Δεκέμβρης 1944 (17)

Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017

Μπάμπης Ζαφειράτος: Αχιλλέας Καουρισμάκι - Ο ποιητής του προλεταριάτου και Η Γυναίκα Με Τα Σπίρτα

*
Παρουσίαση
Μπάμπης Ζαφειράτος
(Καισαριανή, 1 Μαρ. 2017)
*
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ
Σήμερα (8/3/2017) η πολιτική - πολιτιστική εκδήλωση για την Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας
Στις 6.30 μ.μ., στον κινηματογράφο Studio στην πλατεία Αμερικής.
Προβολή της ταινίας
Δυο Μέρες, Μια Νύχτα
(Deux Jours, Une Nuit, 2014)
Σκηνοθεσία: Ζαν-Πιέρ και Λικ Νταρντέν
Ηθοποιοί: Μάριον Κοτιγιάρ (Σάντρα) -υποψήφια για Όσκαρ Α' γυναικείου ρόλου, Φαμπρίτζιο Ροντζιόνε (Μανού), Κατρίν Σαλέ (Ζουλιέτ), Ολιβιέ Γκουρμέ (Ζαν Μαρκ). Γαλλία – Βέλγιο, Έγχρ. 95'.
Η Σάντρα θα ξεχυθεί σε έναν αγώνα ταχύτητας, για να κάνει τους συναδέλφους της να αντιληφθούν το ταχυδακτυλουργικό κόλπο μιας αδίστακτης εργοδοσίας, που μετατρέπει τη συναδελφική αλληλεγγύη σε πριμ αλληλοσπαραγμού. (Μπ. Ζ.)
*

Η Νύχτα της Ανθρώπινης Ύπαρξης
Αναζητώντας το άλλο μισό του ουρανού (*)
ή
Σκλάβα χωρίς αλυσίδες
Η άγρια εργασιακή εκμετάλλευση, αλλά και το φάσμα της ανεργίας παράλληλα με τον αγώνα για επιβίωση –ιδιαίτερα σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης– αγγίζει όλες τις πλευρές της ζωής, «προσφέροντας» στις γυναίκες τριπλή καταπίεση: οικογενειακή, κοινωνική, ταξική.
Η πορεία των γυναικών στην ιστορία υπήρξε δύσκολη, δύσβατη, με εμπόδια και περιορισμούς.
Φασονάδικα, φαστφουντάδικα και κάθε λογής «άδικα», είναι οι σύγχρονοι τόποι μαρτυρίου των γυναικών κυρίως, ενώ στα όμορφα χρόνια μας τα πρώτα θύματα της ανεργίας είναι οι γυναίκες.
Εκατομμύρια εργάτριες και εργάτες έχουν δώσει και δίνουν σκληρές μάχες ενάντια στην καταπίεση, για έναν καλύτερο κόσμο.
(*) Το άλλο μισό του Ουρανού, σύμφωνα με μια κινέζικη παροιμία, είναι η Γυναίκα, αφού αυτά τα δύο στοιχεία –γυναίκα και ουρανός– συνθέτουν τον Κόσμο.
(Μπ. Ζ.)

*
Το κείμενο που ακολουθεί, στην πρώτη του ενότητα για τον σκηνοθέτη, συναντάει την παλαιότερη παρουσίαση στην Κινηματογραφική Λέσχη Σκοπευτήριο (14/1/2016): Άκι Καουρισμάκι: Ένας Ελληνοφινλανδός στο Λιμάνι της Χάβρης (Μποτίλια, 22/1/2016). Ωστόσο, έγινε προσπάθεια να μην είναι επανάληψη εκείνου –ακόμα και στα σημεία όπου τα δύο κείμενα διασταυρώνονται– αλλά, διατηρώντας το καθένα την αυτοτέλειά του, να λειτουργούν και συμπληρωματικά.
*
Σκηνοθέτης άνευ πτυχίου
Παλιός μας γνώριμος ο Καουρισμάκι από το περσινό Λιμάνι της Χάβρης (ταινία του 2011), γεννήθηκε το 1957. Παρά το ότι το επώνυμό του ακούγεται γιαπωνέζικο, το Άκι «Αν θέλετε να ξέρετε –δηλώνει–, προέρχεται από το Αχιλλέας»(!). Είναι ένας φιλέλληνας με σπίτι στα Γιάννενα.
Λαντζέρης, ταχυδρόμος και κριτικός κινηματογράφου αρχικά, βοηθός σκηνοθέτη του μεγαλύτερου αδελφού του, Μίκα, πέρασε γρήγορα στη σκηνοθεσία, χωρίς να περάσει ποτέ το κατώφλι της Σχολής Κινηματογράφου.
Οι ταινίες του καλύπτουν ο 1/5 της φινλανδικής παραγωγής και συγκαταλέγεται στους μεγάλους εκπροσώπους του σκανδιναβικού σινεμά (και όχι μόνο). Δίπλα στους σουηδούς Μπέργκμαν και Λάσε Χάλστρομ και στη δανέζικη τριάδα Λαρς φον Τρίερ, Τόμας Βίτενμπεργκ, Σούζαν Μπίερ.
Στην πρώτη του ταινία, το Έγκλημα και Τιμωρία (1983) ο Ντοστογιεφσκικός φοιτητής μεταμορφώνεται σε εργάτη σφαγείου. Έκτοτε ο σκηνοθέτης έχει αποφασίσει: –Με τους προλετάριους και τον εργατόκοσμο· με τους κατατρεγμένους μιας κοινωνίας που κάνει τον άνθρωπο δυο φορές μετανάστη (λαθραίο ή νόμιμο): Στο βυθό της θάλασσας ή στον πάτο της στεριάς, αδιάφορο.
Παρ-ακολουθεί τους ανθρώπους της εργατικής τάξης «κι εγώ είμαι από εργατική τάξη –μας λέει ο σκηνοθέτης– […] Δεν ξέρω καθόλου τους πλούσιους ανθρώπους…», οι οποίοι, ως δημιουργήματα της παγκόσμιας καπιταλιστικής - εκμεταλλευτικής κοινωνίας μας, δεν ανήκουν μόνο στο φινλανδικό προλεταριάτο.
Ο Βρετανός πολιτικός Μπέντζαμιν Ντισραέλι (1804-1881, πολλά υποσχόμενος ποιητής, δυο φορές πρωθυπουργός της χώρας του, απολογητής και θεμελιωτής, εντέλει, μιας σκληρής αποικιοκρατικής πολιτικής), έχει πει ότι:
«Στον κόσμο υπάρχουν μόνο δύο έθνη, τα οποία δεν κυβερνώνται με τους ίδιους νόμους: Το έθνος των πλούσιων και το έθνος των φτωχών».
Νυχτοφύλακες, πωλήτριες, ανθρακωρύχοι, σκουπιδιάρηδες, απολυμένοι… βρίσκονται και μας περιμένουν εκεί: Γωνία Φινλανδίας και σούρουπου. Δουλεύοντας για ένα σύστημα που θα μας καταπιεί όλους με την απανθρωπιά του.
Η Φινλανδία των πραγματικών Φινλανδών
Η Φινλανδία δεν είναι μόνο η Nokia, η οποία πριν 2-3 χρόνια εξαγοράστηκε από τη Microsoft (που στη συνέχεια, κλείνοντας τις μη παραγωγικές μονάδες της, πέταξε χιλιάδες εργαζόμενους στην ανεργία), αλλά και η χώρα με τους 450 χιλ. άνεργους (8,1%), στα 5,5 εκατ. πληθυσμού.
Κι όπως εδώ, έτσι κι εκεί, μιλάνε σήμερα για κρίση χρέους (από το 2008 στο 2014 διπλασιάστηκε στα 121 δισ. ευρώ) κι όχι για κρίση του καπιταλισμού.
Αλλά, για να θυμηθούμε τον Μαρξ, που είναι πάντα επίκαιρος:
«Το μοναδικό κομμάτι του λεγόμενου εθνικού πλούτου, που στους σύγχρονους λαούς ανήκει πραγματικά στο σύνολο του λαού είναι το δημόσιο χρέος τους».
Κι εκεί, λοιπόν, στο σούρουπο της… πολύ κοντινής μας Φινλανδίας, που πέρασε τη δική της πρώτη οικονομική κρίση στις αρχές του ‘90 (εποχή της ταινίας), και με τη συνακόλουθη άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, το εθνικιστικό Κόμμα των Φινλανδών (πρώην Αληθινοί Φινλανδοί) του Τίμο Σόινι, ένα αριστεροδεξιό μόρφωμα, είναι σήμερα δεύτερο με 38 στις 200 έδρες της βουλής. Πρόκειται για το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης (τρίτο του Κοινοβουλίου) και υποστηρίζει ότι οι Φινλανδοί, μη μετανάστες, πρέπει να προηγούνται στις δαπάνες για την κοινωνική - υγειονομική περίθαλψη –Κάτι μας θυμίζει.
«Η ακροδεξιά –είχε πει ο Καουρισμάκι το 2014– κερδίζει έδαφος παντού σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο πανικός των Αληθινών Φινλανδών για μια χούφτα πρόσφυγες θα ήταν αποκλειστικά γελοίος, αν δεν αντανακλούσε την άνοδο ρατσιστικών πολιτικών κινημάτων. Η ανασφάλεια των ανθρώπων για τη ζωή και το μέλλον τους χρησιμοποιείται από εκείνη την απρόσωπη εξουσία που τη δημιούργησε».
Η κοινωνιολογία της ποίησης
Βέβαια, δεν διαθέτει και τη συνταγή για να βγούμε από το αδιέξοδο και να λύσουμε το πρόβλημα της ανεργίας και τις συνέπειες της αλλοτριωτικής εργασίας. Όμως, σχεδόν πάντα, αφήνει χαραμάδες, για να χωράνε οι άνθρωποί του να περάσουν (κι εμείς μαζί τους), γιατί «αγαπάω –λέει– τους χαρακτήρες μου και θέλω να τους δίνω ελπίδα διαφυγής».
Ο Καουρισμάκι δεν φιλοσοφεί, δεν κάνει κοινωνιολογία. Είναι ένας άνθρωπος που πατάει γερά στο έδαφος, μποϊκοτάροντας κατά καιρούς διάφορα φεστιβάλ. Στο χέρι μας είναι να ερμηνεύσουμε τη γραφή του με τον κατάλληλο κοινωνικό κώδικα.
Τα θέματά του δεν εξαντλούνται σε μια μόνο ταινία. Το σύνολο του έργου του συνοψίζεται περίπου σε τριλογίες.
Το Έγκλημα και Τιμωρία θα συμπληρωθεί με δυο ακόμη διασκευασμένα  έργα: Ο Άμλετ κάνει μπίζνες (1987) –ένα ασπρόμαυρο φιλμ νουάρ, όπου ο σαιξπηρικός μύθος έχει μεταφερθεί στο «βασίλειο» μιας επιχείρησης του Ελσίνκι– και η τηλεταινία Βρόμικα Χέρια (1989), βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Σαρτρ.
Ακολουθούν μια βουβή μουσική παρωδία του Σταλονικού Ρόκι, το Ρόκι Νο 6 (1986), και τα σπαρταριστά φιλμ με τους Λένινγκραντ Καουμπόυς, που τη μια πάνε Αμέρικα (1989) και την άλλη Συναντάνε τον Μωυσή (1994).
Σημαντικοί σταθμοί της φιλμογραφίας του
Η τριλογία του Ελσίνκι ή της ανεργίας: Μακριά πετούν τα σύννεφα, 1996· Ο άνθρωπος χωρίς παρελθόν, 2002 [Μέγα βραβείο στις Κάννες και βραβείο γυναικείας ερμηνείας στην Κάτι Ούτινεν]· Φώτα στο σούρουπο, 2006.
−Μια σερβιτόρα κι ένας οδηγός τραμ χάνουν τη δουλειά τους, αλλά εξακολουθούν να ονειρεύονται. Ένας  άνθρωπος με αμνησία, ατενίζει το μέλλον σε μια από τις πιο αισιόδοξες ταινίες του Καουρισμάκι. Και ο νυχτοφύλακας στην τρίτη με τη μοιραία ξανθιά που δεν πρόκειται ποτέ να γλυκάνει τις αφέγγαρες νύχτες του.
Η τριλογία του προλεταριάτου: Σκιές στον Παράδεισο, 1986· Άριελ, 1988· Η Γυναίκα με τα σπίρτα, 1989.
−Ο σκουπιδιάρης, ο ανθρακωρύχος και η εργάτρια στο εργοστάσιο σπίρτων. Κι οι τρεις έχουν μια δουλειά που τους επιτρέπει να ζουν λίγο καλύτερα από τα σκουπίδια που μαζεύουν, λίγο πιο πάνω από τις στοές του ανθρακωρυχείου που κατεβαίνουν, και να καίγονται γρήγορα σαν σπίρτα.
Αργυρή Άρκτος. 67η Μπερλινάλε, 2017
Μια άλλη τριλογία, της προσφυγιάς, που άρχισε με Το Λιμάνι της Χάβρης (2011) –15 βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ, υποψήφιο για άλλα 18– και συνεχίστηκε με το τελευταίο του δημιούργημα, Η άλλη πλευρά της ελπίδας (Αργυρή Άρκτος στη φετινή 67η Μπερλινάλε, 2017), κατά πως φαίνεται θα μείνει ανολοκλήρωτη.
«Το έχω ξαναπεί, αλλά αυτή τη φορά είναι πραγματικά αντίο. Αυτή η ταινία θα είναι η τελευταία για εμένα. Έχω κουραστεί. Θέλω να αρχίσω να ζω τη δικιά μου ζωή, επιτέλους».
Στην Ελπίδα διασταυρώνονται οι ιστορίες δυο ανθρώπων: ένας χαρτοπαίχτης εστιάτορας και πρώην πλασιέ θα συναντηθεί με έναν Σύρο λαθρεπιβάτη πρόσφυγα που θα καταλήξει στο Ελσίνκι. 
«Ο κινηματογράφος –θα πει ο Άκι, απαντώντας σε σχετική ερώτηση για την Ελπίδα– δεν έχει τέτοια επιρροή, τέτοια δύναμη, ώστε να αλλάξει τον κόσμο. […] προσπαθώ να μιλήσω και να πείσω τους τρεις ανθρώπους που θα πάνε και θα δουν την ταινία, ότι αύριο όλοι μπορεί να είμαστε πρόσφυγες».
Ποίηση, τρυφερότητα, χιούμορ, ο έρωτας σε πρώτο πλάνο, κι ένας μη ρεαλιστικός ρεαλισμός τροφοδοτεί τα ανήλιαγα τοπία τού Καουρισμάκι.
Με τη Μουσική να κρατάει σημαίνοντα ρόλο, όπου μπορούμε να ακούσουμε από Τζων Λη Χούκερ μέχρι Σοστακόβιτς· από Μπλάιντ Λέμον Τζέφερσον, μέχρι Τόσκα του Πουτσίνι. Και όπως σήμερα, από τον σπουδαίο Φινλανδό τραγουδιστή ταγκό, Ρέιχο Ταϊπάλε, μέχρι Ρενεγκέιντς και Τσαϊκόφσκι.
Η Γυναίκα Με Τα Σπίρτα
(Tulitikkutehtaan Tytto - The Match Factory Girl, 1989). Δυο βραβεία στο φεστιβάλ του Βερολίνου (1990)
Σκηνοθεσία: Ακι Καουρισμάκι. Ηθοποιοί: Κάτι Ούτινεν (Ίρις), Ελίνα Σάλο (μάνα), Έσκο Νικάρι (πατριός), Βέζα Βιερίκο (Άαρνε). Φινλανδία, Έγχρ. 68'.
Δυο λόγια για την ταινία

Η Ίρις, εργάτρια σε εργοστάσιο σπίρτων, αργοπεθαίνει «ταξιδεύοντας» στη διαδρομή σπίτι – δουλειά – δουλειά – σπίτι, διαβάζοντας φτηνά ρομάντζα, με την ενδιάμεση στάση μιας χωρίς προοπτική εγκυμοσύνης, για να καεί σαν το σπίρτο που παράγει, πασχίζοντας να φωτίσει το σκοτάδι της μονότονης ζωής της.
Στο εργοστάσιο παρακολουθεί ψυχρά τους τεράστιους κορμούς δέντρων να γίνονται σπιρτόξυλα και κανείς δεν νοιάζεται για την ψυχολογία της και τα συναισθήματά της. Όταν λέει τον πόνο της είναι σαν να μιλάει στο κενό.
Μια ψυχή μονάχη, μια γήινη νεράιδα, που –όπως στο καταπληκτικό τραγούδι του Ταϊπάλε με τον τίτλο νεραϊδότοπος, στην αρχή της ταινίαςαντίθετα απ' τα πουλιά, είναι φυλακισμένη σ' αυτή τη γη.
Αν μέχρι χτες δεν το υποπτευόμαστε καν, σήμερα ξέρουμε πολύ καλά πως το κεφάλαιο στις μεγάλες κρίσεις του αλέθει το λαό για να ξεμπλοκάρει από την (ανεπένδυτη) υπερσυσσώρευσή του. Στερείται ψυχολογίας και ηθικής. Και φροντίζει να απογυμνώσει και όσους τις διαθέτουν.
Στους Μοντέρνους Καιρούς του Τσάπλιν ο εργάτης στη γραμμή παραγωγής που σφίγγει μπουλόνια θα καταντήσει ένα νευρόσπαστο εξακολουθώντας και μετά τη δουλειά να σφίγγει ό,τι του θυμίζει μπουλόνι, ακόμα και τα κουμπιά στο φουστάνι κάποιας περαστικής.
Στη Γυναίκα με τα Σπίρτα, το νευρόσπαστο είναι πια ένα απαθές, άβουλο πλάσμα. Ένας Σαρλό απ’ την ανάποδη.
Κι αυτός ο συνειρμός δεν είναι αυθαίρετος, αφού ο Καουρισμάκι δηλώνει μεγάλος λάτρης του Τσάπλιν.
«Οι Μοντέρνοι καιροί –θα πει– είναι μια  ταινία για την ανεργία, την απανθρωπιά και τη μηχανοποίηση της κοινωνίας. Ταξίδεψα μέχρι το Παρίσι για να δω μια ταινία του Τσάπλιν. Έκανα ώτο στοπ για να πάω και περπάτησα στον γυρισμό. […] όσο μεγαλώνω γίνεται όλο και πιο σημαντικός για μένα».
Οι διάλογοι ελάχιστοι. Αν αφαιρέσεις τους στίχους των τραγουδιών και τις ειδήσεις που ακούμε στην τηλεόραση, απομένουν τα εντελώς απαραίτητα, ίσα ίσα για να μην είναι μια ταινία βουβή σαν τον πόνο της ηρωίδας.
Άκι Καουρισμάκι: «Ξαφνικά, πέρσι την άνοιξη, τριγυρνούσα άσκοπα στην πόλη, […] Πέρασα την επόμενη μέρα ξαπλωμένος χωρίς να μιλάω και μισώντας φρικτά τον εαυτό μου. Αποφάσισα για εκδίκηση να κάνω μια ταινία που θα έκανε τον Ρομπέρ Μπρεσόν να μοιάζει με σκηνοθέτη επικών ταινιών δράσης».
[Ρομπέρ Μπρεσόν (1907-1999). Ζωγράφος πριν στραφεί στη σκηνοθεσία, ποιητής της μοναξιάς και των απελπισμένων ανθρώπων, ο εισηγητής της γαλλικής νουβέλ βαγκ].
Ο Καουρισμάκι, όπως κι οι Αδελφοί Νταρντέν (τους οποίους θαυμάζει –στις 29/3/2017 θα δούμε τη Ροζέτα, βλ. σύνδεσμο επάνω), επιμένει σταθερά να κινηματογραφεί τις αγωνίες και τα όνειρα μιας εργατικής τάξης, που πασχίζει να υπάρξει στα φασονάδικα και στα άδικα των δικών μας καιρών.
Και στα μάτια αυτής της τάξης (εδώ θα δανειστώ 3 στίχους από το τελευταίο τραγούδι του έργου)
έχει μείνει η ψυχρή σκληρή γη.
Όταν δίνεις τα πάντα και βρίσκεις μόνο την απογοήτευση
το βάρος των αναμνήσεων γίνεται δυσβάσταχτο.  
Είναι από τις πιο μαύρες ταινίες του σινεμά. Όμως, όπως μας έχει πει αυτός ο μαγικός Φινλανδός, «όσο ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους όπως στο Χίλτον σήμερα υπάρχει ελπίδα».
Καλή σας θέαση.
Ακι Καουρισμάκι (Aki Olavi Kaurismäki) 4 Απριλίου 1957, Οριματίλα, Φινλανδία Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 22.Ι.2016 (Μελάνι, 29 χ 21 εκ.)
*
Άλλες παρουσιάσεις της Μποτίλιας
Αλκυονίς
*
Καισαριανή – Κινηματογραφική Λέσχη Σκοπευτήριο
Μετανάστες – Πρόσφυγες
14/1/2016:
Άκι Καουρισμάκι: Ένας Ελληνοφινλανδός στο Λιμάνι της Χάβρης (δημοσίευση, 22/1/2016)
και

20/1/2016: BIUTIFUL: Η ανορθόγραφη ζωή μας (δημοσίευση, 24/1/2016, συμπληρωμένη από την παρουσίαση στην ΟΓΕ Χολαργού - Παπάγου, 7/2/2016)
*
2/3/2016: Αποκάλυψη Τώρα: Από τον Τζόζεφ Κόνραντ στον Χο Τσι Μινχ (δημοσίευση, 13/3/2016. Το πλήρες κείμενο της παρουσίασης με Σημειώσεις και Παράρτημα)
*
ΟΓΕ Χολαργού - Παπάγου
*
Από Μποτίλια επίσης
Λευκή ρετροσπεκτίβα σε φόντο κόκκινο
Με αφορμή την επαναλειτουργία της Αλκυονίδας και του
Studio
Μικρό οδοιπορικό μνήμης μέσα από σινεμά και γεγονότα που σημάδεψαν τα χρόνια μας
***
Το
ΣΙΝΕΜΑ της Μποτίλιας
και
Μποτίλια Στον Άνεμο: Πρόσωπα

*

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.