Δεκέμβρης 1944 (17)

Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Ο Μάγος του ρεαλισμού

ΓΚΑΜΠΡΙΕΛ ΓΚΑΡΣΙΑ ΜΑΡΚΕΣ
Άφησε μια εμβληματική λογοτεχνική κληρονομιά
Στις 17 Απρίλη πέθανε, σε ηλικία 87 χρόνων, ο διάσημος Κολομβιανός συγγραφέας Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, αφήνοντας μια εμ­βληματική λογοτεχνική κληρονομιά. Στο δυ­σανάλογο με τον όγκο του έργου του μικρό ετού­το αφιέρωμα θα γίνει προσπάθεια μιας αρχικής προσέγγισης.
Λογοτεχνία και Ιστορία
Συνήθως, η λογοτεχνική δημιουργία του Μάρκες διαιρείται σε δύο περιόδους: Αυτήν που προηγή­θηκε του έργου που τον καθιέρωσε παγκοσμίως, το πασίγνωστο «100 Χρόνια Μοναξιάς» και την με­τά απ' αυτό.


Τα έργα που προηγήθηκαν μοιάζουν με προετοιμασία στο μνημειώδες αυτό μυθιστό­ρημα με την έννοια, ότι κάποια πρόσωπα, τόποι, γεγονότα, αντιλήψεις, που μπαίνουν σαν συστατικά στοιχεία στο «100 Χρόνια Μοναξιάς», απαντώνται εν μέρει σε προηγούμενα έργα του, όπως ο π κεντρικός τόπος, το χωριό Μακόντο.
Που δεν πάει να πει ότι πρόκειται απλώς για δοκιμές. Αντίθετα, πρόκειται για άρτια λογοτεχνικά έργα, που ωστόσο μαρτυρούν την αναζήτηση μιας μεγαλύτερης σύνθεσης. Σαν κόκκινο νήμα περνάει από το ν έργο του Μάρκες η παρουσία της δικτατορίας.
Η βασανιστική παρουσία συνεχών πραξικοπημάτων και δικτατορικών καθεστώτων στη Λατινική Αμε­ρική βρίσκει την αντανάκλασή της στα έργα του. Βασανισμένα μυαλά οι συγγραφείς της μαρτυρι­κής αυτής ηπείρου. Υπάρχουν οι λόγοι.

Ο Μάρ­κες, στην ομιλία του με αφορμή το βραβείο Νό­μπελ, που του απονεμήθηκε το 1982, θα εκφρά­σει ένα χαρακτηριστικό παράπονο απέναντι στην παλαιά ήπειρο, μιλώντας στην αίθουσα απονομής στη νορβηγική πρωτεύουσα για την ουσία της «μο­ναξιάς της Λατινικής Αμερικής»: «Η ερμηνεία της δικής μας πραγματικότητας με ξένα σχήματα συμ­βάλλει μονάχα στο να μας κάνει κάθε φορά πιο ά­γνωστους, κάθε φορά λιγότερο ελεύθερους, κά­θε φορά πιο μοναχικούς. Ισως η αξιοσέβαστη Ευ­ρώπη θα μας καταλάβαινε καλύτερα, αν προσπα­θούσε να μας βλέπει στο δικό της παρελθόν», θί­γοντας το θέμα του σεβασμού για την ταυτότητα, κραυγή πόνου που ακούγεται συχνά από τον πρώ­ην (και νυν) αποικιοκρατούμενο κόσμο.
Λίγο παρα­κάτω θα αναρωτηθεί:
«Γιατί την πρωτοτυπία που μας αναγνωρίζετε χωρίς επιφυλάξεις στη λογοτε­χνία, μας την αρνιέστε με κάθε είδος καχυποψι­ών στις τόσο δύσκολές μας προσπάθειες της κοι­νωνικής αλλαγής;».
Αλλά και τα ακόλουθα λόγια στο «Ο συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει» είναι χαρακτηριστικά για το «παράπονο» από τους Ευρωπαίους: «Για τους Ευρωπαίους η Α­μερική του Νότου είναι ένας άντρας με μουστά­κια, κιθάρα και ένα ρεβόλβερ - είπε ο γιατρός γε­λώντας πάνω από την εφημερίδα. Δεν καταλαβαί­νουν το πρόβλημα».
Το έργο του είναι γεμάτο από συνταγματάρχες, στρατηγούς κι άλλους στρατιωτικούς. Μην ξεχνά­με ότι ή κυρίως ισπανική κατάκτηση της Νότιας Αμερικής δεν έφερε ποτέ μια καπιταλιστική ανά­πτυξη τύπου Βόρειας Αμερικής, αλλά εγκατέστη­σε εκεί προπαντός φεουδαρχικές σχέσεις, καθο­λικισμό, στρατοκρατίες, μεσαιωνισμό.
Το βάσανο και η καταπίεση της απόλυτης εξουσίας, παρούσα σε όλο το έργο του Μάρκες, βρίσκει το αποκορύφωμά του στο «Φθινόπωρο του Πατριάρχη», σπουδαία συμβολή στην πλούσια παραγωγή του λεγό­μενου «μυθιστορήματος της δικτατορίας», στο ο­ποίο άλλοι μεγάλοι δημιουργοί είχαν προηγηθεί (ό­πως ο Καρπεντιέρ από την Κούβα, ο Αστούριας α­πό τη Γουατεμάλα και ο Ρόα Μπάστος από την Πα­ραγουάη).
Με την έννοια αυτή το «Φθινόπωρο του Πατριάρχη» αποτελεί σημαντική συμβολή στην ιστορικοπολιτική έρευνα στην νοτιοαμερικανική ήπειρο.
Επίσης, δείχνει πως το έργο του Μάρκες συνυφαίνεται στενά με την κοινωνική πραγματικό­τητα του κόσμου του, παρά τις μαγικές αποδρά­σεις, με τις οποίες καθιέρωσε την έννοια του μα­γικού ρεαλισμού. Ακριβώς, όμως, αυτά τα μη ρεα­λιστικά στοιχεία απογειώνουν την πραγματικότη­τα αυτή, κάνοντάς την οικουμενική και άχρονη.
Ο δικτάτορας στο «Το φθινόπωρο…» έχει μια ηλικία, που κυμαίνεται ανάμεσα στα «107 και τα 232 χρό­νια». Δεν το ξέρει ούτε ο ίδιος. Κι εμείς δεν ξέρου­με καν μήπως έχει πεθάνει και αντικατασταθεί α­πό άλλο δικτάτορα, από άλλον απόλυτο εξουσια­στή με το ίδιο όνομα.
Οι αρχές χειραγωγούν τα πά­ντα, ακόμα και τον ιστορικό χρόνο, καλλιεργώντας στους υπηκόους την αίσθηση της αιωνιότητας της δικτατορικής εξουσίας, κάτω από την οποία στενά­ζουν.
Ο Μάρκες έζησε από την αρχή της συγγρα­φικής του σταδιοδρομίας τη βία της κολομβιανής εξουσίας, ενάντια στην οποία είχε πάντα σταθερές απόψεις.
Η αδιάλειπτη υποστήριξή του στην κουβανική επανάσταση σ' όλη του τη ζωή, όπως και η βαθιά φιλία του με τον Φιντέλ Κάστρο ήταν η αιτί­ες μιας μόνιμης πολεμικής εναντίον του.
Το μαγικό που είναι ρεαλιστικό
Στο έργο του Μάρκες υπάρχει μια διαπάλη του πραγματικού, του ρεαλιστικού, του λογικού με το μαγικό. Ενώ στην Ευρώπη ο διαφωτισμός, ο μαρξι­σμός, αλλά και ο επιστημονικός θετικισμός, ο κα­θένας με τον τρόπο του, αποτελούν μέτωπο κό­ντρα στον ανορθολογισμό του Μεσαίωνα, στη λο­γοτεχνική παράδοση της ισπανοφωνίας, η οποία στη Λατινική Αμερική ενσωμάτωσε στοιχεία του ιθαγενικού πληθυσμού, εμφανίζεται ο κόσμος της «μαγείας», ενισχυμένος επίσης από την αφρικα­νική κουλτούρα των μαύρων σκλάβων.
Υπάρχουν στη Λατινική Αμερική συγγραφείς που «κλοτσούν» αυτό που ονομάζουν ευρωπαϊκό ορθολογισμό, τονίζοντας υπερβολικά τα μη ορθολογικά στοιχεία του των μεικτών κουλτούρων τους.
Από τις πλούσιες μεικτές κουλτούρες και τις εθνικές παραδόσεις του λεγόμενου «Νέου Κόσμου» πολλοί συγγραφείς αντλούν στοιχεία ενός μαγικού κόσμου, που, άλλωστε, πάντα επιβιώνει στις λαϊκές παραδόσεις, εξαιρετικά εξασθενισμένες στην ευρωπαϊ­κή κουλτούρα.
Ο Μάρκες, στο «100 Χρόνια» βά­ζει μια γυναίκα την Ούρσουλα να έχει δεσμούς με την πραγματικότητα, επισημαίνοντας την αντί­θεση ανάμεσα στις αλχημιστικές δραστηριότητες και την πραγματική επιστήμη που είναι το στήριγ­μα της προόδου: «Εδώ πρέπει να σαπίσουμε ζω­ντανοί χωρίς να δεχθούμε τα οφέλη της επιστή­μης», θα πει για το «νεκρό» χωριό, όπου ζουν οι πρωταγωνιστές.
Τα κοινωνικοπολιτικά στοιχεία
Τα στοιχεία αυτά στον κόσμο του χωριού Μακόντο στο «100 Χρόνια Μοναξιάς» αντιπροσωπεύουν την κολομβιανή πραγματικότητα, ιδιαίτερα αυτή μετά την εξέγερση στην Μπογκοτά του 1948 που ακολούθησε τη δολοφονία του φιλελεύθερου πολιτικού Ελιέσερ Γκαϊτάν.
Το κλίμα των βιαιοτήτων  γίνεται σύνηθες στη χώρα. Με αφορμή τις εκλογές του 1958, ο Μάρκες σημειώνει: «Μετά από οχτώ χρόνια, εννέα μήνες και έντεκα μέρες χωρίς εκλογές, ο κολομβιανός λαός γυρίζει στις κάλπες για να αποκαταστήσει ένα κογκρέσο που είχε δια λυθεί στις 12 Νοεμβρίου του 1949 με εντολή του Μαριάνο Οσπίνα Πέρες, ενός προέδρου συντηρητικού, ο οποίος πριν ήταν ένας διακριτικός πο­λυεκατομμυριούχος. Αυτή η πράξη βίας εγκαινία­σε στις τρεις και τριάντα πέντε ενός Σαββάτου μια περίοδο τριών διαδοχικών δικτατοριών, οι οποίες μέχρι τώρα κόστισαν στη χώρα 200.000 νεκρούς και την πιο σοβαρή οικονομική και κοινωνική ανα­στάτωση όλης της ιστορίας. Η ανελέητη ένοπλη δίωξη ενάντια στους φιλελεύθερους στρέβλωσε την εκλογική πραγματικότητα. Ο απολυταρχισμός του Ρόχας Πινίγια έθεσε τέρμα σης εκλογές» (στο «Cuando Era Feliz Ε Indocumentado», «Οταν ή­μουν ευτυχισμένος και ανενημέρωτος», σελ. 96).
Πάνω σ' αυτή την ιστορική βάση γράφτηκε τελι­κά το «100 Χρόνια μοναξιάς». Μέσω πολλών «λε­πτομερειών» η βαριά σκιά της δικτατορίας πνίγει την ατμόσφαιρα στο Μακόντο. Ο συνταγματάρχης, στην αρχή, ντύνεται με επίσημη στολή για μια κηδεία: «Είναι ο πρώτος φυσικός θάνατος που είχα­με σε πολλά χρόνια», ενώ οι καμπάνες της εκκλη­σίας ανακοινώνουν την κινηματογραφική λογοκρι­σία, οι εφημερίδες βγάζουν τις εθνικές ειδήσεις από τις σελίδες τους και τις αφιερώνουν στις διε­θνείς ειδήσεις.
Μ' αυτό τον τρόπο μαθαίνουμε ό­τι τα παραπάνω συμβαίνουν την εποχή της εθνι­κοποίησης της διώρυγας Σουέζ. Στην πορεία γί­νεται πιο επαναστατική η συνείδηση του πρωτα­γωνιστή Μπουενδία, ο οποίος κατανοεί ότι το πο­λιτικό πρόβλημα είναι πρόβλημα όλης της ηπεί­ρου.
Μια αναφορά στην κουβανέζικη επανάστα­ση υπάρχει στην εξής φράση:  «…η πρώτη άμεση είδηση που έλαβε η Ούρσουλα απ' αυτόν, μερικά χρόνια από τότε που είχε φύγει, ήταν ένα γράμμα τσαλακωμένο και μουντζουρωμένο που της ήρθε από χέρι σε χέρι από το Σαντιάγο ντε Κούμπα».
Το Μακόντο γίνεται ζώνη εκβιομηχάνισης, άρα και κοινωνικής εξέγερσης και διαβάζουμε ότι δικαστές και γιατροί στηρίζουν το σύστημα της καταπίεσης, ο στρατός επεμβαίνει υπέρ της άρχουσας τάξης, ενώ οι εργάτες θέλουν τον ένοπλο αγώνα!
Η σχέση με τις χώρες νότου σοσιαλισμού
Ο Μάρκες επισκέφτηκε την ΕΣΣΔ για πρώτη φορά τρεις μήνες πριν το λανσάρισμα του σπούτνικ. Μετά από πολλές εκπλήξεις, ο Μάρκες άρχισε να πείθεται ότι ο «Νέος Κόσμος» δεν ήταν πια η Αμερική, αλλά αυτή η χώρα των «22.400.000 τετραγωνικών μέτρων χωρίς ούτε μία διαφήμιση της κοκα κόλα και όπου σχεδόν κανείς δεν ήξερε ποια ήταν η Μέριλιν Μόνρο», ενώ το μετρό ήταν «αποτελεσματικό, άνετο και πολύ φτηνό», όπως και οι επιβάτες του, οι οποίοι πάντα με το βιβλίο στο χέρι το μετέτρεπαν «στη μεγαλύτερη βιβλιοθήκη του κόσμου».
Σύμφωνα με τον Ισπανό δημοσιογράφο Ντανιέλ Ουτρίγια (στο: ANNCOL-Cultura, 27-4-14), ο κόσμος τον υποδέχθηκε με μεγάλο ις ενθουσιασμό, λουλούδια, σοκολάτες και ακόμα και μπουκάλια με σαμπάνια.
Από τα αποφθέγματα του Μάρκες σχετικά με τις χώρες του σοσιαλισμού, μπορεί ο καθένας να κάνει μια επιλογή και να αποσιωπήσει ή να τονίσει ερμηνεύοντας τον Μάρκες σύμφωνα με ό,τι εξυπηρετεί την πολιτική θέση του καθενός και, έτσι, να δώσει μια «τά­ση» στις απόψεις του Μάρκες (όπως ο βιογράφος του Τζέραλντ Μάρτιν).
Κανείς, όμως, δεν μπορεί να αμφισβητήσει την τοποθέτησή του στο πλευρό της κοινωνικής προόδου με όλες τις συνέπειες.
Μια αγαπημένη ρήση του Μάρκες ήταν αυτή, που είναι και επιγραφή στην αυτοβιογραφία του:
«Η ζωή δεν είναι αυτή που έζησε κανείς, αλλά αυτή που θυμάται και με ποιο τρόπο τη θυμάται κανείς για να την πει».
Προσέγγιση μεταφυσική, θα λέγαμε, διότι η πραγματικότητα δεν είναι κάτι το υποκειμενικό, δεν είναι πάντα όπως τη βλέπουμε ή βιώνουμε.
Ωστόσο, το ίδιο το έργο του Μάρκες αναιρεί κατά κάποιον τρόπο τα λόγια αυτά, αντανακλώντας ρεαλιστικά μαγικά τη ζωή και τις συγκρούσεις μιας ηπείρου.
Άννεκε IΩANNATOY

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.