Δεκέμβρης 1944 (17)

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2023

Των Αγίων Κατράκη (14.8.1908 - 2.9.1984) και Μπρεχτ (10.2.1898 - 14.8.1956) ή Όταν ο Μάνος Κατράκης βρισκόταν συντροφιά με τον Μπέρτολτ Μπρεχτ — Μια παράσταση και 2 ποιήματα της παράστασης — Για τους ναζί, την άμυνα και την αλληλεγγύη: 3 ακόμη ποιήματα του φτωχού Μπ. Μπ. από τα Μαύρα Δάση (Και τα 5 ποιήματα στην εξαιρετική μετάφραση του φίλου και σύντροφου Γιώργου Κεντρωτή)

Μάνος Κατράκης
14 Αυγ. 1908 Κίσσαμος, Κρήτη - 2 Σεπ. 1984, Αθήνα
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 2.IX.2017 (Μολύβι, 29 χ 21 εκ.)

 

 

Μάνος Κατράκης

 

Τον Φεβρουάριο του 1978 το Ε.Λ.Θ. συμμετέχει στις εκδηλώσεις για τα 80 χρόνια από τη γέννηση του Μπέρτολτ Μπρεχτ με το ανέβασμα της παράστασης Συντροφιά με τον Μπρεχτ στο θέατρο Μπρόντγουαιη.

 

Η ιδέα και η σκηνοθεσία είναι του Ζιλ Ντασέν, η μετάφραση και η διασκευή του Μάριου Πλωρίτη.

 

Τη μουσική των Hans Eisler και Kurt Weil επιμελείται ο Θάνος Μικρούτσικος, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι του Αντ. Κυριακούλη.

 

Δίπλα στον Μάνο Κατράκη εμφανίζεται ένα επιτελείο λαμπρών ηθοποιών - πρωταγωνιστών του θεάτρου: η Μελίνα Μερκούρη, ο Γιάννης Φέρτης, η Μπέτυ Βαλάση, ο Χρήστος Καλαβρούζος κ.ά. 

 

Ο στόχος της παράστασης δηλώνεται ξεκάθαρα στο πρόγραμμα:

«Ούτε βιογραφία του Μπρεχτ, ούτε ανθολογία του έργου του αποτελεί το πρόγραμμα που παρουσιάζουμε... Εκείνο που θελήσαμε να δώσουμε είναι μερικές πλευρές του Μπρεχτ ιδιαίτερα αγαπητές σε μας... Κι αυτά, πάντα, μέσα από εκείνο που ο Μπρεχτ θεωρούσε ως “την πιο μεγάλη κι ευγενική λειτουργία του θεάτρου: την ψυχαγωγία”, την ψυχαγωγία που απευθύνεται στη λογική του θεατή, και αποσκοπεί να τον φωτίσει και να τον αλλάξει, ώστε να αλλάξει κι εκείνος με τη σειρά του τον κόσμο».

Μία από τις χαρακτηριστικές στιγμές της επικοινωνίας με τους θεατές ήταν όταν σε ένα τραγούδι, που ερμήνευε ο Μάνος Κατράκης, τον διακόπτει με χειροκροτήματα ενθουσιασμένο το κοινό και ο καλλιτέχνης απαντά: «Στον Ντασέν, που επέμενε να τραγουδήσω».

 

«ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ ME TON ΜΠΡΕΧΤ»

 

Επιλογή και προσαρμογή: JULES DASSIN, ΜΑΡΙΟΣ ΠΛΩΡΙΤΗΣ

Μεταφράσεις: ΜΑΡΙΟΣ ΠΛΩΡΙΤΗΣ

Σκηνοθεσία: JULES DASSIN Μουσική: HANS EISLER, KURT WEILL, ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ

Κοστούμια: ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥΛΗΣ

Τραγούδι: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΤΡΑΣ

Ορχήστρα: ΗΛ. ΚΟΛΟΒΟΣ (κλαρινέτο), Θ. ΝΙΚΟΠΟΥΛΟΣ (πιάνο), Γ. ΚΟΥΤΡΑΣ (μπάντζο)

Φωτισμοί: ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ

Βοηθός σκηνοθέτη: ΜΑΝΟΥΕΛΛΑ ΠΑΥΛΙΔΟΥ

Από το λεύκωμα ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ, Στη ζωή, τη σκηνή και την οθόνη (Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2004, σ. )

 

 


ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

 

«Μικρό Όργανο για το θέατρο» (άποσπάσματα)              ΟΛΟΙ

«Για τον φτωχό Μπ.Μπ.»                        ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ

     (τραγούδι)                                                ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΤΡΑΣ

«Στη μητέρα μου»                                      ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ

Από το έργο «Ή Μάνα»: «Το τραγούδι του Πάβελ»

                                                                         ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ

«Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει»

                                                          ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΛΑΒΡΟΥΖΟΣ

«Επιτάφιο στη Ρόζα Λούξεμπουργκ»   ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ

«Για την παιδοκτόνο Μαρία Φαρράρ»      ΜΠΕΤΤΥ ΒΑΛΑΣΗ

Από την όπερα «Μαχαγκόννυ»:

      «Alabama Song»                                  ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ

      «Αχ, σκεφτείτε το, Χερρ Γιάκομπ Σμίτ»  ΜΠΕΤΤΥ ΒΑΛΑΣΗ

      «Όπως στρώνεις, κοιμάσαι»                 ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ

«Για την “πόρνη των Εβραίων” Μαρία Σάντερς»

                                                                       ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΤΡΑΣ

«Η Εβραία»      ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ, ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ

Από το έργο «Ο Σβέικ στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο»

                                   ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ,

                      ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΛΑΒΡΟΥΖΟΣ. ΜΠΕΤΤΥ ΒΑΛΑΣΗ

      «Το τραγούδι της γυναίκας του ναζί στρατιώτη»

                                                                    ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ

«Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου»                                      ΟΛΟΙ

 

Η διεύθυνση του θεάτρου διατηρεί το δικαίωμα να αλλάξει τη σειρά των σκηνών ή και να περικόψει ορισμένες.

 

 

ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

 

Από την «Όπερα της πεντάρας»

«Το τραγούδι του Μακ» - «Τάνγκο»

                                ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ.    ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ

«Δίκαια κυνηγημένος»                                  ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ

«Το κάψιμο των βιβλίων»                             ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ

«Το άλλαγμα της ρόδας»                              ΜΠΕΤΤΥ ΒΑΛΑΣΗ

«Στη γέννηση ενός γιου»                ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΛΑΒΡΟΥΖΟΣ

«Γερμανικό τραγούδι»

                                 ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΤΡΑΣ

«Σε σκοτεινούς καιρούς»                            ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ

«Μπαλλάντα για την έγκριση του κόσμου»  ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ

«Τραγούδι του Σεπτέμβρη»                        ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ

Από το έργο «Η ζωή του Γαλιλαίου»

                                      ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΕΡΤΗΣ

«Σουραμπάγια-Τζόννυ»                            ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ

 

Από το έργο «Ο κύκλος με την κιμωλία»                              ΟΛΟΙ

«Μόττο»                                                       ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ

Χαιρετισμός στόν Μπρέχτ                                                     ΟΛΟΙ

 

Τα φορέματα της κυρίας Μερκούρη είναι του ΓΙΑΝΝΗ BOYΡΟΥ (Ηρακλείτου 1).

Τα παπούτσια της κυρίας Μερκούρη είναι του ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΛΙΑ (Σπευσίππου 13).

Οι φωτογραφίες του προγράμματος είναι του ΜΑΚΗ ΚΟΥΝΤΗ -Στούντιο Ν. ΜΑΥΡΟΓΕΝΝΗΣ

 

 

 

ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ
Στη ζωή, τη σκηνή και την οθόνη
(Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2004, σσ. 160-163)

 

 

 


 

Μπέρτολτ Μπρεχτ
10 Φεβ. 1898, Άουγκσμπουργκ Βαυαρίας - 14 Αυγ. 1956, Ανατολικό Βερολίνο
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 14.VIII.2015 (Μελάνι, 29χ21 εκ.)

 

 

Μπέρτολτ Μπρεχτ

Δυο ποιήματα της παράστασης σε εξαιρετική μετάφραση Γιώργου Κεντρωτή

 

 

Η ΠΑΙΔΟΚΤΟΝΟΣ MAPI ΦΑΡΡΑΡ

 

1

Μαρί Φαρράρ: κάποιον Απρίλη γεννηθείσα⸱

ανήλικη, ορφανή, ραχιτική⸱ η είδή της

αδιάφορη⸱ έως του νυν μη καταδικασθείσα.

Εσκότωσε με αυτόν τον τρόπο το παιδί της:

Σαν ήτανε στον δεύτερό της μήνα, λέει,

επήρε μια γυναίκα σ’ ένα υγρό κελλάρι

να της το ρίξει⸱ δεν αντέχει πόνο, κλαίει

απ’ τις ενέσεις. (Και πότε της εχάρη;...)

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.

 

2

Αμέσως πλήρωσε τα συμπεφωνημένα.

Εφάσκιωνε κατόπιν, λέει, την κοιλιά της⸱

ρακιά έπινε με πάπρικα ανακατεμένα

– τα καταπότια εσκίζανε τα σωθικά της.

Το φούσκωμά της πώς να μην το βλέπαν δλοι...

σαν εκκαθάριζε, απ’ το σκύψιμο, πονούσε.

Και κάθε μέρα εργάσιμη και κάθε σκόλη

να τη βοηθήσει η Παναγιά παρακαλούσε.

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.

 

3

Κανένα τάμα εν τούτοις δεν την ωφελούσε⸱

ζητούσε —φαίνεται— πολλά απ’ την Παναγία.

Στους όρθρους ζαλιζόταν και όλο ίδρωκοπουσε

από γονυκλισία σέ γονυκλισία.

Κατάφερε να μην την πάρουνε χαμπάρι,

ώσπου ’σωσε πια η ώρα της για να γεννήσει.

Πού να το φανταστεί κανείς πώς θα ’χε χάρη

κοπέλα, σαν κι αυτή άχαρη, να έχει αμαρτήσει!

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.        

 

4

Τη μέρα εκείνη, λέει, πριν θαμποχαράξει,

στις σκάλες για σφουγγάρισμα όπως είχε σκύψει,

νυχιές βαθιές της είχαν την κοιλιά σπαράξει⸱

τους πόνους της, ωστόσο, εμπόρεσε να κρύψει.

Μετά μπουγάδες έπλενε-άπλωνε όλη μέρα

και το κεφάλι της επήγαινε να σπάσει⸱

της έτρεμε η καρδιά λες κι ένιωθε φοβέρα⸱

και αργά, ώσπου να γεννήσει, επήγε να πλαγιάσει.

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.

 

5

Τη φώναξαν, προτού καλά-καλά ξαπλώσει⸱

χιόνι είχε πέσει, κι έπρεπε να το σβαρνίσει.

Η ώρα έντεκα – δεν είχε ή μέρα της τελειώσει!

Τη νύχτα βρήκε πάντως χρόνο να γεννήσει.

Κι εγέννησε όντως⸱ ήταν, όπως λέει, αγόρι,

κι ο γιος της ήταν όπως είν’ και τ’ άλλα αγόρια⸱

μα εκείνη σαν τις άλλες μάνες δεν εμπόρει να ’ναι⸱

όμως μην της ρίξετε την κατηγόρια!

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.

 

6

Αφήστε τη, εγώ θα ’λεγα, να συνεχίσει,

να διηγηθεί ό,τι εσύ θα διηγείσαι

μετά⸱ τα πράγματα δεν θα τα συσκοτίσει.

Αφήστε, μπας και δούμε τί είμαι και ποιος είσαι...

Λοιπόν, μας λέει, πως σαν πήγε στο κρεβάτι,

την είχε μι’ αναγούλα απ’ το λαρύγγι άδράξει⸱

ούτ’ ήξερε ούτε μπόραγε να κάνει κάτι –

συνέχεια εζοριζότανε να μην ουρλιάξει.

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.

 

7

Και με όση δύναμη της είχε απομείνει

(μιας κι ήταν μες στην κάμαρά της κρύο, μπούζι)

εσύρθηκε ως τον καμπινέ, κι εκεί εγίνη

η γέννα. Που άκουγε το στόμα της να σκούζει

το θυμάται – τα χαράματα. Ολομόναχή της,

τελείως στα χαμένα, ευρέθη να ξυλιάζει,

να μη μποράει να βαστήξει το παιδί της –

στο σπίτι εχίμαγαν το χιόνι και τ’ άγιάζι.

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.

 

8

Αμέσως, πριν στην κάμαρα ξαναγυρίσει,

αρχίζει εκεί, ως συνήθως, το μωρό το κλάμα.

Φρενιάζει εκείνη (ναι, μας το ’ χει εξηγήσει)⸱

για να σωπάσει, το χτυπά⸱ και εν τω άμα

απ’ τις τυφλές μπουνιές βουβαίνεται. Το παίρνει

το σκοτωμένο της παιδί και ώσπου να φέξει

μαζί στην κλίνη το ’χει το πρωί το φέρνει

στο πλυσταριό⸱ το κρύβει – σέ κανέναν λέξη.

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.

 

9

Μαρί Φαρράρ: κάποιον Απρίλη γεννηθείσα

στου Μάισεν τις φυλακές αποθανούσα⸱

ανύπαντρη μητέρα⸱ καταδικασθείσα⸱

και εγκλήματα όντων ανθρωπίνων ιστορούσα.

Εσείς που σε κρεβάτια παστρικά γεννάτε

με «ευλογημένο» της κοιλίας τον καρπό σας,

το ανάθεμα στους αδυνάμους μην πετάτε.

Κρίμα ας ζυγίζετε και πόνο στο μυαλό σας.

         Μα εσείς, παρακαλώ, κρατήστε την οργή σας⸱

         το κάθε πλάσμα αποζητά την αρωγή σας.

 

                      Von der Kindesmorderin Marie Farrar

 

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής

 

 

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ TOY ΣΟYΡΑΜΠΑΓΙΑ-ΤΖΩΝΝY

 

1

Παιδούλα ακόμη, Θε μου, ήμουν στα δεκάξι,

μια μέρα από τη Μπίρμα πλάκωσες ’δω πάνω

κι αρχίνησες να λες: «Μαζί μου θα σε πάρω⸱

και μην ανησυχείς, τα ναύλα εγώ σ’ τα κάνω».

Σε ρώτησα πώς ζεις και ποια ’ναι η δουλειά σου,

και μου ’πες αχ, τι μου ’πες, μα την Παναγία,

στα τρένα μου ’πες πως δουλεύεις, ναι, στα τρένα –

δουλειά με θάλασσες δεν έχεις και με πλοία.

Πολλά είπες λόγια, λόγια, λόγια, Τζώννυ,

κι αληθινή ούτε μια σου λέξη, Τζώννυ.

Από την πρώτη με ξεπούλησες στιγμή.

Και σε μισώ, ναι, σε μισώ, ναι, Τζώννυ,

που στέκεις και κοιτάς σα χάνος, Τζώννυ.

Μη μου φυσάς στη μούρη τον καπνό - σκυλί!

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, πόσο απότομα μου φέρνεσαι...

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, Θε μου, πόσο σ’ αγαπάω, πόσο

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, φίδι στη χαρά μου σέρνεσαι...

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, την αγάπη πώς να τηνε σώσω;

 

2

Οι πρώτες μέρες ήταν Κυριακή και σχόλη,

ως τη στιγμή που πήγα κι έπεσα μαζί σου⸱

και δεν περάσαν ούτε καν δυο εβδομάδες

και την κουβέντα πια δεν ξέρω την καλή σου.

Ανεβοκατεβαίνω του Πουντζάμπ τη χώρα⸱

στη θάλασσα, στον ποταμό πηγαίνω πάντα⸱

και σπίτι μου σαν κοιταχτώ μες στον καθρέφτη,

θαρρώ πως έχω καβατζάρει τα σαράντα.

Δεν γύρευες αγάπη, αχ, όχι, Τζώννυ⸱

λεφτά ήθελες μονάχα, φράγκα, Τζώννυ.

Κι έξω ζητιάνευα μια λέξη σου καλή.

Τα πάντα ζήταγες, τα πάντα, Τζώννυ⸱

και σου ’δινα και παραπάνω, Τζώννυ.

Μη μου φυσάς στη μούρη τον καπνό - σκυλί!

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, πόσο απότομα μου φέρνεσαι...

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, Θε μου, πόσο σ’ αγαπάω, πόσο

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, φίδι στη χαρά μου σέρνεσαι...

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, την αγάπη πώς να τηνε σώσω;

 

3

Δεν είχα απ’ την αρχή ρωτήσει για να μάθω

το παρατσούκλι Σουραμπάγια τι σημαίνει⸱

αργότερα έμαθα ό,τι σ’ όλα τα λιμάνια

για σένα ξέρουν: είσαι μάκινα εγνωσμένη.

Πρωί θε να ’ναι⸱ θα ’μαι σε φτηνό κρεβάτι

το κύμα θε ν’ ακώ έξω που με ορμή θα σκάει

κι εσύ, αχ, εσύ θε να μπαρκάρεις στο καράβι

που θα σαλπάρει και μακριά μου θα σε πάει.

Δεν έχεις, ναι, καρδιά δεν έχεις, Τζώννυ.

Και παλιοτόμαρο, ναι, αυτό είσαι ,Τζώννυ!

Γιατί με παράτας στη φτωχικιά μου αυλή;

Μα ακόμα, σ’ αγαπάω ακόμα, Τζώννυ,

όπως την πρώτη-πρώτη μέρα, Τζώννυ.

Μη μου φυσάς στη μούρη τον καπνό - σκυλί!

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, πόσο απότομα μου φέρνεσαι...

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, Θε μου, πόσο σ’ αγαπάω, πόσο

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, φίδι στη χαρά μου σέρνεσαι...

         Σουραμπάγια-Τζώννυ, την αγάπη πώς να τηνε σώσω;

 

                                                  Das Lied vom Surabaya-Johnny

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής

 

 

Μπέρτολτ Μπρεχτ, Η βαβυλωνιακή σύγχυση των λέξεων και άλλα 499 ποιήματα.

Μετάφραση, Γιώργος Κεντρωτής

GUTENBERG, Αθήνα, 2014 (σσ. 83, 155)

 

 

 

 

 

Dirk Hagner, Bertolt Brecht (II)
Woodcut on washi paper, 2004 (142 x 57 cm)

 

 

 

ΟΤΑΝ Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΣΥΝΕΧΩΣ ΓΙΓΑΝΤΩΝΟΤΑΝΕ

 

Όταν ο φασισμός συνεχώς γιγαντωνότανε στη Γερμανία

και των εργατών οι μάζες συνέρρεαν στις τάξεις του,

εμείς λέγαμε μεταξύ μας: ο αγώνας μας δεν έγινε σωστά.

Μέσα στο κατακόκκινο Βερολίνο βγαίνανε με θράσος

τέσσερις-τέσσερις και πέντε-πέντε οι Ναζί,

φορώντας τις νέες τους στολές, και σκότωναν

συντρόφους δικούς μας.

Και καθώς έπεφταν και άνθρωποι δικοί μας και άνθρωποι

         του Ραϊχσμπάνερ

λέγαμε και ξαναλέγαμε στους σύντροφους του Κόμματος

         των Σοσιαλδημοκρατών:

Θα περιμένουμε άραγε να καθαρίσουν πρώτα όλους τους συντρόφους;

Εμπρός, αγωνιστείτε δίπλα μας! Τι περιμένετε, ενταχθείτε

         στον Αντιφασιστικό Σύνδεσμο!

Και τι απάντηση παίρναμε τότε;

Ίσως ν’ αγωνιστούμε μαζί σας⸱ οι αρχηγοί μας όμως

μας προειδοποιούν πως ίδιες είναι

η κόκκινη και η λευκή τρομοκρατία.

Κάθε μέρα συζητούσαμε μαζί τους

και κάθε μέρα το έγραφε η εφημερίδα μας να το διαβάζουν

ότι μία και μόνο μία είναι η τρομοκρατία,

και κάθε μέρα, προφορικώς και γραπτώς, τους τονίζαμε ότι

η τρομοκρατία αυτή θα νικηθεί μόνο μέσα

απ’ τις γραμμές του Κόκκινου Μετώπου της Ενότητας.

Σύντροφοι, ξέρετε καλά πια τώρα ποιο είναι το μικρό κακό

που χρόνο το χρόνο σάς εκράταγε μακριά από τους αγώνες.

Θα κάνουμε, αλήθεια, ακόμα υπομονή με τους Ναζί;

Στις φάμπρικες και στους τοίχους, στις αφίσες,

έχουμε δει τη θέληση των προλετάριων για αγώνα.

Αλλά και στ’ ανατολικά του Βερολίνου

οι Σοσιαλδημοκράτες μάς χαιρετούσαν

εμάς του Κόκκινου Μετώπου

και μας έδειχναν που φόραγαν τα σήματα

της Αντιφασιστικής Δράσης. Οι μπιραρίες

όσα βράδια είχε συζήτηση ήτανε φίσκα.

Και πολύ σύντομα μαζεύτηκαν οι Ναζί και δεν τολμούσαν

         να περπατούν πια μόνοι στους δρόμους μας,

ακριβώς επειδή οι δρόμοι τουλάχιστον

είναι και μένουν δικοί μας,

όταν μας έχουνε αρπάξει τα σπίτια.

 

                           Als der Faschismus immer starker wurde

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής

 

 

 

ΟΠΟΙΟΣ ΑΜΥΝΕΤΑΙ

 

Όποιος αμύνεται, όταν του κόβει την ανάσα

αυτός που του σφίγγει το λαιμό, προστατεύεται

από ρητή διάταξη του νόμου –

γι’ αυτό και κραυγάζει

πως ευρέθη σε νόμιμη άμυνα. Όμως

αυτός ο ίδιος νόμος το πρόσωπό του αποστρέφει

—και αν τυχόν ιδεί, αντιπαρέρχεται—,

όποτε αμύνεσθε, γιατί σας κόβουν το ψωμί.

Και βέβαια όποιος δεν τρώει πεθαίνει,

το ίδιο πεθαίνει δε και όποιος τρώει ελάχιστα,

μόνο που αυτός αργεί λιγάκι να πεθάνει.

Και όσο πεθαίνει —μέρες και μήνες—

του απαγορεύεται η άμυνα.

 

                                                Wer sich wehrt

 

 Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής

 

 


ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

 

Της γης λαοί, εμπρός ξεσηκωθείτε

κι εδώ όλοι τώρα ενώστε την ορμή σας,

για να ’ρθει η μέρα που θε να τη δείτε

ολόκληρη να είναι ολοδικής σας.

         Εμπρός, λοιπόν! Ποτέ σας μην ξεχνάτε –

         η ενότητα όλους τους εχθρούς διαλύει!

         Και είτε πεινάτε είτ’ έχετε να φάτε,

         να μην ξεχνάτε αυτό που πάντα ισχύει:

         να μην ξεχνάτε την αλληλεγγύη!

 

Λευκοί, Ερυθροί και Κίτρινοι και Μαύροι,

για βάλτε τέλος πια στα μακελλειά σας!

Κοινή τη γλώσσα αν η φωνή σας θα ’βρει,

η ενότητα θ’ ανάψει την καρδιά σας.

         Εμπρός, λοιπόν! Ποτέ σας μην ξεχνάτε –

         η ενότητα όλους τους εχθρούς διαλύει!

         Και είτε πεινάτε είτ’ έχετε να φάτε,

         να μην ξεχνάτε αυτό που πάντα ισχύει:

         να μην ξεχνάτε την αλληλεγγύη!

 

Η ενότητα να είναι να φτουρήσει,

συστρατευθείτε όλοι στον σκοπό σας.

Κανείς κανέναν έξω μην άφήσει!

Θ’ αφήνατε ποτέ τον εαυτό σας;!

         Εμπρός, λοιπόν! Ποτέ σας μην ξεχνάτε –

         η ενότητα όλους τους εχθρούς διαλύει!

         Και είτε πεινάτε είτ’ έχετε να φάτε,

         να μην ξεχνάτε αυτό που πάντα ισχύει:

         να μην ξεχνάτε την αλληλεγγύη!

 

 

Τ' αφεντικά μας, όποια αυτά και να ’ναι,

γλεντοκοπούν με τη διχόνοιά μας.

Μας βλέπουν διασπασμένους και γελάνε,

γιατί έτσι θα ’ναι πάντα αφεντικά μας.

         Εμπρός, λοιπόν! Ποτέ σας μην ξεχνάτε –

         η ενότητα όλους τους εχθρούς διαλύει!

         Και είτε πεινάτε είτ’ έχετε να φάτε,

         να μην ξεχνάτε αυτό που πάντα ισχύει:

         να μην ξεχνάτε την αλληλεγγύη!

 

Ω προλετάριοι του κόσμου, τώρα

ενότητα για την ελευθερία!

Πυκνώστε τις γραμμές σας, κι ήρθε η ώρα

να καταλύσουμε την τυραννία!

         Εμπρός, λοιπόν! Ποτέ σας μην ξεχνάτε –

         η ενότητα όλους τους εχθρούς διαλύει!

         Και είτε πεινάτε είτ’ έχετε να φάτε,

         να μην ξεχνάτε αυτό που πάντα ισχύει:

         να μην ξεχνάτε την αλληλεγγύη!

 

                                                 Solidaritatslied

 

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής

 

 

Μπέρτολτ Μπρεχτ, Η βαβυλωνιακή σύγχυση των λέξεων και άλλα 499 ποιήματα.

Μετάφραση, Γιώργος Κεντρωτής

GUTENBERG, Αθήνα, 2014 (σσ. 182, 159, 161)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.