Δεκέμβρης 1944 (17)

Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Νίκος Φωκάς (1927 – 25 Ιουλ. 2021): Ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής — 4 ποιήματα και ένα μικρό βιογραφικό

Νίκος Φωκάς: 1927, Φωκάτα Κεφαλονιάς – 25 Ιουλ. 2021, Αθήνα

 

Νίκος Φωκάς – 4 Ποιήματα

 

 

Μίμηση της Κεφαλονιάς

 

Έβγαινε μακριά η λαλιά του γκιώνη

Στη γύρω ερημιά· πνοή δεν ήταν

Επάνω στα μεγάλα λιοστάσια

Με τ’ άτρεμο φεγγάρι το πράο

Που γύρισε γοργό από τα νέφη.

 

Και σα γύρισε και πήγε σ’ όλα,

Καθώς ξεμάκρυνε η πρώτη ακτίνα,

Από το φέγγος που ερχόταν, μέχρι

Τη γη, από τα σύννεφα πάνου,

Με ξίπασε τόσο που μού ’φάνη

Πως ήμουν έτοιμος να πεθάνω.

Κι ένιωσα να μού ’ρχεται η γοργάδα

Εκείνη του θανάτου π’ ακόμα

Στα όνειρα μονάχα μού ’χ’ έρθει

Και μού ’φερνε από μακριά η Πατρίδα

Επάνω από κείνα τα λιοστάσια

Που κάτι βαρύ κατευοδώναν.

Σαν ξάφνου να ξεμάκρυνε κάποια,

Από τις θύμησες που ερχόνταν, μέχρι

Σ’ εμένα, πρώτη, από τη λήθη πίσω.

 

(Κυνήγια από σύγχρονα γεγονότα, 1954)

 

 

 

Ραδιόφωνο

Χαμήλωσα στο ελάχιστο τον ήχο
κι οι πρόστυχες φωνές αυτοστιγμεί
ακούγονται σαν ψίθυρος αγνές·
σαν ψίθυρος μαζί με τις φωνές
οι γλωσσικοί βιασμοί κι οι ξενισμοί
που δεν απαριθμούνται σ’ ένα στίχο.

Διότι αν πρέπει να ’χω τέτοια γλώσσα
με σόου τζάκποτ ζάπινγκ και τι-βι
την καταργώ καλύτερα εντελώς
κι ας μείνει μόνο ως ψίθυρος απλός
μιας πίστης υπενθύμιση ακριβή
καθώς κοιτώ τα σύννεφα στην Όσσα.

(Πλανόδιον, τχ. 21, 1994)

 

 

 

Ο Κάκτος

 

Με χρώμα γέρικου παχύδερμου απ’ τη σκόνη

Μέρος κι εκείνος ενός σκουπιδαριού,

Ο κάκτος που θεωρείτο νεκρός

Άνθισε μετά από εννέα χρόνια.

 

Πράγματι, το τρομερό φύλλο με τις βελόνες

(Ένα ανάμεσα σε δώδεκα

Καθώς αποτελούσε τμήμα

Ενός πανίσχυρου συστήματος)

 

Πέταξε από την κόψη του μοναδικό

Το βαθυκόκκινο άνθος πού,

Έξω από το σύστημα σχεδόν,

Θαρρείς ανήκε σε δικό του σύστημα

 

Σαν πεταλούδα καθισμένη πρόσκαιρα

Στην παρυφή του φύλλου,

Σε δηλωμένη και χρωματική και ποιοτική

Προς τον κάκτο αντίθεση.

 

Η εν λόγω συστηματική διαφωνία

Δεν είχ’ άλλο ενδιαφέρον

Παρά μόνο σαν ποίηση,

Σαν ακραία δυνατότητα μιας άνοιξης...

 

                                                        1980-81

 

(Προβολέας στά μάτια, 1985)

 

 

 

Μύγες

 

Τί να ’γιναν οι μύγες του

     χίλια εννιακόσια τριάντα τέσσερα

Εκείνες πού ήταν κάποτε μαζί μ’ εμάς

     τα νιάτα του κόσμου,

Απόγονοι αρχαίων, χοντρών μυγών

     της προηγούμενης χρονιάς;

Και γενικά τι να ’γιναν

     οι μύγες της γενιάς μου;

 

Θυμάσαι τη ζωντάνια τους στις κάμαρες

     τέλεια ανεξάρτητη από τη δική μας;—

Αφού όπως ξέρεις η

     Ιστορία των ανθρώπων

     κι εκείνη των μυγών

Κατά το νόμο της φύσης

Εξελίσσονται ανεξάρτητα χωρίς

     ανάμειξη ή αλληλοσυμπάθεια:

 

Πάρε τη μέρα ας πούμε που

     πέθανε ο Βενιζέλος

Κι έκλαιγε η μάνα μου κι οι μύγες

Περαστικές από μια απώλεια ανθρώπινη

—Σαν τους περαστικούς

     από κηδεία ξένη—

Γυρόφερναν με τη συνείδηση

Μόνο των δικών τους πεθαμένων...

 

Με την παροδική τους βοή

Κομψές μεσάτες μύγες με φτερούγες

     διάφανες κι απλωτές

—Δείγμα ανώτερης ραπτικής

     πάνω σε μαύρες ελάχιστες πλάτες—

Μ’ εξαναγκάζουν απ’ τη φύση τους

     σ ένα ελάσσονα τόνο

Για κάτι στήν ουσία μέγιστο.

 

Αεικίνητες θυμάμαι απάνω μας

     ή γύρω μας οι μύγες

Ηρεμούσαν καμιά φορά

     μέσα στην ηρεμία του ήλιου

—Δρόμος πλατύς απ τις οκτώ το πρωί

     πάνω σε τραπέζια και πατώματα—

Ζευγαρωμένες πού και πού

     σαν διπλασιασμένες.

 

Είχαν με τους ανθρώπους μια οικειότητα

     που νόμιζες πώς ήταν

     παλιές τους γνωριμιές

Ενώ δεν ήταν παρά εφήμερα

     ευκολοσύλληπτα είδωλα ενός άχρονου

     ασύλληπτου προτύπου·

Μα ως γνωριμιές μας τις θυμόμαστε

     και τις πενθούμε τώρα.

 

Γιατί αλήθεια τις πενθούμε·

Κι ειλικρινά σού ομολογώ πως όταν

     μιλάμε για τους πεθαμένους μας,

Γονείς η συγγενείς

     ή απλούς γνωστούς ακόμα,

Ήρεμα μες στον ήλιο σαν τις

     μύγες της φετινής χρονιάς

—Νιάτα του κόσμου κι επιβίωσή μας—

 

Σου ομολογώ πώς νιώθω τρυφερότητα

Μέχρι και για τις μύγες

     των περασμένων εποχών

—Παραβιάζοντας σαν ποιητής

     τη φύση και το νόμο—

Μια τρυφερότητα για τους νεκρούς

     μιας άλλης Ιστορίας έστω

     με τις χαμένες της γενιές.

 

                                           1985

 

(Γκρίζο χρώμα θερμό, 1989)

 

— Το πορτρέτο και το Ραδιόφωνο από:  https://www.culturebook.gr

 

*

Νίκος Φωκάς

Ο Νίκος Φωκάς, από τους σημαντικότερους ποιητές, πεζογράφους, δοκιμιογράφους και μεταφραστές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, γεννήθηκε το 1927 στα Φωκάτα της Κεφαλονιάς, αλλά μεγάλωσε στην Αθήνα. Πέθανε στις 26 Ιουλίου 2021. Η κηδεία του έγινε την Τρίτη, 27 Ιουλίου, στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Νίκος Φωκάς σπούδασε Φιλολογία, Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Έζησε στο Μόναχο, 1955-56, και στο Λονδίνο, 1961-72, όπου δούλεψε στην ελληνική υπηρεσία τού BBC και από το 1972 έως το 1974 εργάστηκε ως ελεύθερος δημοσιογράφος στην βρετανική πρωτεύουσα.

Με την επιστροφή του στη Ελλάδα εργάστηκε ως Καθηγη­τής Φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση, ως δημοσιογράφος και ξεναγός και διετέλεσε συνεργάτης της ελληνικής ραδιοφωνίας έως το 1982.

Στη συνέχεια, ταξίδεψε στις Η.Π.Α. ως προσκεκλημένος του Διεθνούς Προγράμματος Συγγραφέων και όταν επέστρεψε, αφιερώθηκε στη συγγραφή και τη μετάφραση λογοτεχνίας, καθώς και τη διδασκαλία δημιουργικής γραφής.

Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1954 με την ποιητική συλλογή Κυνήγια από σύγχρονα γεγονότα.

Ακολούθησαν δώδεκα ποιητικές συλλογές (Δυο φορές τ’ όνειρο, 1957. Μάρτυρας Μο­ναδικός, 1961. Προβολή πάνω σε γαλάζιο, 1972. Συλλυπη­τήρια σε μια Μέλισσα, 1976. Παρτούζα, ανάτυπο, 1981. Ο Μύθος της καθέτου, 1981) και μία συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του, τρεις συλλογές δοκιμίων, ένα βιβλίο με πεζά κείμενα και πολλά βιβλία με μεταφράσεις έργων ξένων ποιητών, πεζογράφων και δοκιμιογράφων.

Συνεργάστηκε με άρθρα, ποιήματα, διηγήματα και κριτικά σχόλια στά περιοδικά «Ευθύνη», «Σπείρα», «Τετράμηνα», «Πολιτικά Θέματα» και στην εφ. «Η Καθημερινή».

 

Ποιήματά του μεταφράστηκαν: Αγγλικά από τον Κ. Friar σε διάφορα αμερικάνικα λογοτεχνικά περιοδικά. Από την Καίη Τσιτσέλη στο περιοδικό «London Magazine». Τσέχικα: Iv. Jalivek.

Έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης, το Βραβείο Ποίησης τού περιοδικού «Διαβάζω», το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο για το σύνολο τού έργου του, καθώς επίσης και με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών.

Ήταν ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.

___________________

Κριτικές για το έργο του:

Κώστας Κουλουφάκος, περ. «Επιθεώρηση Τέχνης», τ. Β' (1955), σ. 335, και τ. ΣΤ' (1957), σ. 226. Νικηφ. Βρεττάκος, περ. «Επιθεώρηση Τέχνης», τόμος ΙΔ' (1961), σ. 84. Ανδρ. Καραντώνης, περ. «Αθηναϊκά Γράμματα», τ. 2 (Αύγ. 1957). Βάσος Βαρίκας, Μιχ. Μερακλής, Κ. Στεργιόποολος, Baσ. Καραβίτης, περ. «Διαγώνιος», τ. Γ' (Ιαν-Απρ. 1974), σ.σ. 82-87. Κώστας Μυρσιάδης, εφ. «Τα Νέα», 5/3/75 (αναδημοσίευση από Books Abroad) κτλ.

  • Στοιχεία βιογραφικού: Η Ελληνική ποίηση (Σοκόλης) και από ΕΚΕΒΙ (βλέπε βιβλιογραφία και εργογραφία).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.