Δεκέμβρης 1944 (17)

Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά. Ο Φιντέλ είναι αθάνατος

Έφοδος στις Μονκάδες τ’ Ουρανού!: Fidel vivirá para siempre! Fidel es inmortal! - Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά! Ο Φιντέλ είναι αθάνατος!
Φιντέλ: Ένα σύγγραμμα περί ηθικής και δυο μεγάλα αρχίδια στην υπηρεσία της ανθρωπότητας (Ντανιέλ Τσαβαρία)
* Φιντέλ: Αυτός που τους σκλάβους ανύψωσε στην κορφή της μυρτιάς και της δάφνης
* Πάμπλο Νερούδα: Φιντέλ, Φιντέλ, οι λαοί σ’ ευγνωμονούνε * Νικολάς Γκιγιέν: Φιντέλ, καλημέρα! (3 ποιήματα)
* Ντανιέλ Τσαβαρία: Η Μεγάλη Κουβανική Επανάσταση και τα Ουτοπικά Αρχίδια του Φιντέλ * Ντανιέλ Τσαβαρία: Ο ενεργειακός βαμπιρισμός του Φιντέλ * Ραούλ Τόρες: Καλπάζοντας με τον Φιντέλ − Τραγούδι μεταφρασμένο - Video * Χουάν Χέλμαν: Φιντέλ, το άλογο (video)


Κάρλος Πουέμπλα - Τρία τραγούδια μεταφρασμένα που συνάδουν με τη μελωδία:
* Και τους πρόφτασε ο Φιντέλ (Y en eso llego Fidel) − 4 Video − Aπαγγελία Νερούδα * Δεν έχεις πεθάνει Καμίλο (Canto A Camilo) * Ως τη νίκη Κομαντάντε (Hasta siempre Comandante)
* Τα φρούρια του ιμπεριαλισμού δεν είναι απόρθητα: Μικρή ιστορική αναδρομή στη νικηφόρα Κουβανική Επανάσταση και μέχρι τις μέρες μας ‒ Με αφορμή τα 88α γενέθλια του Φιντέλ ‒ Εκλογικό σύστημα & Εκλογές - Ασφάλεια - Εκπαίδευση - Υγεία (88 ΦΩΤΟ) * Φιντέλ

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2025

Μπάμπης Ζαφειράτος: Πάμπλο Νερούδα, 100 Σονέτα του Έρωτα – Β. Μεσημέρι: 21 σονέτα, XXXIII – LIII (Πρόλογος - Ισπανικό κείμενο - Σημειώσεις)

 

Πάμπλο  Νερούδα

100 Σονέτα του Έρωτα

Cien Sonetos de Amor (1959)

B. Μεσημέρι

Mediodía [12:00 – 14:30], 21 σονέτα (XXXIIILIII)

Πρόλογος – Μετάφραση – Σημειώσεις
Μπάμπης Ζαφειράτος – Μποτίλια Στον Άνεμο

Με το ισπανικό κείμενο

Τα υπόλοιπα εδώ:

Α. Πρωί - Γ. Απόγευμα - Δ. Νύχτα

Πρώτες δημοσιεύσεις 49 σονέτων

Πάβλο Νερούδα – Ρικάρδο Ελιέσερ Νεφταλί Ρέγιες Μπασοάλτο
(Pablo Neruda – Ricardo Eliécer Neftalí Reyes Basoalto)
Χιλή. 12 Ιουλίου 1904, Παράλ – 23 Σεπτεμβρίου 1973, Σαντιάγο 12 Ιουλ. 2024
Σχέδιο (2ο από 2 του Νερούδα), Μπάμπης Ζαφειράτος, 23.IX.2016 (Μολύβι, 29 χ 21 εκ.)

12 Ιουλ. 2024 Πάμπλο Νερούδα (12.7.1904 – 23.9.1973), 4 Σονέτα του Έρωτα | Ισπανικό κείμενο - Μετάφραση - Σημειώσεις: Μπάμπης Ζαφειράτος - Μποτίλια Στον Άνεμο

23 Σεπ. 2023 Μπάμπης Ζαφειράτος: Ο Πάμπλο Νερούδα (12.7.1904 - 23.9.1973) του Τσε Γκεβάρα (14.6.1928 - 9.10.1967) — Το Farewell, ο Ρεταμάρ και ένα Σονέτο του Έρωτα

23 Σεπ. 2022 Μπάμπης Ζαφειράτος: Πάμπλο Νερούδα (12.7.1904 – 23.9.1973), 12 Σονέτα του Έρωτα

12 Ιουλ. 2022 Μπάμπης Ζαφειράτος: Πάμπλο Νερούδα (12.7.1904 – 23.9.1973), 11 Σονέτα του Έρωτα

23 Σεπ. 2021 Μπάμπης Ζαφειράτος: Πάμπλο Νερούδα (12.7.1904 – 23.9.1973), 21 Σονέτα του Έρωτα – Πρόλογος - Ισπανικό κείμενο - Σημειώσεις (Αφιέρωμα)

Το αντικείμενο του πόθου (του)

Τα 100 Σονέτα του Έρωτα (Cien Sonetos de Amor) γράφτηκαν για τον μεγάλο έρωτα του Νερούδα, την Ματίλντε Ουρούτια (Matilde Urrutia Cerda, Τσιγιάν -Chillán, 5 Μαϊου 1912 – Σαντιάγο, 5 Ιανουαρίου του 1985). Είναι η τρίτη σύζυγος του Πάβλο Νερούδα, από το 1966 μέχρι το θάνατό του το 1973, η οποία εργαζόταν ως φυσιοθεραπεύτρια στη Χιλή και ήταν η πρώτη γυναίκα παιδοθεραπεύτρια στη Λατινική Αμερική.

Η σχέση του ποιητή με την Ματίλντε, «παράνομη» αρχικά, κρατήθηκε μυστική και οι συναντήσεις τους γίνονταν στο σπίτι τους στο Σαντιάγο, το καταφύγιό τους (μουσείο σήμερα), τη La Chascona (αυτή με τα ατίθασα, τα ανυπότακτα, τα ανακατεμένα μαλλιά, τα μαλλιά αφάνα που λέμε). Εκεί βρίσκεται και το διπλό πορτρέτο της Ματίλντε –έργο του Διέγο Ριβέρα– όπου «κρυμμένο» μέσα στα κόκκινα σγουρά μαλλιά βρίσκεται το προφίλ του Νερούδα.

Διέγο Ριβέρα, La Chascona (1953)

ΜΕ ΥΠΟΜΟΝΗ ΓΑΪΔΟΥΡΙΝΗ ο Διέγο ο Ριβέρα
στα χρώματά του έψαχνε το σμαραγδί του δάσους,
το βερμιγιόν, το απρόσμενο, το αιμάτινο λουλούδι,
σύναζε στο πορτρέτο σου το φως όλου του κόσμου.
(Σονέτο LXXVI, Απόγευμα)

Τα 100 Σονέτα πρωτοδημοσιεύτηκαν στην Αργεντινή το 1959.

Η Ματίλντε με τον Νερούδα είχαν πρωτοσυναντηθεί στο Σαντιάγο το 1946 και ξανά στο Μεξικό το 1949, όπου ο ποιητής βρισκόταν εξόριστος επειδή ήταν μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Χιλής.

Η Ματίλντε ήταν η μούσα του για μια ακόμη σύνθεση, πριν από τα Σονέτα: Los versos del capitán (Οι στίχοι του Καπετάνιου, 1951). Το βιβλίο είχε εκδοθεί για πρώτη φορά στην Ιταλία το 1952, ανώνυμα, για να μην πληγωθεί η δεύτερη συζυγός του, από το 1943-1966 (κατά 20 χρόνια μεγαλύτερή του), Δέλια δελ Καρίλ, ενώ με το όνομά του δημοσιεύτηκε στη Χιλή το 1963, όπου ο ποιητής, εν είδει προλόγου, σημειώνει:

Επεξήγηση

Η ανωνυμία αυτού του βιβλίο πολύ συζητήθηκε. Ωστόσο, εκείνο που πάλευα μέσα μου ήταν αν έπρεπε ή όχι να το απομακρύνω από την αρχική του προέλευση: Tο να αποκαλύψω την καταγωγή του σήμαινε να φανερώσω τη σχέση που το γέννησε. Και δεν μου φαινότανε ότι μια τέτοια ενέργεια ήτανε συνεπής στα εκρηκτικά συναισθήματα του έρωτα και του πάθους, μέσα στο αποκαρδιωτικό και φλεγόμενο τοπίο της εξορίας που του έδωσε ζωή.

Από την άλλη, πιστεύω ότι όλα τα βιβλία θα έπρεπε να είναι ανώνυμα. Αλλά, ανάμεσα στο να αφαιρέσω από όλα τα δικά μου το όνομά μου ή να το παραδώσω σε κάτι πιο μυστηριώδες, τελικά υπέκυψα, αν και χωρίς μεγάλη προθυμία.

Οπότε, γιατί κράτησε τόσον καιρό αυτό το μυστήριο; Για το τίποτα και για όλα, για το κοντινό και το απόμακρο, για τις ξένες χαρές, για τον ξένο πόνο. Όταν ο Πάολο Ρίτσι, σύντροφος φωτισμένος, το τύπωσε για πρώτη φορά στη Νάπολη το 1952, σκεφτήκαμε ότι εκείνα τα λιγοστά αντίγραφα, που τα φρόντισε και τα ετοίμασε με περισσή επιμέλεια, θα εξαφανίζονταν χωρίς να αφήσουνε ίχνη στην άμμο του νότου.

Δεν έγινε έτσι. Και η ζωή που διεκδίκησε το εκρηκτικό μυστικό του, μου το επιβάλλει σήμερα σαν παρουσία ενός ακλόνητου έρωτα.

Παραδίδω, λοιπόν, αυτό το βιβλίο χωρίς άλλες εξηγήσεις, σαν να ήταν και να μην ήταν δικό μου: Αρκεί που θα μπορούσε να ταξιδέψει μόνο του στον κόσμο και να τα βγάλει μόνο του πέρα. Τώρα που το αναγνωρίζω, ελπίζω πως το ξέφρενο αίμα του θα με αναγνωρίσει επίσης.

Πάβλο Νερούδα
Ίσλα Νέγρα, Νοέμβριος 1963

Μετά το θάνατο της Ματίλντε κυκλοφόρησε το βιβλίο της, Η ζωή μου με τον Πάβλο Νερούδα (1986).

________________

Κεντρική φωτό: Ο Νερούδα και η Ματίλντε στο σπίτι τους στην Ισλα Νέγρα. […] στης θάλασσας τα βράχια, / μες στην κρυφή μονιά τους, θ’ αράξουν τα φιλιά μας (σονέτο XXXII κάτω).

Δυο λόγια για τα 100 Σονέτα και τη μετάφραση

 Ο Νερούδα και η Ματίλντε στο σπίτι τους στην Ισλα Νέγρα.
[…] στης θάλασσας τα βράχια, / μες στην κρυφή μονιά τους, θ’ αράξουν τα φιλιά μας.
(σονέτο XXXII Πρωί)

Αυτά τα 100 σονέτα στο μόνο που θυμίζουν… σονέτο είναι η μορφή των τεσσάρων στροφών (4-4-3-3). Δεν έχουν δηλαδή ούτε τη ρίμα ευτυχώς για μας ούτε τον αυστηρό 11σύλλαβο στίχο του κλασικού 14στιχου με 5 ρίμες (αβαβ / αβαβ / γδε / γδε οι 6 τελευταίοι στίχοι σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς και ρίζες στη Σικελία του 13ου αιώνα), που μας έχει δώσει, και εξακολουθεί να δίδει, σπουδαία δείγματα.

Τα σονέτα του Νερούδα, «τρόπος του λέγειν σονέτα» ή «σονέτα από ξύλο», όπως τα χαρακτηρίζει ο ίδιος (βλ.κ.), αριθμημένα με λατινικά νούμερα, από IC (1 – 100), είναι όλα άτιτλα, με στίχο κυρίως 14σύλλαβο, που όμως ποικίλλει από 11 έως 15 ή και 20 συλλαβές και συχνά αλλάζει από σονέτο σε σονέτο ή στο ίδιο 14στιχο.

Και τα 100 σονέτα έχουν ιαμβικό στίχο (υ –, όπου τονίζεται η δεύτερη συλλαβή), παροξύτονο, εκτός από 25 εξαιρέσεις: Στους 1.400 στίχους απαντώνται 9 προπαροξύτονοι στίχοι και 16 οξύτονοι, σε 22 σονέτα, συνολικά.

Τρία σονέτα, XXII (22), LXIII (63), LXXVIII (78) είναι ανισοσύλλαβα και σε όλες τις εκδόσεις εμφανίζονται με λοξά στοιχεία, μορφή που ακολουθείται και εδώ.

Ένα μόνο σονέτο, το νούμερο LXVI (66), είναι… σονέτο-σονέτο, 11σύλλαβο και μάλιστα με 2 μόνο ρίμες: αβαβ / αβαβ / ααβ / ααβ, γεγονός που καθιστά τη μεταφορά του στα Ελληνικά μάλλον αδύνατη. Το μεταφράζω σε 13σύλλαβο στίχο, με 6 ρίμες: αββα / αγγα / δδε / ζζε.

Για την ιστορία, ας σημειωθεί ότι τα περίφημα σονέτα του Σαίξπηρ έχουν 7 ρίμες (αβαβ / γδγδ / εζεζ / ηη). Βλ. από Μποτίλια Στον Άνεμο – Σαίξπηρ.

Η σύνθεση χωρίζεται σε τέσσερεις ενότητες:

Πρωί –Mañana [6:00 – 11:59], 32 σονέτα (IXXXII). Η έντονη, πληθωρική νεότητα, η αισιοδοξία και η απαισιοδοξία, το μεγάλο πάθος και η κορύφωση της ερωτικής επιθυμίας.

Μεσημέρι –Mediodía [12:00 – 14:30], 21 σονέτα (XXXIIILIII). Η ηρεμία του έρωτα.

Απόγευμα –Tarde [14:30 – 19:00], 25 σονέτα (LIVLXXVIII). Απαισιόδοξα συναισθήματα, αφού η νύχτα πλησιάζει, αλλά με τον έρωτα να παραχωρεί τη θέση του στην αγάπη.

Νύχτα –Noche [19:00 – 23:59], 22 σονέτα (LXXIXC). Η αιωνιότητα της αγάπης, αλλά και το πέρασμα του χρόνου με τον αναπότρεπτο θάνατο.

Η μετάφραση είναι έμμετρη, άλλοτε με την αντιστοιχία των συλλαβών του πρωτότυπου και άλλοτε όχι. Σε πάρα πολλά μεταφράσματα –έχουν μεταφραστεί όλα τα σονέτα– υπάρχουν και διαφορετικές προσεγγίσεις, άσκηση που δεν χωράει, βέβαια, στο πλαίσιο της παρούσας δημοσίευσης. Ωστόσο, δυο δείγματα βρίσκονται στα σονέτα XXV και  στο LXIII, όπου παρατίθενται δύο εκδοχές.

___________________

Σημ. Τα 100 Σονέτα έχουν κυκλοφορήσει στη γλώσσα μας (δυσεύρετα σήμερα) από τις εκδόσεις Γνώση (2001) με πρόλογο και μετάφραση του αείμνηστου πολιτικού μηχανικού Ηλία Ματθαίου (Παπαματθαίου), ο οποίος μας άφησε σημαντικά έργα και ανθολογίες της ισπανόφωνης λογοτεχνίας.

100 Σονέτα του Έρωτα (Μεσημέρι)

Στην Ματίλντε Ουρούτια

Πολυαγαπημένη μου Κυρά, πολύ εδεινοπάθησα γράφοντας αυτά τα τρόπος του λέγειν σονέτα που τόσο με πόνεσαν και με δυσκόλεψαν, αλλά η ευτυχία να σου τα προσφέρω είναι μεγαλύτερη κι από έναν απέραντο κάμπο. Όταν μπήκα σ’ αυτή τη διαδικασία, ήξερα πολύ καλά πως οι ποιητές όλων των εποχών, με ιδιαίτερη αφοσίωση και χάρη, παράθεσαν ρίμες που καμπάνιζαν σαν ασημικά, κρύσταλλα ή ομοβροντίες κανονιών. Η αφεντιά μου, με περισσή ταπεινότητα έφτιαξε ετούτα τα σονέτα από ξύλο, τους έδωσε τον ήχο αυτής της κρουστής και ανόθευτης ύλης και έτσι πρέπει να φτάσουνε στ’ αφτιά σου. Εσύ κι εγώ, περπατώντας μέσα από δάση και τόπους αμμουδερούς, από λίμνες αθέατες, από τοπία βουτηγμένα στη στάχτη, μαζέψαμε κομμάτια από ξύλο ατόφιο ή σανίδες αργασμένες απ’ το νερό και την κακοκαιριά. Από εκείνα τα τόσο απαλά λειασμένα απομεινάρια δούλεψα με τσεκούρι, μαχαίρι και σουγιαδάκια, ετούτα τα ξυλοτεχνήματα του έρωτα και έφτιαξα μικρά σπιτάκια με δεκατέσσερεις τάβλες το καθένα για να ζήσουν εκεί μέσα τα μάτια σου που τα λατρεύω και τα υμνώ. Και τώρα που θεμέλιωσα τους λόγους του έρωτά μου, σε παραδίνω στην αιωνιότητα: Με εκατό σονέτα από ξύλο που υπάρχουνε μόνο και μόνο γιατί εσύ τους έδωσες ζωή.

Οκτώβρης του 1959

Μεσημέρι

Mediodía [12:00 – 14:30]

21 σονέτα (XXXIIILIII). Η σιέστα του έρωτα.

 

XXXIII

ΤΤΩΡΑ, ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ, γυρίζουμε στο σπίτι
που αναρριχητικά στις σκάλες σκαρφαλώνουν:
και πριν εσύ να φτάσεις στο δώμα σου είχε ανέβει,
μ’ αγιόκλημα στα πόδια, γυμνό το καλοκαίρι.

Πλάνητες τα φιλιά μας αλώνισαν τον κόσμο:
Η Αρμενία, σταγόνα μέλι κρυφό, η Κεϋλάνη,
πράσινη περιστέρα, και ο Γιανγκ-Τσέ χωρίζει
με αρχαία μεγαλοπρέπεια τις μέρες απ’ τις νύχτες.

Και τώρα, λατρευτή μου, μες στο βουερό το κύμα
τυφλά πουλιά γυρνάμε ξανά στους δυο μας τοίχους
σε άνοιξη αλαργινή, στη μυστική φωλιά μας·

το πέταγμα το αδιάκοπο δεν το μπορεί η αγάπη:
και στις ζωές μας πάλι, στης θάλασσας τα βράχια,
μες στην κρυφή μονιά τους, θ’ αράξουν τα φιλιά μας.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος

(Πρώτη δημοσίευση: Κατιούσα και Μποτίλια στον Άνεμο, 23/9/2021)

Κευλάνη: Η σημερινή Σρι Λάνκα. Με τεράστιες (καταπράσινες) φυτείες τσαγιού (το περίφημο τσάι Κεϋλάνης). Περιστέρα πιθανόν από το σχήμα της (;)

Γιαγκ-Τσέ (Μακρύ Ποτάμι): Ο μεγαλύτερος ποταμός της Κίνας (τρίτος στον κόσμο) με τα τρία εντυπωσιακά του φαράγγια, πλωτός, με τεράστια λεκάνη απορροής (το 1/5 της χερσαίας Κίνας), όπου ζει το 1/3 του πληθυσμού της χώρας. Μεγάλη πηγή έμπνευσης πολλών ποιητών και συγγραφέων.

Το 1955-56 ο Νερούδα με την Ματίλντε ταξίδεψαν στη Γαλλία, την Ιταλία, στη Σοβιετική Ένωση, την Κίνα και σε πολλές άλλες σοσιαλιστικές χώρες.  Κατά την επιστροφή τους στην Αμερική πέρασαν από Βραζιλία, Ουρουγουάη και Αργεντινής, όπου ο Νερούδα παρουσίασε ποιήματά του.

 

   

XXXIII

AMOR AHORA NOS vamos a la casa

donde la enredadera sube por las escalas:

antes que llegues tú llegó a tu dormitorio

el verano desnudo con pies de madreselva.

 

Nuestros besos errantes recorrieron el mundo:

Armenia, espesa gota de miel desenterrada,

Ceylán, paloma verde, y el Yang Tsé separando

con antigua paciencia los días de las noches.

 

Y ahora, bienamada, por el mar crepitante

volvemos como dos aves ciegas al muro,

al nido de la lejana primavera,

 

porque el amor no puede volar sin detenerse:

al muro o a las piedras del mar van nuestras vidas,

a nuestro territorio regresaron los besos.

 

XXXIV

ΕΙΣΑΙ ΚΟΡΗ ΤΗΣ θάλασσας της ρίγανης ξαδέρφη
και κολυμβήτρια με κορμί από γάργαρο νεράκι,
μαγείρισσα, ζωή
στη γη το αίμα σου μεταγγίζει
γήινα και τα χούγια σου είναι, λουλουδιασμένα.

Πλέουν στο νερό τα μάτια σου, κύματα ξεσηκώνουν,
χώνεις στη γη τα χέρια κι οι σπόροι αναπηδάνε,
κρατάς σε χώμα και νερό βαθιά τα υπάρχοντά σου
ζυμώνονται στο είναι σου σαν του πηλού το δίκιο.

Σκίζει τα τουρκουάζ νερά το σώμα σου, Ναϊάδα
κι ύστερα αναγεννημένο ανθίζει στην κουζίνα
μ’ αυτόν τον τρόπο που εσύ όλα τα φέρνεις βόλτα·

κι εντέλει στην αγκάλη μου κοιμάσαι που αποδιώχνει
μέσ’ απ’ τις σκυθρωπές σκιές, όσπρια, βοτάνια, φύκια,
τα αφρισμένα σου όνειρα, για να σε ξεκουράσει.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος

(Πρώτη δημοσίευση: Κατιούσα και Μποτίλια στον Άνεμο, 23/9/2021)

Ναϊάδες: Οι γνωστές μας μυθολογικές νύμφες των πηγών και των ποταμών, που μοιράζανε απλόχερα τον έρωτά τους σε Θεούς και ανθρώπους.

Τουρκουάζ (turquesa): Πολύτιμος λίθος που συναντάται στην Τουρκία (γαλ. turquoise· turc: Τούρκος), σε γαλαζοπράσινο χρώμα με το ίδιο όνομα, γνωστό και σαν περουζέ (τουρκικό: peruse), όπως άλλωστε και η άλλη ονομασία του λίθου (περουζές).

 

 

XXXIV

ERES HIJA DEL mar y prima del orégano,

nadadora, tu cuerpo es de agua pura,

cocinera, tu sangre es tierra viva

y tus costumbres son floridas y terrestres.

 

Al agua van tus ojos y levantan las olas,

a la tierra tus manos y saltan las semillas,

en agua y tierra tienes propiedades profundas

que en ti se juntan como las leyes de la greda.

 

Náyade, corta tu cuerpo la turquesa

y luego resurrecto florece en la cocina

de tal modo que asumes cuanto existe

 

y al fin duermes rodeada por mis brazos que apartan

de la sormbra sombría, para que tú descanses,

legumbres, algas, hierbas: la espuma de tus sueños.

 

XXXV

ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΟΥ φτερούγισε απ’ τα μάτια μου στη μέρα.
Σαν τριαντάφυλλο άνοιξε κι όλο το φως του εμπήκε.
Η άμμος και ο ουρανός πάλλονταν σαν κυψέλη
μες στο απέραντο τουρκουάζ εξαίσια σκαλισμένη.

Οι συλλαβές κουδούνιζαν στ’ άγγιγμα του χεριού σου,
κύπελλα ή ολόγιομα μπουκάλια χρυσό λάδι,
πηγές και ανθοπέταλα, και πιο πολύ, έρωτά μου,
τ’ αβρό σου χέρι, αγάπη μου, που έσιαζε τα κουτάλια.

T’ απόγευμα έφυγε. Η νύχτα γλίστρησε σαν κλέφτης,
στ’ ανθρώπου τ’ όνειρο, το ουράνιο της κουκούλι.
Θλιμμένη, άγρια ευωδιά τ’ αγιόκλημα σκορπούσε.

Και γύρισε το χέρι σου ξανά απ’ το πέταγμά του
να κλείσει τις φτερούγες του, που πίστευα φευγάτες,
απάνω από τα μάτια μου που τα έτρωγαν οι ίσκιοι.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος

(Πρώτη δημοσίευση, Κατιούσα και Μποτίλια Στον Άνεμο, 23/9/2022)

  

XXXV

TU MANO FUE volando de mis ojos al día.
Entró la luz como un rosal abierto.
Arena y cielo palpitaban como una
culminante colmena cortada en las turquesas.

Tu mano tocó sílabas que tintineaban, copas,
alcuzas con aceites amarillos,
corolas, manantiales y, sobre todo, amor,
amor: tu mano pura preservó las cucharas.

La tarde fue. La noche deslizó sigilosa
sobre el sueño del hombre su cápsula celeste.
Un triste olor salvaje soltó la madreselva.

Y tu mano volvió de su vuelo volando
a cerrar su plumaje que yo creí perdido
sobre mis ojos devorados por la sombra.

 

XXXVI

ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΕΣΥ, βασίλισσα του σέλινου, της ζύμης,
του κρεμμυδιού και της κλωστής, λεοπάρδαλη μικρή μου,
την τόση δα λαμπρή αυτοκρατορία σου μ’ αρέσει
να βλέπω, τα όπλα σου από κερί, κρασί, και λάδι,

σκόρδο και χώμα από τα χέρια σου όταν σκάβουν,
από γαλάζιο τ’ ουρανού που καίει σ’ αυτά τα χέρια,
απ’ όνειρο που μετεμψύχωσες, ψυχή μου, στη σαλάτα,
από του νερού το λάστιχο, κουλουριασμένο φίδι.

Εσύ, που χίλια αρώματα το κλαδευτήρι σου σκορπάει,
εσύ, που το σαπούνι σου οδηγάει το κύμα τ’ αφρισμένο,
εσύ, που τις τρελές μου σκάλες και σκαλιέρες ανεβαίνεις,

εσύ, που της καλλιγραφίας μου το σύμπτωμα γιατρεύεις
και στου σημειωματαρίου μου την άμμο ανακαλύπτεις
τις λέξεις που παράπεσαν το στόμα σου ζητώντας.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος

(Πρώτη δημοσίευση, Κατιούσα και Μποτίλια Στον Άνεμο, 12/7/2022)

 

XXXVI

CORAZÓN MÍO, REINA del apio y de la artesa:
pequeña leoparda del hilo y la cebolla:
me gusta ver brillar tu imperio diminuto,
las armas de la cera, del vino, del aceite,

del ajo, de la tierra por tus manos abierta
de la sustancia azul encendida en tus manos,
de la transmigración del sueño a la ensalada,
del reptil enrollado en la manguera.

Tú con tu podadora levantando el perfume,
tú, con la dirección del jabón en la espuma,
tú, subiendo mis locas escalas y escaleras,

tú, manejando el síntoma de mi caligrafía
y encontrando en la arena del cuaderno
las letras extraviadas que buscaban tu boca. 

 

 

XXXVII

 

Ω, ΑΓΑΠΗ, Ω αστραπή τρελή και πορφυρή απειλή μου,
έρχεσαι ανεβαίνοντας απ’ τη δροσάτη σκάλα
στο κάστρο που με καταχνιά ο χρόνος το ’χει στέψει,
σε τοίχους που ξεθώριασαν καρδιάς αμπαρωμένης.

 

Κανείς δεν θα το μάθαινε πως μόνο όλη η γλύκα
ήταν που κρύσταλλα όρθωσε γερά σαν πολιτείες
το αίμα έσκαβε σήραγγες γεμάτες δυστυχία
κι η βασιλεία του δε θα γκρέμιζε ποτέ της το χειμώνα.

 

Γι’ αυτό, έρωτά μου, η σάρκα σου, το στόμα σου, το φως σου,
οι λύπες σου ήταν προίκα της ζωής, ήτανε δώρα,
τα ιερά τα δώρα της βροχής μα και της φύσης

 

που παίρνει και μεστώνει ενός σπυριού το μέγα βάρος,
την κρυφή τρικυμία του κρασιού μες στα κελάρια,
την πυρκαγιά των δημητριακών μέσα στο χώμα.


Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

(Πρώτη δημοσίευση - παρουσίαση, για το BookSitting, 12/7/2024)


Πορφυρή απειλή: Ισπ. amenaza purpúrea. Εχινάκεια η στενόφυλλη ή Πορφυρή εχινάκεια: Εντυπωσιακό φυτό με μωβ-πορφυρά (Purpúrea = πορφύρα· κοκκινωπό-μοβ) φύλλα και ακανθώδη (εχίνο) κεντρικό δίσκο. Αναφορά στην κοκκινομάλλα και σγουρομάλλα Ματίλντε.

 

Για το σπάνιο χρώμα των μαλλιών της αγαπημένης βλ. από τον σύνδεσμο της 23 Σεπ. 2022, κάτω, και το Σονέτο LXXVI για το πορτρέτο της, φιλοτεχνημένο από τον Διέγο Ριβέρα:

ΜΕ ΥΠΟΜΟΝΗ ΓΑΪΔΟΥΡΙΝΗ ο Διέγο ο Ριβέρα
στα χρώματά του έψαχνε το σμαραγδί του δάσους,
το βερμιγιόν, το απρόσμενο, το αιμάτινο λουλούδι,
σύναζε στο πορτρέτο σου το φως όλου του κόσμου.

 

XXXVII

 

OH AMOR, OH rayo loco y amenaza purpúrea,
me visitas y subes por tu fresca escalera
el castillo que el tiempo coronó de neblinas,
las pálidas paredes del corazón cerrado.

Nadie sabrá que sólo fue la delicadeza
construyendo cristales duros como ciudades
y que la sangre abría túneles desdichados
sin que su monarquía derribara el invierno.

Por eso, amor, tu boca, tu piel, tu luz, tus penas,
fueron el patrimonio de la vida, los dones
sagrados de la lluvia, de la naturaleza

que recibe y levanta la gravidez del grano,
la tempestad secreta del vino en las bodegas,
la llamarada del cereal en el suelo.

 


 

XXXVIII (αδημοσίευτο)

 

ΣΑΝ ΤΡΕΝΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙΑΝΟ το σπίτι σου σφυρίζει,

βουίζουνε οι μέλισσες και τραγουδάνε οι χύτρες,

μόνο τα έργα της δροσιάς μετράει ο καταρράχτης,

σαν τρίλια από φοινικιά το γέλιο σου κυλάει.

 

Του τοίχου το γαλάζιο φως στην πέτρα ψιθυρίζει

φτάνει ένα τηλεγράφημα σαν σφύριγμα τσομπάνου

κι ανάμεσα στις δυο συκιές που γλυκομουρμουράνε

ανηφορίζει ο Όμηρος μ’ αθόρυβα σαντάλια.

 

Η πόλη μοναχά εδώ δεν κλαίει, δεν μιλάει,

δεν είναι ατέλειωτη με χείλια, κόρνες, και σονάτες,

μα με λιοντάρια μοναχά μιλάει ο καταρράχτης·

 

κι εσύ· που τρέχεις, τραγουδάς, ανεβοκατεβαίνεις

φυτεύεις, ράβεις, συγυρνάς, γράφεις ή μαγειρεύεις,

ή φεύγεις κι όλοι ξέρουμε πως μπήκε ο χειμώνας.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

 

XXXVIII

TU CASA SUENA como un trena mediodía,
zumban las avispas, cantan las cacerolas,
la cascada enumera los hechos del rocío,
tu risa desarrolla su trino de palmera.

La luz azul del muro conversa con la piedra,
llega como un pastor silbando un telegrama
y entre las dos higueras de voz verde
Homero sube con zapatos sigilosos.

Sólo aquí la ciudad no tiene voz ni llanto,
ni sin fin, ni sonatas, ni labios, ni bocina
sino un discurso de cascada y de leones,

y tú que subes, cantas, corres, caminas, bajas,
plantas, coses, cocinas, clavas, escribes, vuelves,
o te has ido y se sabe que comenzó el invierno.

 


 

XXXIX

ΜΑ ΞΕΧΑΣΑ ΠΩΣ άφησαν τα χέρια σου χορτάτες,
τις ρίζες, αφού πότισαν ρόδα διπλοπλεγμένα,
μέχρι που βλέπω ολόγυρα τ’ αποτυπώματά σου
μες στη γλυκιά τη σιγαλιά της φύσης ανθισμένα.

Και το νερό κι η τσάπα σου τα δυο σου κατοικίδια
δαγκώνουν γλείφουνε τη γη καθώς σ’ ακολουθάνε,
κι όπως δουλεύεις μια ευωδιά σκορπάς μες στον αέρα
μια καρπερή και φλογερή φρεσκάδα γαρυφάλλων.

Τα χέρια σου, της μέλισσας τιμή κι αγάπη αξίζουν,
που σπέρνουνε πάνω στη γη τη διάφανή τους φύτρα
κι οργώνοντας ανοίγουνε αυλάκια στην καρδιά μου,

με τέτοιο τρόπο που είμαι λες λαμπαδιασμένη πέτρα,
που άξαφνα πλάι σου τραγουδά, γιατί μέσα στα δάση
πίνει νερό που ανάβλυσε απ’ τη βαθιά φωνή σου.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

(Πρώτη δημοσίευση, Κατιούσα και Μποτίλια Στον Άνεμο, 12/7/2022)

 

XXXIX

PERO OLVIDÉ QUE tus manos satisfacían
las raíces, regando rosas enmarañadas,
hasta que florecieron tus huellas digitales
en la plenaria paz de la naturaleza.

El azadón y el agua como animales tuyos
te acompañan, mordiendo y lamiendo la tierra,
y es así cómo, trabajando, desprendes
fecundidad, fogosa frescura de claveles.

Amor y honor de abejas pido para tus manos
que en la tierra confunden su estirpe transparente,
y hasta en mi corazón abren su agricultura,

de tal modo que soy como piedra quemada
que de pronto, contigo, canta, porque recibe
el agua de los bosques por tu voz conducida.


 

XL

ΗΤΑΝΕ ΠΡΑΣΙΝΗ Η σιωπή κι ήταν το φως βρεγμένο
τρεμούλιαζε ο Ιούνιος σαν νυχτοπεταλούδα
και πέρα από τη θάλασσα του νότου κι απ’ τις πέτρες,
Ματίλντε, διαπέρασες γοργά το μεσημέρι.

Και φορτωμένη ερχόσουνα με άνθη σιδερένια,
φύκια που ο αγέρας της νοτιάς ξεβράζει και ξεχνάει,
ακόμα άσπρα τα χέρια σου, σκασμένα από τ’ αλάτι
που τα ’γλειφε, σηκώνανε της άμμου όλα τα στάχυα.

Λατρεύω τ’ αγνά δώρα σου, τη σάρκα σου παρθένα
πέτρα, τα νύχια σου σπονδή στον ήλιο των δαχτύλων,
το στόμα που ξεχύνεται κι είναι χαρές γεμάτο,

μα για το σπίτι μου που ζει στο χείλος της αβύσσου,
δώσε μου εκείνον της σιωπής τον πληγωμένο τρόπο,
το λάβαρο της θάλασσας στην άμμο ξεχασμένο.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

(Πρώτη δημοσίευση, Κατιούσα και Μποτίλια Στον Άνεμο, 23/9/2022) 

 

XL

ERA VERDE EL silencio, mojada era la luz,
temblaba el mes de Junio como una mariposa
y en el austral dominio, desde el mar y las piedras,
Matilde, atravesaste el mediodía.

Ibas cargada de flores ferruginosas,
algas que el viento sur atormenta y olvida,
aún blancas, agrietadas por la sal devorante,
tus manos levantaban las espigas de arena.

Amo tus dones puros, tu piel de piedra intacta,
tus uñas ofrecidas en el sol de tus dedos,
tu boca derramada por toda la alegría,

pero, para mi casa vecina del abismo,
dame el atormentado sistema del silencio,
el pabellón del mar olvidado en la arena.

 

XLI (αδημοσίευτο)

 

ΤΙ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΑΥΤΑ τα μεσημέρια του Γενάρη

που αδιάφορα τον ουρανό τον κάνουν δυο κομμάτια,

σκληρό χρυσάφι σαν κρασί σε ξέχειλο φλιτζάνι

τη γη γεμίζει μέχρι τα γαλάζια σύνορά της.

 

Τι δυστυχία αυτήν την εποχή, σαν τα σταφύλια

τ’ αγίνωτα, που σκέτη πίκρα πράσινη σταλάζουν,

δάκρυα βουβά των ημερών και δάκρυα κρυμμένα

ώσπου μες στην κακοκαιριά θρέψανε τα τσαμπιά τους.

 

Ναι, φύτρες, πόνοι, ό,τι ζει, που τρομοκρατημένο

πάλλεται μες στο φως το ραγισμένο του Γενάρη,

θα ωριμάσει, θα καεί όπως κάηκαν τα φρούτα.

 

Τα βάσανα θα διαλυθούν κι απ’ την ψυχή θα ορμήσει

μια τρομερή αμμορριπή, κι αυτό το καταφύγιο

θα λάμψει πάλι με ζεστό ψωμάκι στο τραπέζι.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

Γενάρης: Στο Νότιο Ημισφαίριο, τον μήνα Γενάρη  είναι η καρδιά του καλοκαιριού. O Αύγουστος είναι τα τέλη του χειμώνα και οι αρχές της άνοιξης (βλ. Σονέτο LXXIV), και το φθινόπωρο μετατοπίζεται στον Μάρτη (βλ. Σονέτο LXXXVIII).

 

 

XLI

DESDICHAS DEL MES de Enero cuando el indiferente
mediodía establece su ecuación en el cielo,
un oro duro como el vino de una copa colmada
llena la tierra hasta sus límites azules.

Desdichas de este tiempo parecidas a uvas
pequeñas que agruparon verde amargo,
confusas, escondidas lágrimas de los días
hasta que la intemperie publicó sus racimos.

Sí, gérmenes, dolores, todo lo que palpita
aterrado, a la luz crepitante de Enero,
madurará, arderá como ardieron los frutos.

Divididos serán los pesares: el alma
dará un golpe de viento, y la morada
quedará limpia con el pan fresco en la mesa.

 


XLII (αδημοσίευτο)

 

ΜΕΡΕΣ ΛΑΜΠΡΕΣ ΛΙΚΝΙΖΟΝΤΑΙ στης θάλασσας το κύμα,

μαζεύονται σαν το νερό μέσα στον άσπρο βράχο

που η λάμψη του λάμψη μελιού στο χτύπημα δεν σπάει

και τη διαύγεια κρατάει σαν ορθογώνιο σχήμα.

 

Τριζομανάει η ώρα σαν φωτιά ή σαν μελίσσι

κι είναι γλυκό να βυθιστείς μες στα δροσάτα φύλλα,

ώσπου να φτάσεις στις κορφές, στις φυλλωσιές του ονείρου,

σε έναν κόσμο λαμπερό που τρεμοψιθυρίζει.

 

Διψάς για τη φωτιά, του θέρους την πολύβουη κάψα

που χτίζει έναν παράδεισο μόνο με λίγα φύλλα

αφού η σκούρα όψη της γης δεν θέλει να υποφέρει,

 

θέλει φρεσκάδα ή φωτιά, νερό ή ψωμί για όλους,

και να μην έχουν οι άνθρωποι τίποτα να μοιράσουν,

πέρα απ’ τον ήλιο ή τη νυχτιά, τα στάχυα ή το φεγγάρι.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

 

XLII

RADIANTES DIAS BALANCEADOS por el agua marina,
concentrados como el interior de una piedra amarilla
cuyo esplendor de miel no derribó el desorden:
preservó su pureza de rectángulo.

Crepita, sí, la hora como fuego o abejas
y es verde la tarea de sumergirse en hojas,
hasta que hacia la altura es el follaje
un mundo centelleante que se apaga y susurra.

Sed del fuego, abrasadora multitud del estío
que construye un Edén con unas cuantas hojas,
porque la tierra de rostro oscuro no quiere sufrimientos

sino frescura o fuego, agua o pan para todos,
y nada debería dividir a los hombres
sino el sol o la noche, la luna o las espigas.


XLIII (αδημοσίευτο)

 

ΕΝΑ ΣΗΜΑΔΙ ΣΟΥ στις άλλες πάντα αναζητάω,

μες στο τραχύ κυματιστό των γυναικών ποτάμι,

ψάχνω πλεξούδες, ντροπαλά χαμηλωμένα μάτια,

όμορφα πόδια που γλιστρούν στο αφρισμένο κύμα.

 

Ξάφνου, νομίζω πως μπορώ τα νύχια σου και βλέπω

μακρόστενα, φυγόκεντρα, μιας κερασιάς ανίψια,

κι άλλοτε λέω πως βλέπω τα μαλλιά σου να περνάνε,

ή στο νερό να καίγεται η φλογερή μορφή σου.

 

Έψαχνα, μα δεν άκουγα το χτύπο της καρδιάς σου,

το φως, τον σκούρο τον πηλό που φέρνεις απ’ το δάσος,

τα κοχυλένια σου αφτιά όπου καμιά δεν τα ’χε.

 

Εσύ είσαι όλες μόνη σου, η μία μέσα σε όλες,

κι έτσι, στο λατρευτό κορμί τρέχω και διαπερνάω

έναν πλατύ Μισισιπή ως τη γλυκιά εκβολή του.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

Έναν πλατύ Μισισιπή ως τη γλυκιά εκβολή του: Στο πρωτότυπο un ancho Mississippi de estuario femenino. Η λέξη estuario (: εκβολή) στα Ισπ. είναι αρσ. γένους. Άρα ο στίχος, έναν πλατύ Μισισιπή με θηλυκή εκβολή έχει λογική. Στη γλώσσα μας όμως η έτσι κι αλλιώς θηλυκή εκβολή είναι μάλλον άστοχη· εξού και η λύση της γλυκιάς εκβολής.

 

 

XLIII

UN SIGNO TUYO busco en todas las otras,
en el brusco, ondulante río de las mujeres,
trenzas, ojos apenas sumergidos,
pies claros que resbalan navegando en la espuma.

De pronto me parece que diviso tus uñas
oblongas, fugitivas, sobrinas de un cerezo,
y otra vez es tu pelo que pasa y me parece
ver arder en el agua tu retrato de hoguera.

Miré, pero ninguna llevaba tu latido,
tu luz, la greda oscura que trajiste del bosque,
ninguna tuvo tus diminutas orejas.

Tú eres total y breve, de todas eres una,
y así contigo voy recorriendo y amando
un ancho Mississippi de estuario femenino.

 

 

XLV (αδημοσίευτο)

 

ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΜΕΝΑ μη βρεθείς ούτε και για μια μέρα,

γιατί ―γιατί πώς να το πω; ― η μέρα δεν περνάει,

κι όπως στους άδειους τους σταθμούς τότε σε περιμένω

όταν τα τρένα κάπου αλλού βαθιά κοιμούνται ακόμα.

 

Ούτε και για μιαν ώρα να μη λείψεις γιατί τότε,

την ώρα αυτή, μαζεύονται οι στάλες της αγρύπνιας

κι ίσως εκείνη η καταχνιά που ψάχνει κάποιο σπίτι

θα μπει ως και στη χαμένη μου καρδιά, να τη σκοτώσει.

 

Ω, ας μην διαλυότανε ο ίσκιος σου απ’ την άμμο,

ω, τα ματόφυλλά σου ας μην φτερούγιζαν μακριά μου,

ούτε λεπτό, πολυαγαπημένη μου, να φύγεις,

 

γιατί εκείνο το λεπτό τόσο μακριά μου θα ’σαι

που εγώ όλη τη γη θα φέρω βόλτα για να μάθω

αν θα γυρίσεις ή αν θα μ’ αφήσεις να πεθάνω.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

  

 

XLV

NO ESTÉS LEJOS de mí un solo día, porque cómo,
porque, no sé decirlo, es largo el día,
y te estaré esperando como en las estaciones
cuando en alguna parte se durmieron los trenes.

No te vayas por una hora porque entonces
en esa hora se juntan las gotas del desvelo
y tal vez todo el humo que anda buscando casa
venga a matar aún mi corazón perdido.

Ay que no se quebrante tu silueta en la arena,
ay que no vuelen tus párpados en la ausencia:
no te vayas por un minuto, bienamada,

porque en ese minuto te habrás ido tan lejos
que yo cruzaré toda la tierra preguntando
si volverás o si me dejarás muriendo.

 

 

XLVI (αδημοσίευτο)

 

ΣΤΑ ΤΟΣA ΑΣΤΕΡΙΑ που λαχτάρησα, πλυμένα

από λογής δροσοσταλίδες και ποτάμια

δε διάλεξα άλλο από εσένα που λατρεύω

και από τότε εγώ πλαγιάζω με τη νύχτα.

 

Από ένα κύμα, έν’ άλλο κύμα κι άλλο κύμα,

πράσινη θάλασσα, κλαρί, πράσινο αγιάζι

δε διάλεξα παρά ένα μονάχα κύμα:

το ακατάλυτο το κύμα του κορμιού σου.

 

Η κάθε μια σταλαγματιά κι η κάθε ρίζα,

κάθε κλωστή μέσα απ’ το φως είπανε να ’ρθουν

κι αργά ή γρήγορα ήρθαν όλες να με δούνε.

 

Για μένανε ποθούσα τα μαλλιά σου.

Κι απ’ όλα της πατρίδας μου τα δώρα

την άγρια μόνο διάλεξα καρδιά μου.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

 

XLVI

DE LAS ESTRELLAS que admiré, mojadas
por ríos y rocíos diferentes,
yo no escogí sino la que yo amaba
y desde entonces duermo con la noche.

De la ola, una ola y otra ola,
verde mar, verde frío, rama verde,
yo no escogí sino una sola ola:
la ola indivisible de tu cuerpo.

Todas las gotas, todas las raíces,
todos los hilos de la luz vinieron,
me vinieron a ver tarde o temprano.

Yo quise para mí tu cabellera.
Y de todos los dones de mi patria
sólo escogí tu corazón salvaje.

 

XLVII (αδημοσίευτο)

 

Σ’ ΕΝΑ ΚΛΑΡΑΚΙ εκεί δίπλα να σε βλέπω,

ένας καρπός σιγά σιγά αφού έχεις γίνει.

Δεν ήταν δύσκολο ν’ ανέβεις απ’ τις ρίζες,

με συλλαβές απ’ τους χυμούς σου, τραγουδώντας.

 

Και θα ’σαι πρώτα εδώ στο ευωδιαστό λουλούδι,

και θα ’χεις γίνει ένα φιλί αγαλματένιο,

ωσότου το αίμα κι ο ουρανός, η γη κι ο ήλιος,

την ηδονή να σου χαρίσουν και τη γλύκα.

 

Θα βλέπω απάνω στο κλαράκι τα μαλλιά σου,

τα χνάρια σου στις φυλλωσιές να ωριμάζουν,

να ’ρχονται τ’ άνθη τους τη δίψα μου να σβήνουν,

 

κι όλο το είναι σου στο στόμα μου θα στάξει,

μ’ ένα φιλί που απ’ τη γη είναι γεννημένο

και με το αίμα απ’ τους καρπούς του έρωτά σου.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

Παρών στο σονέτο ο μύθος του Απόλλωνα και τη Δάφνης

Ο Απόλλωνας, ο θεός της ομορφιάς και των τεχνών, ερωτεύεται τυφλά τη Δάφνη, όταν ο Έρωτας, θυμωμένο επειδή ο θεός τον είχε αμφισβητήσει, τον χτυπάει με ένα χρυσό βέλος , αλλά και ένα μολύβδινο βέλος στη Δάφνη, γεγονός που προκαλεί την απόρριψή του εραστή Απόλλωνα. Και όταν ο θεός προσπαθεί να πλησιάσει τπο αντικείμενο του πόθου του, η Δάφνη ζητά από τους θεούς του ποταμού να τη βοηθήσουν και μεταμορφώνεται σε... δάφνη. Και ο απελπισμένος Απόλλωνας, στεφανώνεται με τα κλαδιά της και τον μετατρέπει σε σύμβολό του.

 

Ο Νερούδα, απαθανατίζει την αγαπημένη του με μια βιταλιστική διάθεση πριν την πληρότητα της αιώνιας ζωής.

Η εικόνα θα επαναληφθεί και στο Σονέτο LVI

Τότε εσύ, ολάνθιστη, καρδιά μου, αγαπημένη,

πάνω απ’ τα μάτια μου πετάς σαν φυλλωσιά του απείρου

κι εγώ εσένανε κοιτώ που είσαι στη γη γερμένη.

 

 

XLVII

DETRÁS DE MÍ en la rama quiero verte.
Poco a poco te convertiste en fruto.
No te costó subir de las raíces
cantando con tu sílaba de savia.

Y aquí estarás primero en flor fragante,
en la estatua de un beso convertida,
hasta que sol y tierra, sangre y cielo,
te otorguen la delicia y la dulzura.

En la rama veré tu cabellera,
tu signo madurando en el follaje,
acercando las hojas a mi sed,

y llenará mi boca tu sustancia,
el beso que subió desde la tierra
con tu sangre de fruta enamorada.

 

XLVIIΙ (αδημοσίευτο)

 

ΔΥΟ ΕΡΑΣΤΕΣ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ φτιάχνουν το ίδιο ψωμί,

μια σταγόνα φεγγάρι που κυλά στο γρασίδι,

περπατώντας αφήνουν δυο σκιές ενωμένες,

έναν ήλιο αφήνουν μοναχά αδειανόν στο κρεβάτι.

 

Απ’ τις τόσες αλήθειες διαλέξανε μόνο τη μέρα:

με κλωστές δεν τη δέσανε παρά με άρωμα μόνο,

την ειρήνη δεν γκρέμισαν μα ούτε τα λόγια.

Η ευτυχία τους είναι ένας διάφανος πύργος.

 

Με τους δυο εραστές πάει το κρασί κι ο αέρας,

τα χαρούμενα άνθη της τους χαρίζει η νύχτα,

και δικαίωμα έχουν στα γαρύφαλλα όλα.

 

Δυο εραστές ευτυχισμένοι, ούτε τέλος ούτε θάνατο έχουν,

όσο ζούνε πεθαίνουν διαρκώς και γεννιούνται,

την αιωνιότητα έχουν της φύσης.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

 

XLVIII

DOS AMANTES DICHOSOS hacen un solo pan,
una sola gota de luna en la hierba,
dejan andando dos sombras que se reúnen,
dejan un solo sol vacío en una cama.

De todas las verdades escogieron el día:
no se ataron con hilos sino con un aroma,
y no despedazaron la paz ni las palabras.
La dicha es una torre transparente.

El aire, el vino van con los dos amantes,
la noche les regala sus pétalos dichosos,
tienen derecho a todos los claveles.

Dos amantes dichosos no tienen fin ni muerte,
nacen y mueren muchas veces mientras viven,
tienen la eternidad de la naturaleza.

 

XLIX (αδημοσίευτο)

 

ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΥΠΑΡΧΕΙ: όλο το χτες έχει πεθάνει

μες στου ήλιου τα δάχτυλα, μες στα μάτια του ονείρου,

το αύριο θα ’ρθει με πράσινο βήμα:

δεν σταματάει κανείς της αυγής το ποτάμι.

 

Δεν σταματάει κανείς τον ποταμό των χεριών του,

και τα μάτια του ονείρου σου, αγαπημένη·

είσαι ρίγος του χρόνου που περνάει και φεύγει

ανάμεσα στο κάθετο φως και στον ήλιο του ζόφου,

 

με τα φτερά του ο ουρανός σε σκεπάζει·

σε παίρνω και σε πάω στην αγκαλιά μου,

με μια απαλή και απόκρυφη ευγένεια:

 

Γι’ αυτό, το φεγγάρι υμνώ και τη μέρα,

το χρόνο, τη θάλασσα και τους πλανήτες,

τη φωνή σου της μέρας και τη νύχτια σου σάρκα.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

 

XLIX

ES HOY: TODO el ayer se fue cayendo
entre dedos de luz y ojos de sueño,
mañana llegará con pasos verdes:
nadie detiene el río de la aurora.

Nadie detiene el río de tus manos,
los ojos de tu sueño, bienamada,
eres temblor del tiempo que transcurre
entre luz vertical y sol sombrío,

y el cielo cierra sobre ti sus alas
llevándote y trayéndote a mis brazos
con puntual, misteriosa cortesía:

Por eso canto al día y a la luna,
al mar, al tiempo, a todos los planetas,
a tu voz diurna y a tu piel nocturna.

 

XLIV

L (αδημοσίευτο)

 

ΛΕΕΙ Ο ΚΟΤΑΠΟΣ πως το γέλιο σου πέφτει

σαν γεράκι από έναν θεόρατο πύργο

κι αλήθεια, τις φυλλωσιές διασχίζεις του κόσμου,

ξαφνικός κεραυνός της ουράνιας σου φύτρας

 

βροντάει, γκρεμίζει και γλώσσες δροσιάς ξεφυτρώνουν,

ένα μελίσσι από φως και νερά διαμαντένια·

κι εκεί που η γριά σιωπή κατοικούσε, εκρήξεις

χειροβομβίδων ακούς από ήλιους κι αστέρια,

 

ο ουρανός κι η νυχτιά η ζοφερή καταρρέουν, καμπάνες

και γαρύφαλλα παίρνουν φωτιά στο γεμάτο φεγγάρι,

και τ’ άλογα χωρίς χαλινάρια και σέλες καλπάζουν:

 

γιατί εσύ, που είσαι τόσο μα τόσο μικρούλα,

σαν ένα πεφτάστερο το γέλιο σου ρίχνεις

κι η ηλεκτροφόρα ενέργεια ξεσπάει της φύσης.

 

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

 

Acario Cotapos Baeza (30 Απρ. 1889,Βαλντίβια ‒ 22 Νοε.  1969 Σαντιάγο). Χιλιανός πρωτοποριακός πειραματικός, αυτοδίδακτος εν πολλοίς, συνθέτης, πολυβραβευμένος στη χώρα του, με βαθιά γνώση των Ρώσων, Αυστρογερμανών και Γάλλων συνθετών. Κινήθηκε έξω και πέρα από μουσικές σχολές, έζησε μεταξύ Χιλής, Αργεντινής, Παρισιού και Μαδρίτης, εντασσόμενος στα προοδευτικά καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής, όπου στις φιλίες του, μεταξύ άλλων, εκτός του Νερούδα, περιλαμβάνονται και οι Λόρκα, Βισέντε Ουιδόβρο, Πικάσο, Τριστάν Τζαρά.

 

Κι εκεί που η γριά σιωπή κατοικούσε: Στο πρωτότυπο· κι εκεί που κατοικούσε η σιωπή με τηγενειάδα της(!)―y allí donde vivía con su barba el silencio. Η αρσενικού γένους σιωπή (el silencio) στα Ισπανικά οδήγησε στη «λύση» της γριάς σιωπής, αφού έτσι κι αλλιώς η γενειάδα παραπέμπει σε γέρο… σεβάσμιο, μα και για να κρατηθεί το «ρ» της παρήχησης, που διατρέχει ολόκληρο το σονέτο.

 

 

L

COTAPOS DICE QUE tu risa cae
como un halcón desde una brusca torre
y, es verdad, atraviesas el follaje del mundo
con un solo relámpago de tu estirpe celeste

que cae, y corta, y saltan las lenguas del rocío,
las aguas del diamante, la luz con sus abejas
y allí donde vivía con su barba el silencio
estallan las granadas del sol y las estrellas,

se viene abajo el cielo con la noche sombría,
arden a plena luna campanas y claveles,
y corren los caballos de los talabarteros:

porque tú siendo tan pequeñita como eres
dejas caer la risa desde tu meteoro
electrizando el nombre de la naturaleza. 

 

XLIV

ΘΑ ΞΕΡΕΙΣ ΠΩΣ δε σ’ αγαπώ και σ’ αγαπάω
αφού η ζωή είναι φτιαγμένη με δυο τρόπους,
η μια φτερούγα της σιωπής είναι η λέξη,
και της φωτιάς το άλλο μισό είναι το κρύο.

Σε αγαπώ και ξεκινώ να σ’ αγαπάω,
έτσι που το άπειρο ξανά να ξεκινήσω·
για να μην πάψω ούτε στιγμή να σ’ αγαπάω
είναι γι’ αυτό που ακόμα δε σε αγαπάω.

Δε σ’ αγαπώ και σ’ αγαπάω λες και κρατάω
της ευτυχίας το κλειδί στα δυο μου χέρια
και ένα αβέβαιο και άθλιο πεπρωμένο.

Η αγάπη μου έχει δυο ζωές να σ’ αγαπάει.
Γι’ αυτό και σ’ αγαπώ όταν δε σε αγαπάω
μα και γι’ αυτό σε αγαπώ όταν σ’ αγαπάω.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Σεπ. 2021

(Πρώτη δημοσίευση: Κατιούσα και Μποτίλια στον Άνεμο, 23/9/2021)

 

XLIV

SABS QUE NO te amo y que te amo

puesto que de dos modos es la vida,

la palabra es un ala del silencio,

el fuego tiene una mitad de frío.

 

Yo te amo para comenzar a amarte,

para recomenzar el infinito

y para no dejar de amarte nunca:

por eso no te amo todavía.

 

Te amo y no te amo como si tuviera

en mis manos las llaves de la dicha

y un incierto destino desdichado.

 

Mi amor tiene dos vidas para amarte.

Por eso te amo cuando no te amo

y por eso te amo cuando te amo.

 

LI

ΤΟ ΓΕΛΙΟ ΣΟΥ είναι πηγή ρηγματωμένου δέντρου,
όταν αστροπελέκι, με αστραπή ασημένια,
ξεσπώντας απ’ τα ουράνια σπάει σ’ ένα ποτήρι,
και σκίζει αυτό το δέντρο στα δυο με μια σπαθιά του.

Μονάχα εκεί στα όρη των χιονισμένων φύλλων
γεννιέται, έρωτά μου, γέλιο σαν το δικό σου·
είναι γέλιο του αγέρα, κορφές που ξεριζώνει,
εκεί που η αραουκάρια, ψηλώνει, λατρευτή μου.

Της κορδιλιέρας πλάσμα, βέρα μου Τσιγιανέχα,
τις σκιές με τα μαχαίρια του γέλιου σου έλα κόψε,
στη νύχτα και στη μέρα, στο μελωμένο γιόμα,

και τα πουλιά ας σαλτάρουν στις φυλλωσιές του απείρου
όταν σαν μια αστραπή και σαν φωτοπλημμύρα
το δέντρο της ζωής στο γέλιο σου θα σπάσει.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, Ιούλ. - Αύγ. 2021

(Πρώτη δημοσίευση: Κατιούσα και Μποτίλια στον Άνεμο, 23/9/2021)

Αραουκάρια: Το γνωστό και στα καθ’  ημάς, επιβλητικό δέντρο Αρωκάρια.

Τσιγιανέχα: Από το Τσιγιάν, γενέτειρα της Ματίλντε.

 

LI

TU RISA PERTENECE a un árbol entreabierto

por un rayo, por un relámpago plateado

que desde el cielo cae quebrándose en la copa,

partiendo en dos el árbol con una sola espada.

 

Sólo en las tierras altas del follaje con nieve

nace una risa como la tuya, bienamante,

es la risa del aire desatado en la altura,

costumbres de araucaria, bienamada.

 

Cordillerana mía, chillaneja evidente,

corta con los cuchillos de tu risa la sombra,

la noche, la mañana, la miel del mediodía,

 

y que salten al cielo las aves del follaje

cuando como una luz derrochadora

rompe tu risa el árbol de la vida.

LII

ΤΡΑΓΟΥΔΑΣ· ΚΑΙ ΨΗΛΑ στα ουράνια, στον ήλιο
ξεσπυρίζει η φωνή σου τα στάρια της μέρας,
στην πράσινη γλώσσα τους τα πεύκα μιλάνε·
τις τρίλιες τους πιάνουν τα πουλιά του χειμώνα.

Στ’ αμπάρια της θάλασσας ακούγεται βήμα,
καμπάνες ακούς, αγκομαχητά κι αλυσίδες,
σιδερικά κουδουνάνε, εργαλεία και σκεύη,
καραβάνι περνάει κροταλίζουνε οι ρόδες.

Μα μοναχά τη φωνή σου ακούω ν’ ανεβαίνει
κάνει η φωνή σου φτερά, ορμάει σαν σαΐτα,
χαμηλώνει η φωνή σου, σοβαρή σαν βροχούλα,

η φωνή σου σκορπάει παντοδύναμες σπάθες,
να τη πάλι η φωνή σου φορτωμένη βιολέτες
και μετά στα ουράνια με παίρνει μαζί της.

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος 

(Πρώτη δημοσίευση, Κατιούσα και Μποτίλια Στον Άνεμο, 12/7/2022)

 

LII

CANTAS Y A sol y a cielo con tu canto
tu voz desgrana el cereal del día,
hablan los pinos con su lengua verde:
trinan todas las aves del invierno.

El mar llena sus sótanos de pasos,
de campanas, cadenas y gemidos,
tintinean metales y utensilios,
suenan las ruedas de la caravana.

Pero sólo tu voz escucho y sube
tu voz con vuelo y precisión de flecha,
baja tu voz con gravedad de lluvia,

tu voz esparce altísimas espadas,
vuelve tu voz cargada de violetas
y luego me acompaña por el cielo.

 

LIII

 

ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ψωμί και το κρασί και το τραπέζι,

το σπίτι: της ζωής οι ανάγκες, της γυναίκας και του άντρα·

σε τούτο εδώ το μέρος ο ίλιγγος άστραψε της ειρήνης

αυτό το φως της άναψε απ’ η δική μας φλόγα.

 

Δόξα στα χέρια σου που ετοιμάζουνε πετώντας

τις άσπρες ομορφιές του τραγουδιού και της κουζίνας,

χαίρε η που πατείς και τα θαύματα γίνονται!

χαίρε η μπαλαρίνα που χορεύει αγκαλιά με τη σκούπα!

 

Εκείνα τ’ αγριεμένα ποτάμια με νερά και φοβέρες

εκείνη εκεί του αφρού η πληγωμένη παντιέρα,

όλα εκείνα που έχουνε κάψει κερήθρες, κοράλλια

 

η ηρεμία, που το αίμα σου ρέει στο δικό μου

αυτή η γαλάζια, έναστρη κοίτη όπως η νύχτα,

είναι αυτή η απέραντη, η απλή τρυφεράδα.

 

Χαίρε η που πατείς και τα θαύματα γίνονται! (Ελύτης)

 

 

LIII

AQUÍ ESTÁ EL pan, el vino, la mesa, la morada:
el menester del hombre, la mujer y la vida:
a este sitio corría la paz vertiginosa,
por esta luz ardió la común quemadura.

Honor a tus dos manos que vuelan preparando
los blancos resultados del canto y la cocina,
salve! la integridad de tus pies corredores,
viva! la bailarina que baila con la escoba.

Aquellos bruscos ríos con aguas y amenazas,
aquel atormentado pabellón de la espuma,
aquellos incendiaron panales y arrecifes

son hoy este reposo de tu sangre en la mía,
este cauce estrellado y azul como la noche,
esta simplicidad sin fin de la ternura.

 

Βλέπε επίσης

Η ποίηση του Πάμπλο Νερούδα από την Κατιούσα

Η ποίηση του Πάμπλο Νερούδα από την Μποτίλια

Επικό Τραγούδι

και

Σονέτο και Σονέτο Μποτίλια

Περισσότερα για τον Νερούδα

Μπάμπης Ζαφειράτος: Πάμπλο Νερούδα - Η γη μοιράζεται με το ντουφέκι – 5 ποιήματα από το Canto General

Άλλα ερωτικά ποιήματα του Νερούδα

Μπάμπης Ζαφειράτος: Πάμπλο Νερούδα (12.7.1904 – 23.9.1973) - Δύο Ποιήματα Ερωτικά και Ένα Τραγούδι Απελπισμένο

100 Ερωτικά Σονέτα 100 Σονέτα του Έρωτα 21 Σονέτα του Έρωτα Cien Sonetos de Amor Diego Rivera La Chascona Matilde Urrutia Pablo Neruda Κούβα Ματίλντε Ουρούτια Μπάμπης Ζαφειράτος Ντιέγκο Ριβέρα Πάμπλο Νερούδα Ποίηση Ριβέρα Σονέτο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.