ζαφειράτος: Νικολάς Γκιγιέν - West Indies Ltd. (Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ) - Γουαδελούπη Δ. Ι. ─ Μια κριτική παρουσίαση - Σημειώσεις

Κι αλήθεια, αυτός ο λαός είναι πειθήνιος ακόμα. / Ωστόσο, μια μέρα στο χώμα / παύει να σκύβει· / με τα ροζιασμένα του χέρια τα πάντα συντρίβει. / Σαν εκείνα τα δέντρα, που όντας φυτεμένα στην πόλη την γκρίζα / πεζοδρόμιο ολόκληρο ξηλώνουν μοναχά με μια ρίζα.
*
Νικολάς Γκιγιέν (Καμαγουέι, 10 Ιουλίου 1902 – Αβάνα, 16 Ιουλίου 1989). O εθνικός ποιητής της Κούβας, η μουλάτα ψυχή της και η ταξική της συνείδηση.
Οι Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ (West Indies Ltd.), η πρώτη από τις 8 Μεγάλες Ελεγείες του (βλ. κατω: Γ΄ Δυτικές ινδίες ΕΠΕ), ένα συνθετικό ποίημα (318 στίχοι αναπτυγμένοι σε 8 μέρη) από την ομότιτλη συλλογή του 1934, είναι αυτό (κατά κύριο λόγο) που –μετά τα 8 σύντομα ποιήματα του Motivos De Son (1930) και τα 16 του Sóngoro Cosongo (1931)– «ακούστηκε» και πέρα από τα όρια του ισπανόφωνου κόσμου, εδραιώνοντας τη φήμη του και καθιστώντας τον μια από τις μεγάλες ποιητικές φωνές της εποχής μας.
*
Ένα σημαντικό έργο της παγκόσμιας ποίησης, για πρώτη φορά στα Ελληνικά.
Πρώτη δημοσίευση: Κατιούσα, 13-07-2018
Μετάφραση – Παρουσίαση – Σημειώσεις – Επιμέλεια Κειμένου, Πινάκων, Φωτό
Μπάμπης Ζαφειράτος
Μποτίλια Στον Άνεμο
Επάνω: Μάριο Καρένιο (Αβάνα, Κούβα, 1913 – Σαντιάγο, Χιλή 1999), Η κοπή του Ζαχαροκάλαμου, 1943. (Εδώ, λεπτομέρεια).
Mario Carreño, El corte de caña, 1943 (Duco on wood).
Collection Isaac Carmen Lif and Family, Santo Domingo, Dominican Republic (
Πηγή)

Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ (West Indies Ltd.)
Νικολάς Γκιγιέν

1
ΔΥΤΙΚΕΣ ΙΝΔΙΕΣ! Καρύδες, καπνό κι αγουαρδιέντε πουλάνε…
Εδώ είναι σκουρόχρωμοι άνθρωποι που πάντα γελάνε,
συντηρητικοί και φιλελεύθεροι
με τα ζώα και τα ζαχαροκάλαμα τη ζωή τους περνάνε·
κι ενώ συχνά άφθονο χρήμα κυλάει
αυτός ο κόσμος μόνο ζόρια τραβάει.

Υποσημείωση: Κι αλήθεια, αυτός ο λαός είναι πειθήνιος ακόμα. / Ωστόσο, μια μέρα στο χώμα / παύει να σκύβει· / με τα ροζιασμένα του χέρια τα πάντα συντρίβει. / Σαν εκείνα τα δέντρα, που όντας φυτεμένα στην πόλη την γκρίζα / πεζοδρόμιο ολόκληρο ξηλώνουν μοναχά με μια ρίζα.
Ο ήλιος τα πάντα εδώ τσουρουφλίζει
κι από τριαντάφυλλα μέχρι μυαλά αφανίζει.
Κάτω απ’ τη ντρίλινη αστραφτερή κουστουμιά μας
φοράμε ακόμα το  περίζωμα
του νέγρου που βαστάει τ’ αχαμνά μας·
άνθρωποι απλοί, τρυφεροί, γεννημένοι
από σκλάβους κι από κάθε λογής κατακάθι φτιαγμένοι,
η σάρα κι η μάρα, ένα βάρβαρο ασκέρι,
είναι εκείνοι, που ευγενώς ο Κολόμβος,
εν ονόματι της κραταιάς Ισπανίας, στις Ινδίες θα προσφέρει.
Εδώ έχει χρώματα άσπρα, κίτρινα, μαύρα, μουλάτα.
Και βεβαίως, πρόκειται για φτηνιάρικα είδη,
γιατί μέσα από χίλια παζάρια, αγορές και κοντράτα
οι βαφές έχουν στάξει και μπερδεύτηκαν ήδη.
(Κι όποιος έχει άλλη γνώμη, ένα βήμα μπροστά να μιλήσει σταράτα).
Βρίσκεις απ’ όλα εδώ, και κόμματα, και πολιτικές νικηφόρες
και ρήτορες που εγκαλούν: «Σε τούτες τις κρίσιμες ώρες…»
Βρίσκεις τράπεζες και βεβαίως τραπεζίτες,
δικαστές, κομπραδόρους, μεσίτες,
γιατρούς, δικηγόρους,
δημοσιογράφους, θυρωρούς κι αχθοφόρους.
Είναι κάτι που μπορεί να μας λείπει;
Ε, λοιπόν, το ζητάμε, το στέλνουν και τέρμα η λύπη.
Δυτικές Ινδίες! Καρύδες, καπνό κι αγουαρδιέντε πουλάνε.
Εδώ είναι σκουρόχρωμοι άνθρωποι που πάντα γελάνε.
Ω, γη που με νησιά είσαι σπαρμένη!
Ω, γη σαν λουρίδα στενή!
Αλήθεια, δεν λένε πως είσαι φτιαγμένη
μοναχά φοινικιές να φυτρώνουν εκεί;
Ω, γη στου Ορινόκου τη ρότα, που φτάνει ως εδώ,
ή στη ρότα κάποιου άλλου τουρίστα,
με πολύχρωμα πλήθη δίχως έναν αρτίστα
κι ούτ’ έναν τρελό·
λιμάνια γι’ αυτούς που γυρνάν
απ’ τη Σεούλ την Ταϊτή, ή το Αφγανιστάν
κι έρχονται εδώ ουρανό να γευτούνε
και μπακάρντι να πιούνε·
λιμάνια όπου ακούς να μιλάνε με λέξεις αγγλικές
που αρχινάνε από
yes και τελειώνουν σε yes.
(Τα αγγλικά των ξεναγών που στα τέσσερα πάνε).
Δυτικές Ινδίες! Καρύδες, καπνό κι αγουαρδιέντε πουλάνε.
Εδώ είναι σκουρόχρωμοι άνθρωποι που πάντα γελάνε!
Των Αντιλλών ευπατρίδη γελάω με σένα
που από κλαδί σε κλαδί σαν μαϊμού σκαρφαλώνεις
παλιάτσε, που για να μην τα σκατώσεις ιδρώνεις ξεϊδρώνεις
μα ως το γόνα τα πόδια σου τα ’χεις χεσμένα.
Γελάω με σένα, λευκέ με την πράσινη γλίτσα στο αίμα
–φαίνεται, κι ας προσπαθείς να κρυφτείς μες στο ψέμα!–
γελάω με σένα γιατί μιλάς για πούρα αριστοκρατία
με ανθηρά εργοστάσια και γεμάτα ταμεία.
Νέγρε, μαζί σου γελάω που μακάκους μιμείσαι,
όταν χάσκεις με το αμάξι του πλούσιου μπροστά σου,
και που το σκούρο σου δέρμα σε ντροπιάζει, το αρνείσαι,
κι ας είναι τόσο δυνατή η γροθιά σου!
Με όλους γελάω: με τον αστυνόμο και μ’ εκείνον που πίνει,
με κάποιον πατέρα και με το παιδί του,
με τον πρόεδρο και μ’ αυτόν που είναι φωτιές για να σβήνει.
Γελάω με όλον τον κόσμο, γελάω μαζί του.
Γελάω με όσους τρέμουν μπροστά σε τέσσερα δασύτριχα κτήνη,
όταν κορδώνονται πίσω από φανταχτερούς θυρεούς με ασπίδες,
όπως τέσσερεις πρωτόγονοι κάτω από ένα φοίνικα που κάνει καρύδες.

2
Πέντε λεπτά διάλειμμα λοιπόν.
Η τσαράνγκα του Χουάν του Μπαρμπέρη
παίζει ένα son.
ΣΤΡΑΤΗΓΟΙ με πήλινα πόδια
και μαριονέτες πολιτικοί·
ψωμί και βούτυρο με τον καφέ τους…
Μπρος, αρχίνα το
son ν’ ακουστεί!
Γραφειοκράτες σύμφωνοι σε όλα
για να προσφέρουν στο Έθνος αυτοί·
με διακόσια δολάρια το μήνα…
Μπρος, αρχίνα το
son ν’ ακουστεί!
Ο γιάνκης θα μας σπρώξει το χρήμα
κι η κατάσταση, ούτω πως, θα φτιαχτεί·
Υπέρ πάντων και πάντα η Πατρίδα…
Μπρος, αρχίνα το
son ν’ ακουστεί!
Οι μπαγιάτικοι ηγέτες γελάνε
και μετά απ’ το μπαλκόνι μιλούν κορδωτοί.
Η σοδειά! Η σοδειά! Η σοδειά!
Μπρος, αρχίνα το
son ν’ ακουστεί!

3
ΤΑ ΚΑΛΑΜΙΑ –ψηλόλιγνα– τρέμουν
από φόβο μπροστά στη ματσέτα.
Ο ήλιος καυτός κι ο αέρας μολύβι.
Τα ουρλιαχτά του επιστάτη
βαριά και σκληρά σαν μαστίγια.
Και μέσα απ’ το σκοτεινό
πλήθος των κουρελήδων που δουλεύουν,
αναβλύζει μια φωνή που τραγουδάει,
ξεσπάει μια φωνή που τραγουδάει,
ξεφυτρώνει μια φωνή οργισμένη,
υψώνεται μια φωνή απ’ το χτες κι απ’ το τώρα,
σημερινή και πρωτόγονη:
─ Να κόβεις κεφάλια σαν τα καλάμια,
Χρατς! Χρατς! Χρατς!
Να καις καλάμια και κεφάλια,
στα σύννεφα ο καπνός ν’ ανεβεί,
Πότε η ώρα θα ’ρθεί! Πότε θα ’ρθεί!
Είναι η ματσέτα μου που θερίζει,
χρατς! χρατς! χρατς!
Είναι το χέρι μου με τη ματσέτα,
χρατς! χρατς! χρατς!
Κι ο επιστάτης είναι μαζί μου,
χρατς! χρατς! χρατς!
Να κόβεις κεφάλια σαν τα καλάμια,
να καις καλάμια και κεφάλια,
στα σύννεφα ο καπνός ν’ ανεβεί,
Πότε η ώρα θα ’ρθεί!
Κι αλαφρύ το τραγούδι, στο σούρουπο φτάνει
το γεμάτο σοδειά κι αγωνία,
πάλλεται, παίρνει φωτιά και καίει με μανία
και στης μέρας κολλάει το ταβάνι.

4
Η ΠΕΙΝΑ, μπροστά στο κατώφλι, μπουκάρει
με πρόσωπα ωχρά και σκαμμένα,
με κορμιά φαντασμάτων σκυμμένα,
που απαγκιάζουν ριγμένα
στων δημόσιων πάρκων τη γη,
και κάτω απ’ τον ήλιο ένα ανθρώπινο σμάρι,
ή κάτω απ’ το γεμάτο φεγγάρι,
ζητάει αλκοόλ να πνιγεί,
αυτό που τυφλώνει, που σβήνει, κι η ψυχή μας ξεχνά,
μα κανένας δεν το ’χει και κανείς δεν θα βρει
πουθενά.
Είναι η πείνα των Αντιλλών,
το μαράζι των εύπιστων Δυτικών Ινδιών!
Νύχτες με πουτάνες γεμάτες,
μπαρ που είναι φύσκα από ναύτες·
σταυροδρόμι από άπειρες ρότες
για ληστές, πειρατές, τυχοδιώχτες.
Στέκια όπου σπρώχνουν μορφίνη,
κοκαΐνη και ηρωίνη.
Καμπαρέ που ξεγελάς τις στιγμές της ανίας
με το ψεύτικο πέπλο μαγείας
μέσα από ένα μπουκάλι σαμπάνια,
που ο κόσμος στη δύναμή της πιστεύει
σαν ένα
neosalvarsán της χαράς, το χαπάκι που τη σπάνια
«σύφιλη της ψυχής» θεραπεύει.
Μια λαχτάρα, στο μέλλον βαθιά να διεισδύσεις
κι απ’ του είναι σου τα βάθη να βγει
μυστική συνταγή
για να ζήσεις.
Η λύσσα των πειρατών με το φράκο,
που μοιάζουν με τον Σόρες και τον Ελ Ολονές,
μπροστά στη δυστυχία, σ’ εξοργίζει
κι εξαφανίζεται μόνο με τις κλωτσιές.
Ο στρατός φανατικά τυφλωμένος
έτοιμος όπως πάντα, οπλισμένος
για να ρίξει σε όποιον φωνάζει ή γιουχάρει
επειδή το ψωμί είναι ξερό κι ο χυλός νερωμένος!

5
Πέντε λεπτά διάλειμμα λοιπόν.
Η τσαράνγκα του Χουάν του Μπαρμπέρη
παίζει ένα son.
ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΑΛΕΙΣ τον επιούσιο
θα πρέπει να δουλέψεις σκληρά·
Για να βγάλεις τον επιούσιο
θα πρέπει να δουλέψεις σκληρά:
μα κάλλιο, απ’ το να διπλώνεις τη μέση
στο κούτελό σου μια ζάρα βαθιά.
Ζάχαρη βγαίνει απ’ το καλάμι
ζάχαρη, να ’χεις για τον καφέ·
ζάχαρη βγαίνει απ’ το καλάμι,
ζάχαρη, να ’χεις για τον καφέ:
αυτή τον γλυκαίνει, μα ξέρω
είναι λες και του δίνει χολή.
Πουθενά δεν έχω να μείνω
και γυναίκα ν’ αγαπήσω καμιά·
Πουθενά δεν έχω να μείνω
και γυναίκα ν’ αγαπήσω καμιά:
σκυλιά με γαβγίζουν στο δρόμο
και κανείς δεν με λέει εσείς.
Για να ’ναι άντρες οι άντρες
πρέπει να ’χουν μαχαίρι στο χέρι·
Για να ’ναι άντρες οι άντρες
πρέπει να ’χουν μαχαίρι στο χέρι:
ήμουν άντρας, το πήρα
μα μ’ απόμεινε στη φυλακή!
Αν επέθαινα τώρα επιτόπου
αν επέθαινα τώρα επιτόπου
αν επέθαινα τώρα επιτόπου, ω μάνα,
τι μεγάλη που θα ’χα χαρά!
Αχ, θα σου δώσω, εγώ θα σου δώσω
θα σου δώσω, εγώ θα σου δώσω
Αχ, εγώ θα σου δώσω,
Τη λευτεριά!

6
ΔΥΤΙΚΕΣ ΙΝΔΙΕΣ! Δυτικές Ινδίες! Δυτικές Ινδίες!
Εδώ ένας άξεστος μένει λαός
από χαλκό, πολυκέφαλος, όπου η ζωή του σερνάμενη
μέσα σε λάσπη ξερή που χαράζει το δέρμα.
Είν’ εδώ κολαστήριο
που όλοι έχουν τα πόδια δεμένα.
Aυτή είναι η αποτρόπαια έδρα για companies και trusts.
Εδώ υπάρχουν η λίμνη της ασφάλτου, τα ορυχεία σιδήρου,
οι φυτείες του καφέ,
αποβάθρες, καράβια, κι ελάχιστα σέντσια…
Εδώ είναι ο λαός του
all right
που τα πάντα πηγαίνουν στραβά·
Εδώ είναι ο λαός του
very well,
μα κανένας δεν είναι καλά.
Εδώ βρίσκονται οι ορντινάτσες του Μπάμπιτ.
Αυτοί που στο
West Point τα βλαστάρια τους στέρνουν.
Εδώ είναι αυτοί που τσιρίζουνε:
hello baby,
που
Chesterfield και Lucky Strike φουμαίρνουν.
Εδώ οι χορευτές του
fox trot,
τα παιδιά της
jazz band,
οι παραθεριστές του
Palm Beach και του Miami.
Εδώ είναι αυτοί που bread and butter ζητάνε
και
coffee and milk.
Εδώ είναι συφιλιδικοί αλλοπρόσαλλοι νέοι,
που καπνίζουνε όπιο και μαριχουάνα,
που σε βιτρίνες μοστράρουν τις ωχρές σπειροχαίτες
και ράβουν κουστούμι κάθε βδομάδα.
Εδώ, απ’ το Πορτ-ο-Πρενς είναι πιο εντάξει,
πιο φίνα απ’ το Κίνγκστον, τη
high life της Αβάνας…
Αλλά εδώ είναι κι αυτοί που τραβάνε κουπί μες στο δάκρυ,
στα κάτεργα εξόριστοι, στα κάτεργα εξόριστοι.
Εδώ είναι κι εκείνοι,
που μέσα σε καταιγισμό από σπινθήρες λαξεύουν
τη σκληρή πέτρα όπου λίγο λίγο θα γίνει
μια φούχτα τιτάνιο. Αυτοί που ανάβουν την κόκκινη
σπίθα πάνω απ’ τον άνυδρο κάμπο.
Αυτοί που φωνάζουν: Ερχόμαστε! Κι η ηχώ μ’ ένα μάμπο
από άλλες φωνές απαντάει: Ερχόμαστε! Αυτοί που με άγρια μανία
νιώθουν το αίμα να χτυπάει σε προσβολές κι ειρωνεία.
Και τι να κάνεις μ’ αυτούς
όταν μέσα σε καταιγισμό από σπινθήρες δουλεύουν;
Εδώ είν’ εκείνοι που πλάι πλάι ο ένας στον άλλο
ρισκάρουν τα πάντα· όλα τ’ αφήνουν,
κι απλόχερα όλα τα δίνουν·
εδώ είν’ εκείνοι που νιώθουν αδέρφια κι έχουν πόνο μεγάλο
για το νέγρο, που πάνω απ’ την άβυσσο σκύβει
με το μέτωπό του να λειώνει απ’ τον κρύο ιδρώτα,
και για τον άσπρο που ξέρει πως τη σάρκα σαν τον πηλό τη συντρίβει
το κνούτο, ή χειρότερα η ταπείνωση κάτω απ’ η μπότα,
και τότε η φωνή τους σαν την άγρια βροντή
θα τραντάξει συθέμελα την καρδιά τους.
Είν’ εκείνοι που βλέπουν ξυπνητοί τα όνειρά τους,
αυτοί που στο βάθος του ορυχείου ο αγώνας τούς φέρνει
κι από ’κει η φωνή θ’ ακουστεί
ζωντανούς και νεκρούς που ανασταίνει.
Είναι αυτοί, οι φωτισμένοι,
οι παρίες κι οι αγνοημένοι
είναι οι ξένοι
κι οι ξεχασμένοι
οι ταπεινοί
κι οι ταπεινωμένοι
οι παροπλισμένοι
κι οι ναρκωμένοι
εκείνοι, που μπρος στου μάουζερ την κάννη φωνάζουν:
Αδέρφια στρατιώτες! Και κυλούν πληγωμένοι
με μια αιμάτινη κλωστή στα μπλάβα τους χείλη.
(Στην άκρη! Περνάει η οχλοβοή κι η αντάρα!
Στην άκρη! Λαμπρές ανεμίζουν παντιέρες,
και παίρνουν φωτιά οι παντιέρες
πάνω απ’ αυτή την αντάρα!)

7
Πέντε λεπτά διάλειμμα λοιπόν.
Η τσαράνγκα του Χουάν του Μπαρμπέρη
παίζει ένα son.
ΜΕ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝΕ αν δεν δουλεύω
κι αν δουλεύω με σκοτώνουν ξανά·
με σκοτώνουν, διαρκώς με σκοτώνουν,
με σκοτώνουν ξανά.
Έναν άνθρωπο είδα χτες που κοιτούσε
κοιτούσε το ήλιο που έβγαινε·
Έναν άνθρωπο είδα χτες που κοιτούσε
κοιτούσε το ήλιο που έβγαινε:
και φαινόταν πολύ σοβαρός
γιατί ο άνθρωπος ήταν τυφλός.
Αχ,
ζουν οι τυφλοί δίχως να βλέπουν
τον ήλιο να βγαίνει
τον ήλιο να βγαίνει
το ήλιο ψηλά ν’ ανεβαίνει!
Χτες είδα ένα παιδάκι να παίζει
πως σκότωνε, λέει, έν’ άλλο παιδί·
Χτες είδα ένα παιδάκι να παίζει
πως σκότωνε, λέει, έν’ άλλο παιδί:
υπάρχουν παιδιά που δουλεύουν
σαν τους άντρες σκληρά.
Ποιος θα τους πει σαν μεγαλώσουν
πως οι άντρες δεν είναι παιδιά·
πως δεν είναι,
πως δεν είναι,
πως δεν είναι παιδιά!
Με σκοτώνουνε αν δεν δουλεύω
κι αν δουλεύω με σκοτώνουν ξανά·
με σκοτώνουν, διαρκώς με σκοτώνουν,
με σκοτώνουν ξανά.

8
ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΦΩΤΙΑ σκίζει με τα μαχαίρια της
τη νύχτα. Οι φοινικιές, ανυποψίαστες,
κουβεντιάζουν με λέξεις ωχρές
για περιδέραια, για μεταξωτά, για σκουλαρίκια.
Ένας νέγρος ψήνει τον καφέ του ανακούρκουδα.
Ένα παράπηγμα καίγεται πέρα.
Ξυπόλητοι ανέμοι φυσάνε.
Περνάει ένα καταδρομικό της Αμερικάνικης
Ένωσης. Κι έπειτα κι άλλο,
και το αρχαίο νερό βρομίζει με πλεούμενα αχόρταγα,
εγγόνια του γέρο Ντρέικ του κουρσάρου.
Αργά, ένα χέρι από πέτρα
σφίγγει τη γροθιά της εκδίκησης
Ένα
son φωτεινό, ζωντανό
κι ελπιδοφόρο ανατινάζει και γη κι ωκεανό.
Ο ήλιος μιλάει για τα δάση με τους πράσινους σπόρους
κι από ’κει θα τους φέρει…
Δυτικές Ινδίες τις λένε στ’ Αγγλικά
Αντίλλες στα δικά μας τα μέρη.

                             Ε Π Ι Τ Υ Μ Β Ι Ο
Γράφτηκε από τον Νικολάς Γκιγιέν, Αντιλλάνο,
το έτος χίλια εννιακόσια τριάντα τέσσερα.

(Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Μάιος – Ιούνιος 2018)
Από τη συλλογή: Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ (1934)
________________
Σημείωση:
Οι πρώτοι 36 στίχοι του West Indies Ltd. (μαζί με την υποσημείωση, η οποία στο πρωτότυπο είναι παραπομπή στο τέλος στης σελίδας) και ένα Μαδριγάλι από την ίδια συλλογή μεταφράστηκαν ειδικά για την εκδήλωση της 16/5/2018, στο σινέ Αλκυονίς, με αφορμή τη νέα έκδοση ενός επίσης εμβληματικού έργου του Νικολάς Γκιγιέν: Ο Μεγάλος Ζωολογικός Κήπος [1].
Πιο κάτω, στο Γ΄. Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ, μεταφράζεται ένα ακόμη ποίημα, το Γουαδελούπη Δ. Ι. (Guadalupe W. I.), το οποίο προέκυψε κατά τη γραφή των κειμένων που ακολουθούν, και κρίθηκε σκόπιμο να παρουσιαστεί και αυτό, αφού σφραγίζει –κυριολεκτικά και μεταφορικά– τη συλλογή, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα τη συλλογιστική, αλλά και το συλλογικό, ταξικό όραμα του ποιητή της.

* * *
Παρουσίαση του ποιήματος – Πραγματολογικά στοιχεία

Πορτρέτο (χ.χ.) του Νικολάς Γκιγιέν από τον Αργεντινό Αντόνιο Μπέρνι. 14 Μαΐ. 1905, Ροσάριο – 13 Οκτ. 1981, Μπουένος Άιρες. (Πηγή)

Α΄. Ιστορικό πλαίσιο

1933. Η Αποτυχημένη Επανάσταση του ’33. Μετά τη 10χρονη βίαιη καταστολή του λαού από τη δικτατορική κυβέρνηση Χεράρδο Ματσάδο (1871-1939), με την υποστήριξη της Ουάσιγκτον βεβαίως, μια επανάσταση αρχίζει να γεννιέται στην Κούβα.
Ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ Franklin D. Roosevelt, θορυβημένος από την κατάσταση και προς εξεύρεση λύσης, στα πλαίσια των παραδοσιακών μηχανισμών της νεοαποικιακής κυριαρχίας, όρισε νέο πρέσβη στην Αβάνα τον Benjamin Sumner Welles. Η διαμεσολάβησή του ξεπεράστηκε από τα γεγονότα της 12 Αυγούστου. Γενική απεργία. Ο Ματσάδο ανατρέπεται και φυγαδεύεται στις Μπαχάμες.
Μπατίστα – Ρούσβελτ: Οι Καλοί Γείτονες, Δεκ. 1942. (Πηγή φωτό)
Η προσωρινή κυβέρνηση, που δημιουργήθηκε από τη δεξιά αντιπολίτευση, υπό την αιγίδα του Γουέλς, ανοίγει την περίοδο της «Ψευδοδημοκρατίας» και εμφανίζεται στο προσκήνιο ο Φουλχένσιο Μπατίστα (1901-1973), με ενεργό ρόλο στο πραξικόπημα του Σεπτεμβρίου, που ανατρέπει την εκλεγμένη κυβέρνηση.
Ο Γκιγιέν απολύεται από το Υπουργείο Εσωτερικών και βιοπορίζεται δημοσιογραφώντας.
10 Νοε. 1938. Ο Σάμερ Γουέλς, Υφυπουργός Εξωτερικών τότε, σε χειραψία με τον Φουλχένσιο Μπατίστα, κατά την άφιξή του στην Ουάσινγκτον. Δεξιά,ο Malin Craig, αρχηγός του Αμερικανικού Στρατού. (Πηγή φωτό)
Το 1934 δημοσιεύονται οι Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ (West Indies Ltd.) και ξεκινά η φιλία με τον μετέπειτα μελετητή του έργου του, Άνχελ Αουγιέρ [2].
Το Γενάρη του 1934 έχει ήδη εκδηλωθεί πραξικόπημα από τον αρχηγό του στρατού Φουλχένσιο Μπατίστα, παιδί των ΗΠΑ (κάτι είπα!), ο οποίος θα «παραδώσει» την εξουσία στους πολιτικούς και η Κούβα θα μπει σε μια περίοδο με προέδρους-μαριονέτες, ως το 1952, οπότε ο Φουλχένσιο με το σινάφι του ανέλαβαν αυτοπροσώπως:
Κι έπαιρναν μέτρα σκληρά
του λαού έκλεισαν το στόμα
να τον θάψουν μες στο χώμα.
Μα τους πρόφτασε ο Φιντέλ!
Όπως το τραγούδησε ο Κάρλος Πουέμπλα [3].
Το Μάιο του 1934 η κυβέρνηση της Αβάνας και η κυβέρνηση Ρούσβελτ καταργούν την Τροπολογία Πλατ του 1901 –με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκαθιστούν βάσεις (Γκουαντάναμο) στο νησί–, έπειτα από τον Ισπανοαμερικανικό Πόλεμο (1898, με αφορμή την προβοκατόρικη έκρηξη στο θωρηκτό USS Maine, στο λιμάνι της Αβάνας –βλ. Νικολάς Γκιγιέν: Ο Μεγάλος Ζωολογικός Κήπος), που σήμανε την αυγή του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, κατά τον Λένιν. Υπογράφεται νέα συνθήκη, ενσωματώνοντας όλα τα προνόμια που έχουν παραχωρηθεί κατά την κατοχή του νησιού από το 1901, με τον έλεγχο του Γκουαντάναμο εις τον αιώνα τον άπαντα![4].
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν περιορίζονται πλέον σε σκληρούς κατακτητικούς πολέμους εντός των αμερικανικού εδάφους, με αγορές γης και ξεκλήρισμα ινδιάνικων φυλών. (Βλ. και πιο κάτω: Παναμερικανική Ένωση).
Ο Μακ Κίνλεϋ, Πρόεδρος των ΗΠΑ 1897-1901, θα πει: «Τις Φιλιππίνες [με τα 600.000 θύματα], το ίδιο όπως και την Κούβα και το Πόρτο Ρίκο, μας τις εμπιστεύτηκε η Θεία Πρόνοια. Μπορούσε η χώρα μας να μην εκπληρώσει ένα τέτοιο καθήκον;». Κι αυτό το «καθήκον» απέναντι στη «Θεία Πρόνοια» ο Μακ Κίνλεϋ το καθόρισε με τούτα τα λόγια: «Οι Φιλιππίνες ανήκουν σε μας για πάντα. Ακριβώς πίσω από τις Φιλιππίνες βρίσκονται οι απεριόριστες αγορές της Κίνας. Δεν θα παραιτηθούμε ούτε από τις πρώτες ούτε από τις δεύτερες». [Σημειώσεις στο: Β. Ι. Λένιν, Ο Ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, 1917. Εκδόσεις Θεμέλιο, 1964. Μετάφραση (από την 4η ρωσ. έκδ. των Απάντων του λένιν): Γ. Ν. Νικολαΐδης].

Β΄. Η γεωγραφία του ιμπεριαλισμού

Μάριο Καρένιο (Αβάνα, Κούβα, 1913 – Σαντιάγο, Χιλή 1999), Φωτιά στις αποθήκες ης φυτείας, 1943
Mario Carreño, Fuego en el batey. Duco and oil on wood panel, 123 x 166 cm. (Πηγή)
Δυτικές Ινδίες: Στην Αγγλική, σε χρήση ακόμη και σήμερα. Ονομασία που δόθηκε από τον Κολόμβο (όταν ανακάλυψε την Καραϊβική το 1492), πιστεύοντας ότι βρίσκεται στις Ινδίες, και σε αντίθεση –μετά το λάθος– με τις μακρινές ακτές της Ασίας που ονομάστηκαν Ανατολικές Ινδίες.
Αντίλλες (Αντίγιας στη Λ.Α.): Νησιά της Καραϊβικής, ή Νησιωτική Κεντρική Αμερική, ή Μπαχάμες. Όνομα προερχόμενο από τη μυθική νήσο Αντίγια, συνδεδεμένη (κατά μία εκδοχή) και με την Ατλαντίδα (!)

Γ΄. Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ (1934)
 
Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ (1934). Πρώτη Έκδοση (22χ16,4 εκ.), Αβάνα. (Πηγή φωτό)
Οι Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ (West Indies Ltd. –Limited: Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης) είναι το προτελευταίο ποίημα της ομότιτλης συλλογής με τα 17 συνολικά Ποιήματα, που στο «χειρόγραφο» εξώφυλλο αντικατέστησαν τη λέξη Poesí(a). Έτσι απλά –ο Γκιγιέν απορρίπτει τις «βαρύγδουπες» εκφράσεις– και κάτω από τον κοινό γεωγραφικό όρο West Indies. Ακόμα και ο πιο εξειδικευμένος οικονομικός όρος Ltd. –ίσως όχι γνωστος εν πολλοίς– περνάει σε δεύτερο πλάνο, αφού είναι τυπωμένος με μικρότερα γράμματα, προσδίδοντας ταυτόχρονα (παρότι λείπουν τα αποσιωπητικά) και το ιδιαίτερο ύφος γραφής του Γκιγιέν.
Είναι αυτός ο λεπτός, σκωπτικός και ειρωνικός τόνος που τον διακρίνει (πολλά έχουν γραφτεί για το χιούμορ του και το γέλιο του –βλ. σχετικά στο βιβλίο Ο Μεγάλος Ζωολογικός Κήπος) και γίνεται εύκολα αντιληπτός στο ποίημα που προηγήθηκε, λειτουργώντας καίρια μα και συμπληρωματικά στους λιτούς τίτλους που διαλέγει για τις συλλογές του.
Ας προστεθεί εδώ ότι ο προσδιορισμός Elegía (Ελεγεία: θρήνος) για κάποιες συνθέσεις του (βλ. στο τέλος αυτού του σημειώματος), δεν αναιρεί την απλότητά του, αφού και με την ελληνική σημασία της λέξης το αρχαίο ποίημα γραφόταν σε δίστιχες πεντάμετρες ή εξάμετρες στροφές (το δακτυλικό εξάμετρο στα ομηρικά έπη).
Πριν πούμε δυο λόγια για το West Indies, αξίζει μια μικρή αναφορά στο τελευταίο ποίημα της συλλογής που τιτλοφορείται Γουαδελούπη Δ. Ι. [Guadalupe W. I. West Indies, προφανώς. Guadαlupe στα Ισπανικά· Γαλλικά Guadeloupe]. Πρόκειται για το νησιωτικό συγκρότημα (από δυο κύρια νησιά) της Καραϊβικής και το Δ. Ι. είναι (μάλλον) προς διαφοροποίηση από τη συνονόματη νήσο του Ειρηνικού Ωκεανού, Γουαδαλούπη (Guadalupe), δυτικά της μεξικανικής χερσονήσου Μπάχα Καλιφόρνια (Baja California: Κάτω Καλιφόρνια).
Υπότιτλος (αφιέρωση;) Πουάντ-α-Πιτρ (Pointe-à-Pitre), η μεγαλύτερη πόλη και λιμάνι της Γουαδελούπης νυν υπερπόντιου(!) διαμερίσματος της Γαλλίας (νόμισμα €).
Λιτό και περιεκτικό ποίημα, όπου με δυο πινελιές σκιτσάρεται η ανελέητη (σαν τον ήλιο) ταξική διαστρωμάτωση του νησιού: Ο νέγρος [πάντα] δουλεύει και λειώνει […] κι ο ήλιος καυτός σε σκοτώνει…
Μεταφράζω ολόκληρο αυτό το διαμαντάκι, χαρακτηριστικό του τρόπου με τον οποίον ο Γκιγιέν προσεγγίζει τον γεωπολιτικό χάρτη των Δυτικών Ινδιών, συμβάλλοντας με τρόπο άμεσο και αποτελεσματικό στον αγώνα για την αποαποικιοποίηση της Λατινικής Αμερικής:
                 Γουαδελούπη Δ. Ι.
Πουάντ-α-Πιτρ
Ο νέγρος δουλεύει και λειώνει
κοντά στο ατμόπλοιο. Ο Άραβας πουλάει κι αγοράζει,
ο Γάλλος βολτάρει κι αράζει,
κι ο ήλιος καυτός σε σκοτώνει.
Στο λιμάνι η γαλήνη
της θάλασσας. Ο άνεμος ψήνει
τις φοινικιές… Φωνάζω: Γουαδελούπη! μα απάντηση κανείς δεν μου δίνει.
To ατμόπλοιο σκίζει
το ασυγκίνητο κύμα που βρυχιέται κι αφρίζει.
Εκεί, ο νέγρος ακόμα δουλεύει και λειώνει,
ο Άραβας πουλάει κι αγοράζει,
ο Γάλλος βολτάρει κι αράζει,
κι ο ήλιος καυτός σε σκοτώνει…
Εξ όνυχος η ωριμότητα ενός δημιουργού (είναι 32 ετών τότε), με μια κριτική ματιά αποκαλυπτική της άποψής του για τον κοινωνικό ρόλο της ποίησης –της λογοτεχνίας γενικότερα.
Η ταυτότητα του νησιού ανύπαρκτη. Γουαδελούπη!… Το εναγώνιο κάλεσμα αυτής της μικρής νησιωτικής ξέρας, φωνή βοώντος στην εμπορική (και κοινωνική) έρημο των Δυτικών Ινδιών.
Οι Άραβες εμπορεύονται, οι Γάλλοι άποικοι με τον ιδρώτα του νέγρου παράγουν… ατμό.
2000… σήμερα: Η Γουαδελούπη και η γειτονική της Μαρτινίκα (επίσης γαλλική υπερπόντια κτήση) έχουν –με στοιχεία Eurostat 2009– τον υψηλότερο δείκτη ανεργίας. Το 2009 τα δυο νησιά συγκλονίστηκαν από απεργίες για τις υπέρογκες τιμές στα είδη πρώτης ανάγκης και για τους χαμηλούς μισθούς. Εκτός κι αν βελτιώθηκε από τότε, εν μέσω κρίσης, η κατάσταση.
Ποιος είπε ότι το 2018 απέχει πολύ από το 1934;
Οι Δυτικές Ινδίες ΕΠΕ είναι βέβαια ένας… φόρος τιμής στις κολοσσιαίες χρηματοπιστωτικές εταιρείες της Βόρειας Αμερικής, με την εμφάνισή των πολυεθνικών και των μονοπωλίων ζάχαρης του διεθνούς ιμπεριαλιστικού αρχιπελάγους –και οπωσδήποτε, όχι μόνο των ΗΠΑ.
Εδώ ο Γκιγιέν ακολουθεί αντι-συμβατικές φόρμες με ποικιλία από ρυθμούς και ομοιοκαταληξίες, εναλλάσσοντας τον παραδοσιακό, ανισοσύλλαβο, στίχο με τον ελεύθερο, επιτυγχάνονας έτσι να φωτίσει και να αποκαλύψει με σπάνια εικονοκλαστική δύναμη το «άναρχο» κοινωνικό, πολιτικό και πνευματικό τοπίο των Αντιλλών.
Στη συλλογή –που τελεί υπό το φάσμα της αποτυχημένης επανάστασης της προηγούμενης  χρονιάς– ο ποιητής σχεδιάζει το εντυπωσιακό πορτρέτο του εύπιστου λαού που πεθαίνει, με τα ξένα συμφέροντα να επιβάλλουν τους όρους τους για την εκμετάλλευσή του:
Είναι η πείνα των Αντιλλών,
το μαράζι των εύπιστων Δυτικών Ινδιών!
Και συνθέτει τη ρεαλιστική εικόνα του αποικισμού των Αντιλλών από τη σάρα και τη μάρα, και τη ληστεία του φυσικού πλούτου της περιοχής από κάθε λογής καπιταλιστικό καρύδι. Κι απ’ τον κάθε άπληστο Babbitt (βλ. πιο κάτω).
Ο Γκιγιέν τραγουδάει τους μιγάδες, αναδεικνύει τη ζωή των σκλάβων και σμίγει τον λευκό με τον νέγρο εργάτη, με την ίδια σκληρή μοίρα και τις ίδιες δουλεμπορικές συνθήκες στις φυτείες του ζαχαροκάλαμου, υπό την απόλυτη εξουσία των μονοπωλίων.
[…] εδώ είν’ εκείνοι που νιώθουν αδέρφια κι έχουν πόνο μεγάλο
για το νέγρο, που πάνω απ’ την άβυσσο σκύβει
και το μέτωπο λειώνει απ’ τον κρύο ιδρώτα,
για τον άσπρο που ξέρει πως σαν τον πηλό τη σάρκα συντρίβει
το κνούτο, ή χειρότερα ακόμα η ταπείνωση κάτω απ’ η μπότα […]
Αυτό το σμίξιμο έχει ήδη απαθανατιστεί μοναδικά στο δεύτερο κιόλας ποίημα της συλλογής, την Μπαλάντα των δύο παππούδων (εδώ το φινάλε):
[…] Ίσκιοι που μονάχα εγώ τους βλέπω,
συνοδειά μου οι δυο παππούδες.
Ο Δον Φεδερίκο μού φωνάζει
κι ο Τάιτα Φακούντο σωπαίνει·
ονειρεύονται κι οι δυο μες στη νύχτα
και πάνε και πάνε.
Και τους σμίγω.
                        –Φεδερίκο!…
–Άι, Φακούντο! Ρίχνονται στις αγκαλιές τους.
Ίδιος ο αναστεναγμός τους
σήκωσαν τις κεφαλές τους·
άλλο σόι, ίδιο μπόι,
πάνω τους ψηλά τ’ αστέρια·
ίδιο μπόι άλλο σόι,
μαύρος κι άσπρος ο καημός τους
έχουνε το ίδιο μπόι,
ονειρεύονται και λένε, κλαίνε μα και τραγουδάνε
ονειρεύονται και κλαίνε, τραγουδάνε.
κλαίνε, μα και τραγουδάνε.
Τραγουδάνε!
Κι έπειτα, θα πει παραμύθια στους παππούδες του, χρησιμοποιώντας τους θρύλους και τις παραδόσεις, για το πώς μπορούν να τσακίσουν το φίδι της αποικιοκρατίας, την οχιά του ιμπεριαλισμού αργότερα, κρυμμένη στα ζαχαροκάλαμα, την οχιά με τα γυάλινα μάτια, σε ένα ποίημα-φετίχ:
[…] Με μια τσεκουριά θα τελειώσει:
ρίχ’ της μια!
Μην την κλωτσήσεις γιατί θα δαγκώσει,
θα ξεφύγει αν της δώσεις κλωτσιά!
Σενσεμαγιά, το φιδάκι […]
Η ψόφια οχιά φαΐ δε ζητάει·
η ψόφια οχιά δε σφυρίζει ξανά·
και δεν περπατάει,
ούτε σέρνεται πια.
Η ψόφια οχιά ξανά δεν κοιτάει·
η ψόφια οχιά δεν πίνει νεράκι·
δεν παίρνει ανάσα
δε χύνει φαρμάκι! […]
(Σενσεμαγιά, Τραγούδι για να σκοτώσεις μια οχιά)[5]
Στις Δυτικές Ινδίες, ο προκλητικός τόνος και η ειρωνεία, ο σαρκασμός, και οι δραματικές εξάρσεις –ίδιον της γκιγιενικής γραφής, όπως προαναφέρθηκε– περνάνε από την απογοήτευση και την αγανάκτηση, και καταλήγουν στη βαθιά πίστη του ποιητή –που απορρέει από την πίστη του ίδιου του λαού– για την επανάσταση.
Ταυτόχρονα, το son (το αγαπημένο μουσικοποιητικό είδος του Γκιγιέν), παιγμένο από την τσαράνγκα του Χουάν του Μπαρμπέρη (βλ. σχετική σημείωση), διακόπτει και συμπληρώνει τη δραματικότητα του ποιήματος, σχολιάζοντας τους διαχρονικούς Ιππότες της Αποκάλυψης (τα τετράποδα με τη μια ή την άλλη μορφή είναι πανταχού παρόντα στο ποίημα):
στρατηγοί με πήλινα πόδια,
μαριονέτες πολιτικοί,
γραφειοκράτες σύμφωνοι σε όλα,
και μπαγιάτικοι ηγέτες [που εμφανίζονται στο προσκήνιο και] γελάνε,
οι οποίοι, εμπνεόμενοι από τα υψηλά ιδανικά τους –Υπέρ πάντων και πάντα η πατρίδα– πασχίζουν να αναθερμάνουν τις επενδύσεις (ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε τέσσερα μόλις χρόνια μετά την Καπιταλιστική Κρίση του 1929), αναζητώντας νέα πεδία αγορών (και μαχών: αν η ΗΠΑ δεν έμπαιναν στον πόλεμο ο Κέυνς θα είχε τινάξει τα μυαλά του στον αέρα).
Κι ενώ οι γιάνκηδες σπρώχνουν χρήμα στους πρόθυμους, το διπλό πρόσωπο της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ανεργία και εργασία, σπρώχνει τον κόσμο στο θάνατο:
Με σκοτώνουνε αν δεν δουλεύω
κι αν δουλεύω με σκοτώνουν ξανά·
με σκοτώνουν, διαρκώς με σκοτώνουν,
με σκοτώνουν ξανά.
Αλλά εδώ οι μαχαιροβγάλτες αποχτάνε συνείδηση,
Αχ, εγώ θα σου δώσω,
Τη λευτεριά!
και οι τυφλοί… βρίσκουν το φως τους και ενώνονται μ’ αυτούς που λίγο πιο κάτω
ανάβουν την κόκκινη
σπίθα πάνω απ’ τον άνυδρο κάμπο…
Τόσο η ποιητική σύνθεση του West Indies όσο και ολόκληρη η συλλογή, σημαίνει –τυπικά μόνο– το τέλος της νέγρικης περιόδου (negrista) του ποιητή.
Οι ιστορικές συνθήκες της Κούβας τού «αποκαλύπτουν» το πανόραμα της καινούργιας εκρηκτικής πραγματικότητας και τον οδηγούν σε μια κοινωνική ποίηση, όπου περιγράφοντας τις διαμορφωμένες συνθήκες, προοικονομεί και το όραμα που θα έρθει 25 χρόνια αργότερα, το 1959, υλοποιημένο από τον Φιντέλ, για εκείνους που:
είναι οι ξένοι
κι οι ξεχασμένοι
οι ταπεινοί
κι οι ταπεινωμένοι
οι παροπλισμένοι
κι οι ναρκωμένοι
που μπρος στου μάουζερ την κάννη φωνάζουν:
Αδέρφια στρατιώτες! Και κυλούν πληγωμένοι
με μια αιμάτινη κλωστή στα μπλάβα τους χείλη.
(Στην άκρη! Περνάει η οχλοβοή κι η αντάρα!
Στην άκρη! Λαμπρές ανεμίζουν παντιέρες,
και παίρνουν φωτιά οι παντιέρες
πάνω απ’ αυτή την αντάρα!)
Τη στιγμή αυτή την έχει ήδη προδιαγράψει από την αρχή της σύνθεσης με την υποσημείωση του στην πρώτη στροφή:
Σαν εκείνα τα δέντρα, που όντας φυτεμένα στην πόλη τη γκρίζα
πεζοδρόμιο ολόκληρο ξηλώνουν μοναχά με μια ρίζα.
Το West Indies είναι ένα ποιοτικό άλμα που περιλαμβάνει –όπως σημειώνει ο Αουγιέρ– μια σημαντική αλλαγή:
Μετά την avant-garde περιπέτειά του [των Motivos de Son, 1930], που εκτείνεται μέχρι το Sóngoro Cosongo [1931], ο Γκιγιέν επιστρέφει στην παραδοσιακή φόρμα και στη χρήση της ομοιοκαταληξίας, αλλά με τέτοιο τρόπο που δείχνει ήδη τον αέρα αυτού που θα τον χαρακτηρίσει και πρόκειται να παγιωθεί προοδευτικά στην ποίησή του.
Με το Son (ρυθμός, τραγούδι· βλ. π.κ.), όμως, ετοιμοπόλεμο πάντα στην επαναστατημένη ταξική του συνείδηση και πολύ κοντά ηχητικά με τον ήλιο (Sol) της επανάστασης, που θα μετατρέψει τις σκοτεινές μονοπωλιακές Δυτικές Ινδίες σε κυρίαρχη λαϊκή δημοκρατία των Αντιλλών.
Ένα μήνυμα που καθιστά τον Γκιγιέν έναν μεγάλο ποιητή του καιρού μας.
Αργά, ένα χέρι από πέτρα
τη γροθιά της εκδίκησης σφίγγει
Ένα
son φωτεινό, ζωντανό
κι ελπιδοφόρο ανατινάζει και γη κι ωκεανό.
Ο ήλιος μιλάει για τα δάση με τους πράσινους σπόρους
κι από ’κει θα τους φέρει…
Δυτικές Ινδίες τις λένε στ’ Αγγλικά
Αντίλλες στα δικά μας τα μέρη.
Το ποίημα Δυτικές Ινδίες θεωρείται –κατά Αουγιέρ– η πρώτη από τις 8  ελεγείες του ποιητή. Οι άλλες: Ελεγεία για έναν ζωντανό στρατιώτη (στα Τραγούδια για στρατιώτες, 1937), Κουβανική Ελεγεία (1952), Ελεγεία Καμαγουεγιάνα, Το Επώνυμο (με υπότιτλο Οικογενειακή Ελεγεία, 1952), Ελεγεία για τον Ζακ Ρουμαίν στον ουρανό της Αϊτής (1947, έκδ. 1948), Ελεγεία για τον Χεσούς Μενέντες (1951), Ελεγεία για τον Έμετ Τιλ (1956). Για τις τρεις τελευταίες. [6]

Δ΄. Η γεωγραφία των ονομάτων
Ο αριθμός σε {…} αναφέρεται στην αντίστοιχη ενότητα του ποιήματος

ΟΡΙΝΟΚΟ: Το υπέροχο πλοίο, με κινητήρες στην υπηρεσία του Μεξικού και της Κούβας. Πρώτη αναχώρηση από το Χερβούργο, 8 Μαρτίου 1933. (Πηγή φωτό)
Ορινόκος {1}: Πλοίο που έκανε το παρθενικό του ταξίδι από Αμβούργο για Δυτικές Ινδίες, στις 21 Απριλίου 1928.
Μετά την άνοδο των ναζί στη Γερμανία, το 1933, μαζί με το αδελφό St. Louis, μετέφερε στις χώρες της Λ. Α., μεταξύ άλλων, και Εβραίους πρόσφυγες. Από 1933 έως 1945, οι λατινοαμερικανικές κυβερνήσεις επέτρεψαν επισήμως σε 84.000 Εβραίους να μεταναστεύσουν. Πολλοί άλλοι μπήκαν στις χώρες μέσω παράνομων καναλιών.
Οι πολιτικοί ηγέτες και οι κυβερνήσεις σε ολόκληρη την περιοχή, εκμεταλλευόμενοι την οικονομική κρίση, καλλιέργησαν το λαϊκίστικο χαρακτήρα τους. Οι ηγέτες της Βραζιλίας, της Αργεντινής, της Χιλής, του Μεξικού και ο Φουλχένσιο Μπατίστα της Κούβας οδήγησαν στην εμφάνιση και εξουσία πολιτικών κομμάτων με προγράμματα και ισχυρές εκστρατείες του Τύπου ενάντια στη μετανάστευση.
Στις 8 Μαρτίου 1933 το Orinoco ταξίδεψε από τη Γαλλία για Κούβα και Μεξικό.
Ω, γη στου Ορινόκου τη ρότα, που φτάνει ως εδώ,
*
Τσαράνγκα (charanga) {2} κ.ε.: Παραδοσιακή ορχήστρα της κουβανικής μουσικοχορευτικής σκηνής. Εμφανίστηκε στις αρχές του 1900, γνωστή και ως τσαράνγκα φρανσέσα (charanga francesa), επηρεάζοντας σε μεγάλο βαθμό και το son. Διαδόθηκε στη δεκαετία του 1940, ερμηνεύεται από δύο ή περισσότερους τραγουδιστές και εκτελείται με ευρωπαϊκά όργανα (βιολί, φλάουτο, 2 ή 3 βιολοντσέλα, κοντραμπάσο, πιάνο) και διάφορα κρουστά (timbales –διπλά τύμπανα–, conga, guiro –ιδιόφωνο). Ένα άλλο μουσικό είδος που σχετίζεται με την τσαράνγκα είναι και το danzón, κράμα ευρωπαϊκής κλασικής μουσικής και αφρικανικών ρυθμών. Από τη λέξη Charanga προέρχεται πιθανόν –κατά μία ερμηνεία– και η λέξη Charango, η κιθάρα των Άνδεων, έγχορδο όργανο της οικογένειας του λαούτου.
son {2} κ.ε.: ρυθμός, τραγούδι, χορός. Σμίξιμο αφρικανικού ρυθμού και ισπανικής μελωδίας. Χαρακτηριστικό, ιδιαίτερο μουσικό ύφος των τραγουδιών και των χορών της Κούβας, διαδεδομένο σε ολόκληρη την Καραϊβική.
*
Γραφειοκράτες σύμφωνοι σε όλα / για να προσφέρουν στο Έθνος αυτοί· / με διακόσια δολάρια το μήνα… {2}: 200 δολάρια = 15.410 δρχ. Πολύ χρήμα.
«Τη θέση της στερλίνας ως νόμισμα διεθνών αποθεματικών καταλαμβάνει το δολάριο, μετά την υποτίμησή του το 1934. [...] Η υποτίμηση του αγγλικού νομίσματος το Σεπτέμβριο του 1931 προκάλεσε αντιδράσεις πανικού στις ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες. [...] Έτσι η δραχμή, παραμένοντας στον κανόνα χρυσού συναλλάγματος συνδέεται με το δολάριο: στις 21 Σεπτεμβρίου 1931 η Τράπεζα της Ελλάδος ορίζει νέα ισοτιμία του ελληνικού νομίσματος (1 δολάριο = 77,05 δραχμές)». [Ένωση Ελληνικών Τραπεζών: Νόμισμα και νομισματικές κρίσεις στην Ελλάδα].
Ο Ρούσβελτ, στις 31 Ιανουαρίου του 1934, χρονιά που γράφονται οι Δυτικές Ινδίες, υποτίμησε το δολάριο κατά 41%. Ακόμα και με τη νέα ισοτιμία: 200 δολάρια = 9.092 δρχ.
*
Neosalvarsán {4}: Χάπι για τη θεραπεία της σύφιλης. Σε χρήση από το 1912 μέχρι το 1940 με σοβαρές παρενέργειες, οπότε και αντικαταστάθηκε από την πενικιλίνη.
*
1555. Ο Ζακ ντε Σορές καίει την Αβάνα. (Πηγή φωτό)
Σόρες: Jacques de Sores {4}: Γάλλος πειρατής που έκαψε την Αβάνα το 1555. Γνωστός και ως Εξολοθρευτής Άγγελος.
Ελ Ολονές {4}: Φρανσουά λ’Ολονναί, Εl Olonés. Γνωστός και ως Φρανσουά λ’Ολοννουά ή Ζαν-Νταβίντ Νω. Γάλλος πειρατής που έδρασε στην Καραϊβική κατά τη δεκαετία του 1660. Ο Ολονές έφτασε στις Αντίλλες στρατολογημένος από το γαλλικό στρατό, εκπληρώνοντας τη στρατιωτική του θητεία.
Ελ Ολονές. Ο ανθρωποφάγος. (Πηγή φωτό)
Βασανιστής με φριχτές μεθόδους (έκοβε φέτες από τα θύματά του ή τα έδενε από το λαιμό στο κατάρτι ώσπου να πεταχτούν τα μάτια τους από τις κόγχες ή έτρωγε την καρδιά τους), βρήκε αντάξιο τέλος από ιθαγενή ανθρωποφάγα φυλή του Παναμά.
*
Η λίμνη της ασφάλτου (el lago de asfalto) {6}: Στο νησί Τρινιδάδ. Η μία από τις πέντε μεγαλύτερες φυσικές λίμνες ασφάλτου στον κόσμο.
*
Babbitt (1922) {6}: Ο κύριος χαρακτήρας του ομότιτλου μυθιστορήματος του Σίνκλαιρ Λιούις (1885 – 1951). Μια ανελέητη σάτιρα για την αμερικανική κουλτούρα και κοινωνία, που επικρίνει την κενότητα της μεσαίας τάξης και τον κοινωνικό της κομφορμισμό. Η διαμάχη που προκάλεσε ο Babbitt επηρέασε την απόφαση να απονεμηθεί στον Λιούις το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1930.
Η λέξη Babbitt έγινε το συνώνυμο για όποιον, ιδιαίτερα επιχειρηματία, συμμορφώνεται με τα πρότυπα της μεσαίας τάξης· το συνώνυμο του μέσου Αμερικανού.  [Στα Ελληνικά: Σίνγκλερ Λιούις, Μπάμπιτ. Μετάφραση Άρης Αλεξάνδρου. Αθήνα (χ.χ.), Βασική Βιβλιοθήκη Παγκόσμιας Λογοτεχνίας, Εκδόσεις Ντουντούμη].
*
Σερ Φράνσις Δράκος. Ο Σφαγέας Θαλασσοπόρος κατά τη στέψη του. (Πηγή φωτό)
Σερ Φράνσις Ντρέικ {8}: Sir Francis Drake, Ντέβονσαϊρ, 1540 – 1596. Άγγλος θαλασσοπόρος και πολιτικός της Ελισαβετιανής εποχής. Στα είκοσί του χρόνια πήρε το «δίπλωμα» του κουρσάρου, που του επέτρεπε να λεηλατεί τις αποικίες του Νέου Κόσμου και τα ισπανικά καράβια, έχοντας επίσημα στο πλοίο του την αγγλική σημαία. Για τα κατορθώματά του (μεταξύ αυτών και η σφαγή του Rathlin Island στις ιρλανδικές ακτές το 1575, όπου πάνω από 600 Σκωτσέζοι και Ιρλανδοί δολοφονήθηκαν) η Ελισάβετ η Α΄ τον έχρισε ιππότη. Του είχε αποδοθεί το προσωνύμιο El Draque (δράκος), λογοπαίγνιο από το επίθετό του. Ο Φίλιππος ο Β΄ τον είχε επικηρύξει με 20.000 δουκάτα (8 εκ. δολάρια, σημερινά). Πέθανε από δυσεντερία λίγο έξω από το Πουέρτο Ρίκο.
*
1952. Ο Άικ με τον Μπατίστα. Τρία χρόνια αργότερα δίνει βίζα (πρωθυπουργίας) και στον δικό μας Εθνάρχη Τριανταφυλλίδη, της φοβερής 8ετίας 1955-1963. Και θα είναι ο πρώτος Αμερικανός Πρόεδρος που επισκέπτεται την Ελλάδα (1959). (Πηγή φωτό)
Περνάει ένα καταδρομικό της Αμερικάνικης Ένωσης {8}: Παναμερικανική Ένωση. Ένωση συνεργασίας για το εμπόριο, με την οποία οι σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και των νότιων σύμμαχων τους θα ανοίξουν τις αγορές (!) της Λατινικής Αμερικής στο εμπόριο (των γιάνκηδων). Είναι ο προάγγελος του ΟΑΚ (Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών, 1948: το ΝΑΤΟ της αμερικανικής ηπείρου, που ο Φιντέλ έχει αποκαλέσει Υπουργείο Αποικιών των Γιάνκηδων και Δούρειο Ιππο των ΗΠΑ).
Η ιδέα των διαφόρων ιμπεριαλιστικών Ενώσεων για το άρμεγμα του πλούτου των «ενοποιημένων» λαών (διάβαζε αγορών) είναι τόσο παλιά όσο και ο καπιταλισμός. Η Παναμερικανική Ένωση –η Δική τους Αμερική, δηλαδή, σε αντιδιαστολή με τη Δική μας Αμερική του Χοσέ Μαρτί, και παλαιότερα του Σιμόν Μπολίβαρ– αρχίζει να υλοποιείται το 1910, όταν η ανδυόμενη δύναμη, με τον Ισπανοαμερικάνικό Πόλεμο (ό.π. Λένιν), ξεκινάει το μεγάλο ιμπεριαλιστικό ταξίδι της.
Μάρτιος 1942. Η Καλή Γειτόνισσα και Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ, Ελεάνορ Ρούσβελτ, με το ζεύγος Τρουχίγιο, στο Σαν Πέδρο δε Μαρκορίς, Δομινικανή Δημοκρατία. (Πηγή φωτό)
Στις 26 Δεκεμβρίου 1933 υπογράφεται η Σύμβαση του Μοντεβιδέο για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των κρατών. Ο Ρούσβελτ δηλώνει την πολιτική της καλής γειτονίας (1933-1945), με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες «απορρίπτουν» την ένοπλη επέμβαση στις διαμερικανικές υποθέσεις. (Αμ, δε…) Και στέλνει τους πρεσβευτές του (ό.π.) για να οργανώσει το εμπόριό του διπλωματικά, φέρνοντας όπως λένε «νέες συνθήκες στον Παναμά, στην Αϊτή και στην Κούβα» (!!)
«Στον τομέα της παγκόσμιας πολιτικής θα εγκαινιάσω για αυτό το έθνος την πολιτική της καλής γειτονίας –του γείτονα που αναμφισβήτητα σέβεται τον εαυτό του και, επειδή το κάνει, σέβεται και τα δικαιώματα των άλλων– του γείτονα που σέβεται τις υποχρεώσεις του και σέβεται την ιερότητα των συμφωνιών του με τον κόσμο των γειτόνων του». –Franklin Roosevelt, 1933. [Προπαντός!]
1942. Κι άλλος Καλός Γείτονας: Σομόζα – Ρούσβελτ. (Πηγή φωτό)
Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 ο Ρούσβελτ οργάνωσε ένα δια-Αμερικανικό συνέδριο στο Μπουένος Άιρες, με «όραμα» την Ένωση των Εθνών της Αμερικής.
Η περίοδος Ρούσβελτ από το 1933 έως το 1937 ήταν μια εποχή «ουσιαστικά αδιάκοπου κοινωνικού και πολιτικού πολέμου».
Το Δόγμα Μονρόε του 1823 –η εκλογίκευση της πολιτικής και στρατιωτικής επέμβασης των Ηνωμένων Πολιτειών ενάντια στους λαούς της Λ. Α. και Καραϊβικής– από την πίσω πόρτα, δηλαδή.
Το New (Old & Good) Deal για το ξεπέρασμα της Κρίσης του 1929.
Ο Ντρέικ με το φράκο… του πειρατή Ρούσβελτ.
Η λύσσα των πειρατών με το φράκο,
που μοιάζουν με τον Σόρες και τον Ελ Ολονές,
μπροστά στη δυστυχία, σ’ εξοργίζει
κι εξαφανίζεται μόνο με τις κλωτσιές.

* * *

Παραπομπές

Νικολάς Γκιγιέν – Νικολάς Κριστόμπαλ Γκιγιέν Μπατίστα (Nicolás GuillénNicolás Cristóbal Guillén Batista) 10 Ιουλίου 1902, Καμαγουέι – 16 Ιουλίου 1989, Αβάνα Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 29.VIII.2015 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.)
1. Νικολάς Γκιγιέν: Ο Μεγάλος Ζωολογικός Κήπος (μαζί με άλλα ποιήματα), εκδόσεις ΚΨΜ, Απρ. 2018. Από Κατιούσα: Νικολάς Γκιγιέν: 4 μαδριγάλια για τη Μαύρη Γυναίκα – Ο Μεγάλος Ζωολογικός Κήπος: VIDEO με την παρουσίαση του βιβλίου – Μουσικό επίμετρο.
*
Νικολάς Γκιγιέν, Πωλ Ελυάρ, Άνχελ Αουγιέρ, Πάμπλο Νερούδα, Εφραίν Χουέρτα (ποιητής και δημοσιογράφος, Μεξικό, 18 Ιουν. 1914-3 Φεβ. 1982), Μιγκέλ Οτέρο Σίλβα (συγγραφέας, δημοσιογράφος, μηχανικός και πολιτικός, Βαρκελώνη Βενεζουέλας, 26 Οκτ. 1908 – 28 Αυγ. 1985) στην Πασέο δε Ρεφόρμα (Μεξικό) το 1949. Φωτό, Hermanos Mayo, από το βιβλίο για τον Χουέρτα: Εικονογραφία (2014, εκδ. Fondo de Cultura Economica). (Πηγή φωτό από http://www.jornada.unam.mx).
2. Άνχελ Αουγιέρ (Αβάνα 1 Δεκ. 1910 – 10 Ιαν. 2010): Διδάκτορας λογοτεχνίας, δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος και ποιητής. Διδακτορικό Φιλολογίας από το Πανεπιστήμιο της Αβάνας, σπουδές στο Ινστιτούτο Γκόρκι της Ακαδημίας Επιστημών ΕΣΣΔ· ιδρυτής του πρακτορείου ειδήσεων Prensa Latina. Συνιδρυτής με τον Γκιγιέν της UNEAC, αντιπρόεδρός της για δεκαπέντε χρόνια, μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της Κούβας και της Ακαδημίας για την Κουβανική Γλώσσα. Κεντρική φιγούρα στη σύγχρονη κουβανική λογοτεχνία με Εθνικό Βραβείο το 1991.
*
Κάρλος Πουέμπλα (Μανσανίγιο 11 Σεπ. 1917 – Αβάνα, 12 Ιουλ. 1989) και Νικολάς Γκιγιέν. Δυο επιφανείς Revolu-son-arios, στο περίφημο La Bodeguita del Medio (Το Μαγαζάκι στη Μέση) της Αβάνας. (Πηγή φωτό)
3. Κάρλος Πουέμπλα: Μα τους πρόφτασε ο Φιντέλ! Ο ποιητής των Μοτίβων του Son (: ρυθμός) και της Επανάστασης, και ο τροβαδούρος της, με τα ανεπανάληπτα μουσικά Son.
Στο Μαγαζάκι, όπου υπάρχει ακόμα «κρατημένο» ένα τραπέζι για τον Γκιγιέν, συναντιόντουσαν συχνά, αφού κατά τον Πουέμπλα τους έδενε «μια βαθιά, εγκάρδια, ειλικρινής, ανιδιοτελής φιλία».
Η Rosalba Juárez, χήρα του Πουέμπλα, σε συνένευξή της το 2005, θα πει:
Ο Νικολάς Γκιγιέν τον εκτιμούσε τόσο πολύ, ώστε να προλογίσει το άλμπουμ του Este es mi pueblo [σ.τ.μ.: από τα πρώτα του, άγνωστη ημερομηνία κυκλοφορίας]. Μια μέρα που πήγαμε εκεί, χαιρετώντας τον ο Πουέμπλα, τον ρώτησε: Πώς είσαι, ποιητή; Ο ποιητής είσαι εσύ! του αποκρίθηκε ο Γκιγιέν.
Ο Πουέμπλα εγκατέλειψε το μικρομάγαζο της ζωής –άθεος μέχρι το τέλος, όπως σημειώνει η Rosalba στην ίδια συνέντευξη– τέσσερεις μέρες νωρίτερα από τον φίλο του (12 Ιουλ. 1989).
*
4. Για τις συμμαχίες, τις συμφωνίες και την ιστορία της Κούβας από το 1900 μέχρι τις μέρες μας, όπως και για τη γεμάτη ζωή του ποιητή με την πλούσια διεθνιστική δράση, βλ. στο βιβλίο: Νικολάς Γκιγιέν, O Μεγάλος Ζωολογικός Κήπος (και άλλα ποιήματα)Εισαγωγή • Μετάφραση • Σχολιασμός • Σημειώσεις • Σχέδια: Μπάμπης Ζαφειράτος. Εικόνες: Ανδρέας Ζαφειράτος (ΚΨΜ, Απρ. 2018).
*
Αλφρέδο Σοσαβράβο (Σάγουα Λα Γράντε, Κούβα, 1930)
Σενσεμαγιά το φίδι, 1992 (μικτή τεχνική σε χαρτί)
Alfredo Sosabravo (1930), Sensemaya la culebra (1992), Mixta / papel. (Πηγή πίνακα)
5. Sensemayá: Sensa = Πρόνοια και Yemayá = Αφροκουβανική Θεότητα της Θάλασσας, Βασίλισσα της Μάνας Γης. Το ποίημα περιλαμβάνεται στο βιβλίο Νικολάς Γκιγιέν, Αηδόνια και Μπαζούκας, 4 ποιήματα για τον Τσε – 7 για την Επανάσταση. Μετάφραση • Σχολιασμός • Σχέδια, Μπάμπης  (2η Αναθεωρημένη Έκδοση, Δίαυλος, Ιούλ. 2018).
*
Αβάνα 1939. Ζακ Ρουμαίν, Νικολάς Γκιγιέν. (Πηγή: Fundación-Nicolás-Guillén)
6. Ζακ Ρουμαίν: Jacques Roumain (4 Ιουν. 1907, Πορτ-ο-Πρενς, Αϊτή – 18 Αυγ. 1944, Μεξικό). Ποιητής, συγγραφέας, εθνολόγος, ανθρωπολόγος, διευθυντής του Αϊτινού Εθνολογικού Ινστιτούτου, μαρξιστής πολιτικός και ακτιβιστής, ιδρυτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Αϊτής (1934).
Πέθανε στα 37 του υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, αφήνοντας πίσω του ένα πλούσιο έργο. Τα κείμενά του εξακολουθούν να μελετώνται στα πανεπιστήμια, να διαβάζονται από τις νέες γενιές, να επηρεάζουν και να διαμορφώνουν την αϊτινή κουλτούρα και τον παναφρικανικό κόσμο.
*
Αδίχιο Μπενίτες Χιμένο (Σαντιάγο δε Κούβα, 26 Ιαν. 1924 – Αβάνα, 9 Μαΐ. 2013), Χεσούς Μενέντες (1958). Λάδι σε χαρτόνι. (Πηγή πίνακα)
Χεσούς Μενέντες (Κούβα. Ενκρουσιχάδα, Βίγια Κλάρα, 14 Δεκ. 1911 – 22 Ιαν. 1948, Μανσανίγιο): Κουβανός ηγέτης του Συνδικάτου Ζάχαρης, που δολοφονήθηκε στα 36 του χρόνια από τους μπράβους των γαιοκτημόνων και των μεγιστάνων της βιομηχανίας.
Η Ελεγεία για τον Χεσούς Μενέντες είναι μια εκτενής σύνθεση, δομημένη σε εφτά μέρη, με πεζό και έμμετρο λόγο· ανήκει στα καλύτερα, κατά γενική ομολογία, ποιητικά κείμενα του Γκιγιέν,
«σηματοδοτώντας μια από τις αξέχαστες στιγμές της ισπανόφωνης λογοτεχνίας» (Ρενέ Ντεπέστρ).
*
«Αθώοι οι κατηγορούμενοι για το έγκλημα. Ετυμηγορία μέσα σε 67 λεπτά».
Στη Βόρεια Αμερική / το νότιο πέταλο του Ρόδου των Ανέμων / είναι βαμμένο κόκκινο στο αίμα (Νικολάς Γκιγιέν, 1956).
Και στις ΗΠΑ για να πάψουν να φωνάζουν για μια δίκη / Δυο αδέρφια ομολογήσανε το φόνο του φτωχού του Έμετ Τιλ / Μα καμπόσοι απ’ τους ενόρκους στο άγριο έγκλημα μετείχαν / Κι ήταν δίκη παρωδία, δεν τους κάηκε καρφί (Μπομπ Ντύλαν, Η δολοφονία του Έμετ Τιλ, 1969)
Έμετ Τιλ: 25 Ιουλ. 1941 – 28 Αυγ. 1955. Δολοφονήθηκε άγρια στα 14 χρόνια του, συνταράζοντας τον κόσμο.
Το ακρωτηριασμένο σώμα του δεκατετράχρονου Έμετ Τιλ, από το Σικάγο του Ιλινόις, ανασύρθηκε απ’ τον ποταμό Ταλαχάτσι, κοντά στο Γκρήνγουντ, στις 31 Αυγούστου, τρεις μέρες μετά την απαγωγή του από το σπίτι του θείου του, από ομάδα λευκών, οπλισμένων με τουφέκια… Η Κρίση, Νέα Υόρκη, Οκτώβριος 1955. (Μότο της Ελεγείας).

* * *

Επιθεώρηση Τέχνης, τεύχος 73-74, Ιαν.-Φεβ. 1961. Αφιέρωμα στον Νικολάς Γκιγιέν. Εξώφυλλο: Βάσως Κατράκη, Κοπέλλα. (Αρχείο, Μπάμπης Ζαφειράτος)
Υ. Γ.
Οι πρώτοι 36 στίχοι από τις Δυτικές Ινδίες, μαζί με 6 ακόμα ποιήματα του Νικολάς Γκιγιέν, παρουσιάστηκαν στη χώρα μας έξη χρόνια πριν τον Μεγάλο Ζωολογικό Κήπο στην απόδοση του Γιάννη Ρίτσου (Δεκ. 1966), σε σχετικό αφιέρωμα του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης (τεύχος 73-74, Ιαν.-Φεβ. 1961) και σε μετάφραση από τα Ισπανικά του ποιητή Κώστα Κουλουφάκου (1924-1994).
Το αφιέρωμα, με δισέλιδη κατατοπιστική εισαγωγή του Κ.Κ., συνοδεύεται από μια φωτογραφία του Γκιγιέν (από την οποία έχω φιλοτεχνήσει και το 20 από 5 συνολικά πορτρέτα του ποιητή) και περιλαμβάνει, μαζί με το απόσπασμα από τους εναρκτήριους στίχους των Δυτικών Ινδιών, τα εξής ακόμη ποιήματα (διατηρείται η ορθογραφία και προστίθενται οι αγκύλες): Μπαλλάντα των δυο προγόνων [Balada de los dos abuelos ], Δεν ξέρω γιατί νομίζεις… [No sé por qué piensas tú –από τα Τραγούδια Για Στρατιώτες Και Son Για Τουρίστες (1937)], Ερχομός [Llegada –από το Sόngoro Cosongo (1931)], Σε μια στράτα περπατούσα και Μα να σε βλέπω [Iba yo por un camino και Pero que te pueda ver –από το El Son Entero (1947)], και τέλος την περίφημη Σενσεμαϊά [Sensemayá –Σενσεμαγιά. Από το West Indies Ltd.]
Στο τεύχος, το εξώφυλλο είναι της Βάσως Κατράκη (Κοπέλλα).
Ο Κ. Κ. υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ε.Τ. και μέλος της συντακτικής επιτροπής, υπεύθυνος ύλης (1955-1962), αρχισυντάκτης (1965-1967). Ήταν ο ιδρυτής του εκδοτικού οίκου Διογένης (1971).
Μπ. Ζ. Ιούλ. 2018

___________________________________
Μπάμπης Ζαφειράτος:
Η ποίηση του Νικολάς Γκιγιέν από Κατιούσα και από Μποτίλια στον Άνεμο
*
Από Κατιούσα
Από Μποτίλια Στον Άνεμο
Άλλες μεταφράσεις του Μπ. Ζ. από Κατιούσα και από Μποτίλια Στον Άνεμο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.