Δεκέμβρης 1944 (17)

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2023

Μπάμπης Ζαφειράτος: Εδουάρδο Γκαλεάνο (3.9.1940 – 13.4.2015), Οι Αείρροες Φλέβες της Λατινικής Αμερικής — Μα εγώ προτιμώ το θάμπος των ανθρώπων - Μικρό τρίπτυχο για τον Τσε Γκεβάρα

Εδουάρδο Γκαλεάνο: Οι Αείρροες Φλέβες της Λατινικής Αμερικής
Μοντεβιδέο, Ουρουγουάη. 3 Σεπτεμβρίου 1940 –13 Απριλίου 2015
Σχέδιο Από τον Jorge Restrepo H.
(Η αφιέρωση: Με μεγάλο θαυμασμό για τον δάσκαλο Γκαλεάνο - Restrepo H.)

 


 

Ο Εδουάρδο Γκαλεάνο για τον Τσε Γκεβάρα

 

Μετάφραση

Μπάμπης Ζαφειράτος – Μποτίλια Στον Άνεμο
Πρώτη δημοσίευση εδώ, 3/9/2023

 

 


 

Μα εγώ προτιμώ το θάμπος των ανθρώπων

 

1.

«Προδότη», του είπα. Του έδειξα ένα απόκομμα από μια κουβανική εφημερίδα: φόραγε στολή πασαδόρου, παίζοντας μπέιζμπολ. Θυμάμαι πως γέλασε, γελάσαμε⸱ δεν ξέρω αν μου απάντησε κάτι. Η συζήτηση πέρναγε, σαν το μπαλάκι του πινγκ-πονγκ, από το ένα θέμα στο άλλο.

Εγώ δεν θέλω ο κάθε Κουβανός να ’χει σκοπό του να γίνει ένας Ροκφέλερ –μου είπε. Ο σοσιαλισμός θα αποκτούσε νόημα αν εξάγνιζε τους ανθρώπους, αν τους έσπρωχνε πέρα απ’ τον εγωισμό, αν τους έσωζε απ’ τον ανταγωνισμό και την απληστία.

Μου ’λεγε πως όταν ήταν πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας, είχε υπογράψει στα τραπεζογραμμάτια Che, περιφρονητικά γιατί πίστευε πως το χρήμα, ένα φετίχ από σκατά, έπρεπε να ’ναι περιφρονημένο.

Τον Τσε Γκεβάρα τον προδίνανε, όπως όλους, τα μάτια του. Θυμάμαι το ξάστερο βλέμμα του, λες και μόλις ξημέρωνε: κοίταζε όπως κοιτάνε οι άνθρωποι που παλεύουν για τα πιστεύω τους.

 

2.

Κουβεντιάζοντας, δεν υπήρχε περίπτωση να ξεχάσεις πως εκείνος ο άνθρωπος είχε φτάσει στην Κούβα μετά από ένα προσκύνημα στους τόπους της Λατινικής Αμερικής. Είχε βρεθεί, κι όχι σαν τουρίστας, στον επαναστατικό ανεμοστρόβιλο της Βολιβίας και στην οδυνηρή επανάσταση της Γουατεμάλα. Είχε φορτώσει μπανάνες στην Κεντρική Αμερική και τράβαγε φωτογραφίες στις πλατείες του Μεξικού, για να κερδίσει τα προς το ζην και ρισκάροντας είχε ριχτεί στην περιπέτεια του Granma.

Δεν ήτανε άνθρωπος του γραφείου. Έπρεπε να ξεσπάσει, αργά ή γρήγορα, σαν καταιγίδα αυτή η δύναμη του φυλακισμένου λιονταριού, που διακρινότανε εύκολα όταν του πήρα εκείνη τη συνέντευξη στα μέσα του 1964.

Ήτανε η ασυνήθιστη περίπτωση του ανθρώπου που παρατάει μια επανάσταση, που την είχε κάνει ο ίδιος και μια χούφτα τρελοί, για να ριχτεί σε μιαν άλλη. Δεν έζησε για να δοξαστεί, παρά μόνο για τον αγώνα, τον αιωνίως αναγακαίο αγώνα για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Ο Καντέλα, ο οδηγός που με συνόδευε σ’ εκείνη την πρώτη περιοδεία μου στην Κούβα, τον έλεγε Άλογο [Caballo]. Κράταγε αυτήν την ύψιστη κουβανική τιμή για τρεις ανθρώπους μοναχά: τον Φιντέλ, τον Τσε και τον Σαίξπηρ.

 

3.

Τρία χρόνια αργότερα, απόμεινα καρφωμένος στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Οι φωτογραφίες δείχνανε από όλες τις γωνιές το ακίνητο σώμα. Η δικτατορία του στρατηγού Μπαριέντος παρουσίαζε στον κόσμο το μεγάλο της τρόπαιο.

Κοίταξα για ώρα πολλή το χαμόγελό του, ειρωνικό και τρυφερό μαζί, κι ήρθαν στο νου μου φράσεις του από κείνη την κουβέντα του ’64, κάποιοι αφορισμοί του για τον κόσμο: Άλλοι το δίκιο έχουνε κι άλλοι τη γη κατέχουνε⸱ για την επανάσταση: Η Κούβα δεν θα είναι ποτέ μια βιτρίνα του σοσιαλισμού, αλλά ένα ζωντανό παράδειγμα⸱ και για τον εαυτό του: Έχω κάνει πολλά λάθη, αλλά πιστεύω πως...

Σκέφτηκα: Απότυχε. Είναι νεκρός. Κι αμέσως πάλι: Ποτέ δεν θ’ αποτύχει. Ποτέ δεν θα πεθάνει⸱ και με τα μάτια μου στραμμένα στο πρόσωπο εκείνου του ριοπλατένιου Χριστού, ένιωσα την επιτακτική ανάγκη να τονε συγχαρώ.

 

Εδουάρδο Γκαλεάνο, Μέρες και Νύχτες Πολέμου και Έρωτα –Días y Noches de Amor y de Guerra. Biblioteca Era: 1983. Segunda edición (Corregida): 2000 (σ. 37-38).

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 26 Σεπ. 2022

_______________________

Ριοπλατένιος: rioplatense στο ισπανικό κείμενο. Από την περιοχή του Ρίο δε λα Πλάτα, από όπου καταγόταν ο Τσε. Η κατάληξη -ense για πατριδωνυμικά, ή οικογενειακά ονόματα⸱ estadounid-ense⸱ Αμερικανός. (Estados Unidos: Ηνωμένες Πολιτείες).

PERO YO PREFIERO LOS RESPLANDORES DE LA GENTE

1.
“Traidor”, le dije. Le mostré el recorte de un diario cubano: él aparecía vestido de pitcher, jugando béisbol. Recuerdo que se rió, nos reímos; si me contestó algo, no sé. La conversación saltaba, como una pelotita de ping-pong, de un tema al otro.

—Yo no quiero que cada cubano aspire a ser Rockefeller –me dijo. El socialismo tenía sentido si purificaba a los hombres, si los lanzaba más allá del egoísmo, si los salvaba de la competencia y la codicia.

Me contó que, cuando era presidente del Banco Central, había firmado los billete con la palabra Che, para burlarse, y me dijo que el dinero, fetiche de mierda, debía ser feo.

El Che Guevara se delataba, como todos, por los ojos. Recuerdo su mirada limpia, como recién amanecida: esa manera de mirar de los hombres que creen.

2.
Charlando, no podía uno olvidar que aquel hombre había llegado a Cuba al cabo de una peregrinación a lo largo de América Latina. Había estado, y no como turista, en el torbellino de la revolución boliviana y en la agonía de la revolución guatemalteca. Había
cargado bananas en Centroamérica y había sacado fotos en las plazas de México, para ganarse la vida y, para jugársela, se había lanzado a la aventura del Granma.

No era hombre de escritorio. Tenía que estallar tarde o temprano, aquella tensión de león enjaulado que era fácil de advertir cuando lo entrevisté a mediados de 1964.

Éste ha sido el insólito caso de alguien que abandona una revolución ya hecha por él y un puñado de locos, para lanzarse a empezar otra. No vivió para el triunfo, sino para la pelea, la siempre necesaria pelea por la dignidad humana.

3.
Tres años después, me quedé con la vista clavada en la primera página de los diarios. Las radiofotos mostraban el cuerpo inmóvil desde todos los ángulos. La dictadura del general Barrientos exhibía al mundo su gran trofeo.

Le miré largamente la sonrisa, a la vez irónica y tierna, y me vinieron a la cabeza frases de aquel diálogo del 64, definiciones del mundo (“La razón la tienen unos, pero las cosas las tienen otros”), de la  evolución (“Cuba no será nunca una vitrina de socialismo, sino un ejemplo vivo”) y de sí mismo (“Yo me he equivocado mucho, pero creo que...”).

Pensé: “Ha fracasado. Está muerto”. Y pensé: “No fracasará nunca. No morirá jamás”, y con los ojos fijos en esa cara de Jesucristo rioplatense, me vinieron ganas de felicitarlo.

 

Από βιβλίο μου για τον Τσε που θα κυκλοφορήσει προσεχώς.

Βλέπε και τη σημείωση που ακολουθεί, και στο τέλος συνδέσμους με ποιήματα από το Πράσινο Σημειωματάριο.

 



Βλέπε επίσης στην Μποτίλια από το ίδιο «βιβλίο»

Μπάμπης Ζαφειράτος: Λόρκα (5.6.1898 – 19.8.1936), Μπαλάντα της Χωροφυλακής (Πλήρης) — Τσε (14.6.1928 – 9.10.1967), Με τον Λόρκα στην Καρδιά


Άλλα ποιήματα από το Πράσινο Σημειωματάριο του Τσε

Πάμπλο Νερούδα

Μπάμπης Ζαφειράτος: Πάμπλο Νερούδα (12.7.1904-23.9.1973), Θρηνητική Ωδή


Λεόν Φελίπε

Μπάμπης Ζαφειράτος: Λεόν Φελίπε (11.4.1884 – 18.9.1968), Ο άδειος σταυρός και ο άδειος χιτώνας

Μπάμπης Ζαφειράτος: 64 χρόνια από την Κουβανική Επανάσταση — Τσε «εναντίον» Λεόν Φελίπε και η εργασία στην κομμουνιστική Κούβα

Μπάμπης Ζαφειράτος: Λεόν Φελίπε, Χριστέ — Να είστε όλοι γεροί και δυνατοί - ¡Hasta La Poesía De La Revolución!


 Νικολάς Γκιγιέν

 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.