Δεκέμβρης 1944 (17)

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2022

Μπάμπης Ζαφειράτος: Ευχές για μια αγωνιστική χρονιά, με τη φωνή του Ρόκε Δάλτον — Με δύναμη πάλι και πάλη. Hasta La Poesía De La Revolución

Ο Ροκίτο (14.5.1935-10.5.1975) στο Παρίσι. Φωτό από το αρχείο της οικογένειας Δάλτον.

 

 

Ρόκε Δάλτον

Μιλάω μόνος μου

 

 

Σαν άγγελος κοινωνικός με όρτσα τα πανιά του,

μακριά από αγωνίες και καπετάνιους

του γλυκού νερού,

σάμπως άνθος αδάμαστο

που πια δεν έχει ανάγκη το καλαμπόκι για να πάρει το άρωμά του,

σαν σαλιγκάρι απόμακρο που έφυγε από ένα στήθος κόκκινο,

θα περπατήσω από σήμερα,

ουρλιάζοντας πως ξέρω,

έστω κι αν πληγωθεί

η ανθρωπιά μου και το αίμα μου.

Γιατί όπως μια ξαφνική αστραπή μέσα από ρίζες μυστικές,

συνειδητοποιεί κανείς πως δεν αναπνέει μοναχός του,

και πως υπάρχουνε αδέρφια που κοιμούνται,

κλαδιά κομμένα που βλασταίνουνε,

πιάνα του πρώτου ορόφου, γλυκά

τριαντάφυλλα ξεθωριασμένα αλλά αμάραντα.

 

Κι ακόμα, είναι αυτός ο αιώνας ο απαιτητικός

που μέσα στον οργισμένο θαμνότοπο

μας φέρνει πιο κοντά,

αυτός που χαρίζει στο βλέμμα το μονοπάτι και τη βουνοκορφή,

αυτός που απαιτεί απ’ την ψυχή τις τελευταίες της γροθιές,

αυτός που αφήνει να δονείται μια καθαρή απάντηση στα ερωτηματικά μας.

Το πανόραμα είναι ένα μαχαίρι άγριο: ένας γεννιέται ανάμεσα σε

όλους τους ανθρώπους και στα δέντρα,

γεννιέται ένα καλάμι αγέρωχο, υπεύθυνο, που μέσα του περνάει ένας τυφώνας:

κάποιος κρατάει τη λάμπα που με το ίδιο της το φως

βρίσκει από πού αναβλύζει ένα δάκρυ

άξιο να σωριάσει καταγής αυτό που μας περικυκλώνει.

 

 

Από τη συλλογή, Το παράθυρο στο πρόσωπο (Μεξικό, 1962)

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 28 Ιουλίου 2019

 

*

 

Roque Dalton

Hablando para mí

 

Como un ángel social de alto velamen,

lejano de la angustia y capitán

de nueva clorofila,

como una flor indomeñable

que falta haríale al maíz en la coronación de su significado,

como un lejano caracol que huyó del pecho rojo,

caminaré desde hoy

gritando que conozco,

aunque resulte herida

mi bondad y mi sangre

 

Porque cual repentino rayo de raíces secretas

uno cae en la cuenta que no respira solo,

que hay hermanos dormidos,

cortadas ramas retoñables,

pianos de primer piso, dulces

rosas descoloridas sin morir.

 

Además, es este siglo obligatorio

que en airada espesura

nos reúne,

el que regala al ojo la cumbre y el camino,

el que pregunta al alma por sus puños finales,

el que deja vibrando la fiel liquidación de las preguntas.

El panorama es un cuchillo rudo: uno nace entre todos

los hombres y los árboles,

pariendo el junco responsable que el huracán penetra:

posee uno la lámpara que con su luz idéntica

descubre donde nace la lágrima

digna de ser borrada en lo que nos rodea.

 

La ventana en el rostro (México, 1962)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.