Δεκέμβρης 1944 (17)

Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2021

Μπάμπης Ζαφειράτος: ΟυρανοΜίκης Θεοδωράκης - Παύλος Νερούδα, Ελευθερωτές των λαών της Οικουμένης (Canto General - Video)

 

 

Τούτη τη γη παρ’ τη στα χέρια,
μπες στο χορό αυτής της λάμψης,
πάρ’ το ψωμί σου και το μήλο,
πάρ’ την καρδιά και τ’ άλογό σου
γίνε φρουρός στο σύνορό σου,

*

Μετάφραση:

Μπάμπης Ζαφειράτος – Μποτίλια Στον Άνεμο

Πρώτη δημοσίευση: 23/9/2019

*

Canto General: Οικουμενικό Τραγούδι ή Οικουμενικός Ύμνος ή Καθολικό / Γενικό Τραγούδι ή Γενικό Άσμα, όπως το μάθαμε από τη μετάφραση της Δανάης Στρατηγοπούλου. Άρχισε να γράφεται το 1938. Πρώτη έκδοση στο Μεξικό το 1950 και στη συνέχεια κυκλοφόρησε κρυφά στη Χιλή. Αποτελείται από δεκαπέντε μέρη, Cantos, αριθμημένα από το I-XV. 231 ποιήματα συνολικά (πάνω από 15.000 στίχοι), που δεν αφορούν μόνο τους λαούς της Λατινικής Αμερικής –γι’ αυτό άλλωστε και (εδώ) Οικουμενικό, με οκτώ (8) αναφορές στην Ελλάδα και στους Έλληνες.

Πρώτες πρόβες του μελοποιημένου από τον ΟυρανοΜίκη Θεοδωράκη
Canto General, με τη Μαρία Φαραντούρη και τον Πέτρο Πανδή, είναι στο Παρίσι τον Αύγουστο του 1972, παρουσία του Νερούδα (πρέσβης της Χιλής στη Γαλλία τότε) και της συζύγου του Ματίλντε Ουρούτια. Αύγουστο του ’73 θα παρουσιαστεί σε μεγάλη περιοδεία στη Λατινική Αμερική...

 

*

 

– Άσμα  IV

Οι Ελευθερωτές

 

Οι Ελευθερωτές

Πάμπλο Νερούδα

 

 

Εδώ φυτρώνει αυτό το δέντρο,
της θύελλας, του λαού το δέντρο.
Απ’ τη γη βγαίνουν οι ήρωές του
όπως απ’ τους χυμούς τα φύλλα,
κι ο άνεμος σπάει τ’ ανταριασμένου
πλήθους το φύλλωμα, ώσπου ο σπόρος
ψωμί στη γη να ξαναπέσει.

Εδώ φυτρώνει αυτό το δέντρο
απ’ τους γυμνούς νεκρούς θρεμμένο
νεκρούς δαρμένους, πληγωμένους,
νεκρούς με μάγουλα μπασμένα,
παλουκωμένους σε κοντάρια,
από φωτιά πυρπολημένους,
πετσοκομμένους με τσεκούρι,
στην εκκλησία σταυρωμένους.

Εδώ φυτρώνει αυτό το δέντρο,
που ’χει ολοζώντανες τις ρίζες
ήπιε απ’ τη δυστυχία νίτρο
οι ρίζες του ποτίσαν μ’ αίμα,
και δάκρυα ρούφηξε απ’ το χώμα:
τ’ ανέβασε απ’ τα κλαριά του
κυλήσανε μες στον τον κορμό του.
Βγήκαν αόρατα λουλούδια
πολλές φορές ήταν θαμμένα,
κι άλλες φορές τα πέταλά τους
φεγγοβολούσαν σαν πλανήτες.

Κι ο άνθρωπος πήρε απ’ τα κλωνάρια
τα μεστωμένα τους μπουμπούκια,
σαν να ’ταν ρόδια ή μανόλιες
τα μοίρασε χέρι με χέρι
κι άξαφνα έσκασε το χώμα
και ψήλωσαν μέχρι τ’ αστέρια.

Είναι της λευτεριάς το δέντρο.
το δέντρο γη, το δέντρο νέφος.
Δέντρο ψωμί, δέντρο σαΐτα.
Δέντρο γροθιά και δέντρο φλόγα.
Το πνίγει η άγρια καταιγίδα
τούτης της μαύρης εποχής μας,
όμως αντέχει ο κορμός του
κι ο ρωμαλέος του αγώνας.

Κι είναι φορές που ξαναπέφτουν
χολεριασμένα τα κλαριά του,
στάχτη το πνίγει και σκεπάζει
το αλλοτινό του μεγαλείο:
κι έτσι γυρίσανε τα χρόνια
και βγήκε μέσα απ’ τα μαρτύρια,
ωσότου μυστικό ένα χέρι
και μπράτσα αμέτρητα υψωθήκαν,
φύλαξε ο λαός κομμάτια,
έκρυψε κούτσουρα ατόφια,
με τα φιλιά του έβαλε φύλλα
στο διαλυμένο εκείνο δέντρο,
τα σκόρπισε σε χίλια μέρη
και με τις ρίζες του βαδίζει.
Ετούτο ’δω είναι το δέντρο,
του λαού, των λαών του κόσμου,
της λευτεριάς και του αγώνα.

Κοίτα επάνω απ’ τα κλαριά του,
τις νέες άγγιξε αστραπές του,
στις φάμπρικες βύθισ’ το χέρι
εκεί που δένει ο καρπός του,
σκόρπα το φως του κάθε μέρα.
Τούτη τη γη παρ’ τη στα χέρια,
μπες στο χορό αυτής της λάμψης,
πάρ’ το ψωμί σου και το μήλο,
πάρ’ την καρδιά και τ’ άλογό σου
γίνε φρουρός στο σύνορό σου,
στην άκρη εκεί της φυλλωσιάς του.

Για τ’ άνθη πάλεψε που σβήνουν,
χώσου βαθιά σου εχθρού τις νύχτες,
βίγλισε την αυγή που φτάνει,
ανάσανε το φως των άστρων,
βάστα το δέντρο αυτό, το δέντρο
στης γης το κέντρο, που ψηλώνει.

 

Παύλος Νερούδα: Γενικό Άσμα (1950), IV.─ Οι Ελευθερωτές

Μετάφραση: Μπάμπης Ζαφειράτος, 18 Αυγούστου 2019

Πρώτη

 

[Με τις ευχαριστίες μου στην καλή φίλη Helen Pavlidou που μου το υπενθύμισε: https://www.facebook.com/elenlalen/posts/4617053808325007]

 

*

ΟυρανοΜίκης Θεοδωράκης – Παύλος Νερούδα

Με τη θεϊκή Μαρία Φαραντούρη – Los Libertadores (Canto General)
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (2012)

*

Περισσότερα για το Canto General, βλέπε από Μποτίλια Στον Άνεμο

Μπάμπης Ζαφειράτος: Πάμπλο Νερούδα - Η γη μοιράζεται με το ντουφέκι – 5 ποιήματα από το Canto General

*

Los libertadores

Pablo Neruda


 

Aquí viene el árbol, el árbol
de la tormenta, el árbol del pueblo.
De la tierra suben sus héroes
como las hojas por la savia,
y el viento estrella los follajes
de muchedumbre rumorosa,
hasta que cae la semilla
del pan otra vez a la tierra.

Aquí viene el árbol, el árbol
nutrido por muertos desnudos,
muertos azotados y heridos,
muertos de rostros imposibles,
empalados sobre una lanza,
desmenuzados en la hoguera,
decapitados por el hacha,
descuartizados a caballo,
crucificados en la iglesia.

Aquí viene el árbol, el árbol
cuyas raíces están vivas,
sacó salitre del martirio,
sus raíces comieron sangre,
y extrajo lágrimas del suelo:
las elevó por sus ramajes,
las repartió en su arquitectura.
Fueron flores invisibles,
a veces, flores enterradas,
otras veces iluminaron
sus pétalos, como planetas.

Y el hombre recogió en las ramas
las corolas endurecidas,
las entregó de mano en mano
como magnolias o granadas
y de pronto, abrieron la tierra,
crecieron hasta las estrellas.

Este es el árbol de los libres.
El árbol tierra, el árbol nube.
El árbol pan, el árbol flecha,
el árbol puño, el árbol fuego.
Lo ahoga el agua tormentosa
de nuestra época nocturna,
pero su mástil balancea
el ruedo de su poderío.

Otras veces, de nuevo caen
las ramas rotas por la cólera,
y una ceniza amenazante
cubre su antigua majestad:
así pasó desde otros tiempos,
así salió de la agonía,
hasta que una mano secreta,
unos brazos innumerables,
el pueblo, guardó los fragmentos,
escondió troncos invariables,
y sus labios eran las hojas
del inmenso árbol repartido,
diseminado en todas partes
caminando con sus raíces.
Este es el árbol, el árbol
del pueblo, de todos los pueblos
de la libertad, de la lucha.

Asómate a su cabellera:
toca sus rayos renovados:
hunde la mano en las usinas
donde su fruto palpitante
propaga su luz cada día.
Levanta esta tierra en tus manos,
participa de este esplendor,
toma tu pan y tu manzana,
tu corazón y tu caballo
y monta guardia en la frontera,
en el límite de sus hojas.

Defiende el fin de sus corolas,
comparte las noches hostiles,
vigila el ciclo de la aurora,
respira la altura estrellada,
sosteniendo el árbol, el árbol
que crece en medio de la tierra.


Pablo Neruda: Canto General (1950), IV.─
Los Libertadores

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.