Δεκέμβρης 1944 (17)

Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά. Ο Φιντέλ είναι αθάνατος

Έφοδος στις Μονκάδες τ’ Ουρανού!: Fidel vivirá para siempre! Fidel es inmortal! - Ο Φιντέλ θα ζει παντοτινά! Ο Φιντέλ είναι αθάνατος!
Φιδέλ: Ένα σύγγραμμα περί ηθικής και δυο μεγάλα αρχίδια στην υπηρεσία της ανθρωπότητας (Ντανιέλ Τσαβαρία)
* Φιντέλ: Αυτός που τους σκλάβους ανύψωσε στην κορφή της μυρτιάς και της δάφνης
* Πάμπλο Νερούδα: Φιντέλ, Φιντέλ, οι λαοί σ’ ευγνωμονούνε * Νικολάς Γκιγιέν: Φιντέλ, καλημέρα! (3 ποιήματα)
* Ντανιέλ Τσαβαρία: Η Μεγάλη Κουβανική Επανάσταση και τα Ουτοπικά Αρχίδια του Φιδέλ * Ντανιέλ Τσαβαρία: Ο ενεργειακός βαμπιρισμός του Φιδέλ * Ραούλ Τόρες: Καλπάζοντας με τον Φιντέλ − Τραγούδι μεταφρασμένο - Video * Χουάν Χέλμαν: Φιντέλ, το άλογο (video)


Κάρλος Πουέμπλα - Τρία τραγούδια μεταφρασμένα που συνάδουν με τη μελωδία:
* Και τους πρόφτασε ο Φιντέλ (Y en eso llego Fidel) − 4 Video − Aπαγγελία Νερούδα * Δεν έχεις πεθάνει Καμίλο (Canto A Camilo) * Ως τη νίκη Κομαντάντε (Hasta siempre Comandante)
* Τα φρούρια του ιμπεριαλισμού δεν είναι απόρθητα: Μικρή ιστορική αναδρομή στη νικηφόρα Κουβανική Επανάσταση και μέχρι τις μέρες μας ‒ Με αφορμή τα 88α γενέθλια του Φιντέλ ‒ Εκλογικό σύστημα & Εκλογές - Ασφάλεια - Εκπαίδευση - Υγεία (88 ΦΩΤΟ) * Φιντέλ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σικελιανός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σικελιανός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 19 Ιουνίου 2021

Άγγελος Σικελιανός: Γιατί ποτέ δε λόγιασε το πότε και το πώς — 7 Ποιήματα από τον Λυρικό Βίο

Άγγελος Σικελιανός

Λευκάδα, 28 (15) Μαρτίου 1884 - Αθήνα, 19 Ιουνίου 1951

Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 28.III.1972 (Μολύβι, 33χ23 εκ.)

 

*

 

ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

7 ποιήματα από τα ΛΥΡΙΚΑ

Ενότητα

ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΟΥΡΑΝΙΑΣ

 

*

 

 

«ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΟΥΡΑΝΙΑ»

 

Ά ! σαν ο πρώτος ήχος ανατείλει,

με την πρώτη, ανεκύμαντη πνοή,

που ως σε φιλί ιερό, μου ανεί τα χείλη,

σα φύλλο που σαλεύει, μα δε θροεί·

 

εικόνα ατάραχη θεϊκή, που μέσα

στα φρένα μου, αναφαίνεις ξαφνικά,

όλη γυμνή, στη γαληνήν ανέσα,

με σαλέμματα, αργά και μυστικά!

 

Του πόθου ως λυέται ολόγυρά μου η ζώνη,

του λυτρωμού μου η μυστική ποριά,

βρίσκει το μάγο πνεύμα, οπού με ζώνει

την ηδονή, σαν πέλαο τη στεριά·

 

Και πια, τη ζωή τριγύρα μου δεν ψάχνω,

μα ολάκερος, σα ρίζα σε πηγή,

δροσολογάω σ’ ωκεανό το σπλάχνο,

κρυφή γιομάτο γλύκα και σιγή!

 

Και να· σαν ο περίστερος, που γρούζει

στον ήλιο, με το στήθος φουσκωτό,

η ευτυχιά, η αθάνατη ως με λούζει

Χαρά η χαρά που μήτε τη ζητώ

 

καθώς χιμάνε μέσα μου τα μύρα

κι αναρροεί βαθιά μου ο γλυκασμός,

από τα πλάσματα που νιώθω γύρα,

μου γιομίζει, όλος άξαφνα, ο λαιμός!

 

Τέλος, ξεσπάει, στην πλάση, η πιθυμιά μου!

Να με ισκιάσει ένας κόσμος, δε βολεί!

Ήλιος, φωτάει δεξά, ήλιος, ζερβά μου,

από παντού, με ζώνει ανατολή!

 

Της θεότητας ως διάπλατη τη θύρα,

τού νου μου ανοίγει Ολύμπιος ο σεισμός,

ξάφνου το στήθος μου, ω, γαλήνια λύρα,

και το Τραγούδι μου, άγριος ποταμός!...

 

Άγγελου Σικελιανού, Λυρικός Βίος Β΄

Φιλολογική Επιμέλεια, Γ. Π. Σαββίδης

(Ίκαρος, 1966, σελ. 96)

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

Άγγελος Σικελιανός: Καταμεσής του Ανέμου να μετρηθούμε μια για πάντα με το μέγα Πάθος!(*)

Άγγελος Σικελιανός
Λευκάδα, 28 (15) Μαρτίου 1884 - Αθήνα, 19 Ιουνίου 1951
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 28.III.1972 (Μολύβι, 33 χ 23 εκ.)

 

 

ΤΡΕΧΑΝΤΗΡΑ

Άγγελος Σικελιανός

 

Καταμεσής ανέμου η τρεχαντήρα,
με τα πανιά της τόξα τεντωμένα,
του δοιακιού τη στερνήν επήρε γύρα
στα γαλανά βουνά τα γυμνωμένα...

Κι ο αιθεροδρόμος βόγκος που επλημμύρα
στα ξάρτια, στα πρυμνήσια, στην αντένα
—δελφίνια παρατρέχανε ολοένα–
την έκρουε μες στο κύμα, ολόρτη λύρα!

Δίκοπη σπάθα, εξέσκιζε η καρίνα...
Κι ο αφρός στη πρύμνα, χώριος σε δυο κρίνα,
των σταλιών ανατίναζε το σείστρο...

Σαν, μ' ένα «λάσκα!» —ο ήλιος μεσουράνει—
στων Σαλώνων εμπήκε το λιμάνι
με τον καταμεσήμερο μαΐστρο!

Άγγελου Σικελιανού,
ΛΥΡΙΚΟΣ ΒΙΟΣ, ΤΟΜΟΣ Β΄, Ίκαρος 1966, σελ. 85

(*) να μετρηθούμε μια για πάντα με το μέγα Πάθος!
(ΛΥΡΙΚΟΣ ΒΙΟΣ, ΤΟΜΟΣ Ε', Μέγιστον Μάθημα, σελ. 114)


Περισσότερα:
O Άγγελος o Αρχάγγελος – Να μετρηθούμε μια για πάντα με το μέγα Πάθος! (1+9 ποιήματα) – Επίμετρο

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2017

Παλαμάς: Βουερή φωνή, βροντής κι αντάρας Γέννα − Ο Παλαμάς του Σικελιανού, του Σκίπη και του Λουντέμη

Κωστής Παλαμάς
13 Ιανουαρίου 1859, Πάτρα - 27 Φεβρουαρίου 1943, Αθήνα
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 1970 (Μαρκαδόρος, 34 χ 24 εκ.)
Μορφή από πέτρα και πηλό ‒βυζάστρα
Έχοντας Διγενήδες και Φερραίους‒
Σκαμμένη με το σύνεργο του χρέους·
Ποίηση Γύφτου Λαού, φωτιά και πλάστρα.
(Μπ. Ζ.)
(Τετάρτη, 13 Ιανουαρίου 2016)

*
27 Φεβρουαρίου 1943
Πεθαίνει ο μεγάλος Έλληνας ποιητής Κωστής Παλαμάς. Η κηδεία του, που έλαβε χώρα την επόμενη μέρα, μετατρέπεται σε διαδήλωση κατά της Γερμανικής Κατοχής.
Πηγή φωτό: kar.org.gr
Χιλιάδες άνθρωποι ξεχύνονται στους δρόμους της Αθήνας. Μία ομάδα διασπά τον αστυνομικό κλοιό και καταστρέφει το γραφείο του κατοχικού πρωθυπουργού στη Βουλή. Μια άλλη, αφού υπερφαλαγγίζει τους Ιταλούς καραμπινιέρους, πυρπολεί το υπουργείο Εργασίας, όπου είχε γίνει ο προπαρασκευαστικός σχεδιασμός για την επιστράτευση. Κατά τις συγκρούσεις, τρεις διαδηλωτές σκοτώνονται και τριάντα τραυματίζονται σοβαρά.

*
Άγγελος Σικελιανός
Άγγελος Σικελιανός Λευκάδα, 28 Μαρτίου 1884 - Αθήνα, 19 Ιουνίου 1951 Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 28.III.1972 (Μολύβι, 33 χ 23 εκ.)
Παλαμάς

Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!

Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλει, τι κι αν το πει η δικιά μου γλώσσα;

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

O Άγγελος o Αρχάγγελος – Να μετρηθούμε μια για πάντα με το μέγα Πάθος!* (1+9 ποιήματα) – Επίμετρο

Άγγελος Σικελιανός. Λευκάδα, 28 Μαρτίου 1884 - Αθήνα, 19 Ιουνίου 1951
Σχέδιο, Μπάμπης Ζαφειράτος, 28.III.1972 (Μολύβι, 33 χ 23 εκ.)

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

ΣΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟ

Άγγελε, Αρχάγγελε, ο αρχάγγελος του λόγου σου περιίπταται
μες στον κατάφωτον ελληνικόν αγέρα
φέγγοντας με τις διάπλατες φτερούγες του
τις τέσσερις γωνίες του ορίζοντα,
τις άμετρες γωνίες της Ιστορίας.

Άγγελε, Αρχάγγελε, στον ανεμόφερτο οίστρο σου πώς κλάγγιζαν
έρωτες, θάλασσες, βουνά, λιοντάρια, πλάτανοι κι αστέρια,
άλογα που καλπάζανε στον Παρνασσό με δυο στάχια στα δόντια τους,
μια σελήνη παντάνασσα σ’ ένα πλατύ μυθικό περιγιάλι
όπου στην άμμο αφήνανε πεντάχτινα τα χνάρια των ποδιών τους
τα μαντικά θαλασσοπούλια με το λάμπυσμα του ωκεανού στα μάτια τους.

Άγγελε Αλαφροΐσκιωτε, που όλους τους ίσκιους κρυπτικά αποκρυπτο­γράφησες,
που μεγαλόφωνα μπρος στα μεγάλα κύματα διακήρυττες της σιωπής τους ιάμβους,
εσύ που αγέρωχος κατέβηκες μια νύχτα από τον Όλυμπο
αφήνοντας τους Δώδεκα Ολυμπίους εμβρόντητους στη μέση του δείπνου
για ν’ ανεβείς στο κορφοβούνι του Λαού σου
έχοντας περασμένο στον αγκώνα σου μονάχα ένα χωριάτικο καλάθι
και μέσα στο καλάθι μια λευκή φαντή κομπόδετη πετσέτα
με 21 κριθαρένια παξιμάδια, μια παλάμη ελιές και τρία κρεμμύδια.

Σάββατο 11 Απριλίου 2015

Άγγελος Σικελιανός: Δυο ποιήματα αναστάσιμα ‒ Μίκης Θεοδωράκης: Σιμώνει ο νέος ο Λόγος

Άγγελος Σικελιανός. Λευκάδα, 28 Μαρτίου 1884 - 19 Ιουνίου 1951

Α Γ Γ Ε Λ Ο Σ   Σ Ι Κ Ε Λ Ι Α Ν Ο Σ

Σ Τ’   Ο Σ Ι Ο Υ   Λ Ο Υ Κ Α   Τ Ο   Μ Ο Ν Α Σ Τ Η Ρ Ι


Στ’ Όσιου Λουκά το μοναστήρι, απ’ όσες
γυναίκες του Στειριού συμμαζευτήκαν
τον Eπιτάφιο να στολίσουν, κι όσες
μοιρολογήτρες ώσμε του Mεγάλου
Σαββάτου το ξημέρωμα αγρυπνήσαν,
ποια να στοχάστη ‒έτσι γλυκά θρηνούσαν!‒
πως, κάτου απ’ τους ανθούς, τ’ ολόαχνο σμάλτο
του πεθαμένου του Άδωνη ήταν σάρκα
που πόνεσε βαθιά;
Γιατί κι ο πόνος
στα ρόδα μέσα, κι ο Eπιτάφιος Θρήνος,
κ’ οι αναπνοές της άνοιξης που μπαίναν
απ’ του ναού τη θύρα, αναφτερώναν
το νου τους στης Aνάστασης το θάμα,
και του Xριστού οι πληγές σαν ανεμώνες
τους φάνταζαν στα χέρια και στα πόδια,
τι πολλά τον σκεπάζανε λουλούδια
που έτσι τρανά, έτσι βαθιά ευωδούσαν!

Aλλά το βράδυ το ίδιο του Σαββάτου,
την ώρα π’ απ’ την Άγια Πύλη το ένα
κερί επροσάναψε όλα τα’ άλλα ως κάτου,
κι απ’ τα’ Άγιο Bήμα σάμπως κύμα απλώθη
το φως ώσμε την ξώπορτα, όλοι κι όλες
ανατριχιάξαν π’ άκουσαν στη μέση
απ’ τα «Xριστός Aνέστη» μιαν αιφνίδια
φωνή να σκούξει: «Γιώργαινα, ο Bαγγέλης!»

Kαι να· ο λεβέντης του χωριού, ο Bαγγέλης,
των κοριτσιών το λάμπασμα, ο Bαγγέλης,
που τον λογιάζαν όλοι για χαμένο
στον πόλεμο· και στέκονταν ολόρτος
στης εκκλησιάς τη θύρα, με ποδάρι
ξύλινο, και δε διάβαινε τη θύρα
της εκκλησιάς, τι τον κοιτάζαν όλοι
με τα κεριά στο χέρι, τον κοιτάζαν,
το χορευτή που τράνταζε τ’ αλώνι
του Στειριού, μια στην όψη, μια στο πόδι,
που ως να το κάρφωσε ήταν στο κατώφλι
της θύρας, και δεν έμπαινε πιο μέσα!

Kαι τότε ‒μάρτυράς μου να ’ναι ο στίχος,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος‒
απ’ το στασίδι που ’μουνα στημένος
ξαντίκρισα τη μάνα, απ’ το κεφάλι
πετώντας το μαντίλι, να χιμήξει
σκυφτή και ν’ αγκαλιάσει το ποδάρι,
το ξύλινο ποδάρι του στρατιώτη,
‒έτσι όπως το είδα ο στίχος μου το γράφει,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος‒,
και να σύρει απ’ τα βάθη της καρδιάς της
ένα σκούξιμο: «Mάτια μου… Bαγγέλη!»

Kι ακόμα, ‒μάρτυράς μου να ’ναι ο στίχος,
ο απλός κι αληθινός ετούτος στίχος‒,
ξοπίσωθέ της, όσες μαζευτήκαν
από το βράδυ της Mεγάλης Πέφτης,
νανουριστά, θαμπά για να θρηνήσουν
τον πεθαμένον Άδωνη, κρυμμένο
μες στα λουλούδια, τώρα να ξεσπάσουν
μαζί την αξεθύμαστη του τρόμου
κραυγή που, ως στο στασίδι μου κρατιόμουν,
ένας πέπλος μου σκέπασε τα μάτια!…

ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ
ΛΥΡΙΚΟΣ ΒΙΟΣ, Τόμος Ε΄, Ορφικά
ΙΚΑΡΟΣ 1968, σελ. 46-48


Μ Ι Κ Η Σ   Θ Ε Ο Δ Ω Ρ Α Κ Η Σ

 Π Ν Ε Υ Μ Α Τ Ι Κ Ο   Ε Μ Β Α Τ Η Ρ Ι Ο

Μίκης Θεοδωράκης. Γεν. Χίος, 29 Ιουλίου 1925
(Σχέδιο: Μπ. Ζαφειράτος, 1972. Μελάνι, 34 χ 42 εκ.)


Αρκαδία V (Πνευματικό Εμβατήριο), 1970

Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Ποίηση: Άγγελος Σικελιανός
Σύνθεση: Φεβρουάριος 1969, Ζάτουνα
Ζωντανή ηχογράφηση από το Albert Hall του Λονδίνου
Τραγουδάνε οι: Μαρία Φαραντούρη, Αντώνης Καλογιάννης, Γιάννης Θεοχάρης.
Παίζει η London Symphony Orchestra υπό τη διεύθυνση του συνθέτη.
Συμμετέχει η χορωδία της New Opera και η ανδρική χορωδία Cwalia
LYRA, 1974

Μέρος VII
Σιμώνει ο νέος ο Λόγος

» Σιμώνει ο νέος ο Λόγος π’ όλα θα τα βάψει
στη νέα του φλόγα, νου και σώμα, ατόφιο ατσάλι.
Η γη μας αρκετά λιπάστηκε από σάρκα ανθρώπου!
Παχιά και καρπερά, να μην αφήσουμε τα χώματά μας
να ξεραθούν απ’ το βαθύ τούτο λουτρό του αιμάτου
πιο πλούσιο, πιο βαθύ κι απ’ όποιο πρωτοβρόχι!
Αύριο να βγει ο καθένας μας με δώδεκα ζευγάρια βόδια,
τη γην αυτή να οργώσει την αιματοποτισμένη…
Ν’ ανθίσει η δάφνη απάνω της και δέντρο της ζωής να γένει,
και η Άμπελό μας ν’ απλωθεί ως τα πέρατα της Οικουμένης…

» Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος.
Σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ τη λάσπη·
σπρώχτε με στήθος και με γόνα, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα,
σπρώχτε με χέρια και κεφάλια, για ν’ αστράψει ο ήλιος Πνέμμα!»

ΑΓΓΕΛΟΥ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ
ΛΥΡΙΚΟΣ ΒΙΟΣ, Τόμος Ε΄,
Επίνικοι Β' (1940-1946)
ΙΚΑΡΟΣ 1968, σελ. 174 (171-175)