Δεκέμβρης 1944 (17)

Σάββατο 19 Ιουλίου 2014

23 Ιουλίου 1974: Η πτώση της χούντας και οι αιτίες επιβολής της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας


Οι αιτίες επιβολής της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας


Το 902.gr ανοίγει σήμερα (19/7/2014) την αυλαία ενός αφιερώματος στα 40 χρόνια από την πτώση της χούντας, ξεκινώντας με την αναδημοσίευση αποσπασμάτων
από τον
Β' τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, 1949 - 1968 και συγκεκριμένα το κεφάλαιο:
«3.Β.12. Η στρατιωτική δικτατορία της 21ης Απρίλη»
και τον
«Επίλογο».


Συμπληρώνονται φέτος 40 χρόνια από την πτώση της χούντας.
Ήταν 23 Ιούλη 1974, όταν η χούντα κατέρρεε υπό το βάρος των εγκλημάτων της και της λαϊκής κατακραυγής που είχε ξεσηκώσει η τραγωδία της Κύπρου. 

Τη νύχτα της 23ης προς 24ης Ιούλη 1974, ο Κ. Καραμανλής ήρθε στην Ελλάδα από το Παρίσι και σχημάτισε κυβέρνηση της λεγόμενης «εθνικής ενότητας» με πολιτικούς της προδικτατορικής ΕΡΕ και του «κεντρώου» χώρου.

Η λεγόμενη «μεταπολίτευση» ήταν στην πραγματικότητα προϊόν συμβιβασμού ανάμεσα στη χούντα και στην ελληνική αστική τάξη και τον αστικό πολιτικό κόσμο, που ανησυχούσαν μήπως η κατάσταση ξεφύγει από τον έλεγχό τους.
Η επιβολή της δικτατορίας, στις 21 Απρίλη 1967, ήταν ταξική επιλογή της άρχουσας τάξης που σε εκείνη την ιστορική στιγμή δεν μπορούσε να προωθήσει τα συμφέροντά της μέσα από τους θεσμούς της κοινοβουλευτικής αστικής δημοκρατίας. Ο καπιταλισμός συνέχισε να υπάρχει και η μορφή εξουσίας του κεφαλαίου ήταν η ανοικτή στρατιωτική δικτατορία. Η δικτατορία δε διέκοψε αλλά αντιθέτως συνέχισε την πολιτική των αστικών κομμάτων. 

Ο αντικομμουνισμός αποτέλεσε τον προπομπό για την περιστολή των αστικών ελευθεριών και την επιβολή αντιλαϊκών μέτρων.
Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ∆ΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΗΣ 21ης ΑΠΡΙΛΗ 1967
Αιτίες επιβολής της
Οι εξελίξεις των χρόνων 1965-1966 είχαν στρώσει το δρόµο για την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, που εξάλλου είχαν προαναγγείλει το 1966 οι τέσσερις διαλέξεις 1065  του Σάββα Κωνσταντόπουλου, διακεκριµένου ιδεολογικού προπαγανδιστή της αστικής τάξης. 
Συνήθως γίνεται αναφορά στον Ι∆ΕΑ ως φορέα του απριλιανού πραξικοπήµατος. Ορθότερο όμως είναι ότι ηγήθηκαν σε αυτό αξιωματικοί ενταγμένοι στη συνωμοτική οργάνωση Ένωσις Ελλήνων Νέων Αξιωματικών (ΕΕΝΑ), ενώ συµµετείχαν και µέλη του Ι∆ΕΑ.
Ποια ήταν τα κίνητρα 1066 επιβολής της δικτατορίας της 21.4.1967;
Οι δικτάτορες αιτιολόγησαν την επιβολή της µε τον «κοµµουνιστικό κίνδυνο» που απειλούσε την Ελλάδα.

Βεβαίως, άµεσος «κοµµουνιστικός κίνδυνος» δεν υπήρχε για την εγχώρια αστική τάξη και τους συµµάχους της, κάτι που εξάλλου οµολογήθηκε από τον επικεφαλής του πραξικοπήµατος: 
«Αλλά η χαριστική βολή στο ιδεολογικό οικοδόµηµα της “Επαναστάσεως” δόθηκε από τον ίδιο τον αρχηγό της, τον συνταγµατάρχη Παπαδόπουλο. Τρεισήµισι χρόνια αργότερα, στην πολύκροτη συνέντευξή του προς τον  επιφανή Βρετανό δηµοσιογράφο σερ Χιου Γκρην, ωµολόγησε ότι πριν από την “Επανάσταση” “η ∆ηµοκρατία στην Ελλάδα δεν διέτρεχε κανέναν άµεσο κίνδυνο από τις δραστηριότητες των κοµµουνιστών”.» 1067
Οι βαθύτερες αιτίες που οδήγησαν στη στρατιωτική δικτατορία της 21.4.1967 πρέπει να αναζητηθούν πρωταρχικά στις οξυµένες ενδοαστικές αντιθέσεις σε ολόκληρο το πλέγµα του αστικού κράτους, όπως διαµορφώθηκε µετά από τη Συµφωνία της Βάρκιζας και κυρίως από το 1946.  Αυτές οι αντιθέσεις, που ήταν αντανάκλαση και διεθνών ανταγωνισµών στις προηγούµενες δεκαετίες, διατηρούνταν και οξύνονταν στη δεκαετία 1960. 
Η άρχουσα τάξη, προκειµένου να αντιµετωπίσει το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και στη συνέχεια το ∆ηµοκρατικό Στρατό Ελλάδας, είχε κινητοποιήσει όλες τις δυνάµεις της και όλες τις µορφές οργάνωσής της (πρωταρχικά το στρατό, θεσµικό πλαίσιο, κρατικές και «παρακρατικές» οργανώσεις κ.ά.).  Η βασιλεία είχε παίξει ρόλο στον πόλεµο κατά του ∆ΣΕ ως «σύµβολο της πάλης κατά του κοµµουνισµού», ενώ συνέχιζε να κατέχει µερίδιο στους µηχανισµούς της αστικής εξουσίας και µετά από τον εµφύλιο πόλεµο.
Και µόνο το γεγονός ότι το 1952 όλα τα κόµµατα της Βουλής, µε εξαίρεση την Ε∆Α, ψήφισαν νόµο που διατηρούσε επ’ αόριστον σε ισχύ τα «έκτακτα µέτρα» του 1947 είναι αρκετό για να δείξει το περιεχόµενο της κρατικής ανασυγκρότησης µετά από τη νίκη της αστικής τάξης και των συµµάχων της.
Τα «έκτακτα µέτρα» διατηρήθηκαν µέχρι το 1974, ενώ µόλις το 1962 θεωρήθηκε ότι έληξε η «ανταρσία των κοµµουνιστοσυµµοριτών». Η διατήρησή τους δεν αποσκοπούσε στην αντιµετώπιση υπαρκτών άµεσων κινδύνων.
Θεωρούνταν µέσα ασφάλειας, σε µια περίοδο που η ιµπεριαλιστική επιθετικότητα συνεχιζόταν αµείωτη και η Ελλάδα ήταν προκεχωρηµένο ιµπεριαλιστικό φυλάκιο στα σύνορα των κρατών της σοσιαλιστικής οικοδόµησης. 
Ανάµεσα στα µέτρα που πήρε η αστική τάξη ήταν και το «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονηµάτων» για την είσοδο πρώτα απ’ όλα στο ∆ηµόσιο, αλλά και γενικότερα. Για την έκδοσή του εξεταζόταν η πολιτική τοποθέτηση και δράση των παππούδων, των γονιών, ακόµα και των µακρινών συγγενών των νέων ανθρώπων, που δεν είχαν γεννηθεί στα χρόνια της Κατοχής ή της ένοπλης ταξικής πάλης. 
Από την άλλη, στοιχεία στρατιωτικής πειθαρχίας είχαν ενσωµατωθεί ακόµα και στην εκπαίδευση, έχοντας συγκροτήσει κώδικα συµπεριφοράς της  νεολαίας σύµφωνα µε την αντιδραστική ιδεολογία και ηθική του «ελληνοχριστιανικού πολιτισµού», µε έµφαση στα «εθνικά ιδεώδη».
Όµως, 15-20 χρόνια µετά από τον αγώνα του ∆ΣΕ, οξύνονταν οι αντιθέσεις που προκαλούσε η άµεση ανάµιξη και ο έλεγχος που ασκούσε το Παλάτι στα κέντρα της αστικής εξουσίας (στρατός, κυβέρνηση κ.ά.).
Ρεαλιστές αστοί πολιτικοί (Καραµανλής, Γ. Παπανδρέου κ.ά.) επιχείρησαν εκσυγχρονισµούς που τους έφεραν σε σύγκρουση µε το Παλάτι. Αυτές οι αντιθέσεις όξυναν την αγανάκτηση του λαού ενάντια στο Παλάτι. Τα αστικά κόµµατα δεν µπορούσαν να αγνοήσουν αυτόν τον παράγοντα. ∆εν µπορούσε να τον αγνοήσει ιδιαίτερα η Ένωση Κέντρου, της οποίας στελέχη και η µεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων της, ήταν αντιβασιλικοί.

Ωστόσο, αν και το µεγάλο µέρος της ηγεσίας των αστικών κοµµάτων έβλεπε την ανάγκη εκσυγχρονιστικών ρυθµίσεων, δεν αντιµετώπιζε τις αντιδράσεις (του θρόνου, θυλάκων στο στρατό και αλλού) για να προχωρήσει αποφασιστικά στην υλοποίηση µέτρων εκσυγχρονισµού.
Αυτό επιβεβαιώθηκε και µε την ΕΡΕ και µε την Ένωση Κέντρου.

Και µετά από τα «Ιουλιανά» συνεχίστηκε η κρίση του αστικού πολιτικού συστήµατος εξαιτίας της οξύτατης σύγκρουσης των κυβερνήσεων µε το Παλάτι για τον έλεγχο στο στρατό και γενικότερα για τις αρµοδιότητες του βασιλιά. Αυτό σήµαινε ότι ήταν αµφίβολο αν η κρίση στην αστική διακυβέρνηση θα ξεπερνιόταν µε τις εκλογές που είχε προκηρύξει η κυβέρνηση Κανελλόπουλου για τις 28.5.1967.
Προβλεπόταν ότι οι εκλογές θα έδιναν το προβάδισµα στην Ένωση Κέντρου, µε συσπειρωµένους τους βουλευτές της γύρω από τον Γεώργιο και κυρίως τον Ανδρέα Παπανδρέου, του οποίου το κύρος και η επιρροή είχαν αυξηθεί κατά πολύ στην περίοδο της λεγόµενης «αποστασίας».
Ταυτόχρονα, σηµαντικός παράγοντας που όξυνε την κρίση της αστικής διακυβέρνησης ήταν και το Κυπριακό, µε δοσµένη την αποφασιστική στάση του Μακάριου απέναντι στις ελληνικές κυβερνήσεις και σε ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Τουρκία, που πίεζαν και εξεβίαζαν για ΝΑΤΟϊκή λύση.
Η τελευταία είχε τη σηµασία της στο πλαίσιο της σύγκρουσης ανάµεσα στο σοσιαλισµό και τον καπιταλισµό. Κάτω από την επίδραση τουλάχιστον των παραπάνω παραγόντων, το τµήµα της άρχουσας τάξης που είχε δύναµη στον πιο ισχυρό µηχανισµό, το στρατό, έδωσε τη δικτατορική αστική λύση. 1068
Εξάλλου, έχει υποστηριχτεί από πολλές πλευρές ότι και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ετοίµαζε στρατιωτικό πραξικόπηµα (των στρατηγών). Αυτούς πρόλαβαν οι συνταγµατάρχες, που µέχρι και την τελευταία στιγµή εµφανίζονταν σαν φιλοβασιλικοί.
Σχετικά µε την κατάσταση που σηµαντική δύναµη του αστικού πολιτικού κόσµου θεωρούσε ότι έπρεπε να διαµορφωθεί µετά από τη δικτατορία, είναι αποκαλυπτική η επιστολή του Κ. Καραµανλή προς τον αρχιεπίσκοπο Αµερικής Ιάκωβο (8.9.1967): 
«∆ιότι το θέµα δεν είναι να επανέλθωµεν εις την οµαλότητα διά της αποτυχίας της επαναστάσεως, αλλά διά της επιτυχίας της. (...) Η επανάστασις, άπαξ και εγένετο, προσφέρει µίαν ευκαιρίαν ανασυντάξεως της ζωής του Έθνους.(...) ∆ιότι δεν θα σηµαίνη βέβαια αποκατάστασιν της οµαλότητος η επάνοδος εις την υφισταµένην προ του κινήµατος κατάστασιν. Το τελευταίο δε αυτό έχει βαρύνουσαν σηµασίαν, δεδοµένου ότι συνιστά τον πυρήνα του προβλήµατος.»1069
∆εν είναι, λοιπόν, βάσιµη η άποψη που θεωρεί ότι η δικτατορία εξέφραζε µονόπλευρα τα συµφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή, στον ανταγωνισµό  της µε τα ΕΟΚικά.

Η δικτατορία της 21.4.1967 στηρίχτηκε από όλα τα τµήµατα του κεφαλαίου που ήταν υπέρ της σύνδεσης της Ελλάδας µε την ΕΟΚ.

Το ίδιο και η στρατιωτική χούντα.

Όπως τόνιζε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, «… είναι φυσικόν η επιδίωξίς µας να είναι η οικονοµική ανάπτυξις της χώρας εντός του πλαισίου της Οικονοµικής Κοινότητος εις την οποίαν ανήκοµεν».1070 
Πολύ περισσότερο, δεν έχει την παραµικρή δόση αλήθειας ο ισχυρισµός ότι η δικτατορία ήταν έργο ορισµένων «αφρόνων αξιωµατικών», όπως υποστήριξε ο Ευάγγελος Αβέρωφ στη διάρκεια της δικτατορίας και αργότερα η Νέα ∆ηµοκρατία.

Αντίθετα, αυτός ο συνειδητά παραπλανητικός ισχυρισµός στόχευε στη συγκάλυψη της ταξικής ουσίας της δικτατορίας. 

Αναφέρεται συχνά ότι οι συνταγµατάρχες ενέργησαν κατά της συνταγµατικής νοµιµότητας.

Αυτός ο ισχυρισµός παραγνωρίζει ότι η νοµιµότητα που υπήρχε ήταν εκείνη που έθετε εκτός νόµου το ΚΚΕ, κατοχύρωνε όλο το  αντικοµµουνιστικό νοµικό πλαίσιο, ενώ ίσχυαν τυπικά διατάξεις του Συντάγµατος που αφορούσαν στοιχειώδη δικαιώµατα. 

Από την άλλη παραγνωρίζει ότι το Σύνταγµα του 1952 νοµιµοποιούσε την επιβολή δικτατορίας, µε τη διαφορά ότι αναγνώριζε το δικαίωµα κατάλυσης του κοινοβουλευτισµού µόνο στο βασιλιά, µετά από πρόταση του υπουργικού συµβουλίου.
Και στη µια και στην άλλη περίπτωση ήταν κοινά και η βάση και ο σκοπός της ενέργειας: Η υπεράσπιση των συµφερόντων της αστικής τάξης. 

Η συνταγµατική εκτροπή στις 21.4.1967 αφορούσε το φορέα αναστολής του κοινοβουλευτισµού και όχι αυτή καθαυτή την αναστολή, την οποία προέβλεπε και το Σύνταγµα του 1952. 1071
Τα συνθήµατα της δικτατορίας ήταν κατοχυρωµένα στο Σύνταγµα του 1952:
  • «…Η διδασκαλία αποσκοπεί εις την ηθικήν και πνευµατικήν αγωγήν και την ανάπτυξιν της ηθικής συνειδήσεως των νέων επί τη βάσει των ιδεολογικών κατευθύνσεων του ελληνοχριστιανικού πολιτισµού.» 1072
  • «Ο δηµόσιος υπάλληλος οφείλει πίστιν και αφοσίωσιν εις την πατρίδα και τα εθνικά ιδεώδη, είναι εκτελεστής της θελήσεως του κράτους.»1073
Μια πλευρά που ασφαλώς χρειάζεται περισσότερη διερεύνηση είναι οι σχέσεις ΗΠΑ και δικτατορίας. Όλα αυτά τα χρόνια δεν έλειψαν οι προσπάθειες αθώωσης και απενοχοποίησης των ΗΠΑ, σε σχέση µε το ρόλο µηχανισµών τους στο απριλιανό πραξικόπηµα. 

Βεβαίως, οι συνταγµατάρχες ενέργησαν έχοντας τη στήριξη των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ ή µηχανισµών τους.  

Από την άλλη δεν πρέπει να προκαλούν έκπληξη ορισµένες ενέργειές τους που έδειχναν διαφοροποίηση από την πολιτική των ΗΠΑ ή που έρχονταν και σε αντίθεση µε αυτή, δίχως να αλλάζουν το ΝΑΤΟϊκό, φιλοαµερικανικό, ιµπεριαλιστικό, αντικοµµουνιστικό χαρακτήρα της δικτατορίας.

Για παράδειγµα, η χουντική κυβέρνηση δεν αναγνώρισε το Ισραήλ και είχε φιλικές σχέσεις µε τις αραβικές κυβερνήσεις. 

Τα παραπάνω µπορούν να εξηγηθούν µε το γεγονός ότι ισχυρότατα τµήµατα της ελληνικής αστικής τάξης είχαν οικονοµικά συµφέροντα και συναλλαγές µε τις αραβικές χώρες.
Η ρήξη Χούντας - Μακάριου
Από την επικράτηση της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα µέχρι το ∆εκέµβρη του 1967 υπήρξε έντονη δραστηριοποίηση για το Κυπριακό. Μετά από διαβουλεύσεις, έγινε η ελληνοτουρκική συνάντηση στον Έβρο (Κεσάν-Αλεξανδρούπολη, 9 και 10 Σεπτέµβρη), ανάµεσα στους πρωθυπουργούς Κωνσταντίνο Κόλλια και Σουλεϊµάν Ντεµιρέλ, όπου οι διαπραγµατεύσεις απέτυχαν.  

Σύµφωνα µε το σχέδιο που πρότεινε η ελληνική κυβέρνηση, η Κύπρος θα γινόταν ελληνική και θα δίνονταν εγγυήσεις για την τουρκοκυπριακή µειονότητα, αλλά και θα εκχωρούνταν στην Τουρκία µια σηµαντική στρατιωτική περιοχή στη ∆υτική Θράκη. Η πρόταση απορρίφτηκε και ο Γ. Παπαδόπουλος θεώρησε τον πρωθυπουργό Κ. Κόλλια υπεύθυνο για την αποτυχία των διαπραγµατεύσεων.
∆ύο µήνες αργότερα (Νοέµβρης 1967) δηµιουργήθηκαν σοβαρά επεισόδια στην Κοφίνου και στον Άγιο Θεόδωρο, µε αποκορύφωµα την εξόντωση Τουρκοκυπρίων στην Κοφίνου από µονάδες του ελληνικού στρατού, µε επικεφαλής τον Γρίβα (διοικητή των Ελληνικών ∆υνάµεων στην Κύπρο από τον Ιούνη του 1964).  

Στην άµεση αντίδραση της Άγκυρας που απείλησε µε κήρυξη πολέµου, η Χούντα απέσυρε τον Γρίβα και την ελληνική µεραρχία. 

Ο Μακάριος δήλωσε  ότι η ένωση, αν και επιθυµητή, δεν αποτελούσε πλέον εφικτό στόχο. 
Η αποκήρυξη της ένωσης φαίνεται ότι είχε πλατιά απήχηση στην Κύπρο, καθώς λίγο αργότερα (25.2.1968) ο Μακάριος επανεκλέχτηκε πρόεδρος µε 95,45%. Το υπόλοιπο ποσοστό συγκέντρωσε ο Τ. Ευδόκας, εκπρόσωπος της Ενωτικής Παράταξης.
Η πολιτική της Χούντας, που βρισκόταν σε φανερή διάσταση µε την πολιτική της κυπριακής κυβέρνησης, είχε δύο όψεις:
  • Από τη µία τασσόταν υπέρ των ενδοκυπριακών διαπραγµατεύσεων και 
  • από την άλλη υπέρ της ένωσης της Κύπρου µε την Ελλάδα.
Ταυτόχρονα απέφευγε τη διεθνοποίηση του Κυπριακού. 
Η κυπριακή κυβέρνηση αντέκρουσε την πολιτική της Χούντας. Παρέµεινε στη θέση της διεθνοποίησης του Κυπριακού, όπως και η Σοβιετική Ένωση. Σταδιακά οι ενδοκοινοτικές συνοµιλίες παραµερίστηκαν και το Κυπριακό έγινε αντικείµενο διαπραγµατεύσεων µεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής κυβέρνησης.  

Οι αντιθέσεις ανάµεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία εκφράζονταν και  στην ιδιότητά τους ως µελών του ΝΑΤΟ, στον ανταγωνισµό τους για τον  έλεγχο της περιοχής. Από τα πράγµατα, η Τουρκία ήταν σηµαντικότερος σύµµαχος για τις ΗΠΑ. Κατείχε στρατηγική θέση στα σύνορα της ΕΣΣ∆ και της Μέσης Ανατολής, ενώ αποτελούσε ισχυρότερη στρατιωτική δύναµη.
Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ ενδιαφέρονταν η πολιτική της κυπριακής κυβέρνησης να στραφεί άµεσα σε κατεύθυνση συµµαχίας µαζί τους, βγαίνοντας από την πορεία των καλών σχέσεων µε την ΕΣΣ∆.

Η ελληνική Χούντα, που θεωρούσε ότι ήταν σε θέση να πετύχει την ένωση, ήρθε στην κυβερνητική εξουσία σε µια περίοδο που η ελληνοκυπριακή αστική τάξη είχε ήδη κάνει την επιλογή της, εγκαταλείποντας οριστικά τη θέση της ένωσης. 

Αυτό ακριβώς εξέφρασε η πολιτική του Μακάριου και γι’ αυτό η Χούντα τον αποκαλούσε ανθενωτικό και φιλοανεξαρτησιακό.

Η στρατιωτική δικτατορία πίστευε ότι η αποµάκρυνση του Μακάριου θα βελτίωνε το συσχετισµό υπέρ της ένωσης µε τον προσεταιρισµό των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ.  

Οι ΗΠΑ στήριξαν τις ενέργειες της Τουρκίας.

Η Βρετανία ενθάρρυνε τις αξιώσεις της και την ισχυροποίηση της τουρκοκυπριακής µειονότητας ως παράγοντα εναντίωσης στην ένωση, γιατί έτσι εδραιωνόταν περισσότερο η παρουσία της στην Κύπρο.

Μετά από την εξασφάλιση των βρετανικών βάσεων σε συνθήκες αποαποικιοποίησης της Κύπρου, η δυναµική των αυτοτελών συµφερόντων της Τουρκίας είχε διαµορφώσει συσχετισµό που εµπόδιζε σε µεγάλο βαθµό το ενιαίο του κυπριακού κράτους.

Έτσι έχοντας η κατάσταση, η Κύπρος είχε τεθεί πια στην τροχιά της διχοτόµησης.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η στρατιωτική δικτατορία διάρκεσε µέχρι τις 23.7.1974, οπότε αποκαταστάθηκε η αστική κοινοβουλευτική δηµοκρατία και διαµορφώθηκε το πολιτικό σύστηµα που υπάρχει µέχρι σήµερα.
Η περίοδος της στρατιωτικής δικτατορίας και των εξελίξεων στο Κυπριακό θα αποτελέσει αντικείµενο του επόµενου Γ΄τόµου της Ιστορίας του ΚΚΕ, στον οποίο θα βαρύνει αναπότρεπτα η αντεπανάσταση του 1989-1991 και οι επιπτώσεις της στο ΚΚΕ, καθώς και η πορεία του µέχρι την ανασυγκρότησή του (14ο Συνέδριο).  

Από τις αρχές αυτής της περιόδου, η μακρόχρονη πάλη μεταξύ βασικών στοιχείων και λειτουργιών του αστικού κράτους από τη µια, και του ενσωµατωµένου στο πολιτικό σύστηµα θεσµού της βασιλείας από την άλλη, λύθηκε µε την κατάργησή της. 

Η διενέργεια και η επικράτηση του στρατιωτικού πραξικοπήµατος ανέτρεψαν την επιρροή του Παλατιού στο στρατό και έλυσαν την αντίθεση1213 ανάµεσα στο Παλάτι και τα αστικά κόµµατα, αντίθεση που σηµάδεψε τις σχέσεις Παλατιού-κυβερνήσεων και κατά τις δεκαετίες 1950 και 1960.
Αρχικά, οι πραξικοπηµατίες επιδίωξαν τη νοµιµοποίησή τους ως φορέα της εξουσίας µε την αποδοχή τους από το Παλάτι. Έτσι, µια από τις πρώτες κινήσεις της Χούντας ήταν η ορκωµοσία της «Επαναστατικής Κυβερνήσεως» από το βασιλιά Κωνσταντίνο. Σε αντάλλαγµα, η Χούντα ανέθεσε την πρωθυπουργία στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και έµπιστο του Παλατιού, Κωνσταντίνο Κόλλια, ο οποίος χαρακτήρισε το πραξικόπηµα «επιβεβληµένο» και «σωτήριο». Αυτές οι ενέργειες φάνηκαν ως «συµβιβασµός» µεταξύ διαφορετικών επιρροών στο στρατό και στη σχέση του µε το Παλάτι.
Οι εξελίξεις όµως έδειξαν ότι όχι µόνο δεν αµβλύνθηκαν οι αντιθέσεις στρατού και Ανακτόρων, αλλά και έφτασαν στη ρήξη.
Άνθρωποι της Χούντας κατέλαβαν γρήγορα όλες τις θέσεις-κλειδιά, αφήνοντας στο Παλάτι θέσεις δίχως στρατιωτική και ουσιαστική πολιτική δύναµη. Οι σχεδιασµοί του Παλατιού να ανατρέψει και να αντικαταστήσει τη χουντική από άλλη κυβέρνηση, ελεγχόµενη από το ίδιο, δεν τελεσφόρησαν. 
Οι κινήσεις του βασιλιά (επαφές µε φιλοβασιλικούς αξιωµατικούς, περιοδείες στις στρατιωτικές µονάδες της Βόρειας Ελλάδας τον Αύγουστο) προκάλεσαν την έγκαιρη ετοιµότητα της Χούντας. Όταν το βασιλικό κίνηµα-οπερέτα εκδηλώθηκε στις 13.12.1967, εξουδετερώθηκε αµέσως και µε ευκολία. Η βασιλική οικογένεια εγκατέλειψε αυθηµερόν την προσπάθεια και κατέφυγε στη Ρώµη.

Ωστόσο, το πολίτευµα της Ελλάδας εξακολουθούσε να είναι η βασιλευοµένη δηµοκρατία, όπως όριζε το Σύνταγµα του 1952. Χρέη αντιβασιλέα ανέλαβε ο µέχρι τότε υφυπουργός Άµυνας στρατηγός Γ. Ζωιτάκης και πρωθυπουργού ο Γ. Παπαδόπουλος.
Όπως ήδη έχει αναφερθεί, το βασικό επιχείρηµα που χρησιµοποίησε η δικτατορία ήταν ο «κοµµουνιστικός κίνδυνος». 

Επιβεβαιώθηκε ακόµα µια φορά ότι ο αντικοµµουνισµός είναι πάντα ο προποµπός για την περιστολή αστικών ελευθεριών και δικαιωµάτων, την επιβολή γενικότερων αντιλαϊκών µέτρων, που θίγουν άµεσα και βίαια τα πιο ζωτικά συµφέροντα όλων των εργαζοµένων και όχι µόνο των κοµµουνιστών.
Η επικράτηση της συγκεκριµένης στρατιωτικής δικτατορίας συντελέστηκε µε ένα γενικό αιφνιδιασµό, αν και είχαν προηγηθεί πολιτικές τοποθετήσεις για το ενδεχόµενο αναστολής της λειτουργίας της Βουλής, για πραξικοπηµατικές κινήσεις του βασιλιά.

Βαρύνει την ηγεσία του ΚΚΕ, πρωταρχικά το Γραφείο του Κλιµακίου της ΚΕ που βρισκόταν στην Ελλάδα, καθώς και την ηγεσία της Ε∆Α, το γεγονός ότι χιλιάδες στελέχη και µέλη του ΚΚΕ και της Ε∆Α πιάστηκαν κυριολεκτικά στον ύπνο και σύρθηκαν στην εξορία.

Οι σχεδιασµοί για εγκαθίδρυση στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα βρίσκονταν γενικά στην πρόβλεψη του καθοδηγητικού οργάνου του ΚΚΕ. 

Ωστόσο, δεν υπήρξε η συγκεκριµένη ανάλογη επαγρύπνηση, µε αποτέλεσµα να µην υπάρχει και καµία προετοιµασία για την προβολή αντίστασης ενάντια στους πραξικοπηµατίες. 

Ταυτόχρονα η τελευταία περιοριζόταν ως δυνατότητα εξαιτίας της απουσίας Κοµµατικών Οργανώσεων του ΚΚΕ. 

Έτσι, δεν υπήρξε ούτε στοιχειώδης παράνοµος µηχανισµός για τη διεξαγωγή της αντιδικτατορικής πάλης.
Η Απόφαση του 9ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, που συνήλθε στη Γερµανική Λαοκρατική ∆ηµοκρατία (4-10.12.1973), εκτίµησε σχετικά:
  • «… Αν είχε συνειδητοποιηθεί ο κίνδυνος της δικτατορίας και είχε γίνει και µέσα ακόµα στα πλαίσια της Ε∆Α σχετική προετοιµασία, θα ήταν δυνατόν (…) να δηµιουργηθούν συνθήκες για τη συνέχιση της αντιδικτατορικής πάλης από καλύτερες θέσεις.»1214  «Το στρατιωτικό-φασιστικό πραξικόπηµα βρήκε την ΚΕ και όλο το Κόµµα απροετοίµαστα. Το καθοδηγητικό κέντρο στο εσωτερικό δεν µπόρεσε µε  την εγκαθίδρυση της δικτατορίας να αποκαταστήσει επαφές και δεσµούς και να οργανώσει τις κοµµατικές δυνάµεις. Ορισµένα στελέχη και µέλη του Κόµµατος, από εκείνα κυρίως που ήταν οργανωµένα στις Κοµµατικές Οµάδες, πήραν την πρωτοβουλία για την ανασύνταξη των κοµµατικών δυνάµεων, των δυνάµεων γενικότερα του αντιδικτατορικού κινήµατος.»1215
Η πολιτική της δικτατορίας συνδύαζε την ωµή καταστολή µε την ευελιξία.

Παράλληλα, ένα σηµαντικό τµήµα των πιο συντηρητικών µικροαστικών στρωµάτων ανέχτηκε τη δικτατορία ή και συντάχτηκε µε αυτή.

Συντέλεσε σε αυτό και η πολιτική προσεταιρισµού αυτοαπασχολούµενων (π.χ. ιδιοκτητών ταξί κ.ά.), που ακολούθησε η Χούντα.

Η δικτατορία στήριξε την πολιτική συµµαχιών της στη διαγραφή των αγροτικών χρεών, στην ενίσχυση της αγοραστικής δύναµης τα πρώτα χρόνια µετά από το πραξικόπηµα και στη µείωση της ανεργίας χάρη στην ανάπτυξη που είχε συντελεστεί την προηγούµενη περίοδο, αλλά και στην ανάπτυξη του κλάδου των κατασκευών.

Ακόµα, στηρίχτηκε σε µια ορισµένη άµβλυνση του προβλήµατος της λαϊκής κατοικίας που έφερε το σύστηµα της αντιπαροχής.
Παράλληλα η χουντική κυβέρνηση, στην προσπάθεια να αµβλύνει τις αντιδράσεις που εκδηλώνονταν έξω από την Ελλάδα, αλλά και για να εξωραΐσει την εικόνα της στο εσωτερικό, αµνήστευσε τους υπευθύνους του βασιλικού στρατιωτικού κινήµατος, καθώς και όσους φέρονταν ότι είχαν αναµειχθεί στην «υπόθεση ΑΣΠΙ∆Α». 

Ανάµεσα σε αυτούς ήταν και ο Α. Παπανδρέου, στον οποίο χορηγήθηκε διαβατήριο και έφυγε στο εξωτερικό.
Στις 29.9.1968 διενεργήθηκε από τη Χούντα δηµοψήφισµα για το νέο Σύνταγµα, µε το οποίο κατοχυρωνόταν θεσµικά ο στρατός ως ανώτατος ρυθµιστής της πολιτικής ζωής.

Πριν και στη διάρκεια της διεξαγωγής του, ασκήθηκε ψυχολογική βία και τροµοκρατία, ενώ υπήρξε και αλλοίωση των ψηφοδελτίων, µε αποτέλεσµα να εµφανιστεί ποσοστό έγκρισης του νέου Συντάγµατος πάνω από 90%. 
  • Το επίπεδο του εργατικού κινήµατος, γενικά της ταξικής πάλης, καθώς και η κατάσταση στην οποία βρισκόταν το 1967 ο συνειδητός υποκειµενικός παράγοντας, το ΚΚΕ, προσδιόρισαν και το επίπεδο της πάλης που θα ακολουθούσε και το οποίο, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια, ήταν πολύ κατώτερο των περιστάσεων.

Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια µέχρι να εκδηλωθούν τα πρώτα µαζικά σκιρτήµατα αντίδρασης, κύρια σε χώρους φοιτητών και σπουδαστών. 

Με τον ασφυκτικό έλεγχο που ασκούσε στις συνδικαλιστικές οργανώσεις η κρατική Ασφάλεια και οι διορισµένοι εργοδοτικοί και κυβερνητικοί συνδικαλιστές, η δικτατορία µπόρεσε να καθηλώσει, επί της ουσίας να διαλύσει το εργατικό και τα άλλα συνδικαλιστικά κινήµατα.
Στο χαµηλό επίπεδο του κινήµατος επέδρασαν αποφασιστικά το γενικότερο κλίµα της τροµοκρατίας, οι συλλήψεις, τα βασανιστήρια και η λειτουργία των στρατοδικείων, όπως και η ηττοπάθεια που καλλιεργούνταν από διάφορες πλευρές ότι η δικτατορία ήταν ακλόνητη.

Το κλίµα της ηττοπάθειας εκφράστηκε από τις πρώτες µέρες του πραξικοπήµατος και ανάµεσα στους πολιτικούς κρατουµένους, ένα µέρος των οποίων υποχώρησε. 

Τότε µάλιστα άρχισε να διαδίδεται η αντίληψη ότι η υπογραφή «δήλωσης µετανοίας» δεν ήταν και τόσο επιβαρυντική, ότι µπορούσε να αποτελέσει ελιγµό.
Βεβαίως, πρέπει να υπογραµµιστεί ότι ταυτόχρονα µια µεγάλη µερίδα πολιτικών κρατουµένων, που εξορίστηκαν στη Γυάρο και έπειτα στη Λέρο και αλλού, ανάµεσα στους οποίους και νεολαίοι της Ε∆Α και της ∆ηµοκρατικής Νεολαίας Λαµπράκη, στάθηκαν αλύγιστοι. 

Πολλοί από αυτούς στη συνέχεια αποτέλεσαν δυναµικό του ΚΚΕ.
Το ΚΚΕ ήταν και αυτήν τη φορά η πολιτική δύναµη που έδωσε στην αντιδικτατορική πάλη τις περισσότερες θυσίες. Το κίνηµα στα χρόνια 1967-1974 ενισχυόταν ηθικά και ιδεολογικά από την ηρωική στάση πολλών κοµµουνιστών και κοµµουνιστριών στην ανάκριση, τα βασανιστήρια και τα στρατοδικεία.  Σηµαντικό ρόλο στα παραπάνω έπαιξε η δηµιουργία της ΚΝΕ.
Η ΚΝΕ δηµιουργήθηκε στις 15.9.1968. Σχετικά µε τη δηµιουργία της η ειδική Απόφαση της 13ηςΟλοµέλειας της ΚΕ (11-17.1.1969) «για την ανασύσταση Κοµµουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας»αναφέρει ανάµεσα σε άλλα:
«1. Η 13η Ευρεία Ολοµέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ χαιρετίζει την ανασύσταση της οργάνωσης της Κοµµουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας (ΚΝΕ).
2. Η Ολοµέλεια θεωρεί ότι οι σηµερινές συνθήκες στην Ελλάδα καθώς και οι διεθνείς επιβάλλουν την ανασύσταση της Κοµµουνιστικής Νεολαίας.
 Η ΚΝΕ θα συγκεντρώνει στις γραµµές της το πρωτοπόρο τµήµα της ελληνικής νεολαίας και, στηριγµένη στη θεωρία του µαρξισµού-λενινισµού, θα διαπαιδαγωγεί την ελληνική νεολαία µε τα ιδανικά της δηµοκρατίας και του σοσιαλισµού, µε τις ηρωικές παραδόσεις της Οµοσπονδίας Κοµµουνιστικών Νεολαίων Ελλάδας (ΟΚΝΕ), µε τις καλύτερες παραδόσεις της ΕΠΟΝ και της ∆ηµοκρατικής Νεολαίας Λαµπράκη.
Η ΚΝΕ προετοιµάζει τα µέλη της να γίνουν ικανά ν’ αποτελέσουν µέλη του Κόµµατος της εργατικής τάξης, του ΚΚΕ.
3. Η ΚΝΕ έχει σαν φιλοδοξία να βρεθεί στις πρώτες γραµµές και να παίξει όλο και πιο σοβαρό ρόλο στην πάλη της νεολαίας και όλου του λαού για τα ζητήµατα των νέων για την ανατροπή της δικτατορίας, (…) για την ειρήνη και την κοινωνική πρόοδο. (…) Στις σηµερινές συνθήκες, η ΚΝΕ δηµιουργεί παράνοµες Οργανώσεις  στους τόπους δουλειάς και κατοικίας των νέων, µε βάση τις αρχές της συνωµοτικότητας, της επαγρύπνησης και της αποκέντρωσης. (…)
5. Η Ολοµέλεια της ΚΕ αναθέτει στο ΠΓ και τις Οργανώσεις του Κόµµατος το καθήκον να βοηθήσουν στη συγκρότηση Οργανώσεων της ΚΝΕ.»1216
Αντλώντας πείρα από τη διαδροµή του νεολαιίστικου κινήµατος, η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ (2005) υπογράµµισε για την ΚΝΕ αυτό ακριβώς το θέµα στις σύγχρονες συνθήκες: 
  • «Η ίδρυση της ΚΝΕ, το 1968, δικαίωσε την απόφαση του ΚΚΕ µε την επαναλειτουργία του στην Ελλάδα, σε συνθήκες παρανοµίας, ύστερα από τη διάλυση των ΚΟ το 1958. Η ύπαρξη επαναστατικής οργάνωσης νεολαίας, υπό την καθοδήγηση του ΚΚΕ, είναι απολύτως αναγκαία. Καµία άλλη νεολαιίστικη οργάνωση, όσο µαζική και ριζοσπαστική και να είναι, δεν µπορεί να την αντικαταστήσει, να την υποκαταστήσει.»1217
Επίσης:
  • «Η ΚΝΕ δρα στο πλευρό του Κόµµατος και κάτω από την καθοδήγησή του, έχοντας ως στρατηγικό σκοπό το σοσιαλισµό. Από εδώ προκύπτει ο χαρακτήρας της Οργάνωσης. Από εδώ προκύπτει η ανάγκη η ΚΝΕ να συµβάλει στην προώθηση της στρατηγικής του Κόµµατος, στην οικοδόµηση του Μετώπου, δύναµη του οποίου θα αποτελέσει και το ίδιο το νεολαιίστικο κίνηµα. Πράγµα που απαιτεί να γνωρίσει και να αφοµοιώσει τις θέσεις του Κόµµατος και µάλιστα µέσα από τις δικές της εµπειρίες.»1218
Η ανασυγκρότηση των Οργανώσεων του ΚΚΕ πραγµατοποιούνταν σε  εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, όµως στην πορεία ενισχυόταν µε τους συντρόφους και τις συντρόφισσες που επέστρεφαν από την εξορία ή τη φυλακή και ήταν αποφασισµένοι να συνεχίσουν τον αγώνα από τις γραµµές του ΚΚΕ και της ΚΝΕ. 

Και βέβαια η ανασυγκρότηση του ΚΚΕ στηρίχτηκε και µε τη σχεδιασµένη και επαναλαµβανόµενη αποστολή πολλών κοµµατικών στελεχών από το εξωτερικό, ειδικά µετά από τη 12η Ολοµέλεια της Κεντρικής Επιτροπής (1968). 
Την ανασυγκρότηση του ΚΚΕ δυσκόλευε η σύγχυση που προκλήθηκε τον πρώτο καιρό µετά από τη 12η Ολοµέλεια.

Οι συνθήκες της παρανοµίας εµπόδιζαν την ανοιχτή και µαζική διαπάλη, τόσο σχετικά µε τις αιτίες της διάσπασης όσο και µε το ποιες δυνάµεις εξέφραζαν το Κόµµα.

Ήταν ακόµα η φάση που πλατιές µάζες της Ε∆Α επηρεάζονταν από την ηγεσία της, αυτή γνώριζαν, ενώ η πλειοψηφία αυτής της ηγεσίας ήταν στελέχη του αυτοαποκαλούµενου «ΚΚΕ εσωτερικού».
Παρ' όλα αυτά, η ανασυγκρότηση του ΚΚΕ ήταν προϋπόθεση για την ανάπτυξη της µαζικής αντιδικτατορικής πάλης.

Η ηγεσία του σωστά επέλεξε την αδιάλλακτη αντιπαράθεση µε το «ΚΚΕ εσωτερικού», ως κύριο οπορτουνιστικό φορέα, εµπόδιο και στην κατεύθυνση της αντιδικτατορικής πάλης. 

Η ανάπτυξη των Οργανώσεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ επέδρασε και στη δηµιουργία της Ενιαίας Συνδικαλιστικής Αντιδικτατορικής Κίνησης – ΕΣΑΚ (3.4.1968), της Αντι-ΕΦΕΕ και της Μαθητικής Οργάνωσης ∆ηµοκρατικής Νεολαίας Ελλάδας (ΜΟ∆ΝΕ).
Η ανασυγκρότηση του ΚΚΕ προχώρησε ταχύτερα µετά από τη 17η Ολοµέλεια της ΚΕ (9-13.12.1972), στην οποία ο µέχρι τότε Α΄Γραµµατέας της ΚΕ Κώστας Κολιγιάννης αντικαταστάθηκε από τον Χαρίλαο Φλωράκη που είχε βγει παράνοµα στο εξωτερικό και συµµετείχε στην καθοδήγηση του ΚΚΕ.

Συνεχίστηκε µε το 9ο Συνέδριο. 
Σηµαντικό όπλο για την ανάπτυξη της αντιδικτατορικής πάλης και την οργάνωση των κοµµατικών δυνάµεων αποτέλεσαν ο παράνοµος Τύπος της ΚΕ του ΚΚΕ, της Κοµµουνιστικής Νεολαίας, της ΚΟΑ, (Ριζοσπάστης, Οδηγητής, Αδούλωτη Αθήνα, ∆ηµοκρατική Αλλαγή, Ελεύθερη Πατρίδα κ.ά.), η κυκλοφορία προκηρύξεων και άλλων εντύπων, η αναγραφή συνθηµάτων.

Ιδιαίτερο ρόλο είχαν το θεωρητικό περιοδικό του Κόµµατος Νέος Κόσµος, ο ραδιοφωνικός σταθµός «Η Φωνή της Αλήθειας», από τις εκποµπές του οποίου καθοδηγούνταν οι Κοµµατικές Οργανώσεις στην καθηµερινή οργανωτική και πολιτική δράση τους και γενικότερα στην αντιδικτατορική λαϊκή πάλη.
Τη δική τους συµβολή στην πάλη κατά της δικτατορίας είχαν και οι οργανώσεις Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο, Ρήγας Φεραίος, ∆ηµοκρατική Άµυνα, Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνηµα - ΠΑΚ (28.2.1968) και άλλες µικρότερης εµβέλειας, ενώ σηµαντικός ήταν ο ρόλος πολλών οργανώσεων στο εξωτερικό, τόσο στις χώρες όπου υπήρχαν Έλληνες οικονοµικοί µετανάστες όσο και στις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόµησης.

Στην πορεία, πήραν µέρος στον αγώνα κατά της Χούντας και οργανώσεις αστικών κοµµάτων, ακόµα και βασιλόφρονες.
Ενάµιση χρόνο πριν το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας, το λαϊκό κίνηµα άρχισε να σηµειώνει αισθητή άνοδο και κορυφώθηκε µε τον ξεσηκωµό στο Πολυτεχνείο το Νοέµβρη του 1973. 

Την τριήµερη κατάληψη του Πολυτεχνείου (14-15-16 Νοέµβρη) κατέστειλαν τελικά στρατιωτικές δυνάµεις µε την εισβολή τανκ και στρατού στο ίδρυµα τη νύχτα της 17ης Νοέµβρη.

Η επέµβαση του στρατού και της αστυνοµίας στο Πολυτεχνείο και στις γύρω περιοχές οδήγησε σε έναν αιµατηρό απολογισµό µε δεκάδες νεκρούς και τραυµατίες.
Η κυβέρνηση Μαρκεζίνη παραιτήθηκε, ενώ στις 25.11.1973 η χούντα του Παπαδόπουλου ανατράπηκε από το στρατιωτικό πραξικόπηµα του ταξίαρχου Ιωαννίδη.

Τη χαριστική βολή στη δικτατορία έδωσε το πραξικόπηµα για την ανατροπή της κυβέρνησης Μακάριου (15.7.1974), που υποκίνησε η ελληνική κυβέρνηση σε συνεργασία µε Ελληνοκύπριους πολιτικούς και στρατιωτικούς της ΕΟΚΑ Β'.

Αµέσως ακολούθησε η εισβολή σε δύο φάσεις των τουρκικών στρατευµάτων στην Κύπρο (20-22 Ιούλη και 14-16 Αυγούστου).
Η κυβέρνηση της δικτατορίας δεν µπορούσε πια να σταθεί.

Η ελληνική αστική τάξη και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι ανησύχησαν µήπως δυσκολέψει ο έλεγχος της κατάστασης. Τότε ακριβώς η δικτατορία παρέδωσε τη διακυβέρνηση. 

Τη νύχτα της 23ης προς 24.7.1974 ήρθε στην Ελλάδα από το Παρίσι ο Κ. Καραµανλής και σχηµάτισε κυβέρνηση της λεγόµενης «εθνικής ενότητας», από πολιτικούς της προδικτατορικής ΕΡΕ και του «κεντρώου» χώρου. Άρχισε η φάση της λεγόµενης µεταπολίτευσης. 
Η ΚΕ του ΚΚΕ χαρακτήρισε ως εξής την αλλαγή: 
  • «…Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση, η χουντική ηγεσία, µε οδηγίες της Ουάσιγκτον και άλλων ηγετικών ΝΑΤΟϊκών κύκλων, ανέθεσε τη διακυβέρνηση της χώρας σε συντηρητικούς αστούς πολιτικούς, µε επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Καραµανλή.»1219
Το πιο σηµαντικό γεγονός, που χρωµάτισε αυτήν τη φάση ήταν η νοµιµοποίηση του ΚΚΕ.

Βασικός λόγος που την επέβαλε ήταν η ντεφάκτο παρέµβαση του ΚΚΕ αµέσως µετά από την κατάρρευση της δικτατορίας, µε την άφιξη του ΠΓ στην Ελλάδα και µε το άνοιγµα των κεντρικών γραφείων του στην Αθήνα, στην πλατεία Κάνιγγος. 

Τις ίδιες ηµέρες εκδόθηκε η εφηµερίδα ΝΕΑ ΕΛΛΑ∆Α, πριν την επίσηµη νοµιµοποίηση του ΚΚΕ.

Στις 24.9.1974 η ΚΕ απηύθυνε χαιρετιστήριο για τη νοµιµοποίηση του ΚΚΕ «προς την εργατική τάξη, την αγροτιά, τους διανοούµενους, όλο το λαό».1220
Στις 25.9.1974 κυκλοφόρησε ο Ριζοσπάστης, ηµερήσιο όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ.

Μετά από 27 χρόνια συνεχόµενης παρανοµίας,το ΚΚΕ σηµείωσε µια σηµαντική κατάκτηση. 

Παρά τις διώξεις και σε πείσµα όσων είχαν σπεύσει κατά καιρούς να αναγγείλουν την εξαφάνισή του, το ΚΚΕ κατάκτησε τη νόµιµη δράση του.

Άρχιζε µια νέα περίοδος στην πολυκύµαντη Ιστορία του. 

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1064. Βλ. αναλυτικά για τον «ΑΣΠΙ∆Α» στο Παράρτηµα του ∆οκιµίου, σελ. 657.
1065. Οι διαλέξεις πραγµατοποιήθηκαν στις 4,8,11 και 14.3.1966 στο ξενοδοχείο «Χίλτον». Τις παρακολούθησε πλήθος στελεχών του αστικού πολιτικού κόσµου (Π. Κανελλόπουλος, Ι. Παρασκευόπουλος, Κ. Γεωργακόπουλος, ∆. Κιουσόπουλος κ.ά.). Κυκλοφόρησαν σε βιβλίο µε τίτλο Ο φόβος της δικτατορίας, Αθήνα, 1966.
1066. Κατά τον Ανδρέα Παπανδρέου «…το στρατιωτικό καθεστώς κατέλαβε την εξουσία στην Ελλάδα για να παραδώσει τη χώρα στα οικονοµικά και στρατιωτικά συµφέροντα του βιοµηχανικού-στρατιωτικού συγκροτήµατος της Αµερικής (...) Αυτός ο τύπος κυριαρχίας µπορεί να ονοµασθεί “νεοαποικιακός” µάλλον. (...) Η Ελλάδα αποτελεί ένα χάσµα στη ∆υτικοευρωπαϊκή Κοινότητα, όντας ο πρώτος αµερικανικός δορυφόρος (…)που συνδέεται µε την Κοινή Αγορά.(...) Η ελληνική βιοµηχανική και µεγαλεµπορική τάξη δεν είναι µόνο µικρή, αλλά και χωρίς βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνικοοικονοµική δοµή». (Βλ. Ανδρέας Παπανδρέου, Η δηµοκρατία στο απόσπασµα, σελ. 461-462, εκδ. Καρανάσης, Αθήνα, 1974.) Στη βάση αυτής της ανάλυσης υποστήριζε ότι ο αντιδικτατορικός αγώνας έπαιρνε  µορφή εθνικού απελευθερωτικού αγώνα (βλ. Ό.π., σελ. 465).
Η παραπάνω προσέγγιση: 
1. Υποτιµούσε το επίπεδο της εσωτερικής καπιταλιστικής συσσώρευσης, τη διασύνδεσή του µε το ξένο κεφάλαιο, τη διαµόρφωση δεσµών κοινών συµφερόντων.
2. Υποτιµούσε το µακροπρόθεσµο συµφέρον της αστικής τάξης στην Ελλάδα από τη σύνδεση-ένταξη στην ΕΟΚ.
3. Συνέδεε τη χούντα αποκλειστικά µε το λεγόµενο βιοµηχανικό-στρατιωτικό σύµπλεγµα των ΗΠΑ και όχι µε τη συνολική πολιτική του αµερικανικού ιµπεριαλισµού.
4. Όριζε την επιβολή της δικτατορίας ως αποτέλεσµα εξωτερικής χρησιµοποίησης πρακτόρων από τη CIA, παραγνωρίζοντας τις εσωτερικές δυνάµεις που την εξέθρεψαν.  Λαθεµένα χαρακτήριζε το ελληνικό αστικό καθεστώς ως «νεοαποικιακό».  Η παραπάνω ανάλυση του Ανδρέα Παπανδρέου εξέφραζε τη γνωστή τροτσκίζουσα θέση περί της σχέσης ΗΠΑ-Ελλάδας ως σχέσης µητρόπολης-περιφέρειας.
1067. Γιάννης Κάτρης, Η γέννηση του νεοφασισµού στην Ελλάδα, σελ. 76, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα, 1974.
1068. Το πραξικόπηµα δεν ήταν αναίµακτο. Την ίδια µέρα υπήρξαν τουλάχιστο 2 νεκροί, ο 15χρονος Βασίλης Πεσλής και η 24χρονη Μαρία Καλαβρού. Λίγες µέρες αργότερα (25.4.1967) δολοφονήθηκε εν ψυχρώ στον Ιππόδροµο ο Παναγιώτης Ελής από τον ανθυπίλαρχο Κωνσταντίνο Κώτσαρη, ενώ στις 22 Μάη δολοφονήθηκε ο Νικηφόρος Μανδηλαράς και στις 5.9.1967 ο Γιάννης Χαλκίδης, στέλεχος του ΠΑΜ Νέων. Στις 9.5.1968 δολοφονήθηκε στο Γ΄Σώµ Στρατού ο πρώην βουλευτής της Ε∆Α και στέλεχος του ΚΚΕ Γιώργης Τσαρουχάς.
1069. Γεώργιος Π. Μαλούχος, Εγώ,ο Ιάκωβος, σελ. 247-248, εκδ. Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα, 2002.
1070. Γ. Παπαδόπουλος, Το πιστεύω µας, τόµ. Α΄, σελ. 10, εκδ. Γενική ∆ιεύθυνσις Τύπου και Πληροφοριών, Αθήνα, 1967.
1071. Το άρθρο 91 του Συντάγµατος του 1952 όριζε και τα ακόλουθα: 
«Ο Βασιλεύς δύναται µετά πρότασιν του Υπουργικού Συµβουλίου, εν περιπτώσει εµπολέµου καταστάσεως ή επιστρατεύσεως ένεκεν εξωτερικών κινδύνων ή σοβαράς διαταραχής ή εκδήλου απειλής της δηµόσιας τάξεως και ασφαλείας της χώρας εξ εσωτερικών κινδύνων, να αναστείλη διά Βασιλικού ∆ιατάγµατος εις όλην την επικράτειαν ή  εις µέρος αυτής την ισχύν των άρθρων 5,6,8,10,11,12,14,20, 95 και 97 του Συντάγµατος ή τινών τούτων και θέτων εις εφαρµογήν τον εκάστοτε ισχύοντα Νόµον “περί καταστάσεως πολιορκίας” να συστήση εξαιρετικά δικαστήρια.»  (Βλ. Βουλή των Ελλήνων, Σύνταγµα της Ελλάδος, εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, εν Αθήναις, 1952, σελ. 45).  Το Σύνταγµα του 1952 ψηφίστηκε από τη Βουλή επί κυβερνήσεως Σοφ. Βενιζέλου. 
Εγκρίθηκε µε 132 ψήφους σε σύνολο 250 βουλευτών. Ο Ελληνικός Συναγερµός (Παπάγος) αποχώρησε από τη συνεδρίαση επειδή η Βουλή ήταν απλή και δεν είχε αναθεωρητικές αρµοδιότητες. Υπερψήφισαν οι βουλευτές της ΕΠΕΚ (Πλαστήρας), των Φιλελευθέρων, 2 βουλευτές του Λαϊκού Κόµµατος, οι συνεργαζόµενοι µε την κυβέρνηση Αγροτικοί και ο Λεωνίδας Καραµαούνας. Ο Μιχάλης Κύρκος ψήφισε «παρών»
1072. Άρθρο 16, παρ. 2 του Συντάγµατος του 1952.
1073. Άρθρο 100, παρ. 1, 2 του Συντάγµατος.
1213. Οι ενδοαστικές αντιθέσεις, όπως και όλα τα ζητήµατα που αφορούν στις εξελίξεις εκείνης της περιόδου (Κυπριακό, η θέση της Ελλάδας στο ιµπεριαλιστικό σύστηµα, η στρατηγική και η τακτική των πολιτικών δυνάµεων της εποχής, η προσέγγιση της ιδεολογίας της δικτατορίας,η στάση των εργατικών και λαϊκών δυνάµεων εκείνα τα χρόνια,οι διώξεις, οι καταδίκες και τα βασανιστήρια σε βάρος χιλιάδων αγωνιστών της αντιδικτατορικής πάλης κ.ά.), προγραµµατίζεται να αποτελέσουν ένα µέρος από το συνολικό αντικείµενο του επόµενου Γ΄τόµου του ∆οκιµίου Ιστορίας του ΚΚΕ, µελλοντικό καθήκον της Κεντρικής του Επιτροπής. 
1214. Το 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ, σελ. 35, έκδ. ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα, 1974.
1215. Το ΚΚΕ. Επίσηµα Κείµενα, τόµ. 10, σελ. 819, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα,2009.
1216. Το ΚΚΕ. Επίσηµα Κείµενα, τόµ. 10, σελ. 297, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2009.
1217. Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη µε θέµα: «Η δράση του Κόµµατος για τα προβλήµατα της Νεολαίας. Η στήριξη της ΚΝΕ», σελ. 2, έκδ. Ριζοσπάστης, 2005.
1218. Εισήγηση της ΚΕ του ΚΚΕ στην Πανελλαδική Κοµµατική Συνδιάσκεψη µε θέµα:«Η δράση του Κόµµατος για τα προβλήµατα της Νεολαίας. Η στήριξη της ΚΝΕ»,σελ. 8, εκδ. Ριζοσπάστης, 2005.
1219. Το ΚΚΕ. Επίσηµα Κείµενα, τόµ. 10, σελ. 906,εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2009 και περιοδικό Νέος Κόσµος, τεύχ. 8-9, σελ. 3, Αύγουστος-Σεπτέµβρης 1974.
1220. Ριζοσπάστης, 25.9.1974.
902

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.